(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Εις αγροικίαν της Λαγκάδας, κατώκει ο εκ Λευκών Γ.Ρ.*, μεγαλοκτηματίας. Πλην όμως εδυστύχει και εστερείτο, διότι τα κτήματά του δεν εκαρποφόρουν.
Εις τοιαύτην την κατάστασιν ευρισκόμενον μετέβη εις τον Άγιον και ο Άγιος τω λέγει: «Αυτό το παθαίνεις διότι κλέπτεις και αδικείς τους άλλους ανθρώπους. Δεν γνωρίζεις ανόητε ότι ο Θεός μισεί την αδικίαν και τιμωρεί τους αδίκους; Δεν ήκουσες ότι όποιος αρπάζει τα ξένα χάνει και τα δικά του; Ύπαγε, μετανόησον, επίστρεψε οπίσω τα αδικηθέντα, ζήτησε συγχώρησιν από τον Θεόν και από όσους ηδίκησες και παύσε του λοιπού τας αδικίας και ο Θεός θα σου στείλει τας ευλογίας του και θα πλουτίσεις και θα ευτυχίσεις. Όταν δε έλθη ο καιρός του σπόρου, να με πάρεις εις τα κτήματά σου, τα οποία θα σπείρεις».
Πράγματι έτσι έγινε, και την περίοδο της σποράς, τον πήρε με το ζώον του εις τα κτήματά του και ετέλεσεν ο Άγιος αγιασμόν, και αφού ράντισε τα κτήματα, πήρε με την φούχτα του σιτάρι και το έσπειρε μόνος του.
Κατόπιν πήρε το άροτρον με τους βόας και εποίησε διά του αρότρου σημείον Σταυρόν, και λέγει εις τον Ρούσσον: «Τώρα σπείρε κανονικώς, και τα χωράφια σου θα καρποφορήσουν».
Τόση δε καρποφορία εγένετο, ώστε αι αποθήκαι του υπερεπληρώθησαν από καρπού σίτου οίνου και ελαίου, τα ζώα του, οι βόες τα πρόβατα οι μελισσώνες επλήθυναν, ώστε εις ολίγον χρόνον, ο γέρων Ρούσσος έγινε ευτυχής και πολλούς έσωσεν διά της ελεημοσύνης.
Αλλά η ευτυχία ολίγα έτη διήρκησε, διότι ο Ρούσσος μεθυσθείς εκ της ευτυχίας του και μη αρκούμενος εις εκείνα που του έδιδεν ο Θεός, ήρχισεν και πάλιν να κλέπτει, και διά τούτο έπεσε και πάλιν οργήν Θεού επ’ αυτόν και εις τα υπάρχοντά του. Βλέπων την συμφοράν του προσέτρεξε πάλιν εις τον Άγιον.
Ο Άγιος, τω λέγει: «Άθλιε, γίνωσκε ότι επειδή εις την ευεργεσίαν που σου έκαμεν ο Θεός εφάνης αχάριστος, Χείρ Κυρίου έρχεται επί σε, τα υπάρχοντά σου θα τα λάβουν άλλοι, συ δε θα αποθάνης εκ της πείνης, το δε σώμά σου θα καταφαγωθή υπό των φθειρών».
Πράγματι.
Δεν παρήλθον ικαναί ημέραι και αυτός ησθένησε, τα υπάρχοντά του διηρπάγησαν, αυτός εστερείτου του άρτου, πριν δε αποθάνει το σώμα του και η κλίνη του εκαλύφθησαν υπό των φθειρών, αίτινες κατέφαγον το μιαρόν του σώμα, και ούτω κακώς ο κακός απέθανε. Οι δε ψείρες μάλιστα τον συνόδευαν μέχρι του τάφου.
* Ολόκληρο το όνομα είναι γραμμένο στο πιο κάτω βιβλίο.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Αρχιμανδρίτη, Φιλοθέου Ζερβάκου, «Βίος και πολιτεία του Οσίου πατρός ημών Αρσενίου του Νέου του εν τη νήσω Πάρω ασκήσαντος», έκδοση της Ιεράς Μονής Χριστού Δάσους.