Άγιος Αθανάσιος Πάριος, Το θαύμα του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού, του «ευγενικού αρχιερέα»!

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Αλλά, ξέρω τι ζητά εδώ ως κάτι υπολειπόμενο κι αναγκαίο, ο φιλαναγνώστης Χριστιανός. Ζητά και διήγηση θαυμάτων και σωστά μιλά και το αίτημα του είναι δίκαιο κι εύλογο. Όμως, εκείνο που είπα εξαρχής, για όσα άλλα καλά μάς λείπουν από την παρούσα διήγηση, εξαιτίας της δεινής Άλωσης, το ίδιο λέω και για τα θαύματα, ότι αν είχαμε τον βίο του εξαρχής, σίγουρα θα τα βλέπαμε κι αυτά.

Επειδή εγώ δεν αμφιβάλλω καθόλου, πως ο μέγας Θεός, δοξάζει αυτούς που τον δοξάζουν, δόξασε και τον πιστό του δούλο Μάρκο και μ’ αυτό το χάρισμα, το οποίο το αξιώθηκαν κι άλλοι πολλοί με πολύ λιγότερη εργασία.

Επειδή όμως δεν έχουμε πληροφορίες από τότε λόγω των γεγονότων της άλωσης της Πόλης. Έχουμε όμως πρώτον την υπεράνθρωπη ζωή του, που μας παραδίδεται ως μαρτυρία, όχι μόνο απ’ έναν ή δύο, αλλά απ’ ένα καθόλου ευκαταφρόνητο πλήθος γραπτών μαρτυριών.

Και δεύτερον έχουμε την αυθεντία τού συνοδικού θεσπίσματος, που αποφασίζει με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, να τον αναγνωρίζουμε ως μεγάλο άγιο της Εκκλησίας κι έχουμε χρέος να τελούμε γι’ αυτόν, κάθε έτος την σεβάσμια γιορτή.

Αλλά, για να μην αφήσουμε εντελώς στερημένους κι αμέτοχους απ’ αυτή την ουράνια πνευματική νοστιμάδα, τις ψυχές που αγαπούν τα θαύματα, θα περιγράψω εδώ, ένα από τα θαύματα αυτού του αγίου, το οποίο, πράγματι παραδόξως, τέλεσε στο Μεσολόγγι, όχι πριν από πολλά χρόνια. Κι αυτό το θαύμα είναι έτσι, όπως εγώ ο ίδιος το άκουσα, από την πολλή και μεγάλη ευλάβεια και τον πόθο που έχω σ’ αυτόν τον θείο ιεράρχη, τον ενάντιο των ασεβών παπιστών.

Ενώ λοιπόν βρισκόμουν στο Μεσολόγγι, επιτελώντας, ανάξια, το έργο του ιεροκήρυκα, θέλησα να κηρύξω στην Εκκλησία, στους παρευρισκόμενους χριστιανούς γι’ αυτόν τον άγιο, το βράδυ της παραμονής της ιεράς του μνήμης στις 19 Ιανουαρίου, όπως ορίζει η συνοδική απόφαση να τελείται η σεβάσμια γιορτή του.

Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, Επίσκοπος Εφέσου.

EvgenikosΕίπα λοιπόν με συντομία, ποιος υπήρξε ο Μάρκος της Εφέσου, πόσο αγωνίστηκε για την ευσέβεια και πως έχουμε όλοι μας χρέος μεγάλο να τον ευχαριστούμε και να τον τιμούμε ως ευεργέτη μας, γιατί μόνος διαφύλαξε την πίστη, την οποία όλοι οι άλλοι την πρόδωσαν.

Κι ότι την επόμενη που είναι η μνήμη του, όποιος θέλει, να τον γιορτάζει ανεμπόδιστα, όπως πρόσταξε η αγία Σύνοδος. Επομένως λέω, δεν σας αναγκάζω ν’ αργήσετε αύριο, αφού έτυχαν και πολλές συνεχόμενες αργίες. Σας παρακινώ όμως, να έλθετε να λειτουργηθείτε για τη δόξα του αγίου και να τον έχετε μεσίτη στον Θεό και βοηθό στις ανάγκες σας.

Κι αν κάποιος θέλει να τον γιορτάσει, ας το κάνει. Έχει από την Εκκλησία την άδεια. Και στην συνέχεια ας εξακολουθήσει ειρηνικά ν’ ασχολείται με τις δουλειές του. Η Εκκλησία μάλιστα μας προτρέπει σ’ αυτό, για ν’ αποβαίνει η δόξα του, σε ντροπή των δικών του και των δικών μας εχθρών, σε ντροπή των παπικών.

Αυτά είπα. Κι όταν έγινε η απόλυση του εσπερινού, βγήκαμε και καθίσαμε έξω από τον ναό για λίγο, όπως συνηθίζεται εκεί. Ήταν εκεί κάποιος γέροντας, έντιμος στο γένος, Δημητράκης στο όνομα, Ζουρμπαίος στο επώνυμο. Ο οποίος, από τα βαθιά γηρατειά, μόλις που άκουγε τα λεγόμενα. Αυτός λοιπόν ο γέρος, μόλις καθίσαμε, με ρώτησε με χαμηλή φωνή και τρεμάμενη προφορά, λέγοντας τα εξής:

«Δάσκαλε, για ποιον έλεγες αυτά που ’λεγες; Για τον Μάρκο της Εφέσου;».

«Ναι», του απάντησα. «Γιατί ρωτάς;».

«Ρωτώ», είπε, «γιατί έχω να σου πω εγώ γι’ αυτόν τον Μάρκο. Εγώ, είχα μία αδερφή, να, την ξέρουν κι αυτοί εδώ», είπε, δείχνοντας τους παρευρισκόμενους. «Αυτή έναν καιρό αρρώστησε βαριά. Είχαμε όλους τους γιατρούς του τόπου μας που την κοίταξαν και μην μπορώντας να την γιατρέψουν στο τέλος απελπισμένοι αποφάσισαν πως το δίχως άλλο θα πεθάνει. Κι αλήθεια, τρεις μέρες έμενε κι άλαλη κι αναίσθητη κι εντελώς ακίνητη. Γι’ αυτό κι μεις, μη βλέποντας καμιά ελπίδα, αρχίσαμε να φτιάχνουμε τα χρειαζούμενα για την κηδεία της και την κλαίγαμε σα πεθαμένη.

Στο μεταξύ, εκεί που μεις περιμέναμε να πεθάνει, ξαφνικά ακούσαμε να βγάζει ένα μεγάλο αναστεναγμό και μαζί και φωνή. Κι ανασηκώθηκε λέγοντας: ‘‘Ωχ, δεν μ’ αλλάζετε που πνίγηκα στο νερό;’’.

Τότε εμείς, αμέσως τρέξαμε κοντά της και μ’ ανέλπιστη χαρά που την ακούσαμε να μιλά, την ρωτήσαμε τι έχει και γιατί είναι τόσο βρεγμένη.

Κι αυτή μας απάντησε, ότι λίγο πριν, ήρθε ένας σαν δεσπότης και την πήρε και την πήγε σε μία βρύση. Κι την έβαλε μέσα στη γούρνα και την έπλυνε. Κι αφού την έπλυνε, της είπε: ‘‘Σύρε τώρα. Δεν έχεις πλέον τίποτα’’. Κι τώρα μας είπε, είμαι βρεγμένη και αισθάνομαι πως είμαι καλύτερα.

Κι εμείς της είπαμε, Δεν τον ρωτούσες ποιος ήταν; ‘‘Τον ρώτησα’’, μας απάντησε, ‘‘ποιος είσαι η αγιοσύνη σου’’; Και μου απάντησε, ‘‘εγώ είμαι ο Μάρκος της Εφέσου, ο Ευγενικός’’. Τότε κι εμείς πιάσαμε να την αλλάξουμε κι είδαμε ότι ήταν στ’ αλήθεια βρεγμένα, όχι μόνο τα ρούχα που φορούσε, αλλά ακόμα και τα στρώματα που κείτονταν.

Κι από τότε έγινε καλά κι έζησε άλλα δεκαπέντε χρόνια κι ύστερα πέθανε. Αυτό ξέρω να πω εγώ γι’ αυτόν τον άγιο, που το είδα ο ίδιος στην αδερφή μου».

Κι εγώ χάρηκα υπερβολικά, γιατί ανέλπιστα κι ανεπιτήδευτα ο καλός εκείνος γέροντας επιβεβαίωσε τα λόγια μου. Και για περισσότερη βεβαιότητα, εγώ ρώτησα πάλι αυτόν λέγοντας:

«Κι είχατε πρωτύτερα κυρ Δημητράκη, καμιά είδηση γι’ αυτόν τον άγιο;».

«Όχι», μου απάντησε, «ούτε τον είχαμε ακούσει ποτέ μας. Μόνο από κείνη την αιτία τον μάθαμε».

Τότε εγώ στράφηκα πάλι στους παρόντες Χριστιανούς κι είπα:

«Βλέπετε αδελφοί, πως η αγία μας Εκκλησία δεν σφάλλει στην απόφαση της; Να που ξαφνικά μόνοι σας ακούσατε πως τον δόξασε ο Θεός κι είναι θείος Ιεράρχης κι έχει θάρρος στον Θεό να μεσολαβεί για τις αμαρτίες μας».

Αυτά είπα το βράδυ και το πρωί πήγα σ’ άλλη εκκλησία, δηλαδή στην αγία Παρασκευή, για να λειτουργηθώ. Κι εκεί βλέπω κι εικόνα αυτού του άγιου, την οποία έφεραν από το σπίτι εκείνης της γυναίκας, με την επιγραφή: «ο άγιος Μάρκος, ο ευγενικός αρχιερέας», δηλαδή έτσι όπως φάνηκε στην απλοϊκή απαιδευσιά του ζωγράφου.

Να λοιπόν Χριστιανοί, και θαύμα αυτού του αγίου. Θαύμα αληθινό, όντως θαύμα. Όχι τόσο, γιατί τάχα παραδόξως άρπαξε από τις πύλες του Άδη την απ’ όλους ξεγραμμένη γυναίκα, αλλά γιατί είναι από κάθε άποψη ανεπιτήδευτο κι όχι κατασκευασμένο ή πλαστό, αφού οι άνθρωποι εκείνοι, δεν ήξεραν, ούτε είχαν ακούσει ποτέ άλλοτε το όνομα αυτού του Πατέρα. Αλλά ο ποιητής των παραδόξων, ο Θεός, θέλοντας να φανερώσει και να δοξάσει τον πιστό του δούλο, για να μιμούμαστε κι εμείς τον ζήλο του και την καρτερία της ψυχής του στην ομολογία της αλήθειας, γι’ αυτό, ενέργησε από κάθε άποψη παράδοξα, με την μέσω αυτού εποπτεία κι επίβλεψη της ανέλπιστης θεραπείας εκείνης της γυναίκας.

Ω, θείο στολίδι των Πατέρων, τέμενος των θείων χαρίτων, στόμα των ιερών θεολόγων, πρόμαχε της Ορθόδοξης πίστης, υπέρμαχε της αγίας Εκκλησίας τού Χριστού, θερμότατε ζηλωτή της πατροπαράδοτης ομολογίας του αγίου Συμβόλου, ανατροπέα της παπικής αλαζονείας, κι ανορθωτή του ανατολικού φρονήματος, δόξα, καύχημα και στύλε και στήριγμα της Ανατολικής Εκκλησίας, δείξε ευσπλαχνία στη δική μου αναξιότητα και δέξου από μένα αυτόν τον ταπεινό κι ευτελή λόγο.

Αντάμειψε την προαίρεση της αμαρτωλής μου ψυχής με τις πνευματικές κι ουράνιες ευλογίες σου.

Γιατί γνωρίζεις καλά τον ζήλο και τον πόθο και την ευλάβεια που έχω στη δική σου αγιότητα, για τους μέγιστους και μύριους και υπερβολικούς αγώνες σου, υπέρ της Εκκλησίας του Χριστού.

Κι αντάμειψε με τις πλούσιες δωρεές σου και τα χαρίσματα, όχι μόνο εμένα τον ταπεινό, αλλά και κάθε ευλαβή σου Χριστιανό.

Κι αξίωσε μας, να ευαρεστήσουμε σ’ όλα με την μετάνοια, τον Κύριο μας Ιησού Χριστό, Στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, στους αιώνες των αιώνων. Αμήν

Ο Άγιος Αθανάσιος Πάριος τιμάται στις 24 Ιουνίου.

Απόσπασμα από το βιβλίο «Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, Η δράση και το εγκώμιό του γραμμένα από τον Άγιο Αθανάσιο τον Πάριο». Μετάφραση Ελένης Βασιλάκη. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Δ.Π. Νέστωρ.