Πεμπτουσία

Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, Η θεραπεία του πονεμένου χεριού της  χήρας

 

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Θεραπεία της ξηράς χειρός της χήρας

Το αριστερό χέρι μιας χήρας γυναίκας, γερόντισσας τριάντα ενός και φτωχής, έγινε ξηρό από νοσηρό ρεύμα που κατέβηκε επάνω από τον ώμο. Ήταν δε το πάθος της γυναίκας διπλό και γι’ αυτό ακριβώς ήταν αφόρητο.

Στην αρχή, σαν να ξεκίνησε από μικρές ρίζες, δεν την εμπόδιζε ακόμη από το συνηθισμένο εργόχειρο και φαινόταν να προκαλεί υποφερτές ακόμη οδύνες· αλλά, καθώς προχωρούσε ο χρόνος, της αφαιρέθηκε τελείως το εργόχειρο και μαζί με αυτό τα μέσα της ζωής και κατέστη η οδύνη φοβερή και αφόρητη.

Η ιατρική μεταχειρίστηκε πολλά μέσα προς αποτροπή του ρεύματος, τελευταία δε έβαλε και καυτήρα στον ώμο, που θεωρήθηκε σαν αρχή και πηγή του κακού· αλλά αυτό δεν ωφέλησε τίποτε περισσότερο, εκτός του ότι πρόσθεσε και νέους πόνους στους παλαιούς και κατέστησε σφοδρότερο το πάθος του χεριού.

Η αθλία ταλαιπωρούνταν έτσι επί πολύ καιρό και εδεινοπαθούσε και συγκαλούσε τις γειτόνισσες με πολλές και μεγάλες κραυγές. Εκείνες την ελυπήθηκαν και, επειδή δεν μπορούσαν να την βοηθήσουν αλλιώς, της συνέστησαν να τρέξει μαζί με όλους βιαστικά στη σορό του μεγάλου [στο ιερό λείψανο του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά] και μόνο από αυτόν να ζητήσει την θεραπεία.

Πείθεται η ασθενής στις καλές εκείνες συμβούλους και, αφού προσήλθε στον ιερό τάφο και δεήθηκε πολύ και ευχήθηκε, όταν ήδη επλησίαζε η νύχτα, επιστρέφει πάλι στον οίκο. Και αυτήν μεν εδέχθηκε το στρώμα και το έδαφος κατά τη συνήθεια με τις προηγούμενες επίσης οδύνες.

Ο δε μέγας ιατρός των ασθενών, αρχίζοντας λαμπρά την θεραπεία, δεν της αφαίρεσε ευθύς από εκεί την οδύνη, αν και ήταν δυνατό, αλλά την έβγαζε ήσυχα και βαθμιαίως, ώστε να παρέχει και στην πάσχουσα ενεργέστερη την αίσθησή της· έτσι προς το παρόν απομακρύνει το πάθος από τον ώμο και τον βραχίονα· επιτρέπει δε ακόμη τον πόνο γύρω στον αγκώνα και τον πήχυ.

Η δε γυναίκα, χωρίς να καταλαβαίνει απολύτως τίποτε από αυτό, αισθανόμενη φυσικά σφοδρότερη την ένταση του πάθους που είχε συγκεντρωθεί σε στενότερο μέρος, επιχειρούσε να κατηγορεί τον ιατρό και να χρησιμοποιεί κακή εναντίον του γλώσσα, όπως πράττουν όσοι από εκείνους που ιατρεύονται σωματικώς και χειρουργούνται, δεν αντιλαμβάνονται ακόμη τη θεραπεία, σαν να έγινε τάχα αυτός αίτιος της χειροτερεύσεως αυτής της οδύνης.

Αλλά οι φίλες εκείνες και γειτόνισσες, συγκεντρωμένες πάλι, την συνεβούλευαν να μεταβεί πάλι εκεί και να ζητήσει το υπόλοιπο της θεραπείας. Εκείνη πήγε πάλι και γονάτισε στη θαυματουργό σορό του μεγάλου με πόνο, κατηγορώντας σχεδόν τα ίδια με τα προηγούμενα και προφέροντας κάτω από τα δόντια της τον γογγυσμό προς εκείνον.

Αυτός όμως προσθέτει αμέσως με φιλανθρωπία και το υπόλοιπο και προσφέρει πλήρη τη θεραπεία εκεί στη γυναίκα, όχι στον ύπνο ούτε με λόγια, όπως έπραττε συνήθως στους άλλους, αλλά σε εγρήγορση και σαφώς με τα ίδια τα πράγματα· της εφαίνετο ότι έλκυε έξω την οδύνη και τη χρονία εκείνη ασθένεια πολλή ώρα σαν κλωστή από τα άκρα των δακτύλων της.

Η δε γυναίκα, αφού μετέβη από εκεί στην οικία της όχι μόνο χωρίς πόνο και πάθος, αλλά και ικανή προς κάθε έργο, έχοντας το χέρι κατά φύση και ενεργό, μεγαλύνει διαπαντός τον Θεό με ευγνώμονα γλώσσα και τον θεράποντα εκείνου.

Απόσπασμα από το βιβλίο, «Φιλοθέου Κοκκίνου, Βίος Γρηγορίου Παλαμά», των Πατερικών Εκδόσεων «Γρηγόριος ο Παλαμάς». Εισαγωγή, κείμενο, μετάφραση, σχόλια Παναγιώτης Χρήστου.