«Ο πρωτοπόρος στην εκτέλεση του λαούτου Χρήστος Ζώτος»

Στην κατάμεστη αίθουσα του Βαφοπουλείου Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Θεσσαλονίκης πραγματοποιήθηκε τη Πέμπτη 16 Οκτωβρίου εκδήλωση-αφιέρωμα στον αείμνηστο δάσκαλο της παραδοσιακής μας μουσικής και δεξιοτέχνη του λαούτου Χρήστο Ζώτο με τη συμμετοχή εξαιρετικών μουσικών επιγόνων του αειμνήστου ανδρός. Την παρουσίαση της εκδήλωσης είχε ο Αθανάσιος Ρότσκος ο οποίος μέσα σε αδρές γραμμές ξεδίπλωσε το μεγαλείο και τη μεγάλη προσφορά του Χρήστου Ζώτου. Παρευρέθηκαν πολλοί μουσικοί και φίλοι της παραδοσιακής μουσικής οι οποίοι είχαν την ευκαιρία να απολαύσουν συνθέσεις του τιμώμενου δασκάλου και άλλα λαμπρά δείγματα της δημοτικής μας παράδοσης. Ακολουθεί το κείμενο της παρουσίασης που επιμελήθηκαν οι πρωταγωνιστές της ωραίας αυτής βραδιάς και μαθητές του Χρήστου Ζώτου, Παναγιώτης Σάκκουλας και Σταύρος Παπασταύρου. 

«Στον χώρο της ελληνικής δημοτικής μουσικής και παράδοσης έχουν υπάρξει κατά καιρούς μουσικά αναστήματα που υπηρέτησαν με μεράκι, πάθος, σεβασμό και αυταπάρνηση την ίδια τη μουσική, αφήνοντας πολύτιμη παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές. Ένα τέτοιο ανάστημα υπήρξε και το σημερινό τιμώμενο πρόσωπο, ο λαουτιέρης Χρήστος Ζώτος, ο οποίος μέσα από μία πολύχρονη θητεία εργάστηκε άοκνα, και αναδείχθηκε ως ένας κορυφαίος μουσικός, αλλά και ως ένας ευσυνείδητος Δάσκαλος.

Ο Χρήστος Ζώτος υπήρξε ένας μουσικός με πλούσιο καλλιτεχνικό έργο. Επειδή όμως ο χρόνος δεν περισσεύει, θα γίνει μία σύντομη αναφορά σε αυτό.

Γεννήθηκε το 1937 στην Κανδήλα Αιτωλοακαρνανίας και ήταν γόνος μουσικής οικογένειας. Παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα του, άρχισε από πολύ μικρή ηλικία να μυείται στην τέχνη του λαούτου. Δείχνοντας από την αρχή εξαιρετική επίδοση στο όργανο αλλά και στο τραγούδι, η φήμη του απλώθηκε πολύ γρήγορα στις περιοχές Ξηρομέρου, Λευκάδας και Αγρινίου, όπου καλούνταν σε διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις τόσο ως οργανοπαίκτης όσο και ως τραγουδιστής.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’50, ο Ζώτος μαθήτευσε δίπλα στον περίφημο λαουτιέρη Γεράσιμο Λάλο από την Άρτα. Κοντά του έθεσε τα θεμέλια που διαμόρφωσαν το ιδιαίτερο όσο και δύσκολο τεχνικά ύφος του, το οποίο δεν περιορίζεται μόνο στη χρήση του λαούτου ως συνοδευτικού οργάνου, αλλά αναπτύσσει και σπουδαίο σολιστικό ρόλο με ιδιαίτερες και εκλεπτυσμένες εκφραστικές αποχρώσεις.

Την ίδια εποχή συνεργάστηκε με τους κλαρινίστες Βασίλη Σαλέα, Βαγγέλη Σούκα, Βαγγέλη Κοκκώνη, Μάκη Μπέκο, Γιάννη Βασιλόπουλο, Μάκη Βασιλειάδη κ.ά. σε όλο το Ξηρόμερο. Στη συνέχεια, ο Χρήστος Ζώτος δοκιμάστηκε στη μεγάλη σχολή της Ηπείρου, και συγκεκριμένα στις περιοχές Ιωαννίνων και Πρέβεζας, όπου έπαιξε με τους μεγαλύτερους εν δράσει λαϊκούς μουσικούς. Ακολούθησε μια μεγάλη πορεία σε όλη σχεδόν τη στεριανή Ελλάδα και τα μεγάλα αστικά κέντρα της εποχής, ως συνεργάτης σημαντικών τραγουδιστών και οργανοπαικτών της Θεσσαλίας, της Ηπείρου και της Ρούμελης.

Το 1970 ο Ζώτος αναχώρησε ως μετανάστης για τον Καναδά, όπου και εγκατέλειψε το λαούτο για 13 περίπου χρόνια.

Το 1982 επέστρεψε στην Ελλάδα, ενώ αργότερα εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα, όπου μετοίκησε και η παλιά του φήμη ως μουσικού. Στα ακόλουθα χρόνια, ο Ζώτος ανέκτησε την παλιά ξεχασμένη του τέχνη και αναδείχθηκε σε κορυφαίο μουσικό. Στα καφενεία των λαϊκών μουσικών τον ανακάλυψε ο βιολιστής και ερευνητής της ελληνικής δημοτικής μουσικής και παραγωγός της Ε.Ρ.Τ., Παντελής Καβακόπουλος. Έκτοτε, ο Ζώτος συμμετείχε ως συνοδός και σολίστας σε πλήθος εκπομπών της κρατικής ραδιοφωνίας και τηλεόρασης, υπό την επιμέλεια των Παντελή Καβακόπουλου, Γιώργου Παπαδάκη και Νίκου Μπαζιάνα, και ήταν αυτός που ουσιαστικά επανέφερε στο προσκήνιο το μέχρι τότε παραμελημένο λαούτο, συμβάλλοντας καθοριστικά στην ανάδειξη του οργάνου αυτού. Έλαβε μέρος σε πάμπολλες ηχογραφήσεις συνοδεύοντας μεγάλους σολίστες σε πανελλήνιο ρεπερτόριο, αλλά και ο ίδιος ως σολίστας σε ελληνικές και ξένες παραγωγές, καταθέτοντας παράλληλα προσωπικούς δίσκους, στους οποίους εμπεριέχεται κατά κύριο λόγο ένα δύσκολο, τεχνικά και εκφραστικά, ρεπερτόριο του δυτικού ελλαδικού χώρου. Παίζοντας παράλληλα όχι μόνο στο χοροστάσι και στο γλέντι αλλά και σε συναυλίες και μεγάλες διεθνείς συναντήσεις, ο Χρήστος Ζώτος εκπροσώπησε επάξια όχι μόνο την ελληνική παραδοσιακή μουσική αλλά και ένα παραγνωρισμένο όργανο που στα χέρια του γνώρισε νέες δόξες. Κορυφαία στιγμή για τον ίδιο απετέλεσε η σύμπραξή του με τον διάσημο Ιρακινό δεξιοτέχνη στο ούτι Munir Bashir, τον Ιούλιο του 1993, στο Θέατρο Ρεματιάς Χαλανδρίου.

Από τη δεκαετία του ’90 κι έπειτα, στις πολλές δραστηριότητές του προστέθηκε και αυτή του δασκάλου. Ο Ζώτος ίδρυσε στην Αθήνα, στην περιοχή της Ομονοίας, ιδιωτική Σχολή Λαούτου και Λαϊκής Μουσικής, ενώ συνεργάστηκε συστηματικά με μουσικά εκπαιδευτήρια και ωδεία της χώρας, όπως η μουσική σχολή του Σίμωνος Καρά, το Δημοτικό Ωδείο Ιωαννίνων, το Ωδείο Αθηνών, το Μουσικό Κέντρο Εκμάθησης «7φθογγο» Τρίπολης Αρκαδίας κ.ά. Επιπλέον, την περίοδο 2000-2010 διετέλεσε καθηγητής λαούτου στο τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής του Τ.Ε.Ι. Ηπείρου στην Άρτα.

Ο Χρήστος Ζώτος έλαβε τιμητική σύνταξη από το Υπουργείο Πολιτισμού, ενώ στο πρόσωπό του πραγματοποιήθηκαν πάνω από 40 τιμητικές εκδηλώσεις από ελληνικά Πανεπιστήμια και διάφορους φορείς για τη μεγάλη προσφορά του στον χώρο της ελληνικής δημοτικής μουσικής και εν γένει του ελληνικού μουσικού πολιτισμού. Τα έτη 2017 και 2019 βραβεύτηκε από το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης, ενώ το 2018 το ίδιο μουσείο απέκτησε το λαούτο του Χρήστου Ζώτου (κατασκευής Χρήστου Τόφα), το οποίο πλέον εκτίθεται σε ένα από τα μεγαλύτερα μουσεία της Αμερικής.

Ο Χρήστος Ζώτος, με όλη τη βιωμένη γνώση που μετέφερε, ήρθε και ενέπνευσε μια νέα γενιά μουσικών, και την ώθησε στο να ασχοληθεί και να αγαπήσει πραγματικά το λαούτο και το δημοτικό τραγούδι.

Απεβίωσε στις 13 Ιουλίου 2022.

Σήμερα, τρία χρόνια μετά την κοίμησή του, μία ομάδα μουσικών, με πρωτοβουλία των Σταύρου Παπασταύρου και Παναγιώτη Σάκκουλα, μαθητών του Χρήστου Ζώτου, συνάχθηκαν για να τιμήσουν τον εκλεκτό αυτό μουσικό και Δάσκαλο. Αξίζει να σημειωθεί πως όλοι τους συμμετέχουν αφιλοκερδώς.

Το ρεπερτόριο που θα ακολουθήσει περιλαμβάνει τραγούδια και οργανικούς σκοπούς της ελληνικής μουσικής παράδοσης, που ο ίδιος ο Χρήστος Ζώτος προέβαλλε, εκθείαζε και συνήθιζε να ερμηνεύει και να διδάσκει, αλλά και κάποιες μουσικές συνθέσεις του ιδίου.

Μέσα από τον ήχο και τον απόηχο δύο λαούτων θα γίνει προσπάθεια να σκιαγραφηθούν διακριτά χαρακτηριστικά της μουσικής προσωπικότητας του εν λόγω μουσικού και Δασκάλου, και να αναδειχθεί ο πολυσχιδής χαρακτήρας του συγκεκριμένου οργάνου, τόσο σε συνοδευτικό όσο και σε σολιστικό επίπεδο.

Καλή ακρόαση και καλή συναίσθηση!

Ο Χρήστος Ζώτος, όπως προαναφέρθηκε, υπήρξε ένας ξεχωριστός μουσικός, αλλά κι ένας σπουδαίος Δάσκαλος, με τη στενή αλλά και με την ευρεία έννοια της λέξης.

Ως μουσικό, αυτό που τον χαρακτήριζε ήταν πρωτίστως το πάθος για το λαούτο, η εκτελεστική του ευχέρεια, η αυτοσχεδιαστική του δεινότητα, η εστίαση στην παραμικρή λεπτομέρεια, η αδιαλλαξία του να συμβιβαστεί με την προχειρότητα, η συνεχής πρόθεσή του να εξελίσσεται. Υπήρξε γόνιμος, καινοτόμος και δημιουργικός. Η μεγαλύτερη καινοτομία του, που τον κατέστησε πρωτοπόρο στην εκτέλεση του λαούτου, ήταν η ανάπτυξη μιας ξεχωριστής «κάθετης» τεχνικής παιξίματος και, γενικά, η διαμόρφωση ενός ιδιαίτερου και αξιοθαύμαστου τρόπου εκτέλεσης με πολύ λεπτομερή εκφραστικά στοιχεία. Με αυτόν τον τρόπο, προσέδωσε νέες διαστάσεις στον τρόπο εκτέλεσης του λαούτου και άνοιξε νέους ορίζοντες γι’ αυτό. Μέσα από την αφοσίωση και την ανιδιοτελή αγάπη του για το όργανο αυτό, την πειθαρχία και την επιμονή του, ανέδειξε και εξέλιξε το λαούτο, διατηρώντας ζωντανή τη χρήση του, σε μία περίοδο μάλιστα που αυτή άρχισε να περιορίζεται λόγω της εισχώρησης ηλεκτρικών οργάνων στις δημοτικές κομπανίες. Έτσι, έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη συνέχιση χρήσης του λαούτου καθώς, όπως προαναφέρθηκε, μέσα από την καλλιτεχνική του πορεία ενέπνευσε πλήθος νέων μουσικών να ασχοληθούν σε βάθος με το όργανο αυτό.

Επίσης, ήταν εξαιρετικός τραγουδιστής, έχοντας ένα ιδιαίτερο εκφραστικό ύφος. Μάλιστα, η ερμηνευτική του δεινότητα στο δημοτικό τραγούδι αποτυπωνόταν πάμπολλες φορές και πάνω στο όργανο, σε σημείο που φαινόταν ξεκάθαρα ότι «έπαιζε τραγουδώντας».

Αυτό που τον χαρακτήριζε ως Δάσκαλο ήταν η αγάπη, το πάθος, το μεράκι, η υπευθυνότητα, η συνέπεια μ’ αυτό που έκανε. Ήταν σαν μια δεξαμενή γεμάτη με βιωμένη γνώση, από την οποία μπορούσε κανείς οποτεδήποτε να αντλήσει μοναδικές πληροφορίες. Παρείχε γενναιόδωρα και αφειδώλευτα τις γνώσεις του, χωρίς ίχνος μυστικοπάθειας και κρυψίνοιας, στοιχεία που χαρακτήριζαν παλαιότερες γενιές μουσικών, από τις οποίες και ξεχώρισε. Ήταν μεγάλη του επιθυμία να αφήσει πίσω συνεχιστές της τέχνης του. Ο ίδιος τόνιζε πολύ συχνά: «Πρέπει ν’ αφήσω πίσω μια δουλειά σωστή»! Χαιρόταν πάρα πολύ όταν έβλεπε τους μαθητές του να προοδεύουν και να αποδίδουν και την παραμικρή λεπτομέρεια του μουσικού υλικού που τους είχε διδάξει.

Αξίζει να σημειωθεί πως, εκτός από τη μουσική, έδινε ιδιαίτερη έμφαση και στην καλλιέργεια του ήθους και στη διαμόρφωση του χαρακτήρα των μαθητών του, πασχίζοντας να τους ενσταλάξει αξίες και μια πρέπουσα συμπεριφορά.

Οι αντοχές του ήταν αξεπέραστες. Ήταν ένας ακάματος εργάτης της Μουσικής Τέχνης. Είχε την ικανότητα να παθιάζει τους μαθητές του με το όργανο· τη σπίθα να την κάνει φλόγα και τη φλόγα πυρκαγιά. Το χιούμορ του ήταν μοναδικό και ανεπανάληπτο! Πολύ συχνά αναφερόταν στα ζώα και στα στοιχεία της φύσης για να διακωμωδήσει καταστάσεις. Συν τοις άλλοις, είχε μια παιδικότητα πραγματικά αφοπλιστική.

Η μουσική για τον Δάσκαλο Χρήστο Ζώτο φαίνεται εν τέλει πως ήταν κάτι το ιερό. Την «αγκάλιαζε» πάντα με σεβασμό, χωρίς να χάνει την ευκαιρία να στηλιτεύσει οποιαδήποτε κακόγουστη μεταχείρισή της.

Το πολύτιμο έργο του και η προσφορά του στον χώρο της ελληνική δημοτικής μουσικής και ευρύτερα του μουσικού πολιτισμού της χώρας μας είναι ανεκτίμητης αξίας, και τον κατατάσσουν στους κορυφαίους μάστορες της ελληνικής μουσικής τέχνης και παράδοσης.

Παρουσίαση μουσικών-συντελεστών

Στα κρουστά ήταν ο Στάθης Παρασκευόπουλος.

Στο κλαρίνο, ο Νεκτάριος Παπαγεωργίου.

Στο τραγούδι, ο Παναγιώτης Τουρνάς και ο Δημήτρης Χατζής.

Στο λαούτο, στην καλλιτεχνική επιμέλεια της εκδήλωσης, στη συγγραφή των κειμένων, ο Σταύρος Παπασταύρου και ο Παναγιώτης Σάκκουλας.

Στην ηχοληψία ήταν ο Αστέριος Τράκας

Στη βιντεοληψία ο Δημήτρης Καρακατσάνης.

Στον σχεδιασμό αφίσας, banner και προγραμμάτων η Μαρία Λαγού.

Στην παρουσίαση ο Θανάσης Ρότσκος.