Το θαύμα της κατανόησης του κόσμου

«Ἐν σοφίᾳ ἐποίησας τὰ πάντα.»
— Ψαλμός 103:24

Υπάρχει ένα μυστήριο που διατρέχει κάθε μορφή γνώσης: το γεγονός ότι ο κόσμος είναι νοητός και ότι ο άνθρωπος μπορεί να τον κατανοεί. Από τις πρώτες εξισώσεις του Newton ως την κβαντική συμμετρία του σύγχρονου σύμπαντος, πίσω από κάθε επιστημονική ανακάλυψη απλώνεται η ίδια σιωπηλή απορία: Γιατί η φύση υπακούει στη νόηση; Γιατί οι αφηρημένες δομές του ανθρώπινου νου ταιριάζουν τόσο απόλυτα με την πραγματικότητα;

Η επιστήμη, στην ταπεινότερη στιγμή της, δεν απαντά· θαυμάζει. Εκεί όπου τελειώνει ο υπολογισμός, αρχίζει η σιωπή της ευγνωμοσύνης. Διότι το να κατανοείς σημαίνει ότι είσαι μέσα στο ίδιο φως με εκείνο που κατανοείς. Όπως το μάτι υπάρχει μόνο μέσα στο φως, έτσι και ο νους υπάρχει μόνο μέσα στη λογικότητα του Είναι. Δεν γνωρίζουμε απέξω, αλλά από μέσα· δεν επινοούμε τη δομή του κόσμου, αλλά συμμετέχουμε σε αυτήν.

Η θεολογία ονομάζει αυτή τη λογικότητα Σοφία ή Λόγο· η επιστήμη την αποκαλεί νόμο· η φιλοσοφία αναγκαιότητα· ο ποιητής αρμονία. Όλες οι ονομασίες δείχνουν προς το ίδιο θαύμα: ότι το Είναι έχει νόημα, και ότι ο άνθρωπος είναι ικανός να το αναγνωρίσει. Η γνώση, έτσι, δεν είναι πράξη κυριαρχίας, αλλά λειτουργία: το πνεύμα του ανθρώπου τελεί την αναγνώριση του κόσμου ως δώρου νοήματος.

Μέσα σε αυτή τη θέαση, η επιστήμη και η θεολογία δεν είναι δύο δρόμοι που συγκρούονται, αλλά δύο προσεγγίσεις του ίδιου μυστηρίου: της θείας λογικότητας που αποκαλύπτεται είτε ως μαθηματικός νόμος είτε ως λόγος δημιουργικός. Ο επιστήμονας που ανιχνεύει τη συμμετρία της φύσης και ο θεολόγος που υμνεί τη σοφία του Δημιουργού βρίσκονται στο ίδιο φως· ο πρώτος το περιγράφει, ο δεύτερος το προσκυνεί.

Το θαύμα, λοιπόν, δεν είναι ότι ο άνθρωπος μπορεί να εξηγήσει τον κόσμο· είναι ότι ο κόσμος θέλει να εξηγηθεί, ότι είναι δομημένος έτσι ώστε να μπορεί να γίνει αντικείμενο κατανόησης. Κι αυτό σημαίνει ότι το φως του Νου, το φως του Λόγου και το φως του Κόσμου είναι ένα και το αυτό. Ο άνθρωπος, όταν γνωρίζει, όταν αγαπά, όταν θαυμάζει, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να επιστρέφει στο αρχέγονο φως από το οποίο προήλθε.

Η κατανόηση, τότε, δεν είναι απλώς ένα ανθρώπινο επίτευγμα· είναι θεοφάνεια. Είναι η στιγμή που ο Νους αναγνωρίζει τον εαυτό του μέσα στο έργο του Θεού, και το πεπερασμένο γίνεται διάφανο στο άπειρο. Όπως η αυγή φανερώνει το φως που πάντα υπήρχε, έτσι και η γνώση φανερώνει τη Σοφία που κρατά τον κόσμο σε ύπαρξη. Και μέσα σε αυτή τη φανέρωση, ο άνθρωπος στέκει, ταπεινός και θαυμασμένος, λέγοντας χωρίς λόγια:

Ὅντως, ἐν σοφίᾳ ἐποίησας τὰ πάντα.