Η μουσική συντροφιά των αγωνιστών του 1821

 
Παιδικά / Η γωνιά της μουσικής

1_makrygiannisΟ Μακρυγιάννης είχε αφήσει εδώ και ώρα την Αθήνα. Τώρα προορισμός του ήταν η Σαλαμίνα. Εκεί θα συναντούσε τον Νικηταρά, τον γενναίο ανιψιό του στρατηγού Κολοκοτρώνη. Εκεί στη Σαλαμίνα θα συζητούσαν ποια θα ήταν η επόμενη κίνηση των αρματολών. Με συντροφιά το σπαθί και το τουφέκι του σκεφτόταν στον δρόμο την Επανάσταση που πριν λίγο καιρό, τον Μάρτιο του 1821, είχε δώσει ξανά ελπίδα στο ελληνικό γένος για ελευθερία.

2_nikitarasΜετά από λίγες ώρες έφτασε στο νησί της Σαλαμίνας. Με χαρές τον υποδέχτηκε ο Νικηταράς ή Τουρκοφάγος, όπως είχαν αρχίσει να τον φωνάζουν οι συμπολεμιστές του μετά την τελευταία μάχη. Αφού κατευθύνθηκαν σε ένα κρησφύγετο απομονωμένο, οι δυο άντρες άρχισαν να συζητάνε για την επόμενη κίνηση των Ελλήνων αγωνιστών. Μέσα στον έντονο διάλογο μπορούσε να διακρίνει κανείς στα μάτια των δυο ηρώων τον πόθο για τη σωτηρία, για την απελευθέρωση της αγαπημένης τους Ελλάδας.

3_melodia tampoyraΗ συζήτηση τελείωσε αισιόδοξα. Νέες μάχες τους περίμεναν. Αποφασίστηκε ο Μακρυγιάννης να γυρίσει στη Ρούμελη. Όμως η νύχτα είχε πέσει από ώρα. Με το ξημέρωμα θα ξεκινούσε. Και τότε ο στρατηγός μέσα στο κρησφύγετο άκουσε μια μελωδία.

Ένα κλεφτόπουλο που βρισκόταν εκεί, έπαιζε με μεγάλη δεξιοτεχνία ένα έγχορδο μουσικό όργανο, τον ταμπουρά. Το ήξερε αυτό το παραδοσιακό όργανο με το μακρύ χέρι ο Μακρυγιάννης. Μάλιστα κι ο ίδιος έπαιζε λίγο. Θυμήθηκε το τραγούδι: «Το πλάγι, πλάγι πήγαινε, τον ταμπουρά λαλούσε, εγώ ραγιάς δεν γίνομαι, Τούρκους δεν προσκυνάω.»

4 tabouras

Όμως δεν ήταν ώρα για τραγούδια. Σε λίγο θα ξημέρωνε. Ο στρατηγός αποχαιρέτισε τον Νικηταρά και, με την υπόσχεση να ξανανταμώσουνε, κίνησε για τη Ρούμελη.

* * *

Τέσσερα χρόνια πέρασαν. Μάχες πολλές δόθηκαν. Όμως οι Έλληνες δεν το έβαζαν κάτω. Ούτε τώρα που οι Τούρκοι πολιορκούσαν την Αθήνα, εκείνο τον Σεπτέμβριο του 1826. Ο Μακρυγιάννης, ο Γκούρας και οι άλλοι οπλαρχηγοί αντιστέκονταν με σθένος. Η μέρα είχε 5_Tampoyras2περάσει και ο εχθρός δεν είχε καταφέρει να μπει στην πόλη. Έπεσε η νύχτα. Τότε ο Γκούρας είπε: «Παίξε μας Μακρυγιάννη με τον ταμπουρά σου, τραγούδησέ μας, έχουμε καιρό να τραγουδήσουμε». Ο Μακρυγιάννης πήρε με προθυμία τον ταμπουρά του και άρχισε να χαϊδεύει με τα δάχτυλά του τις τρεις διπλές χορδές του οργάνου. Εκείνη ήταν η νύχτα που ο Μακρυγιάννης αυτοσχεδίασε και τραγούδησε το θρυλικό μοιρολόι.

 

«Ο ήλιος εβασίλεψε, Έλληνά μου, βασίλεψε και το φεγγάρι εχάθη κι ο καθαρός Αυγερινός που πάει κοντά την Πούλια, τα τέσσερα κουβέντιαζαν και κρυφοκουβεντιάζουν.

Γυρίζει ο ήλιος και τους λέει, γυρίζει και τους κρένει·

«Εψές όπου βασίλεψα πίσου από μια ραχούλα, άκ’σα γυναίκεια κλάματα κι αντρών τα μοιρολόγια γι’ αυτά τα ’ρωικά κορμιά στον κάμπο ξαπλωμένα, και μέσ’ το αίμα το πολύ είν’ όλα βουτημένα. Για την πατρίδα πήγανε στον Άδη, τα καημένα

 …………………………………………………………………………………..

6_tabouras makrygianniΣήμερα, ο ταμπουράς που αποδίδεται στο Μακρυγιάννη φυλάσσεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Την ιστορία για το παραπάνω μοιρολόι τη γνωρίζουμε από τα απομνημονεύματα του Ιωάννη Μακρυγιάννη. Ο ταμπουράς, αυτό το ελληνικό παραδοσιακό όργανο, συντρόφευε πολλούς Έλληνες αγωνιστές της επανάστασης του 1821, σύμφωνα με μαρτυρίες. Οι μελωδίες του τους έδιναν κουράγιο και δύναμη.

Από το γεγονός αυτό εμπνεύστηκαν και σύγχρονοι συνθέτες και στιχουργοί. Παρακάτω μπορείς να ακούσεις το «Τσάμικο» σε μουσική του Μάνου Χατζιδάκι και στίχους του Νίκου Γκάτσου. Το τραγούδι περιλαμβάνει τον εξής χαρακτηριστικό στίχο: «Δες πώς χορεύει ο Νικηταράς κι αηδόνι γίνεται ο ταμπουράς.»

Αλέξανδρος Σαββόπουλος

7_Theofilos_katsantonis