Η εξάπλωση των Μινύων σε στεριά και θάλασσα

23 Ιανουαρίου 2022

(Προηγούμενη δημοσίευση: http://www.pemptousia.gr/?p=331507)

Ήδη από την 6η χιλιετία π.Χ. είχε αναπτυχθεί στην Θεσσαλία ένας μεγάλος πολιτισμός, δημιούργημα του οποίου ήταν και η ίδρυση της πρώτης πόλεως της Ευρώπης, του Σέσκλου. Ο πολιτισμός αυτός εξελίχθηκε και προϊόν του, σύμφωνα με τον Στράβωνα, ήταν το Διμήνι, το οποίο ταυτίζεται σήμερα με την Μινυακή Ιωλκό.

Είναι γενικώς παραδεκτό ότι οι Μινύες υπήρξαν άριστοι ναυτικοί, όπως όλοι οι Έλληνες. Πέραν των γραπτών πηγών το ανωτέρω συμπέρασμα έρχεται να επιβεβαιώσει και η αρχαιολογική σκαπάνη, αφού έχουν ανακαλυφθεί πήλινα ομοιώματα πλοίων, ακόμα και στην δυτική Θεσσαλία της 5ης χιλιετίας π.Χ., την τόσο απομακρυσμένη από την θάλασσα. Περί το έτος 3200 π.Χ. έχουν ήδη αποικήσει την Λήμνο (Πολιόχνη) και την βορειοδυτική Μικρασιατική ακτή (Τρωάδα). Ήδη από τις αρχές της 3ης χιλιετίας η Λήμνος, για την οποία όλοι οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν ότι αποικίσθηκε από Μινύες, κατά την διάρκεια της Αργοναυτικής Εκστρατείας είχε καταστεί μεταλλουργικό κέντρο. Άρα τότε περίπου πρέπει να πραγματοποιήθηκε και η Αργοναυτική Εκστρατεία και όχι στους Μυκηναϊκούς χρόνους, όπου πολλοί την τοποθετούν.

Πολιόχνη Λήμνου

Η Τρωική εκστρατεία πιθανόν να εκφράζει την πρώτη απόπειρα των Ελλήνων Μινύων να εξερευνήσουν τις άγνωστες θάλασσες του Πόντου και της Βαλτικής. Το ήδη συγκροτημένο βασίλειο του Μινυακού Ορχομενού επιχείρησε την πρώτη επιχείρηση διάνοιξης των εμπορικών δρόμων μέσω του βορείου Αιγαίου και του Ευξείνου Πόντου (ταξίδι Φρίξου και Έλλης). Έχοντας εγκατασταθεί σταθερά στα στενά του Ελλησπόντου και ελέγχοντας πλήρως τους εμπορικούς δρόμους της ξηράς και της θάλασσας, όπως μαρτυρεί η συμμετοχή ονομαστών Θρακών ηρώων στην Αργοναυτική Εκστρατεία, οι Μινύες ίδρυσαν μία ελληνική εμπορική αυτοκρατορία, η ζώνη επιρροής της οποίας εκτείνονταν από την βόρειο Βοιωτία έως και την βορειοδυτική Μικρά Ασία. Ο Τρωικός πόλεμος έγινε, όταν η αποικία Τροία είχε αναλάβει τα ηνία της αυτοκρατορίας υποσκελίζοντας τις μητροπόλεις Ορχομενό και Ιωλκό.

Οι Μινύες ιδρυτές του Αιγυπτιακού κράτους

Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι οι Μινύες έφθασαν και ως την Αίγυπτο συντελώντας στην ίδρυση του Αιγυπτιακού κράτους, η ημερομηνία ιδρύσεως του οποίου τοποθετείται στην κρίσιμη ακριβώς περίοδο του τέλους της 4ης χιλιετίας π.Χ., μεταφέροντας στους Αιγυπτίους το σεληνιακό ημερολόγιο, το όποιο οι Μινύες ως ναυτικοί είχαν επινοήσει. Για τον λόγο αυτό και ο πρώτος Αιγύπτιος Φαραώ ονομάζονταν Μην (μήνας = χρονικό διάστημα από μία νέα σελήνη στην επομένη), όνομα που παρέμεινε ιερό στους Αιγυπτίους έως και τους ρωμαϊκούς χρόνους (εξ ου και ο Άγιος της Εκκλησίας μας Μηνάς ο Αιγύπτιος).

Ο συγκεκριμένος μάλιστα Φαραώ δίδαξε στους Αιγυπτίους την τεχνική κατασκευής αρδευτικών έργων, με τα οποία ήλεγξαν τις πλημμύρες του Νείλου και κατόρθωσαν να αναπτύξουν την γεωργία. Έχοντας υπ’ όψη ότι οι Μινύες ήταν οι πρώτοι οι οποίοι κατόρθωσαν να τιθασεύσουν την φύση, αποξηραίνοντας την λίμνη Κωπαΐδα, μπορούμε να υποθέσουμε ποιοι ήταν και αυτοί οι οποίοι δίδαξαν τους Αιγυπτίους και ενδεχομένως και τους Σουμερίους. Σύμφωνα πάντως με άλλη άποψη ο ιδρυτής του Αιγυπτιακού βασιλείου ήταν Μινωίτης.

Η σχέση Μινύων και Μινωιτών

Οι Μινύες φαίνεται ότι κάποια στιγμή σχετίσθηκαν και με τους Μινωΐτες, ενδεχομένως να συνέβη και το αντίθετο, αν και τα ευρήματα συνηγορούν υπέρ της πρώτη άποψης. Ωστόσο υπάρχουν και ερευνητές, όπως ο Βρεταννός αρχαιολόγος Πάρσον, οι οποίοι ταυτίζουν Μινύες και Μινωΐτες, θεωρώντας ότι επρόκειτο για τον ίδιο λαό, ο οποίος σταδιακά ξαπλώθηκε από την ηπειρωτική Ελλάδα, στην Κρήτη, την Αίγυπτο και την Μεσοποταμία, την χώρα των Σουμερίων. Η άποψη αυτή συμφωνεί με την θεώρηση του Εβανς, ο οποίος τοποθετούσε την προανακτορική φάση του Μινωικού Πολιτισμού πριν από το 3200 π.Χ., δηλαδή ακριβώς σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο, που συζητάμε.

Δύο σημαντικοί σταθμοί συνέβαλαν στην ανάπτυξη των Μινύων. Το πρώτο είναι αναμφίβολα η ίδρυση της αποικίας της Ιωλκού, η οποία συνδέεται άμεσα και με την Αργοναυτική Εκστρατεία. Το δεύτερο αφορά στην αποξήρανση της λίμνης Κωπαΐδας και την γεωργική εκμετάλλευση των νέων εκτάσεων γης.

 

(Συνεχίζεται)