Ο Θεός Λόγος του πανάγαθου Πατέρα δεν εγκατέλειψε το γένος των ανθρώπων, όταν αυτό βάδιζε προς τη φθορά!

6 Ιανουαρίου 2023

Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Αγίου Αθανασίου Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας
Λόγος περί της ενανθρωπήσεως του Λόγου και της διά σώματος προς ημάς επιφανείας αυτού

 

Απόδοση εις την νέα ελληνική
Αρχιμανδρίτης Δωρόθεος Πάπαρης (νυν Μητροπολίτης Δράμας)

 

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=361665

 

Αυτό το μεγάλο έργο άρμοζε πράγματι και στην αγαθωσύνη του Θεού. Διότι, αν, για παράδειγμα, ένας βασιλιάς κατασκευάσει μια οικία ή πόλη, αυτήν δεν την εγκαταλείπει όταν, εξαιτίας της αμέλειας των κατοίκων της, την πολιορκούν ληστές· τη διεκδικεί και τη σώζει σαν δικό του έργο, χωρίς να κοιτάζει την αδιαφορία των κατοίκων αλλά μόνο το δικό του καθήκον.

Πολύ περισσότερο, ο Θεός Λόγος του πανάγαθου Πατέρα δεν εγκατέλειψε το δημιούργημά του, το γένος των ανθρώπων, όταν αυτό βάδιζε προς τη φθορά. Αλλά, με την προσφορά του δικού του σώματος, εξαφάνισε τον επερχόμενο θάνατο· διόρθωσε με τη διδασκαλία του την αμέλεια των ανθρώπων και κατάφερε με τη δύναμή του να επιτελέσει όλα τα ανθρώπινα.

Αυτά μπορεί κανείς να τα διαπιστώσει και από τη μελέτη των γραπτών κειμένων των θεολόγων μαθητών του Σωτήρα Χριστού, όπου λένε: «Γιατί η αγάπη του Χριστού μας συγκλονίζει, επειδή διαπιστώσαμε ότι, εάν ένας πέθανε για όλους, άρα όλοι πέθαναν· πέθανε για χάρη όλων μας, ώστε να μη ζούμε πλέον για τον εαυτό μας, αλλά για κείνον που πέθανε και αναστήθηκε για χάρη μας», εννοώ τον Κύριό μας Ιησού Χριστό.

Και αλλού λένε: «Βλέπουμε τον Ιησού, που ήταν ελαττωμένος λίγο πιο κάτω από τους
αγγέλους, για να γευθεί θάνατο για κάθε άνθρωπο με τη χάρη του Θεού, εξαιτίας αυτού του παθήματος του θανάτου να είναι στεφανωμένος με δόξα και τιμή».

Έπειτα, δηλώνει και την αιτία για την οποία όχι άλλος αλλά αυτός ο Θεός Λόγος έπρεπε να γίνει άνθρωπος: «Γιατί έπρεπε αυτός, για τον οποίο τα πάντα και μέσω του οποίου τα πάντα υπάρχουν, να τελειοποιήσει με τα πάθη τον αρχηγό της σωτηρίας τους, ώστε να οδηγήσει πολλά παιδιά του στη δόξα».

Λέγοντας αυτό ο απόστολος δηλώνει ότι δεν μπορούσε άλλος ν’ αποσπάσει τους ανθρώπους από τη φθορά, παρά μόνον ο Θεός Λόγος ο οποίος και από την αρχή τους δημιούργησε.

Και το ότι έλαβε για τον εαυτό του σώμα ο Λόγος, για να το θυσιάσει για τα σώματα των ομοίων του, και αυτό το διδάσκουν λέγοντας: «Επειδή τα παιδιά έχουν σάρκα και αίμα, και αυτός παραπλήσια μετείχε από τα ίδια, ώστε με το θάνατό του να καταργήσει αυτόν που είχε την εξουσία να επιφέρει το θάνατο, δηλαδή το διάβολο· και ν’ απαλλάξει αυτούς που, από το φόβο του θανάτου, ήταν υποδουλωμένοι σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους».

Διότι, με τη θυσία του σώματός του κατάργησε τον εναντίον μας νόμο· αφού μας έδωσε την ελπίδα της αναστάσεως, εγκαινίασε για μας αρχή νέας ζωής. Επειδή εξαιτίας ανθρώπων ο θάνατος επικράτησε στους ανθρώπους, γι’ αυτό πάλι με την ενανθρώπηση του Θεού Λόγου καταργήθηκε ο θάνατος και ήλθε η ανάσταση της ζωής, όπως το λέει ο θεοφόρος απόστολος: «Γιατί, όπως με τον άνθρωπο ήλθε ο θάνατος, και πάλι με άνθρωπο ήρθε η ανάσταση των νεκρών· όπως ακριβώς έχοντας σχέση με τον Αδάμ όλοι πεθαίνουν, έτσι και με το Χριστό όλοι θα λάβουν τη ζωή», και τα εξής.

Τώρα πλέον δεν πεθαίνουμε ως κατάδικοι, αλλά, με την ελπίδα ότι θ’ αναστηθούμε, περιμένουμε την κοινή ανάσταση όλων· αυτήν ο Θεός την έκανε και μας τη χάρισε και «θα τη φανερώσει στον καιρό που όρισε».

Αυτή είναι λοιπόν η πρώτη αιτία της ενανθρωπήσεως. Όμως, και από τα επόμενα μπορεί κάποιος να εννοήσει ότι δικαιολογημένα έγινε η ευλογημένη φανέρωσή του σε μας.

Ο Παντοκράτωρ Θεός, όταν δημιουργούσε το ανθρώπινο γένος με το Λόγο του, διέκρινε την αδυναμία της φύσεως των ανθρώπων: δεν θα μπορούσε η ανθρώπινη φύση από μόνη της να γνωρίσει το δημιουργό της· ούτε πάλι να συλλάβει την έννοια του Θεού. Διότι, Αυτός είναι άκτιστος, ενώ αυτοί δημιουργήθηκαν από το μηδέν· Αυτός είναι ασώματος, ενώ οι άνθρωποι πλάστηκαν με σώμα κάτω στη γη· και γενικά, πολλές είναι οι ελλείψεις των
δημιουργημάτων, για να κατανοήσουν και γνωρίσουν το Δημιουργό τους.

Και πάλι όμως ο Θεός, επειδή είναι πανάγαθος, ελέησε τους ανθρώπους· δεν τους στέρησε τη δυνατότητα να Τον γνωρίσουν, ώστε να έχει νόημα και η ύπαρξή τους.

Διότι, ποια είναι η ωφέλεια των δημιουργημάτων, αν δεν γνωρίζουν τον πλάστη τους;

Ή, πώς θα ήταν λογικά όντα, αν δεν γνώριζαν το Λόγο του Πατέρα, ο οποίος τα δημιούργησε;

Δεν θα διέφεραν καθόλου από τα άλογα όντα, εφόσον δεν αντιλαμβάνονταν τίποτε περισσότερο από τα επίγεια.

Και γιατί να τους έπλασε ο Θεός, αν δεν ήθελε να Τον γνωρίζουν;
Γι’ αυτό το λόγο, για να μη συμβεί κάτι τέτοιο, όντας ο Θεός καλός μετάδωσε σ’ αυτούς από την ίδια την εικόνα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού· τους έκαμε σύμφωνα με τη δική του εικόνα και την ομοίωσή του.

Έτσι, με το χάρισμα αυτό, βλέποντας την εικόνα -εννοώ το Λόγο του Πατέρα- να μπορούν να έχουν μέσω αυτού και την έννοια του Πατέρα. Γνωρίζοντας λοιπόν τον πλάστη τους, να
ζουν αληθινά ευτυχισμένη και ευλογημένη ζωή.

Οι άνθρωποι όμως πάλι ξέφυγαν και παραμέλησαν το χάρισμα που μ’ αυτό τον τρόπο τους δόθηκε· τόσο πολύ απομακρύνθηκαν από το Θεό και τόσο μαύρισαν με κακίες την ψυχή τους, ώστε όχι μόνο λησμόνησαν την έννοια του Θεού αλλά άλλα αντί άλλων επινόησαν για τον εαυτό τους.

Διότι, έφτιαξαν είδωλα για τον εαυτό τους στη θέση του αληθινού Θεού· προτίμησαν τα ανύπαρκτα από τον πραγματικό Θεό· λάτρεψαν την κτίση και όχι τον κτίστη· και το χειρότερο, την τιμή που αρμόζει στο Θεό την απόδωσαν σε ξύλα, πέτρες, σε κάθε υλικό και σε ανθρώπους.

Κι ακόμη περισσότερα απ’ αυτά έκαναν, όπως τα διηγηθήκαμε προηγουμένως. Τόσο πολύ ασέβησαν ώστε στο εξής και δαιμόνια λάτρευαν και τα αναγόρευαν θεούς· έτσι ικανοποιούσαν τις κακές επιθυμίες τους. Θυσίαζαν ζώα, έκαναν και ανθρωποθυσίες για τη λατρεία εκείνων των θεών, όπως τα προείπαμε· έτσι, υποδουλώνονταν ακόμη περισσότερο στην ακόλαστη μανία εκείνων.

Γι’ αυτό, λοιπόν, δίδασκαν αυτοί ακόμη και μαγικές τελετές· τα κατά τόπους μαντεία πλάνευαν τους ανθρώπους. Όλοι απέδιδαν την αιτία της γεννήσεώς τους και τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς τους στα άστρα και στα ουράνια σώματα· δεν σκέφτονταν τίποτε περισσότερο απ’ όσα έβλεπαν.

Γενικά, όλα ήταν γεμάτα από ασέβειες και παρανομίες· μόνον ο Θεός και ο Λόγος του δεν αναγνωριζόταν, παρόλο που δεν άφησε τον εαυτό του αφανή στους ανθρώπους και δεν έδωσε μια αμυδρή γνώση του εαυτού του σ’ αυτούς· αλλά, με πολλούς και ποικίλους τρόπους τους φανέρωσε τη μαρτυρία του εαυτού του.

Το χάρισμα του κατ’ εικόνα θα ήταν μόνο του αρκετό να γνωρίζει ο άνθρωπος το Θεό Λόγο, και μέσω αυτού τον Πατέρα. Επειδή όμως ο Θεός γνώριζε την αδυναμία των ανθρώπων, προνόησε για την αμέλειά τους· ώστε, αν αμελούσαν να γνωρίσουν με τον εαυτό τους το Θεό, να μπορούν με τα δημιουργήματα να μη ξεχνούν το Δημιουργό τους.

Η αμέλεια όμως των ανθρώπων προχωρούσε σιγά σιγά στα χειρότερα.

Έτσι πάλι φρόντισε ο Θεός να καλύψει κι αυτή τους την αδυναμία· έδωσε το Νόμο και έστειλε τους προφήτες που ήταν γνώριμοι σ’ αυτούς, ώστε, ακόμη κι αν βαρεθούν να κοιτάξουν τον ουρανό και να γνωρίσουν το δημιουργό, να έχουν κοντά τους τη διδασκαλία του. Διότι οι άνθρωποι μπορεί από ανθρώπους να μάθουν καλύτερα για τα σπουδαιότερα πράγματα.

Ήταν δυνατό σ’ αυτούς να προσέξουν το μέγεθος του ουρανού και να εννοήσουν την αρμονία του σύμπαντος, για να γνωρίσουν τον κυβερνήτη του, το Λόγο του Πατέρα. Αυτός, με την πρόνοιά του για όλα, γνωρίζει σε όλους τον Πατέρα του· Αυτός τα κινεί τα πάντα, ώστε απ’ αυτόν όλοι να γνωρίζουν το Θεό.

Ή, κι αν αυτό τους ήταν βαρετό (η θεώρηση της κτίσεως), μπορούσαν να συναναστρέφονται με τους Αγίους· κι απ’ αυτούς να γνωρίσουν το Θεό δημιουργό των πάντων, τον Πατέρα του Χριστού· να μάθουν ακόμη ότι η ειδωλολατρία είναι αθεΐα και η πιο μεγάλη ασέβεια.
Μπορούσαν ακόμη να μάθουν το Νόμο, να σταματήσουν κάθε κακία και να ζήσουν ενάρετη ζωή. Ο Νόμος βέβαια δεν αφορούσε μόνο τους Ιουδαίους· ούτε έστελνε τους προφήτες μόνο γι’ αυτούς· το αντίθετο: έρχονταν στους Ιουδαίους και οι Ιουδαίοι τους καταδίωκαν.

Αποτελούσαν βέβαια (οι Ιουδαίοι ως «εκλεκτός λαός») ιερό σχολείο όλης της οικουμένης, για να γνωρίσουν και οι άλλοι το Θεό και να ζήσουν ενάρετα. Τόσο μεγάλη, λοιπόν, ήταν η αγαθωσύνη και η φιλανθρωπία του Θεού! Οι άνθρωποι όμως, νικημένοι από τις πρόσκαιρες ηδονές και τις δαιμονικές φαντασιώσεις και πλεκτάνες, δεν παραδέχτηκαν την αλήθεια. Γέμισαν την ψυχή τους με χίλιες δυο κακίες και αμαρτίες, ώστε από τη συμπεριφορά τους να μη θεωρούνται πλέον λογικοί αλλά ανόητοι.

Συνεχίζεται…

 

Από την ιστοσελίδα: http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/paterikon/a8anasios_megas_logos_peri_enan8rwphsews.htm