Ο χειμώνας κάποτε έφτασε πολύ νωρίς και ήδη είχε πέσει το πρώτο χιόνι. - Γρήγορα, να σκάψω μια τρύπα στη γη, αποφάσισε ένας μικρός σκαντζόχοιρος, που τουρτούριζε από το κρύο. Σκάβει λοιπόν μια και δυο με τα ποδαράκια του, τινάζοντας το χώμα όπως όπως, ώσπου έφτασε βαθιά στη γη. - Εδώ δ...
- Ξέρεις πόσες πονηριές ξέρω εγώ κυρα-Ψιψίνα; H Αλέπω, η αλεπού, καυχιόταν μια μέρα στη γάτα, την Ψιψίνα, για την εξυπνάδα της. Κι όχι μόνο, αλλά κορδωνόταν πως έχει το λιγότερο εκατό τρόπους να ξεφεύγει από τους εχθρούς της, τους σκύλους. - Αυτό είναι πολύ σπουδαίο, θαύμασε η Ψιψίνα, εγώ έχω μό...
Τις αλεπούδες τις ξέρουμε βέβαια! Και θαυμάζουμε τη φουντωτή ουρά τους αλλά και την εξυπνάδα τους. Μόνο που καμιά φορά δεν τους βγαίνει σε καλό, ειδικά αν η εξυπνάδα τους γίνεται πονηριά. Έτσι ακριβώς την πάτησε και η κυρα–Αλέπω με τον κόκορα τον Κοκοράκη. - Ε, κυρ Κοκοράκη, κατέβα να τα πούμ...
- T’ αυγά μας είναι δίκροκα κι από κότες που τρώνε το αγνό τους καλαμποκάκι, το τρυφερό τους χορταράκι, πίνουν το καθαρό νεράκι της πηγής… Και συ ακόμα στην ίδια τιμή του τα πουλάς… Θα του ζητήσεις τα διπλά, ακούς; - Mα γυναίκα, φτωχός άνθρωπος είναι κι αυτός μεροδούλι, μεροφάι… - Μπα, έτσ...
Κάποτε ένας πατέρας είχε δυο κόρες που παντρεύτηκαν, η πρώτη μ΄ έναν κανατά και η δεύτερη μ΄ έναν περιβολάρη. Αφού πέρασε λίγος καιρός, ο πατέρας, που πεθύμησε τις κόρες του, αποφάσισε να τις επισκεφτεί. - Κορούλα μου πρωτότοκη, όλα καλά με το σπιτικό σας; Kαι η πρώτη του κόρη τον διαβεβαί...
- Γεια σου, Μαριώ μου, προκομμένη! - Καλημέρα κυρ Γιώργο, για το παζάρι και συ; Η Μαριώ, η χαρούμενη χωριατοπούλα, πήγαινε όπως κάθε Σάββατο να πουλήσει το γάλα της στο παζάρι. «Το γάλα μας είναι το καλύτερο της περιοχής, οι προβατίνες μας οι πιο θρεμμένες και καλοζωισμένες!», σκεφτόταν...
- Κοιτάξτε, καλέ, τους ανόητους! Πηγαίνουν ποδαρόδρομο κι αφήνουν το γαϊδούρι τους ξεφόρτωτο! Καλοπέραση ο γάιδαρος! Ο μυλωνάς, που δικός του ήταν ο γάιδαρος, άκουσε τις κοροϊδίες των κοριτσιών που πέρασαν από μπροστά τους κι ανέβασε τον γιο του στο γαϊδούρι τους. - Μπα σε καλό τους, τις...
Κάποτε ένας καρβουνιάρης, δηλαδή ένας άνθρωπος που έφτιαχνε κι εμπορευόταν κάρβουνα, γνωρίστηκε με έναν γναφέα, δηλαδή κάποιον που η δουλειά του ήταν να καθαρίζει και να λευκαίνει μάλλινα ρούχα. Επειδή τον συμπάθησε και νόμισε πως κάπως ταιριάζουν, του πρότεινε να συγκατοικήσουν, ώστε να πληρώνουν...
Ένας λύκος, μια φορά, παραφύλαγε ένα κοπάδι πρόβατα για κάμποσες μέρες… «Κάτασπρα παχουλά μου προβατάκια», σκεφτόταν «τι ωραίο μεζεδάκι θα γίνετε!». Όμως ο βοσκός των προβάτων δεν έπαιρνε τα μάτια του από τα πρόβατά του κι αυτό έκανε τον λύκο μας να απελπίζεται. «Δε φεύγει στιγμή από κ...
- Αχ γαϊδαράκο μου, φάε το σανό σου με την ησυχία σου! Κουράστηκες σήμερα πολύ, κουβαλώντας τόσο φόρτωμα. Αύριο όμως θα πάμε βόλτα στην πόλη. Πουρνό, πουρνό ξεκινάμε, αφήνουμε το χωριό μας και κατηφορίζουμε για τη μεγάλη πολιτεία. Μη με κοιτάς με τα γαϊδουρίσια τεράστια μάτια σου! Φόρτωμα δεν έ...