Η Παναγία είναι η μάνα του Χριστού αλλά είναι και δικιά μας μάνα. Πώς γίνεται αυτό; Η Παναγιά αντιπροσωπεύει την Εύα και στη συνέχεια όλες τις γυναίκες με την διαφορά ότι η Εύα έφερε τον θάνατο στη ζωή αλλά η Παναγία έφερε την Ζωή. Σε αυτό συνηγορούν και οι Ευαγγελιστές, οι οποίοι από σεβασμό στην μητέρα του Θεού δεν κάνουν λόγο γι’ αυτή κι έτσι έχουμε ελάχιστες πληροφορίες. Εμείς μένουμε με την εντύπωση ότι η Παναγία ζούσε μυστικά και μυσταγωγικά και υπέφερε βουβά τον χαμό του παιδιού της. Κι όμως το ανθρώπινο στοιχείο δεν έλειπε από αυτήν, όπως δεν έλειπε και από τον άνθρωπο Χριστό, ο οποίος υπέφερε τα πάντα που αφορούσαν την ανθρώπινη φύση του. Αυτό το βλέπουμε στο Όρος των Ελαιών, όπου προσεύχεται στον Θεό Πατέρα να πάρει το ποτήρι του Σταυρικού θανάτου και να μην το πιει. Αλλά και πάνω στον Σταυρό πονούσε και διψούσε όπως όλοι οι άνθρωποι.
Οι υμνογράφοι τονίζουν αυτό το ανθρώπινο στοιχείο Της Παναγίας χωρίς να έχουν συγκεκριμένα στοιχεία για την συμπεριφορά της αλλά υποθέτουν πως η συμπεριφορά της δεν θα πρέπει να διέφερε από την συμπεριφορά των άλλων μανάδων. Το στοιχείο αυτό και στην περίπτωση του Χριστού και στην περίπτωση της Παναγίας τονίζει ότι τα άγια αυτά πρόσωπα έκαναν τον προσωπικό τους αγώνα, όπως κάνουν όλοι οι άνθρωποι. Εμείς θα θελήσουμε να τονίσουμε αυτό το ανθρώπινο στοιχείο και στην εκκλησιαστική υμνολογία και στην λαϊκή φαντασία. Έχουμε γι’ αυτό το σκοπό δύο θαυμάσιε πηγές, της υμνολογίας της Μ. Εβδομάδας, που αναφέρεται στην Παναγία, όπως και το ωραίο μοιρολόγι της Παναγίας, στο οποίο η λαϊκή φαντασία δείχνει το πώς έζησε η Παναγία τα τραγικά εκείνα γεγονότα της Σταύρωσης.
Η ΥΜΝΟΓΡΑΦΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Μεγάλη Εβδομάδα
Σήμερον σὲ θεωροῦσα, ἡ ἄμεμπτος Παρθένος, ἐν Σταυρῷ Λόγε ἀναρτώμενον, ὀδυρομένη μητρῷα σπλάγχνα, ἐτέτρωτο τὴν καρδίαν πικρῶς, καὶ στενάζουσα ὀδυνηρῶς ἐκ βάθους ψυχῆς, παρειὰς σὺν θριξὶ καταξαίνουσα, κατετρύχετο· διὸ καὶ τὸ στῆθος τύπτουσα, ἀνέκραγε γοερῶς· Οἴμοι θεῖον Τέκνον! οἴμοι τὸ φῶς τοῦ Κόσμου! τί ἔδυς ἐξ ὀφθαλμῶν μου, ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ; ὅθεν αἱ στρατιαὶ τῶν Ἀσωμάτων, τρόμῳ, συνείχοντο λέγουσαι· Ἀκατάληπτε Κύριε δόξα σοι.
Σχόλιο
Η Παναγία, όπως όλες οι μάνες, όταν βλέπουν το παιδί τους να βασανίζεται, ζει πολύ έντονα το γεγονός, την στιγμή μάλιστα που βλέπει τον γιό της πάνω σε σταυρό να ξεψυχάει. Το παιδί για κάθε μάνα είναι τα σπλάχνα της, είναι ο ίδιος της ο εαυτός. Μάνα και παιδί συνδέονται πολύ στενά σε όλη τους την ζωή, έστω κι αν δεν τους συνδέει ο ομφάλιος ρόλος, όπως μέσα στην κοιλιά της. Η μάνα έχει βάλει το παιδί της για πάντα μέσα στην καρδιά της και η αγάπη της είναι βαθιά ριζωμένη ακόμη κι αν ο γιος της κάνει το μεγαλύτερο κακό. Τότε, λέει ο λαός, και να σκοντάψει ο γιος της η μάνα θα πονέσει και θα ρωτήσει μήπως το παιδί της έπεσε και χτύπησε, πόσο μάλλον όταν το παιδί της είναι το καλύτερο του κόσμου, όπως της Παναγίας. Βλέποντας πάνω στον Σταυρό η Παναγία τον Χριστό και γνωρίζοντας την απόλυτη αθωότητά του η πικρία καταλαμβάνει την καρδιά της και οι στεναγμοί, τα δάκρυα, το τράβηγμα των μαλλιών της είναι αναπόφευκτα, όπως κάνουν όλες οι μάνες του λαού. Χτυπάει το στήθος της με στεναγμούς και το παράπονο ξεχειλίζει από την καρδιά της. Το παιδί για την μάνα είναι το φως των οφθαλμών της, πόσο μάλλον όταν αυτό το παιδί είναι το θείο φως, το θείο τέκνο, είναι η ζωή της και χωρίς αυτό χάνεται όλος ο κόσμος από τα μάτια της. Καταλαβαίνει όμως την θεία αποστολή του τέκνου της και ότι το παιδί της είναι ο αμνός του Θεού, που είναι προορισμένο από τον Θεό και Πατέρα της να θυσιαστεί υπέρ του κόσμου. Το γεγονός αυτό είναι τρομακτικό σε τέτοιο βαθμό, ώστε να τρομάζουν και οι ίδιοι οι άγγελοι και να ομολογούν ότι αυτά είναι ακατάληπτα, ακατανόητα γι’ αυτούς. Μένουν έκπληκτοι μπροστά στην θεία θυσία του Βασιλέα των βασιλέων και του Κυρίου των κυριευόντων.
Τον ίδιο πόνο αισθάνεται και η Παναγία μας, η μάνα όλων μας, όταν βλέπει εμάς, τα παιδιά της να είμαστε στα δίχτυα του Πονηρού και να μας παιδεύει. Περιμένει όμως να ζητήσουμε την βοήθειά της, για να μας βοηθήσει.
Ἐπὶ ξύλου βλέπουσα, κρεμάμενον Χριστέ, σὲ τὸν πάντων Κτίστην καὶ Θεόν, ἡ σὲ ἀσπόρως τεκοῦσα, ἐβόα πικρῶς· Υἱέ μου, ποῦ τὸ κάλλος ἔδυ τῆς μορφῆς σου; οὐ φέρω καθορᾶν σε, ἀδίκως σταυρούμενον· σπεῦσον οὖν ἀνάστηθι, ὅπως ἴδω κᾀγώ, σοῦ τὴν ἐκ νεκρῶν, τριήμερον ἐξανάστασιν.
Σχόλιο
Ο υμνογράφος επανέρχεται στην δραματική εκείνη σκηνή όπου η Παναγία βλέπει τον γιό της, που είναι ο Θεός και Κτίστης των απάντων, που αξιώθηκε να τον έχει στην κοιλιά της με άσπορη σύλληψη, κρεμασμένο στο ξύλο της καταδίκης, να νιώθει πικρία μέσα της και να βάζει τις φωνές σε μια έξαλλη κατάσταση. Εκείνο για το οποίο παραπονιέται είναι ότι η ομορφιά του προσώπου και της ψυχής του γιου της, έτσι όπως την έζησε για τριάντα χρόνια, τώρα υποκύπτοντας και ο γιός της στην θνητή μοίρα των ανθρώπων να χάνει όλη αυτήν την ομορφιά. Το ίδιο παράπονο εκφράζει και υμνογράφος στην εξόδιο ακολουθία του ανθρώπου:
«Θρηνῷ καὶ ὀδύροµαι, ὅταν ἐννοήσω τὸν θάνατον,
καὶ ἴδω ἐν τοῖς τάφοις κειµένην, τὴν κατ' εἰκόνα Θεοῦ,
πλασθεῖσαν ἡµῖν ὡραιότητα, ἄµορφον, ἄδοξον, µὴ ἔχουσαν εἶδος,
ὢ τοῦ θαύµατος! τί τὸ περὶ ἡµᾶς τοῦτο γέγονε µυστήριον,
πῶς παρεδόθηµεν τῇ φθορᾷ; πῶς συνεζεύχθηµεν τῷ θανάτῳ;»
Πέρα όμως από το άκρως δραματικό αυτό στοιχείο υπάρχει και το αισιόδοξο, το οποίο υμνογράφος βάζει στο στόμα της Παναγίας αλλά εκφράζει και την πίστη της εκκλησίας, να βιαστεί να αναστηθεί, όπως η ίδια το πιστεύει ακράδαντα, έστω κι αν για τρεις μέρες ήταν κρυμμένος στην γη και εμείς θρηνούσαμε, ως τον ήλιο της Δικαιοσύνης που χάθηκε από τα μάτια μας και μαζί του κρύφτηκε ο ήλιος και σκοτείνιασε η γη.
Θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Κανάλας, ΚύθνοςΕγκώμια Μ. Παρασκευής
Από τα Εγκώμια, που είναι το μοιρολόγι του Χριστού, δεν είναι δυνατόν να λείπει η μάνα που έχασε τον γιο της και τώρα τον μοιρολογούν. Και πάλι η στάση και η συμπεριφορά της είναι γενναία δεν παύει όμως να είναι και ανθρώπινη, όπως όλων των μανάδων. Τέτοιες αναφορές υπάρχουν και στις τρεις στάσεις των Εγκωμίων. Ας τις δούμε.
Α΄ Στάση Η ζωή εν τάφω
Δακρυρρόους θρήνους, ἐπὶ σὲ ἡ Ἁγνή, μητρικῶς ὦ Ἰησοῦ ἐπιρραίνουσα, ἀνεβόα· Πῶς κηδεύσω σε Υἱὲ μου και Θεέ;
Σχόλιο
Ίδια η εικόνα της Αγνής Παρθένου, που είναι μητέρα ενός αδικοσκοτωμένου υιού, θρηνεί και χύνει πολλά δάκρυα, που είναι σαν τα μύρα που ρίχνουν στους νεκρούς. Το πρόβλημα της Θεοτόκου είναι πώς να κηδεύσει έναν Υιό όχι μόνο δικό της αλλά και του Θεού, έναν που δεν είναι θνητός αλλά αθάνατος, έναν που δεν είναι φθαρτός αλλά άφθαρτος, έναν που δεν έχει περιορισμένο χρόνο ζωής αλλά είναι η ζωή η αθάνατος; Την ίδια απορία έχουν και οι άγγελοι, οι οποίοι είναι κατάπληκτοι για την μεγαλειώδη ταπείνωση του Χριστού: «Ἐξέστησαν χοροί, τῶν ἀγγέλων ὁρῶντες, τὸν ἐν τοῖς τοῦ Πατρός, καθεζόμενον κόλποις, πῶς τάφῳ κατατίθεται, ὡς νεκρὸς ὁ ἀθάνατος· ὃν τὰ τάγματα, τὰ τῶν ἀγγέλων κυκλοῦσι, καὶ δοξάζουσι, σὺν τοῖς νεκροῖς ἐν τῷ ᾅδῃ, ὡς κτίστην καὶ Κύριον.
Μέσα όμως από τον τάφο ξεπήδησε η χαρά και η ελπίδα όλων των ανθρώπων: «Διὰ θανάτου τὸ θνητόν, διὰ ταφῆς τὸ φθαρτὸν μεταβάλλεις, ἀφθαρτίζεις γὰρ θεοπρεπέστατα, ἀπαθανατίζων τὸ πρόσλημμα, ἡ γὰρ σάρξ σου διαφθορὰν οὐκ εἶδε Δέσποτα, οὐδὲ ἡ ψυχή σου εἰς ᾅδου, ξενοπρεπῶς ἐγκαταλέλειπται».
Ἡ Ἀμνὰς τὸν Ἄρνα, βλέπουσα ἐν σφαγῇ, ταῖς αἰκίσι βαλλομένη ἠλάλαζε, συγκινοῦσα καὶ τὸ ποίμνιον βοᾶν.
Σχόλιο
Ο Χριστός είναι το Αρνίον το άμωμο, προορισμένο για την θυσία, αλλά και η Παναγία είναι η Αμνάς, αυτή που γέννησε το Αρνίο. Μια μάνα όμως έστω και ενός ζώου δεν μπορεί να μένει ασυγκίνητη μπροστά στο παιδί της που οδηγείται στην σφαγή. Ο Χριστός είναι ο «αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν και τας αμαρτίας του κόσμου» με την θυσιαστική του αγάπη. Ας μην ξεχνάμε, όταν σφάζουμε τα αρνιά, ότι αυτό είναι εις ανάμνηση της σφαγής του Αρνίου του Θεού, που προσφέρεται εκούσια σε σφαγή. Το κέντημα της λόγχης του στρατιώτη στην πλευρά του Χριστού, κέντησε και σπλάχνα της μάνας του, της Παναγίας, και αυτή αλαλιασμένη από τους πόνους και την αδικία απευθύνεται σε κάθε άνθρωπο προσωπικά αλλά και σε κάθε ομάδα ανθρώπων, που αποτελεί το ποίμνιο του καλού ποιμένα, ο οποίος «την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των προβάτων». Μπροστά σε αυτή την θυσιαστική πράξη κανένας δεν μένει ασυγκίνητος.
Οἴμοι φῶς τοῦ Κόσμου! οἴμοι φῶς τὸ ἐμόν! Ἰησοῦ μου ποθεινότατε ἔκραζεν, ἡ Παρθένος θρηνῳδοῦσα γοερῶς.
Σχόλιο
Ο ίδιος ο Κύριος διακήρυξε «Εγώ ειμί το φως του κόσμου» . Ο Χριστός όμως δεν είναι το φως μόνο του κόσμου αλλά και το φως της Παναγίας, που την φώτισε όλη της την ζωή, η οποία ήταν πραγματικά φωτισμένη. Όμως πρέπει να είναι το δικό μας φως, που πρέπει να το έχουμε συνεχώς, για να μας φωτίζει στο σωστό δρόμο, όταν όμως το χάσουμε, όπως εδώ η Παναγία, θα είναι μεγάλη απώλεια και τότε κι εμείς θα «θρηνούμε γοερώς» και θα είμαστε απαρηγόρητοι. Ας φροντίσουμε λοιπόν να μην σβήσουμε μέσα μας το φως του Χριστού και βρεθούμε σε αυτήν την τραγική κατάσταση, να χάσουμε τον ποθητό μας Χριστό.
Παρόμοιες σκηνές βλέπουμε και τις δυο άλλες στάσεις των Εγκωμίων. Ενδεικτικά αναφέρω και μερικούς άλλους στίχους.
Β΄ Στάση Άξιον εστί
-Μόνη γυναικῶν, χωρὶς πόνον ἔτεκόν σε Τέκνον, πόνους δὲ νῦν φέρω πάθει τῷ σῷ, ἀφορήτους, ἔλεγεν ἡ Σεμνή
-Οἴμοι ὦ Υἱέ! ἡ Ἀπείρανδρος θρηνεῖ καὶ λέγει· ὃν ὡς Βασιλέα γὰρ ἤλπιζον, κατάκριτον νῦν βλέπω ἐν Σταυρῷ.
-Ἔκλαιε πικρῶς, ἡ πανάμωμος Μήτηρ σου Λόγε, ὅτε ἐν τῷ τάφῳ ἑώρακε, σὲ τὸν ἄφραστον καὶ ἄναρχον Θεόν. - Νέκρωσιν τὴν σήν, ἡ πανάφθορος Χριστέ σου Μήτηρ, βλέπουσα πικρῶς σοι ἐφθέγγετο. Μὴ βραδύνῃς ἡ ζωὴ ἐν τοῖς νεκροῖς.
Γ΄ Στάση Αι γενεαί πάσαι
-Ὕπτιον ὁρῶσα, ἡ Πάναγνός σε Λόγε, μητροπρεπῶς ἐθρήνει.
-Ὧ γλυκύ μου ἔαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον, ποῦ ἔδυ σου τὸ κάλλος; -Θρῆνον συνεκίνει, ἡ πάναγνός σου Μήτηρ, σοῦ Λόγε νεκρωθέντος.
-Ἡ δάμαλις τὸν μόσχον, ἐν Ξύλῳ κρεμασθέντα, ἠλάλαζεν ὁρῶσα.
-Ἀνέκραζεν ἡ Κόρη, θερμῶς δακρυρροοῦσα, τὰ σπλάγχνα κεντουμένη.
-Ὦ φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου, γλυκύτατόν μου Τέκνον, πῶς τάφῳ νῦν καλύπτῃ;
Άλλες αναφορές από την Μ. Εβδομάδα
Κανόνας Μ. Σαββάτου, θ΄ Ωδή
«Μὴ ἐποδύρου μου Μῆτερ, καθορῶσα ἐν τάφῳ,
ὃν ἐν γαστρὶ ἄνευ σπορᾶς, συνέλαβες Υἱόν·
ἀναστήσομαι γὰρ καὶ δοξασθήσομαι,
καὶ ὑψώσω ἐν δόξῃ, ἀπαύστως ὡς Θεός,
τοὺς ἐν πίστει καὶ πόθῳ σὲ μεγαλύνοντας».
Τον ήλιον κρύψαντα
Δός μοι τοῦτον τὸν ξένον, ὃν ἡ Μήτηρ καθορῶσα νεκρωθέντα ἐβόα· Ὦ Υἱὲ καὶ Θεέ μου, εἰ καὶ τὰ σπλάγχνα τιτρώσκομαι, καὶ καρδίαν σπαράττομαι, νεκρόν σε καθορῶσα, ἀλλὰ τῇ σῇ ἀναστάσει θαρροῦσα μεγαλύνω.
(Συνεχίζεται)