(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Επίσκοπος Διοκλείας Κάλλιστος Γουέαρ
Το Μυστήριο του ανθρωπίνου προσώπου
Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=406472
Ευχαριστία
Κατ' εικόνα Θεού, προικισμένος με αυτοσυνειδησία και ηθική εκλογή, ο άνθρωπος δεν βρίσκεται σ' αυτόν τον κόσμο κάνοντάς του χρήση όπως τα υπόλοιπα όντα. Το ανθρώπινο ον μπορεί επιπλέον να δοξάζει το Θεό, αντιπροσφέροντας τη δημιουργία στο Δημιουργό με ευχαριστία· και σ' αυτήν την πράξη της προσφοράς ο καθένας γίνεται πραγματικός άνθρωπος, πραγματικό πρόσωπο.
Αυτό είναι το δεύτερο ουσιώδες στοιχείο της ανθρώπινής μας ύπαρξης. Η ανθρώπινη ύπαρξη δεν είναι απλώς ένα ελεύθερο ον, αλλά ένα ευχαριστιακό ον. Ο καθένας είναι και βασιλιάς και ιερέας.
Αυτό το σημείο μπορεί και πάλι να τονιστεί με κάτι από τον Ντοστογιέφσκι. Ο ήρωας, η μάλλον ο αντί-ήρωας, λέει στις Σημειώσεις από το Υπόγειο:
«Κύριοι, ας υποθέσουμε ότι ο άνθρωπος δεν είναι βλάκας... Όμως αν δεν είναι βλάκας, είναι τερατωδώς αγνώμων. Είναι αγνώμων μ' ένα τρόπο πρωτοφανή. Ακόμη νομίζω ότι ο καλύτερος ορισμός για τον άνθρωπο είναι: ένα δημιούργημα με δυο πόδια και καθόλου αίσθηση ευγνωμοσύνης...
Μόνο ο άνθρωπος μπορεί να προφέρει κατάρες: είναι το προνόμιό του και αυτό κυρίως τον κάνει να ξεχωρίζει από τα άλλα ζώα».
Όλα αυτά είναι αναμφίβολα ορθά για το μεταπτωτικό άνθρωπο, για τον άνθρωπο που απομακρύνθηκε από το Θεό. Όμως στην περίπτωση του ανθρώπου, όπως αρχικά ο Θεός τον ήθελε να είναι, και όπως λυτρώθηκε εν Χριστώ, αυτές οι θέσεις πρέπει να αντιστραφούν.
Ο καλύτερος ορισμός του ανθρώπου, το κύριο χαρακτηριστικό του, αυτό που τον κάνει να είναι ο εαυτός του, είναι η ευγνωμοσύνη ή ευχαριστία. Αυτό που κάνει τον άνθρωπο να διαφέρει από τα άλλα ζώα, το προνόμιό του σαν ιερέας της κτίσης, είναι να ευλογεί το Θεό και να επικαλείται, τη θεία ευλογία για τα άλλα πρόσωπα και πράγματα.
Όπως και πριν, έτσι και τώρα, το παράδειγμα της Θεοτόκου στον Ευαγγελισμό μπορεί να σταθεί το πρότυπό μας. Όταν πήρε το μήνυμα του αρχαγγέλου, απάντησε με μία πράξη ευχαριστίας: «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω σωτήρι μου» (Λουκ. 1:46-7).
Η διάθεσή της είχε τα χαρακτηριστικά της χαράς, της ευχαριστίας της δοξολογίας.
Αν, λοιπόν, πρόκειται να είμαστε πραγματικά άνθρωποι στην εσωτερική μας ζωή, η προσευχή μας πρέπει να διαπνέεται από το πνεύμα της ευχαριστίας. «Προσευχή είναι η κατάσταση της συνεχούς ευχαριστίας», τονίζει ο Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης (1829-1908).
Και ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος (7ος αιώνας) σημειώνει:
«Προ πάντων εν τω της ημετέρας δεήσεως χάρτη ευχαριστίαν ειλικρινή κατατάξωμεν· εν δευτέρω δε στίχω, εξομολόγησιν και συντριμμόν ψυχής εν αισθήσει· είθ' ούτω την αίτησιν ημών τω παμβασιλεί γνωρίσωμεν».2
Ευχαριστία, εξομολόγηση, αίτηση - αυτή είναι η βασική σειρά που πρέπει να ακολουθούμε όταν προσευχόμαστε. Δεν πρέπει να αρχίζουμε εξομολογούμενοι τις αμαρτίες μας. Πριν σκύψουμε προς τα κάτω για να δούμε την εσωτερική μας ασχήμια, πρέπει να υψώσουμε το βλέμμα προς τα έξω και προς τα πάνω για να ατενίσουμε τη δόξα του Θεού.
Αυτός είναι ο λόγος για τον όποιο ο εικοσιτετράωρος λατρευτικός κύκλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας αρχίζει κάθε μέρα με τον εσπερινό όπου διαβάζεται ο ψαλμός 103 που είναι ένας ύμνος δοξολογίας για τη δημιουργία:
«Ευλόγει, η ψυχή μου, τον Κύριον· Κύριε ο Θεός μου, εμεγαλύνθης σφόδρα, εξομολόγησιν και μεγαλοπρέπειαν ενεδύσω (...) ως εμεγαλύνθη τα έργα σου, Κύριε· πάντα εν σοφία εποίησας».
Με παρόμοιο τρόπο αρχίζει και η Θεία Λειτουργία, όχι με μια πράξη εξομολόγησης αλλά με μία προκήρυξη για τη δόξα του Θεού: «Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός, και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος...». Ως ο περιούσιος λαός του Θεού, αρχίζουμε πρώτα-πρώτα ευλογώντας αυτόν για τη χαρά της Βασιλείας του.
2. Ιωάννου του Σιναΐτου, «Κλίμαξ», βαθμίδα 28, P.G. 88, 1132A
Από τον τόμο «Άνθρωπος και Κοινωνία, Δοκίμια για τη θέση του ανθρώπου στον σύγχρονο κόσμο», έκδοση Ιεράς Βασιλικής και Σταυροπηγιακής Μονής Αγίου Νεοφύτου, Πάφος 1991