Επικήδειοι Λόγοι επί της σορού του Μητροπολίτου Ιερισσού κυρού Νικοδήμου‏

Επικήδειος Πρωτοσυγκέλλου Ι.Μ. Ιερισσού αρχιμ. Χρυσοστόμου Μαϊδώνη στην εξόδιο Ακολουθία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Ιερισσού κ.Νικοδήμου. Στη συνέχεια μπορείτε να διαβάσετε Επικήδειο Λόγο του Γενικού Αρχιερατικού Επιτρόπου Ιεράς Μητροπόλεως Ιερισσού, αρχιμ. Ιγνατίου Ριγανά Μακαριώτατε Πάτερ και Δέσποτα, Σεβασμιώτατε Εκπρόσωπε της Α.Θ.Π. του Οικ. Πατριάρχου κου κου Βαρθολομαίου, Πανιερώτατε Εκπρόσωπε της Α.Θ.Μ. του Πατριάρχου των Σέρβων κ.κ. Ειρηναίου. Σεβασμιώτατε Τοποτηρητά της χηρευούσης ταύτης Ιεράς Μητροπόλεως, Σεβασμία των αγιωτάτων Ιεραρχών χορεία, Πανοσιολογιώτατε άγιε Εκπρόσωπε της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους Αθω, Τιμιώτατοι αδελφοί συμπρεσβύτεροι και Διάκονοι, Εντιμότατοι εκπρόσωποι των τε πολιτικών και στρατιωτικών αρχών και εξουσιών της περιοχής ταύτης, Ευσεβές της Εκκλησίας πλήρωμα. < <Μακαρία η οδός ή πορεύη σήμερον, ότι ητοιμάσθη σοι τόπος αναπαύσεως>>. Προ τριάκοντα και δύο ετών, εν τώ πανσέπτω τούτω ιερώ Ναώ ηκούοντο εν τώ ενθρονιστηρίω λόγω του προκειμένου νεκρού ιεράρχου τα εξής: < <Το κατ’ εμέ θα αφιερώσω εμαυτόν όλον εις την υπηρεσίαν της ιεράς ημών Μητροπόλεως και των Χριστιανών της. Εις τα ώτα της ψυχής μου, θ’ αντηχούν πάντοτε οι λέξεις του Κυρίου: Εγώ ειμί ο ποιμήν ο καλός, ό την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των προβάτων. Το πρόγραμμά μου είναι το πρόγραμμα της Εκκλησίας. Ουκ έρχομαι διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι. Θα ευρίσκομαι πάντοτε πρόθυμος εις εξυπηρέτησιν προς πάντας, εν τη διακονία της αγάπης, μηδενί μηδεμίαν δίδω προσκοπήν, ίνα μή μωμηθεί η διακονία, αλλά εν παντί συνιστών εαυτόν ως Θεού διάκονον, εν υπομονή, εν κόποις και αγρυπνίαις, εν νηστείαις και αγνότησι, εν γνώσει, εν μακροθυμία, εν χρηστότητι, εν Πνεύματι Αγίω, εν αγάπη ανυποκρίτω, εν λόγω αληθείας, εν δυνάμει Θεού διά των όπλων της δικαιοσύνης αριστερών και δεξιών>> (Β΄ Κορ.,στ΄ 2-7). Σήμερον μετά την παρέλευσιν τριακονταδιετούς ποιμαντορίας του πατρός ημών και Ποιμενάρχου αγίου Ιερισσού, Κυρού Νικοδήμου, δυνάμεθα στεντορία τη φωνή να είπωμεν ότι όχι μόνον ταύτα, αλλά και έτι πλείονα εν τη πράξει απεδείχθησαν τα όσα ο κεκοιμημένος Ιεράρχης εν τη κληρωθείση αυτού επαρχία έπραξε. Ο ομιλών έχει γνώσιν ότι εν μέσω της σεβασμίας ταύτης και πενθηφόρου ομηγύρεως ευρίσκεται εις δύσκολην θέσιν, διότι κινδυνεύει να είπη πολλούς και καλούς λόγους και να χαρακτηριστεί ως υπερμέτρως επαινών, ή να είπη ολίγα και να αδικήση σοβαρώς το πρόσωπον του μεταστάντος Επισκόπου και το έργον αυτού. Διά να αποφύγη και τα δύο και να μην επαναλάβη εν μέρει τους προλαλήσαντας, επαναλαμβάνει το του Ουρανοβάμονος Παύλου εις την προς Εβραίους επιστολήν με μικράν τινά παραλλαγήν. < <Τοιούτος ταύτη τη Επαρχία έπρεπεν Αρχιερεύς>>, ομοίως και το μνησθέν εν τοίς πρόσθεν του αειμνήστου Ιεράρχου < <Το πρόγραμμά μου, είναι το πρόγραμμα της Εκκλησίας>>.Αυτό δε το πρόγραμμα της Εκκλησίας περιλαμβάνει και την πνευματικήν και την υλικήν υπόστασιν του ανθρώπου. Και εν συνεχεία προκείμενε Σεπτέ και αοίδημε Ιεράρχα, προσφιλέστατε και πολυθρήνητε Γέροντα, θα μου επιτρέψετε τώρα πού είστε εν νεκροίς ελεύθερος και προγεύεστε την χαράν της Αναστάσεως, να Σας ομιλήσω μετά από τριάκοντα και έν έτη διακονίας πλησίον Σας εις τον Ενικόν. Δε θα πώ για το μεγάλο και περίτρανον έργον Σου, το έργον της Εκκλησίας, που φαίνεται και είναι εξάλλου καταγεγραμμένον εις την ιστορίαν της Τοπικής ταύτης Εκκλησίας -πράγμα που ποτέ δεν ήθελες-, θα πώ για τη ζωή σου* αυτή την ζωή την οποίαν έζησες < <λάθε βιώσας>> κι η οποία είναι ηχηρόν ράπισμα εις τα λεγόμενα και θρυλούμενα εναντίον της Εκκλησίας, των Αρχιερέων και των λοιπών κληρικών Αυτής, υπό των κατεχόντων πολιτικούς και άλλους θώκους, προς εξουδένωσιν και απαξίωσιν της Εκκλησίας από την ζωήν της κοινωνίας. Έζησες ακτήμων, ως μηδέν έχων και τα πάντα κατέχων. Ως στενός συνεργάτης Σου όλα αυτά τα χρόνια γνωρίζω πολύ καλά πώς ομιλώ. Ελέησες, εσκόρπισες, ευεργέτησες πάντας τους αιτούντας, αλλά έπιες και ποτήρια πικρίας και αχαριστίας ουκ ολίγα, χωρίς να κρατήσεις κακία εις ουδένα. Έδωκας τοίς πένησιν. Ηγάπησες περιπαθώς το Σεπτόν Οικουμενικόν Πατριαρχείον και τον προκαθήμενον Αυτού. Έγραφες εις τα γράμματά Σου: < <πρός την Α.Θ.Π., τον Σεπτόν ημών Οικουμενικόν Πατριάρχην>>. Χοροστάτησες, λειτούργησες, κήρυξες εις εξωκκλήσια κι ερημοκκλήσια. Ευλόγησες γάμους, βαπτίσεις, κηδείες, μηδέν αιτών και ουδέν απαιτών. Η μεγάλη Σου αγωνία διά τον ιερόν κλήρον και τον λαόν του Θεού υπερέβη πάσαν προσδοκίαν. Έγραφες συνεχώς κι ακαταπαύστως, Ποιμαντορικάς, Διοικητικάς και Παραινετικάς εγκυκλίους, προς τον ιερόν κλήρον και τον λαόν. Η γραμματεία της ιεράς Μητροπόλεως εν ώρα αιχμής ομοίαζεν μάλλον με τυπογραφείον. Η ιερά αύτη αγωνία Σου, ήδη συμποσούται εις ικανόν αριθμόν τόμων. Εδούλευσες ακαταπαύστως από φυλακής πρωΐας μέχρι νυκτός. Το πρόσωπον της Κυρίας Θεοτόκου σε συγκλόνιζε. Μας προέτρεπες όλους και πάλιν και πολλάκις, λέγοντας αγαπάτε την Παναγία, σέβεστε την Παναγία, ελπίζετε εις την Παναγία, διαβάζετε καθημερινώς τους χαιρετισμούς της Παναγίας. Η Παναγία διά των πρεσβειών της θα μας σώση. Η αγάπη σου προς τις ακολουθίες της Εκκλησίας υποδειγματική. Ουδέποτε παρέλειψες την καθημερινή ακολουθία. Δίδασκες με το παράδειγμά σου. Το πρόγραμμά σου χοροστατώντας, λειτουργώντας, κηρύττοντας, αγιάζοντας, οικοδομώντας, πνευματικώς και υλικώς εξαντλητικότατον, κατά κοινήν ομολογίαν. Τούτο φαίνεται όταν μετά την χειρουργικήν επέμβασιν του Ιανουαρίου και κατά τη διάρκεια της ακτινοθεραπείας που ακολούθησε, κατέβηκες διά μίαν ημέραν οδικώς εις Αθήνας διά την συνεδρείαν της Σεπτής Ιεραρχίας. Ανέβηκες αυθημερόν, υπεβλήθης εις θεραπείαν την επομένην και ξανακατέβηκες το Σάββατο διά την Λειτουργία και την χειροτονία της Κυριακής, εις τον Ιερόν Ναόν του Αγίου Διονυσίου. Μυθώδες φαίνεται και απίθανον. Γεγονός όμως πραγματικόν. Καταδεικνύον και τούτο, το ακατάβλητον του χαρακτήρος Σου και της ισχυράς θελήσεως Σου υπέρ της Εκκλησίας. Και ήλθεν η ώρα που ο Κύριος θέλησε να σε δοκιμάση, ως χρυσόν εν χωνευτηρίω. Και εδώ απεκαλύφθης πλήρως. Ποίον πρώτον και ποίον δεύτερον να πώ; Ότι όταν κανονίστηκαν τα χειρουργεία και τα νοσοκομεία και ενώ γνώριζα τί συμβαίνει, χωρίς να σου πώ το κοστολόγιον της χειρουργικής επεμβάσεως, σε ρώτησα τί χρήματα έχεις; Και μου απήντησες 1500 και 1500, το μισθόν Σου, δηλαδή του Δεκεμβρίου και του Ιανουαρίου, που δεν είχες προλάβης να σκορπίσεις, με αποτέλεσμα τα νοσήλεια να καταβληθούν από τους συγγενείς Σου; Ή που δεν είχες ρούχα αμπάλωτα και ζωστικά και ράσα αξεθώριαστα; Υπέμεινες αγογγύστως τον Σταυρό της δοκιμασίας Σου. Είχα τη μεγάλη ευλογία να σε διακονήσω πέραν των άλλων και στην δοκιμασία της ασθενείας Σου, μαζί με τους δύο ψυχοπαίδας Σου, οι οποίοι εστάθησαν ήρωες πραγματικοί εις την εννιάμηνον δοκιμασίαν Σου, συνεπικουρούντος τους δύο τελευταίους μήνας και του ιεροδιακόνου της Συνοδίας μας. Εκ μέρους Σου αείμνηστε Γέροντα, ευχαριστούμε γιατρούς και νοσηλευτάς, οίτινες μας συμπαραστάθησαν εις όλην την δοκιμασίαν Σου. Ιδιαιτέρως και εκ βαθέων ευχαριστούμε τον άριστον ιατρόν και εξαίρετον άνθρωπον κύριον Σταύρον Μπαλογιάννην, ο οποίος μετά ζήλου και αγάπης, ου της τυχούσης εις οιαδήποτε ώραν και ημέραν, είτε εις το εσωτερικόν είτε εις το εξωτερικόν ευρισκόμενος, ευρίσκετο πάντοτε τηλεφωνικώς παρά το πλευρό μας, καθοδηγώντας μας εις τα της νοσηλείας Σου. Και τώρα Γέροντα σου ζητάω συγγνώμη αν σε στενοχώρησα καθ’ όλη τη διάρκεια της διακονίας μου πλησίον Σου. Δός μου ως αντίδωρον την ευχήν Σου. Κι εις εμέ και εις όλους τους κληρικούς της επαρχίας μας. Συγχώρησε αυτούς που σε πίκραναν κι ας γίνη αμοιβαία αντίδωσι συγγνώμης και αγάπης, εις δόξαν Θεού και εις χαράν των Αγγέλων. Καλή αντάμωσι Γέροντα εις την χώρα των ζώντων. Αμήν.