- Αχ Λιονταρή μου, μη με πλησιάζεις σήμερα, γιατί το στόμα σου μυρίζει άσχημα! Ο βασιλιάς των ζώων θυμωμένος με την παρατήρηση της γυναίκας του της λιονταρίνας, βρυχήθηκε δυνατά. - Ακούς εκεί, κυρά μου! Το ένα σού μυρίζει και το άλλο σου βρομάει… Θα φωνάξω εγώ τους συμβούλους μου και θα μο...
Ο καημένος ο κυρ Μέντιος, ο γάιδαρος, τριγύριζε μέσα στο δάσος συλλογισμένος. «Όλο ξυλιές τρώω από το αφεντικό μου… Πήγαινε εδώ, πήγαινε εκεί, φωνές και προστάγματα. Να ήμουν κι εγώ δυνατός, να γκαρίξω μια και καλή και να κρυφτούν όλοι από τον φόβο τους… Να δεις καλοπιάσματα τότε». Τέτοια...
Κάποτε δυο ταξιδιώτες περπατούσαν μαζί στον δρόμο. - Έχω καιρό να δω τη γυναίκα και τα παιδιά μου και τους αποθύμησα… Το εμπόριο βλέπεις· πρέπει να τους κυνηγάς τους πελάτες και, για να τους κυνηγήσεις, πολλές φορές «ξεχνάς» τι θα πει οικογένεια! - Εμένα μου λες, απάντησε ο άλλος ταξιδιώτη...
Ένας ζωηρός κι ανήσυχος ποντικός νόμιζε πως μπορεί να γίνει φίλος μ΄ έναν βάτραχο. - Εγώ είμαι ξεχωριστό ποντίκι, ακόμα κι ο βάτραχος με παραδέχεται και το καμαρώνει που πιάνει φιλία μαζί μου! Έτσι λοιπόν μια μέρα ο «καλός σου» ο βάτραχος, που βέβαια είχε κακούς σκοπούς, κατάφερε τον «ξύπ...
Ένας σκύλος ζούσε στο σπίτι ενός πλούσιου τραπεζίτη και κάθε μέρα τρωγόπινε από τα περισσεύματα των φαγητών που στρώνονταν στο μεγάλο τραπέζι. - Είμαι πολύ τυχερός, κοκορευόταν ο σκύλος μας στις παρέες των σκύλων που περνούσαν έξω από την αυλή του αρχοντικού σπιτιού του. - Σαν πολλά δε μας τα ...
Ο πόλεμος μαινόταν ανάμεσα στους δυο εχθρούς. Η μάχη ήταν σκληρή. Κανείς δε φαινόταν πρόθυμος να υποχωρήσει. Ξαφνικά, οι στρατιώτες από τη μια πλευρά άρχισαν να υποχωρούν. Φαίνεται ότι ήθελαν να ανασυγκροτηθούν πριν την επόμενη μάχη. Όμως καθώς υποχωρούσαν, έπεσαν πάνω σε έναν σαλπιγκτή του αντίπαλο...
Ξέρετε τις καλιακούδες; Είναι μεγαλόσωμα μαύρα πουλιά με άγρια , αντιπαθητική φωνή. Αναζητούν την τροφή τους στα φρεσκοοργωμένα και σπαρμένα χωράφια. Οι χωρικοί όμως τα διώχνουν με κάθε τρόπο γιατί τους κάνουν μεγάλη ζημιά. Κάποτε λοιπόν ήταν μια καλιακούδα που παιδευόταν να βρει τροφή στα χωράφι...
- Παλιοπούλια, θα σας δείξω εγώ, αύριο θα σας έχω στα χέρια μου! Ο καημένος ο γεωργός μας ήταν πολύ θυμωμένος με τις ασπρόμαυρες κουρούνες που δεν του άφηναν σπόρο για σπόρο στο χωράφι του. Κάθε μέρα καινούριο σπόρο έριχνε, κάθε μέρα ορμούσαν αυτές κοπαδιαστά και λαίμαργα κι ο σπόρος γινόταν ...
- Πατέρα, πατέρααααα! Τα βατραχάκια πηδούσαν αλαφιασμένα από ενθουσιασμό, κουνώντας τα μακριά πρασινωπά χέρια τους. - Εεε, ήρεμα παιδιά μου, τι πάθατε; O βατραχοπατέρας προσπαθούσε να βάλει τάξη στη βατραχοπαρέα του φουσκώνοντας το σαγόνι του και απλώνοντας τα βατραχοχέρια του στα κεφαλ...
- Γέμισε ποντικούς το σπίτι! Αλωνίζουν στην κουζίνα τα βράδια... Άσε που τους ακούω να ροκανίζουν τα σανίδια της οροφής, χρατς, χρουτς, με τρελαίνουν όλη νύχτα… Ο κυρ Θόδωρος άκουγε την τρομαγμένη γυναίκα του μην ξέροντας τι να κάνει, μιας και οι ποντικοί του σπιτιού του ήταν τόσο πονηροί, π...