Λόγος Δ΄ – Περί μετανοίας. Ωφέλιμος για όσους τον διαβάζουν με πίστη και ειλικρινή αγάπη, με προσοχή και περίσκεψη. (Μέρος 2ο)

19 Οκτωβρίου 2012

Εφόσον είμαστε τόσο ανελεήμονες προς τους ενδεείς αδελφούς μας, ακόλαστη ψυχή μου, και δεν τους δείχνουμε καμμία συμπόνια και ανθρωπιά, πώς δεν φοβόμαστε την φοβερή Κρίση και τον Κύριο, ο οποίος θα μας πεί «πορεύεσθε απ’ εμού οι κατηραμένοι εις το πύρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τώ διαβόλω και τοίς αγγέλοις αυτού»; Γιατί; Γιατί «επείνασα και ουκ εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα και ουκ εποτίσατέ με, ξένος ήμην, και ου συν­ηγάγετέ με, γυμνός και ου περιεβάλετέ με Ι»[1]. Και ύστερα από αυτά προσθέτει: «εφ’ όσον ουκ εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων, ουδέ εμοί εποιήσατε»[2]. Φοβερό είναι αυτό το ρητό, ακόλαστη ψυχή μου, και τρομερή είναι η καταδίκη, ιδιαίτερα για μάς, τους ακολάστους μοναχούς, πού δήθεν έχουμε αρνηθεί κάθε αδικία, κάθε ανομία και κοσμική απληστία, και δώσαμε όρκο στον Θεό να αγαπήσουμε στο μέλλον την αλήθεια και την ευσπλαγχνία, την ειλικρινή αγάπη και την φιλανθρωπία σε κάθε άνθρωπο γενικώς και ιδιαίτερα σε όσους υποφέρουν από δυστυχίες.

Αλλά, ξεχνούμε τους όρκους μας και φερόμαστε τόσο απάνθρωπα στους χωρικούς, τους οποίους ο Κύριος αποκαλεί αδελφούς Του, λέγοντας γι’ αυτούς ξεκάθαρα διά στόματος του μακαρίου Δαυίδ: «από της ταλαιπωρίας των πτωχών και από του στεναγμού των πενήτων, νύν αναστήσομαι, λέγει Κύριος· θήσομαι εν σωτηρίω, παρρησιάσομαι εν αυτώ»[3]. Με αυτά τα λόγια εννοεί το εξής. Μολονότι φαίνεται προσωρινά να σιωπώ μπροστά σε όσους αδικούν και σε όσους με διαφόρους τρόπους προσβάλλουν τους πτωχούς και ενδεείς, δεν θα σιωπώ πάντοτε, επειδή με κάθε τρόπο θα τους υπερασπισθώ και θα εκδικηθώ αυτούς πού τους αδικούν. Το ίδιο δηλώνει ο Κύριος και αλλού διά στόματος του ιδίου λέγοντας: «Κύριος φυλάσσει τους προσηλύτους· ορφανόν και χήραν αναλήψεται και οδόν αμαρτωλών αφανιεί»[4]. Και ακόμη αλλού λέγει: «έγνων ότι ποιήσει Κύριος την κρίσιν των πτωχών και την δίκην των πενήτων»[5]. Αν είναι έτσι, ψυχή μου, και δεν μπορεί να είναι αλλιώς, τότε γιατί είμαστε τόσο αναίσθητοι σε αυτά; Γιατί δεν μας φοβίζει η παραβολή του Κυρίου για εκείνον τον άσπλαγχνο πλούσιο πού αδιαφορούσε για τους ενδεείς, και τον πτωχό Λάζαρο, καθώς και για το πώς οι παρθένες διώχτηκαν από τον θείο γάμο; Και ακόμη περισσότερο, πώς να μην μας πείσει αυτός ο φιλάργυρος, πού τον επιτίμησε ο ίδιος ο Θεός και Κύριος λέγοντας: «Αφρον, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σού· α δε ητοίμασας τίνι έσται»[6]; Η μήπως δεν γνωρίζεις, ψυχή, το σοφό ρητό του προφητάνακτος Δαυίδ: «Επί το αυτό άφρων και άνους απολούνται και καταλείψουσιν αλλοτρίοις τον πλούτον»[7]. Αληθώς άφρων είναι και θεωρείται οποίος δεν καταλαβαίνει το «τα άνω ζητείτε, ού ο Χριστός εστιν εν δεξιά του Θεού καθήμενος», όπως λέγει ο θείος Απόστολος, πού μας προτρέπει λέγοντας: «Τα άνω φρονείτε, μή τα επί της γής· απεθάνετε γάρ, και η ζωή υμών κέκρυπται συν τώ Χριστώ εν τώ Θεώ»[8]. Αφρων καλείται αυτός, επειδή κατανοεί την δύναμη των θείων εντολών ασεβώς και εσφαλμένα, και γι’ αυτό περιπλανιέται στα σταυροδρόμια των προσωρινών απολαύσεων και ματαιοτήτων αυτού του κόσμου, απολαμβάνοντας και χαιρόμενος με αυτά, όπως το σκουλήκι χαίρεται την λάσπη, στην οποία γεννήθηκε και σέρνεται και στην οποία θα πεθάνει, όταν αυτή ξεραθεί.

Να εγερθούμε επί τέλους, ψυχή μου, και να καθαρίσουμε τα νοερά μάτια μας από την σαπίλα πού μαζεύτηκε μέσα τους εξαιτίας της απειθαρχίας και της παραφροσύνης μας. Να κατανοήσουμε ότι το καθετί πού μας αφορά πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις θείες εντολές και να προσ­παθήσουμε να βελτιώσουμε τον εαυτό μας. Να μοιράσουμε καλώς, σύμφωνα με την θέληση του Θεού, αυτό πού μαζέψαμε κακώς, αντίθετα προς τις θείες εντολές. Αν, η αλήθεια εκείνου πού μοίρασε στους ενδεείς τον πλούτο του παραμένει μαζί του εις τον αιώνα, η αδικία του ασπλάγχνου παραμένει και αυτή μαζί του στους ατελεύτητους αιώνες μέσα στις φλόγες της κολάσεως. Για εκείνον τον ανελεήμονα έχει ειπωθεί δίκαια· «τέκνον, μνήσθητι ότι απέλαβες σύ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου»[9]. Ας μιμηθούμε, ψυχή μου, εκείνον τον σοφό οικοδεσπότη πού υποδέχτηκε τον Σωτήρα και είπε: «Ιδού τα ημίση των υπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοίς πτωχοίς, και εί τινός τι εσυκοφάντησα, αποδίδωμι τετραπλούν»[10].

Ας έχουμε, ψυχή μου, καλή μετάνοια και επαινετή βούληση, για να αξιωθούμε και εμείς να ακούσουμε αυτήν την θεία φωνή: «Σήμερον σωτηρία τώ οίκω τούτω εγένετο»[11]. Έως πότε θα παραμείνουμε κουφοί στην θεία διδασκαλία, πού μας διατάζει λέγον­τας: «Μή ελπίζετε επ’ αδικίαν και επί αρπάγματα μή επιποθείτε· πλούτος εάν ρέη, μή προστίθεσθε καρδίαν»[12];

Ας φοβηθούμε, ψυχή, ας φοβηθούμε την απειλή του θείου διδασκάλου, πού λέγει: «Αγε νύν οι πλούσιοι, κλαύσατε ολολύζοντες επί ταίς ταλαιπωρίαις υμών ταίς επερχομέναις. Ο πλούτος υμών σέσηπεν και τα ιμάτια υμών σητόβρωτα γέγονεν. Ο χρυσός υμών και ο άργυρος κατίωται, και ο ιός αυτών εις μαρτύριον υμίν έσται και φάγεται τάς σάρκας υμών ως πύρ. Εθησαυρίσατε εν εσχάταις ημέραις»[13]. Αυτή η δίκαιη απειλή αφορά ιδιαιτέρως εμάς, ακόλαστη ψυχή, πού μαζεύουμε πολύ πλούτο, ενώ δεν θέλουμε να δώσουμε ούτε οβολό στους ζητιάνους, μολονότι αυτοί με δάκρυα πέφτουν στα πόδια μας και παρακαλούν, και όμως εμείς τους προσπερνούμε και δεν θέλουμε ούτε να τους βλέπουμε. Γι’ αυτό δεν θα μας ελεήσει ο δίκαιος Κριτής, αφού εμείς οι ίδιοι δεν ελεούμε τους συνανθρώπους μας, πού πεθαίνουν από την πείνα και το κρύο: «η γάρ κρίσις ανέλεος τώ μή ποιήσαντι έλεος»[14]. Και ούτε θα γευθούμε τα αγαθά, πού ετοιμάστηκαν για τους δίκαιους, αφού πεινάμε και διψάμε για την αδικία και όχι την δικαιοσύνη.

Ας μή μείνουμε, ψυχή μου, σε αυτό το σκοτάδι του νου και σε αυτήν την πώρωση, αλλά ας φοβηθούμε την τρομερή απειλή Αυτού, πού λέγει: «Πλην ουαί υμίν τοίς πλουσίοις, ότι απέχετε την παράκλησιν υμών. Ουαί υμίν οι εμπεπλησμένοι, ότι πεινάσετε. Ουαί υμίν οι γελώντες νύν, ότι πενθήσετε και κλαύσετε»[15]. Ας αφήσουμε όλη αυτήν την απιστία προς τις εντολές του Κυρίου και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού, για την οποία αγανακτεί η καρδιά μας.

«Τις οίδεν ει μετανοήσει ο Θεός και αποστρέψει εξ οργής θυμού αυτού και ου μή απολώμεθα»[16]; Οι παραβάτες των αγίων εντολών Του από μεγάλη περιφρόνηση και αδιαφορία φέρον­ται απερίσκεπτα, νομίζοντας ότι κατά την τελευταία πνοή τους θα εξιλεωθούν δείχνοντας μετάνοια, αν και κατ’ ουσίαν δεν είναι πραγματική, ενώπιον του δικαίου Κριτή για όλα αυτά για τα οποία στην διάρκεια ολόκληρης της ζωής τους τον εξόργιζαν συνειδητά και εκούσια. Βεβαίως καλή είναι, ψυχή μου, η μετάνοια, πού δίδεται ακόμη και κατά την τελευταία μας πνοή με δάκρυα και μεγάλη θλίψη της καρδιάς, με πικρούς στεναγμούς και με την επιστροφή των κλαπέντων. Αλλά αυτή η μετάνοια είναι καλή για όσους, λόγω της αγνοίας της μελλούσης Κρίσεως του Θεού και των αναμενομένων βασάνων, ζούσαν άνομα.

Αμφιβάλλω όμως αν δοθεί αυτό το αγαθό σε αυτούς, οι οποίοι, εν γνώσει όλων αυτών, ποδοπατούν εκούσια τις εντολές του Θεού και νομίζουν ότι κατά την τελευταία πνοή τους θα εξιλεωθούν ενώπιον του φοβερού Κριτή. Επειδή οι περισσότεροι από αυτούς φεύγουν αιφνιδίως από αυτήν την ζωή, χάνοντας, πριν πεθάνουν, το δώρο της ομιλίας και την συνείδησή τους και παρουσιάζοντας ελεεινό θέαμα σε αυτούς πού τους βλέπουν, αφού μένουν άφωνοι και ακίνητοι και υποφέρουν φοβερά βάσανα για πολλές ημέρες. Κάποιοι άλλοι έφυγαν αμέσως χωρίς να έχουν την ευκαιρία για μετάνοια. Επειδή τα γνωρίζει όλα αυτά, πολύ σωστά ο ιερός ψαλμωδός μας προτρέπει λέγοντας: «Σύνετε δή ταύτα οι επιλανθανόμενοι του Θεού, μήποτε αρπάση και ου μή η ο ρυόμενος»[17]. Ποιοί είναι, ψυχή μου, αυτοί «οι επιλανθανόμενοι του Θεού»; Δεν είναι αυτοί, πού ποδοπατούν συνειδητά τις σωτήριες εντολές Του, αν και γνωρίζουν καλά την Αγία Γραφή; Τον λόγο μας επιβεβαιώνει ο ίδιος ο θεϊκός ψαλμωδός, πού τον υμνεί σαφώς λέγοντας: «Το δε έλεος του Κυρίου από του αιώνος και έως του αιώνος επί τους φοβουμένους αυτόν, και η δικαιοσύνη αυτού επί υιοίς υιών τοίς φυλάσσουσι την διαθήκην αυτού και μεμνημένοις των εντολών αυτού του ποιήσαι αυτάς»[18].

Από αυτό είναι φανερό ότι οι «μεμνημένοι των εντολών αυτού του ποιήσαι αυτάς», δηλαδή αυτοί πού τις εκτελούν είναι αυτοί πού θυμούνται τον Θεό, ενώ αυτοί πού ποδοπατούν τις εντολές Του θεωρούνται δικαιολογημένα ως αυτοί πού λησμονούν τον Θεό. Για τον ίδιο λόγο και Αυτός τους λησμονεί, όπως το λέγει ο ίδιος διά του προφήτη Του, του Ωσηέ, προς αυτούς πού ποδοπάτησαν τις εντολές Του Π τους αχαρίστους Ιουδαίους: «Ωμοιώθη ο λαός μου ως ουκ έχων γνώσιν· ότι σύ επίγνωσιν απώσω, καγώ απώσομαί σε του μή ιερατεύειν μοι· και επελάθου νόμον Θεού σου, καγώ επιλήσομαι τέκνων σου. Κατά το πλήθος αυτών ούτως ήμαρτόν μοι· την δόξαν αυτών εις αμαρτίαν θήσομαι»[19]. Κάνουν φοβερό λάθος, ψυχή μου, όσοι αμαρτάνουν εν γνώσει τους και ελπίζουν να λάβουν την σωτηρία με την ανέφικτη και άγνωστη μετάνοια κατά την τελευτή τους: «Θεός ου μυκτηρίζεται»[20], λέγει ο θείος Απόστολος.

Γι’ αυτό ας απομακρυνθούμε από αυτήν την πλάνη της ψυχής και ας μετανοήσουμε ενώπιον του Θεού, όσο μας το επιτρέπουν η άκρα φιλανθρωπία και η Χάρη Του. Επειδή «καιρώ δεκτώ επήκουσά σου και εν ημέρα σωτηρίας εβοήθησά σοι· ιδού νύν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νύν ημέρα σωτηρίας»[21]. «Αποθώμεθα ούν τα έργα του σκότους και ενδυσώμεθα τα όπλα του φωτός»[22]. Αλλά όμως είπαμε αρκετά γι’ αυτό.

Ας δούμε τώρα, αν θέλεις, αν ζούμε την ζωή μας σύμφωνα και με τους υπόλοιπους μακαρισμούς. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται»[23]. Εδώ, ψυχή, έχω μία μεγάλη απορία. Πώς να επαινέσω άξια την άρρητη και εξαιρετικά γενναιόδωρη χάρη, πού μας χαρίζει ο φιλάνθρωπος Κύριος; Στους μακαρισμούς, πού έχουμε ως τώρα αναφέρει, έχουν δοθεί ως ανταμοιβή οι κατάλληλες τιμές ανάλογα με την ιδιαιτερότητα του καθενός και στον βαθμό της βελτιώσεώς του. Εδώ ο Κύριος υπόσχεται την υψηλοτάτη κορυφή της παρουσίας του Θεού, πού συνίσταται στο να δούμε πρόσωπο με πρόσωπο, μυστικά και νοερά, την απαθή και μακάρια ουσία Του. Με αυτήν την επιθυμία ο θείος ψαλμωδός λέγει: «Ον τρόπον επιποθεί η έλαφος επί τάς πηγάς των υδάτων, ούτως επιποθεί η ψυχή μου προς σέ, ο Θεός. Εδίψησεν η ψυχή μου προς τον Θεόν τον ζώντα· πότε ήξω και οφθήσομαι τώ προσώπω του Θεού;»[24]. Σε άλλο χωρίο λέγει: «Χορτασθήσομαι εν τώ οφθήναί μοι την δόξαν σου»[25]. Εδώ ο προφήτης αποκαλεί χορτασμό την πιο τέλεια μυστική, άρρητη και ακόρεστη απόλαυση του θείου κάλλους και της αγάπης του Θεού, την οποία θα αξιωθούν όσοι καθάρισαν αρκετά τις καρδιές τους, όχι μόνο από όλα τα μιάσματα της σάρκας και του πνεύματος, αλλά και από κάθε ψυχική αρρώστια, δηλαδή την οργή, τον θυμό, τον φθόνο, την σατανική υπερηφάνεια, την περιφρόνηση και την καταδίκη του συνανθρώπου, καθώς και γενικώς κάθε κακή πράξη, την πονηριά, την δολοπλοκία, τον δόλο και τις πονηρές σκέψεις. Με όλα αυτά, ακόλαστη ψυχή, νοσεί η καρδιά μας και ακόμη πλήττεται από αυτές τις νόσους με διάφορους τρόπους, παραμένοντας αναίσθητη.

Για να είσαι βέβαιη ότι αυτό όντως είναι έτσι, ας εξετάσουμε προσεκτικά, ψυχή μου, τις πονηρές σκέψεις πού υπάρχουν στην καρδιά μας. Οπωσδήποτε εκεί θα βρείς να κρύβονται η κάθε παρανομία και η καθόλου θεάρεστη υψηλοφροσύνη των Φαρισαίων, εξαιτίας της οποίας δικαιολογείς σε όλα τον εαυτό σου και τον θεωρείς καλύτερο από τον καθένα πού ασκείται στην αρετή, και κάθε άνθρωπο τον θεωρείς χειρότερο από σένα, έστω και αν αυτός ζεί μία αγία ζωή. Αν τυχαίνει ο πλησίον σου να αμαρτάνει σε κάτι λόγω της αδυναμίας της σάρκας του, τον καταδικάζεις ως Φαρισαίος, τον αποδοκιμάζεις και δεν παύεις με κάθε τρόπο να τον επικρίνεις μπροστά σε όλους τους ανθρώπους. Αν όμως τον βλέπεις να ζεί ενάρετα και να επαινείται από όλους, η καρδιά σου αμέσως πληγώνεται από το βέλος της ζήλειας και σε κυριεύει θλίψη εξαιτίας της ενάρετης ζωής του αδελφού σου, επειδή αυτός αποδείχθηκε καλύτερος από εσένα μπροστά στον Θεό και τους ανθρώπους. Αφού είσαι αναστατωμένη και πληγωμένη από το βέλος της ζήλειας, αρχίζεις να τον μισείς και προσπαθείς με κάθε τρόπο να του βάλεις εμπόδιο και να τον απομακρύνεις από τον αγώνα του προς το καλύτερο.

Και ποιά είναι τα μιάσματα των κρυφών σαρκικών επιθυμιών μας; Είναι αληθώς τρομερά, απαίσια και πολύμορφα. Επειδή μας αναστατώνουν όχι μόνο το τυχαίο βλέμμα σε μία γυναίκα η στο όμορφο πρόσωπο ενός εφήβου, αλλά ακόμη και η ίδια η φωνή τους, όταν την ακούσουμε, η τα ενδύματά τους πού βρέθηκαν στα χέρια μας. Αλλά γιατί να μιλώ για την όραση, την φωνή και τα ενδύματα; Πολλές φορές –μόνο μία, η πιο αμυδρή σκέψη η η ακόλαστη ανάμνηση γι’ αυτούς– προκαλούν αιφνιδίως την επιθυμία της σάρκας, καίνε την καρδιά με την αμαρτωλή φλόγα, ώστε η σάρκα αρχίζει την ίδια στιγμή να μαίνεται και να παραφρονεί. Πώς θα γίνουμε αντάξιοι της χάρης του Θεού, αφού είμαστε μιασμένοι με τόσους τρόπους στην σάρκα και τον νου μας; Είναι αδύνατο, τελείως αδύνατο, ψυχή μου, να λάβουμε την Χάρη, πριν να νεκρώσουμε «τα μέλη ημών τα επί της γής, πορνείαν, ακαθαρσίαν, πάθος, επιθυμίαν κακήν, και την πλεονεξίαν, ήτις εστίν ειδωλολατρία»[26], σύμφωνα με τον θείο Απόστολο, ο οποίος λέγει: «Ειρήνην διώκετε μετά πάντων, και τον αγιασμόν, ού χωρίς ουδείς όψεται τον Κύριον»[27]. Πώς όμως να νεκρωθούν «τα μέλη τα επί της γής», όταν τρώμε άφθονα νοστιμότατα φαγητά, λαμβάνουμε πάν­τοτε χρυσάφι και ασήμι, αλλά και τιμή και δόξα από τους ανθρώπους, όταν είμαστε βυθισμένοι στις βιοτικές μέριμνες και στην δόξα και πάντοτε σκοτίζεται ο νους μας από την οργή, τον θυμό, την ζήλεια και τον φθόνο; Εμείς, ψυχή μου, έχουμε φύγει από την ενάρετη και απλανή κατοικία των οσίων μοναχών και πορευόμαστε απερίσκεπτα «επί το βραβείον της άνω κλήσεως»[28], όχι όμως όπως πορευόταν ο Παύλος και οι άλλοι ζηλωτές των επουρανίων αγαθών. Αυτοί αμέσως εγκατέλειψαν την πατρίδα τους, τους γονείς, τους συγγενείς, το άφθονο φαγητό και κάθε σωματική ησυχία και έφυγαν ανεπιστρεπτί για τις πιο απόμακρες ερήμους, σηκώνοντας τον σταυρό τους, δηλαδή την εκούσια νέκρωση των σαρκικών και πνευματικών παθών και επιθυμιών, ακολουθώντας σταθερά την σωτήρια εντολή του Κυρίου τους, ο οποίος λέγει: «Εί τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι»[29]. Και αλλού λέγει: «Ούτως ούν πάς εξ υμών, ος ουκ αποτάσσεται πάσι τοίς εαυτού υπάρχουσιν, ου δύναται είναί μου μαθητής»[30].

Επομένως, ψυχή μου, θα πρέπει να αρνηθούμε όχι μόνο όλα τα κτήματά μας, αλλά και τις ίδιες τις επιθυμίες και τα σαρκικά μας πάθη, και με όλη την ψυχή μας να μισήσουμε την δόξα των ανθρώπων και να αγαπήσουμε αληθινά την μέλλουσα δόξα και ζωή. Επίσης να ζήσουμε την ζωή μας με κάθε ταπεινοφροσύνη, με ευσέβεια και με ήθος. Και αφού πράξουμε όλα αυτά, ας πούμε με όλη την δύναμη της καρδιάς μας μαζί με τον προφητάνακτα: «Εγώ δε ειμι σκώληξ και ουκ άνθρωπος, όνειδος ανθρώπων και εξουθένημα λαού»[31]. Αν αξιωθούμε, ψυχή, να υπομείνουμε την θλίψη, την στενοχώρια, την αρπαγή των κτημάτων μας, τις πληγές, τους διωγμούς, την φυλακή και τον θάνατο για τις αμαρτίες μας και για την αληθινή πίστη στον Θεό, η ελπίδα της σωτηρίας θα είναι για μας σταθερή, σύμφωνα με τον θείο ορισμό πού λέγει: «Μακάριοί εστε όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι πάν πονηρόν ρήμα καθ’ υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού. Χαίρετε και αγαλλιάσθε, ότι ο μισθός υμών πολύς εν τοίς ουρανοίς· ούτω γάρ εδίωξαν τους προφήτας τους προ υμών»[32].

Και όσο διατηρούμε, ψυχή μου, τις προηγούμενες κοσμικές μας συνήθειες και δεν αποβάλλουμε τον παλαιό μας άνθρωπο με τα πάθη και τις επιθυμίες του, τόσο θα αναφωνώ μαζί με τον Δαυίδ: «Εις μάτην ηγρύπνησεν ο φυλάσσων. Εις μάτην υμίν εστι το ορθρίζειν, εγείρεσθαι μετά το καθήσθαι, οι εσθίοντες άρτον οδύνης»[33]. Αυτοί οι οποίοι, αντιθέτως προς την ευαγγελική εντολή, κατά την διάρκεια όλης της ζωής τους τρώνε με κάθε αδικία και απληστία τα έργα του ιδρώτα των πτωχών και δεν θέλουν να απομακρυνθούν από αυτήν την ανομία, τρώνε αληθινά τον άρτο της οδύνης και όχι τον άρτο της ζωής. Αυτοί δεν προσπαθούν να καταλάβουν ορθά και θεάρεστα την εντολή του Θεού πού λέγει: «Έλεος θέλω και ου θυσίαν και επίγνωσιν Θεού η ολοκαυτώματα»[34]. «Μακάριος ο συν­ιών επί πτωχόν και πένητα», λέγει. Γιατί; Διότι «εν ημέρα πονηρά ρύσεται αυτόν ο Κύριος»[35]. Και οποίος τρώει τον πτωχό και τον καταπιέζει, ζητώντας καθημερινά τους τόκους, είναι ξένος προς αυτήν την μακαριότητα. Αυτός δεν θα λάβει την μακαριότητα και την σωτηρία «εν ημέρα πονηρά», επειδή οι άδικοι και οι τοκογλύφοι δεν κληρονομούν την βασιλεία του Θεού. «Μηδείς υμάς απατάτω κενοίς λόγοις· διά ταύτα γάρ έρχεται η οργή του Θεού επί τους υιούς της απειθείας»[36]. Και αν λόγω των παραβάσεων των προαναφερομένων εντολών «έρχεται η οργή του Θεού επί τους υιούς της απειθείας», τότε είναι φανερό ότι λόγω των αντιθέτων, δηλαδή της αληθείας, της σωφροσύνης, της φιλοπτωχείας και της συμπόνιας σε όσους ζούν στην θλίψη, «έρχεται» από τον Θεό κάθε χάρη και ευλογία στους «υιούς» τους θεοσεβείς, σύμφωνα με τα λόγια: «Οφθαλμοί Κυρίου επί δικαίους, και ώτα αυτού εις δέησιν αυτών. Πρόσωπον δε Κυρίου επί ποιούντας κακά του εξολοθρεύσαι εκ γής το μνημόσυνον αυτών»[37].

Έτσι, ψυχή μου, από πολλά και διάφορα θεόπνευστα ρητά του Αγίου Πνεύματος μάθαμε την φιλανθρωπία του αγαθού Κυρίου μας και την αγαθότητά του προς όσους Τον φοβούνται λόγω και έργω. Επίσης μάθαμε και την φοβερή «οργή Θεού» πού «αποκαλύπτεταιΙ απ’ ουρανού επί πάσαν ασέβειαν και αδικίαν ανθρώπων των την αλήθειαν εν αδικία κατεχόντων»[38], πού ποδοπατούν τις σωτήριες εντολές Του και ζούν ανάξια του ευαγγελικού και αποστολικού βίου, και πρωτίστως ημών των ιδίων, πού εν γνώσει μας παραβαίνουμε το θέλημα του Κυρίου μας. Ας μή μένουμε λοιπόν στην άγνοια και στην αναισθησία μας, μέσα στις οποίες ζήσαμε τον προηγούμενο χρόνο της ακόλαστης ζωής μας, αλλά ας εγερθούμε αμέσως από τον βαθύ ύπνο της αναισθησίας και ας φοβηθούμε με όλη την ψυχή μας την πραγματικά φοβερή ημέρα της Κρίσεως και ακόμη περισσότερο εκείνη την ώρα του θανάτου, πού έρχεται αιφνιδίως, επειδή δεν γνωρίζουμε την ημέρα και την ώρα, όταν θα έλθει ο Κύριός μας[39]. Ας είμαστε πάντοτε έτοιμοι και ας αγρυπνούμε εφαρμόζοντας επιμελώς τις άγιες εντολές Του, στολίζοντας τον εαυτό μας με τις καλές και θεάρεστες πράξεις της αγιότητας, της αληθείας και της θεοπρεπούς ευσπλαγχνίας προς όλους ανεξαιρέτως αυτούς πού ζούν στην θλίψη και την ένδεια. Έτσι θα αξιωθούμε να βρεθούμε εν δεξιά του δίκαιου Κριτή και θα ακούσουμε μαζί με όλους τους δίκαιους την πολυπόθητη και μακαριότατη απόφαση: «Δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου»[40]. Αν πιστεύουμε στον Χριστό Σωτήρα με όλη την ψυχή μας και επιθυμούμε να φθάσουμε στην ατελεύτητη βασιλεία Του, τότε ας αποδείξουμε την πίστη μας στις άγιες εντολές Του με έργα και όχι μόνο με λόγια και με αυτά τα εξωτερικά κουρέλια, επειδή η πίστη χωρίς έργα είναι νεκρή[41] και τελείως άχρηστη.

Προς τους αναγνώστες αυτού του Λόγου

Εσείς πού χαίρεστε με την ευαγγελική και αποστολική διδασκαλία και νομοθεσία, να δεχθείτε με αγαλλίαση την πνευματική δύναμη αυτού του Λόγου και να τον μετατρέψετε με την καλοσύνη σας σε έργο. Να προσπαθήσετε να τον δεχθείτε με αγάπη και να τον προσέξετε χωρίς αμφιβολίες, επειδή αυτός ο Λόγος περί μετανοίας περιέχει μέσα του μεγάλο όφελος. Να ανταμείψετε, σας παρακαλώ, τον συγγραφέα αυτού του λόγου με τις προσευχές σας, για να αξιωθώ και εγώ μαζί σας να κάνω πράξη την διδασκαλία του. Κανείς από σας ας μή με θεωρεί, σας ικετεύω, ως αυτόν πού έχει εκτελέσει πλήρως όσα λέγει ο λόγος αυτός, επειδή είμαι αληθινά το άκαρπο αυτό δένδρο, δίπλα στο οποίο «ήδη [δέ] και η αξίνη προς την ρίζαν [τών δένδρων] κείται· πάν ούν δένδρον μή ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πύρ βάλλεται»[42]. Είμαι εκείνος ο δρόμος και εκείνες οι πέτρες και εκείνα τα αγκάθια, όπου πέφτει ο σπόρος πού έριξε ο ουράνιος Σπορέας και πεθαίνει χωρίς να Του φέρει καρπό[43]. Είμαι το άχυρο πού καίει το αιώνιο πύρ[44]. Γι’ αυτό, σας παρακαλώ, να προσεύχεστε για εμένα τον αμαρτωλό, ώστε να αξιωθώ και εγώ μαζί με την αγιότητά σας να γίνω το καθαρό σιτάρι, πού μαζεύουν στους αιώνιους σιτοβολώνες του Δημιουργού και του Κυρίου των όλων, του Κυρίου και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού. Δόξα Τώ Κυρίω εις αιώνα του αιώνος. Αμήν.

Πηγή: Άπαντα Αγίου Μαξίμου Γραικού, Αγίου Μαξίμου Γραικού Λόγοι, Τόμος Α΄, Μετάφραση: Μάξιμος Τσυμπένκο – Τιμόθεος Γκίμον, Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2011.

——————————————————————————–

[1]. Ματθ. 25, 41-43.

[2]. Ματθ. 25, 45.

[3]. Ψαλμ. 11, 6.

[4]. Ψαλμ. 145, 9.

[5]. Ψαλμ. 139, 13.

[6]. Λουκ. 12, 20.

[7]. Ψαλμ. 48, 11-12.

[8]. Κολ. 3, 1-3.

[9]. Λουκ. 16, 25.

[10]. Λουκ. 19, 8.

[11]. Λουκ. 19, 9.

[12]. Ψαλμ. 61, 11.

[13]. Ιακ. 5, 1-3.

[14]. Ιακ. 2, 13.

[15]. Λουκ. 6, 24-25.

[16]. Ιων. 3, 9.

[17]. Ψαλμ. 49, 22.

[18]. Ψαλμ. 102, 17-18.

[19]. Ωσ. 4,6-7.

[20]. Γαλ. 6, 7.

[21]. Β΄ Κορ. 6, 2.

[22]. Ρωμ. 13, 12.

[23]. Ματθ. 5, 8.

[24]. Ψαλμ. 41, 2-3.

[25]. Ψαλμ. 16, 15.

[26]. Κολ. 3, 5.

[27]. Εβρ. 12, 14.

[28]. Φιλ. 3, 14.

[29]. Ματθ. 16, 24.

[30]. Λουκ. 14, 33.

[31]. Ψαλμ. 21, 7.

[32]. Ματθ. 5, 11-12.

[33]. Ψαλμ. 126, 2.

[34]. Ωσ. 6,6.

[35]. Ψαλμ. 40, 2.

[36]. Εφ. 5, 6.

[37]. Ψαλμ. 33, 16-17.

[38]. Ρωμ. 1, 18.

[39]. Βλ. Ματθ. 24,36. 25,13. Μάρκ. 13,32.

[40]. Ματθ. 25, 34.

[41]. Βλ. Ιακ. 2,17.

[42]. Ματθ. 3, 10.

[43]. Βλ. Ματθ. 13,3-7. Μάρκ. 4,3-7. Λουκ. 8,5-8.

[44]. Βλ. Ματθ. 3,12. Λουκ. 3,17.

 

 

Σχετικά άρθρα Άγιος Μάξιμος ο Γραικός
Άγιος Μάξιμος ο Γραικός 21 Ιανουαρίου 2023 Ο Άγιος Μάξιμος, σπουδαία προσωπικότητα του 16ου αιώνα, έμεινε στην ιστορία με την προσωνυμία «Γραικός», δηλαδή «Έλληνας». Είναι ο Έλληνας φωτιστής των Ρώσσων που ανακηρύχθηκε άγιος τόσο από το Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και από το Πατριαρχείο Μόσχας το 1988. Ήδη, όμως, από τα μέσα του 16ου αιώνα είχαν αρχίσει να συντάσσονται βίοι του Οσίου Μαξίμο...
Λόγος Στ΄: Λόγος ελεγκτικός κατά της πλάνης των Αγαρηνών και εκείνου που την επινόησε 11 Ιανουαρίου 2019 Λόγος Στ΄: Λόγος ελεγκτικός κατά της πλάνης των Αγαρηνών και εκείνου που την επινόησε, του Μωάμεθ του κυνός Κατά το μέτρο της ευσεβούς δυνάμεως που υπάρχει μέσα μου, και με την χάρη του Αγίου Πνεύματος, έχουμε ήδη στηλιτεύσει την βλαβερή πίστη των Ιουδαίων αλλά και την ελληνική ασέβεια και τις λατινικές αιρέσεις . Αν παραλείψουμε όμως την στηλίτευ...
Πορίσματα Διεθνούς Επιστημονικής Ημερίδος: «Ο Άγιος Μάξιμος ο Γραικός (Από το Άγιον Όρος στη Ρωσσία (1518-2018)» 22 Δεκεμβρίου 2018 Πορίσματα Διεθνούς Επιστημονικής Ημερίδος: «Ο Άγιος Μάξιμος ο Γραικός (Από το Άγιον Όρος στη Ρωσσία (1518-2018)» 1. Ο άγιος Μάξιμος εντάσσεται στη χορεία των ησυχαστών Πατέρων, οι οποίοι απεργάστηκαν μία «πνευματική μετάγγιση» της ορθοδόξου παραδόσεως στην Εκκλησία της Ρωσσίας. Αποτελεί, μάλιστα, την κορύφωση αυτού του πνευματικού εγχειρήματος. ...
Εμφανή και κεκρυμμένα αίτια της δικαστικής διώξεως του αγίου Μαξίμου του Γραικού 22 Δεκεμβρίου 2018 Στις αρχές Φεβρουαρίου του 1525 ξεκινά η δίκη του Αγίου Μαξίμου στη Μόσχα, αρχικά στο παλάτι του Ρώσου ηγεμόνα και κατόπιν στη Συνοδική μεγάλη αίθουσα του Πατριαρχείου της Μόσχας . Έχει προηγηθεί συστηματική προπαγάνδα απαξιώσεώς του εκ μέρους του επιτελείου του Μητροπολίτη Δανιήλ, παρουσιάζοντάς τον ως αιρετικό, κατάσκοπο και όργανο του Σατανά . Τ...
Ο Άγιος Μάξιμος και η κατάσταση στην Ρωσία 18 Δεκεμβρίου 2018 Κορυφαία στιγμή στη ζωή του Αγίου Μαξίμου του Γραικού αποτελεί η διπλή δίκη του. Πώς όμως κατέληξε εκεί; Από το 1518 που έφτασε στην Ρωσία μέχρι το 1525 που οδηγείται στην πρώτη του δίκη, έχει αποκτήσει πλήρη εικόνα της μεγάλης εκκλησιαστικής, θεολογικής, πνευματικής και ηθικής παρακμής της Ρωσικής κοινωνίας γενικά και της Ρωσικής Εκκλησίας ειδικό...