Λόγος Θ΄ – Περί θείας πρόνοιας, θείας αγαθότητας και θείας φιλανθρωπίας. Επίσης λόγος κατά των κερδοσκόπων (Μέρος 2ο)

15 Δεκεμβρίου 2012

Πόσα και πόσο μεγάλα αγαθά και αθάνατα δώρα μας προσέφερε η ενανθρώπηση του μονογενούς· δώρα επάνω από κάθε σκέψη και κάθε λογική! Γι’ αυτό δίκαια ο απόστολος Παύλος την αποκάλεσε δύναμη και Σοφία του Θεού. Εμείς όμως, οι κολασμένοι και αχάριστοι, τι Του ανταποδίδουμε γι’ αυτά τα αναρίθμητα αγαθά πού μας χάρισε; Μήπως συνειδητοποιούμε ότι συνεχώς, με τις διάφορες πονηρές πράξεις μας, Τον εξοργίζουμε και δεν τον τιμούμε, ενώ πρέπει να δοξάζουμε πάντοτε, με κάθε τρόπο, την άρρητη αγαθότητά Του προς εμάς, για να μας δοξάζει και Αυτός, όπως λέγει ο προφήτης, «τούς δοξάζοντάς με δοξάσω, και ο εξουθενών με ατιμασθήσεται»[1]; Ο ίδιος μας διδάσκει με ποιόν τρόπο πρέπει να δοξάζεται: «Υιός δοξάζει πατέρα και δούλος τον κύριον αυτού. Και ει πατήρ ειμι εγώ, πού εστιν η δόξα μου; Και ει Κύριός ειμι εγώ, πού εστιν ο φόβος μου;»[2] Με ποιόν τρόπο όμως ο υιός δοξάζει τον πατέρα του; Προφανώς με το να πράττει συνεχώς ο,τι ευχαριστεί εκείνον και να μην παραβαίνει ποτέ τις εντολές του, αλλά με καλή θέληση να τον υπακούει σε όλα. Ο δούλος δεν το κάνει για τον ίδιο λόγο, αλλά επειδή φοβάται τα χτυπήματα και άλλες τιμωρίες, υπακούει χωρίς την θέλησή του και εκτελεί τις δια­ταγές του κυρίου του με μεγάλο ζήλο. Εμείς όμως, πού έχουμε τόσο αγαθό και γενναιόδωρο Κύριο και Σωτήρα και αξιωθήκαμε από Αυτόν τόσα δώρα της χάριτος, γιατί φερόμαστε προς Αυτόν τόσο ανόητα και αχάριστα; Έτσι όχι μόνο δεν Τον δοξάζουμε και δεν Τον φοβόμαστε, όπως ο δούλος φοβάται τον κύριό του, αλλά και δεν Τον τιμούμε και με διάφορους τρόπους Τον πικραίνουμε πολύ, περιφρονώντας τις εντολές Του και ζώντας σαν ειδωλολάτρες πού δεν γνωρίζουν τον Θεό.

 

Ας δούμε τώρα αναλυτικά, πώς ζούμε εμείς οι χριστιανοί την ζωή μας. Αφού καταλάβουμε την ακολασία μας και την μεγάλη μας απομάκρυνση από τις εντολές του Κυρίου και Θεού μας Ιησού Χριστού, ας μετανοήσουμε ειλικρινά ενώπιόν Του, όσο έχουμε ακόμη χρόνο. Και ότι απομακρυνθήκαμε πολύ από τις εντολές του Θεού μας είναι φανερό από το εξής. Ο Κύριος και Θεός μας, κατηγορώντας τους Γραμματείς και Φαρισαίους λέγει: «Ουαί υμίν, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι αποδεκατούτε το ηδύοσμον και το άνηθον και το κύμινον, και αφήκατε τα βαρύτερα του νόμου, την κρίσιν και τον έλεον και την πίστιν· ταύτα δε έδει ποιήσαι κακείνα μή αφιέναι»[3]. Ποιοί είναι αυτοί οι Γραμματείς και Φαρισαίοι; Είμαστε εμείς, πού κατέχουμε τις αρχές και τις εξουσίες, και αυτές οι μομφές και αυτά τα «ουαί» αφορούν εμάς. Εμείς πού απορρίπτουμε την πίστη –δέν εννοώ την πίστη στον Χριστό, τον Θεό μας, μή γένοιτο!, αλλά την πίστη στις εντολές του Κυρίου και την τήρησή τους–, δεν κρίνουμε δίκαια, δεν δείχνουμε έλεος σε όσους αδικήθηκαν και έχουν ανάγκη από βοήθεια. Ακούμε και με τα δυο μας αυτιά αυτόν πού φέρει περισσότερα δώρα, άσχετα αν είναι άδικος η αδικημένος, και με αυτόν τον τρόπο παραβαίνουμε το θέλημα του φοβερού Κριτή, ο οποίος διά του προφήτη Του απειλεί: «Ουαί οι δικαιούντες τον ασεβή ένεκεν δώρων και το δίκαιον του δικαίου αίροντες»[4]. Τί περισσότερο και χειρότερο υπάρχει από αυτά; Το πάθος της φιλαργυρίας των Ιουδαίων και της απληστίας εκ μέρους των δικαστών και των αρχόντων, πού τους έστειλε στις πόλεις ο βασιλέας, υπερισχύει τώρα τόσο πολύ, ώστε ακόμη και στους υπηρέτες τους αυτοί επιτρέπουν να βρίσκουν διάφορες άδικες κατηγορίες εναντίον των πλουσίων ανθρώπων. Γι’ αυτό ρίχνουν καμμιά φορά την νύχτα στα σπίτια τους διάφορα αντικείμενα [ενοχοποιητικά στοιχεία]. Συμβαίνει ακόμη να φέρουν το σώμα ενός νεκρού και να το αφήνουν μέσα στον δρόμο, ώστε έχοντας ένα τέτοιο περιστατικό, σαν αφορμή της δήθεν δικαιολογημένης εκδικήσεως για τον σκοτωμένο, να έχουν το δικαίωμα να οδηγήσουν στο δικαστήριο για την δολοφονία τους κατοίκους όχι μόνο μιάς και μόνης οδού αλλά όλης αυτής της περιοχής της πόλεως. Με αυτόν τον τρόπο θα πάρουν ως απαίσια και θεομίσητα κέρδη μεγάλο ποσό ασημιού.

Ποιός από την αρχή του αιώνα θα άκουγε ποτέ κάποιον ειδωλολάτρη να έχει τολμήσει αυτόν τον φοβερό τρόπο της απληστίας πού βρήκαν τώρα οι αρχοντές μας; Πόσο άρρητη είναι η πραότητά Σου και πόσο μεγάλη είναι η υπομονή Σου, Χριστέ και Θεέ! Πού είναι σήμερα ένας προφήτης με τόσο δυνατή φωνή, όπως ήταν ο βροντόφωνος Ησαΐας, για να στηλιτεύσει φανερά και άξια τις διαπραττόμενες αυτές αδικίες και την εβραϊκή φιλαργυρία; Τί απανθρωπιά, τι παραφροσύνη!

Οι ορθόδοξοι χριστιανοί έχουν άφθονα πλούτη και περιουσίες και επί πλέον ανέλαβαν προσωρινά την εξουσία, την οποία έπρεπε να χειριστούν με φόβο Θεού, για να αποκτήσουν για τον εαυτό τους, με κάθε δικαιοσύνη και έλεος, ανεξάντλητο πλούτο στον ουρανό. Όμως, κυριευμένοι από την μανία της ακόρεστης φιλαργυρίας, αδικούν, κερδοσκοπούν, λεηλατούν τα κτήματα και τις περιουσίες των χηρών και των ορφανών, επινοώντας κάθε είδους κατηγορίες εναντίον αθώων, χωρίς να ντρέπονται τους γείτονές τους, τους Πολωνούς και τους Γερμανούς, και χωρίς να φοβούνται τον Θεό, τον τρομερό εκδικητή των αδικημένων, πού καταδικάζει τους κερδοσκόπους σε αιώνια μαρτύρια. Οι Πολωνοί και οι Γερμανοί, μολονότι ανήκουν στην λατινική αίρεση, κυβερνούν τους υπηκόους τους με κάθε δικαιοσύνη και φιλανθρωπία, σύμφωνα με τους νόμους πού όρισαν οι πιστοί και σοφοί βασιλείς –ο Μέγας Κωνσταντίνος, ο Θεοδόσιος, ο Ιουστινιανός και ο Λέων ο Σοφός– με κάθε σωφροσύνη και σοφία. Πού μπορείς να βρείς στους Λατίνους τέτοιου είδους αδικία, πού υπάρχει τώρα σε εμάς, τους Ορθοδόξους;

Ο Θεός και Δημιουργός μας, ο φοβερός και δίκαιος Κριτής, συμβουλεύει αυστηρά λέγοντας: Να αναζητείς την αλήθεια σωστά και δίκαια, «ου μή υποστείλη πρόσωπον ανθρώπου»[5]. Εάν ένας πτωχός η ένας πένης αποδειχθεί άδικος, μην τον ελεήσεις, εφόσον αλλού συμβουλεύει: «Ου ποιήσετε άδικον εν κρίσει· ου λήψη πρόσωπον πτωχού, ουδέ μή θαυμάσης πρόσωπον δυνάστου· εν δικαιοσύνη κρινείς τον πλησίον σου»[6]. Οι αρχές και οι δικαστές μας αγνόησαν αυτήν την δίκαιη εντολή του Θεού λόγω της πλεονεξίας τους. Ακόμη και αν ολόκληρη η πόλη εμφανιζόταν μπροστά τους και μαρτυρούσε δυνατά κατά του αδικούντος, δεν θα την ελάμβαναν υπ’ όψη, αλλά θα διέτασσαν τον αδικούντα και τον αδικούμενο να λύσουν την διαφορά μεταξύ τους με τα όπλα με πολυάνθρωπη σύγκρουση. Όποιος νικούσε σε αυτήν την σύγκρουση, θα εθεωρείτο αθώος, ακόμη κι αν είχε διαπράξει αδικία. Τί πρωτοφανής ποδοπάτηση της θείας εντολής είναι και η παραβίαση της ορθής δικαιοσύνης! Επιφέρουμε επί της κεφαλής μας την κατάρα του Θεού ανόητα και εκεί πού δεν το περιμένουμε, αν είναι αληθινός ο προφήτης του Θεού πού λέγει: «Επετίμησας υπερηφάνοις· επικατάρατοι οι εκκλίνοντες από των εντολών σου»[7].

Νά, δόθηκε η διαταγή να λυθεί η διαφορά με τα όπλα και κάθε πλευρά ψάχνει για άνδρες έμπειρους στην μάχη. Ο αδικών ψάχνει τον γητευτή και την μάγισσα, πού θα μπορούσαν με σατανική παρέμβαση να βοηθήσουν τους πολεμιστές του. Τί πρωτοφανής ανομία είναι αυτή!

Ποιό είδος της κακίας μπορεί να συγκριθεί με αυτήν την σατανική επινόηση; Δεν ακούσαμε να υπάρχει τέτοια ανόητη συνήθεια ούτε στους πιο απίστους. Εκείνοι κάθε αμφίβολη, κακή διαφορά την έλυναν η με την κατάθεση αξιοπίστων μαρτύρων η με ένορκη ομολογία. Ένδοξοι άρχοντες! Τέτοιου είδους αποφάσεις δεν είναι θεάρεστες, επειδή αυτού του είδους οι δίκες έχουν επινοηθεί με σκοπό την άδικη πλεονεξία και την ακόρεστη απληστία, εξαιτίας των οποίων χάνουμε την ουράνια κληρονομιά. Έτσι ο απόστολος Παύλος θεωρεί ότι ανήκουμε στους ειδωλολάτρες, όπως τον ακούμε να λέγει στην Επιστολή προς Εφεσίους: «Τούτο γάρ εστε γινώσκοντες, ότι πάς πόρνος η ακάθαρτος η πλεονέκτης, ός εστιν ειδωλολάτρης, ουκ έχει κληρονομίαν εν τη βασιλεία του Χριστού και Θεού. Μηδείς υμάς απατάτω κενοίς λόγοις· διά ταύτα γάρ έρχεται η οργή του Θεού επί τους υιούς της απειθείας»[8]. Είμαστε χριστιανοί και υπηρέτες του ζώντος Θεού και του φοβερού Κριτή, και γι’ αυτό πρέπει να δικάζουμε και να τακτοποιούμε τις υποθέσεις των υπηκόων μας χριστιανικά, όπως μας διέταξε ο δίκαιος κριτής μας, για να δοξάζεται και όχι να αποδοκιμάζεται από τους απίστους ειδωλολάτρες το άγιο και προσκυνητό όνομα του Κυρίου και Θεού μας. Είναι γεγονός ότι οι αθωωτικές αποφάσεις εκ μέρους του δικαστηρίου επιφέρουν στους απίστους δάκρυα και οδυρμούς, επειδή έχουν ληφθεί δίκαια και ορθά και τηρούνται αυστηρά, όπως εξαρχής καθιερώθηκε από τον Θεό.

Αντιθέτως εμείς οι Ορθόδοξοι περιφρονούμε και παραβαίνουμε τα πάντα. Φοβούμαι πολύ, μήπως αφορούν και εμάς τα λόγια πού είπε με λύπη ο προφήτης Ησαΐας για τα άνομα Ιεροσόλυμα: «Πώς εγένετο πόρνη πόλις πιστή Σιών, πλήρης κρίσεως, εν η δικαιοσύνη εκοιμήθη εν αυτή, νύν δε φονευταί. Το αργύριον υμών αδόκιμον· οι κάπηλοί σου μίσγουσι τον οίνον ύδατι· οι άρχοντές σου απειθούσι, κοινωνοί κλεπτών αγαπώντες δώρα, διώκοντες ανταπόδομα, ορφανοίς ου κρίνοντες και κρίσιν χηρών ου προσέχον­τες»[9]. Γι’ αυτό ας γνωρίσουμε τον εαυτό μας και ας πάψουμε να οργίζουμε τον Κύριο με την ανυπακοή στις σωτήριες εντολές Του. Επειδή η Αγία Γραφή λέγει σαφώς: «Επικατάρατοι οι εκκλίνον­τες από των εντολών Σου»[10]. Εάν είμαστε καταραμένοι από τον Θεό λόγω της παραβάσεως των αγίων εντολών Του, τότε ποιός θα μας ευλογήσει και ποιός θα μπορέσει να μας σώσει από το σκότος και το πύρ το εξώτερο[11], όπου αποστέλλονται οι καταδικασμένοι, όπως το δηλώνει Αυτός ο ίδιος λέγοντας με ασυγκράτητη οργή: «Πορεύεσθε απ’ εμού οι κατηραμένοι εις το πύρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τώ διαβόλω και τοίς αγγέλοις αυτού»[12].

«Φοβερόν το εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος»[13], αδελφοί. Γι’ αυτό «προφθάσωμεν το πρόσωπον αυτού εν εξομολογήσει και εν ψαλμοίς αλαλάξωμεν αυτώ»[14]. Πριν ξεσπάσει η δίκαιη οργή Του, ας προσπαθήσει ο καθένας μας να απομακρυνθεί από τις κακές πράξεις του, επειδή ως «πρόσωπον» χαρακτηρίζεται εδώ η δίκαιη οργή του Θεού, όπως και αλλού λέγεται: «Πρόσωπον δε Κυρίου επί ποιούντας κακά του εξολοθρεύσαι εκ γής το μνημόσυνον αυτών»[15]. Με αυτήν την δυσβάστακτη και δίκαιη οργή του Θεού ταπεινώθηκε και εκδιώχθηκε ο λαός των Ιουδαίων, ο οποίος, αφού έχασε την γή και το κράτος του, διασκορπίστηκε ανάμεσα σε άλλους λαούς στην διάρκεια ήδη πολλών ετών, ώστε να εκπληρωθεί γι’ αυτόν ο προφητικός λόγος, πού με την φωνή του ιδίου του Εσταυρωμένου Ιησού Χριστού και Θεού μας λέγει: «Σκοτισθήτωσαν οι οφθαλμοί αυτών του μή βλέπειν, και τον νώτον αυτών διαπαντός σύγκαμψον. Έκχεον επ’ αυτούς την οργήν σου, και ο θυμός της οργής σου καταλάβοι αυτούς. Γενηθήτω η έπαυλις αυτών ηρημωμένη, και εν τοίς σκηνώμασιν αυτών μή έστω ο κατοικών»[16]. Ας φοβηθούμε αυτό το παράδειγμα και ας πάψουμε να οργίζουμε τον Θεό, ο οποίος είναι φοβερός. Αυτός δεν θα ελεήσει εκείνους, για τους οποίους έκανε τόσα θεσπέσια και απίστευτα σημεία και τέρατα στην Αίγυπτο, στην Ερυθρά θάλασσα, στην έρημο, στην ίδια την γή της Επαγγελίας, δοξάζοντάς τους συνεχώς και παρουσιάζοντάς τους ως ισχυρούς. Και αντιθέτως ντρόπιαζε τους αντιπάλους τους και τους ταπείνωνε με διάφορους τρόπους. Ας μην αποστρέψει το βλέμμα του και από εμάς, όπως το απέστρεψε από εκείνους, ώστε να μην υποδουλωθούμε σε όλους εκείνους πού μας μισούν και πραγματοποιηθεί για μας το θείο ρητό πού λέγει: «Πλην διά τάς δολιότητας αυτών έθου αυτοίς κακά, κατέβαλες αυτούς εν τώ επαρθήναι. Πώς εγένοντο εις ερήμωσιν εξάπινα· εξέλιπον, απώλοντο διά την ανομίαν αυτών»[17].

Εάν εμείς, σε σχέση με εκείνους, αξιωθήκαμε μεγαλύτερη χάρη και συνομιλία με τον Θεό διά του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, τότε πρέπει να έχουμε μεγαλύτερο ζήλο για την σωτηρία των ψυχών μας, πράττοντας καλές και δίκαιες πράξεις, για να μην αποδειχθούμε χειρότεροι στην τήρηση των εντολών του Θεού μας. Διότι τότε δεν θα μπορέσουμε να εισέλθουμε στην βασιλεία Του, όπως το είπε ο ίδιος: «Λέγω γάρ υμίν ότι εάν μή περισσεύση η δικαιοσύνη υμών πλείον των γραμματέων και των Φαρισαίων, ου μή εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών»[18].

Σας ικετεύω, για όνομα του Θεού, να είστε συγκαταβατικοί προς εμένα, πού σας κηρύττω χωρίς δισταγμό, με θείο ζήλο και πνευματική αγάπη. Να προσέξετε, ώστε να κατανοήσετε την δικαιοσύνη των Φαρισαίων και των Γραμματέων στην τήρηση των εντολών του Μωυσέως, καθώς και την ζωή πού ζούμε εμείς παραβαίνοντας τις ευαγγελικές εντολές. Εάν συγκρίνουμε το ένα με το άλλο, θα δούμε ότι η ζωή μας είναι πολύ χειρότερη από την ζωή εκείνων. Εκείνοι, όπως καυχάται εκείνος ο μεγαλόστομος Φαρισαίος, όχι μόνο δεν αδικούσαν και δεν λεηλατούσαν ξένες περιουσίες, αλλά και από τις δικές τους έδιναν μία δεκάτη στους ενδεείς και τους εφρόντιζαν[19]. Εμείς όμως κάνουμε τα πάντα από απληστία και αρπακτική διάθεση, χωρίς αισχύνη και φόβο. Παντού βρίσκονται ληστές και δολοφόνοι, κλέφτες και άρπαγες, σκληροί καταπιεστές, πού ζητούν από τους άτυχους οφειλέτες τους τόκους επί τόκων, οδηγώντας τους στην απόλυτη ένδεια. Τόσο πολύ αυξήθηκε η απληστία, ώστε υποδούλωσε ακόμη και τους ιερείς του Θεού, τους αρχιμανδρίτες και τους ηγουμένους μας.

Τί φοβερό έγκλημα εναντίον των εντολών και του θελήματος του Κυρίου μας! Ποιά απάντηση θα δώσουμε στον φοβερό Κριτή την ημέρα της φοβερής Κρίσεως, όταν ακόμη και όσοι έκαναν πολλά θαύματα εν ονόματί Του και έδιωχναν δαιμόνια θα καταδικαστούν και θα αποκληθούν άνομοι, διότι δεν τήρησαν τον νόμο πού εξιλεώνει πολλές αμαρτίες και συνίσταται στην αγάπη προς τους πτωχούς και τους πένητες, τις χήρες και τα ορφανά, πού μας δόθηκε εντολή να τους φροντίζουμε; Αυτοί όμως όχι μόνο δεν τους φρόντιζαν, αλλά, αντιθέτως, τους καταφρονούσαν. Όταν εκείνοι πέθαιναν εδώ από την πείνα, την γύμνια και την έλλειψη διαφόρων βιοτικών αγαθών, οι ίδιοι απολάμβαναν την ησυχία και τις διάφορες χαρές του βίου, μαζεύοντας για τον εαυτό τους πλούτο, χρυσό και ασήμι, πολύτιμες ενδυμασίες και διάφορα εισοδήματα. Δεν έδιναν σημασία στην εντολή του Κυρίου, πού ζητάει να μή συσσωρεύουμε θησαυρούς για τον εαυτό μας στην γή, αλλά στον ουρανό, ώστε να βρίσκεται ο θησαυρός μας εκεί, όπου βρίσκεται και η καρδιά μας[20]. Ποιά ελπίδα μπορούμε να έχουμε να σωθούμε και να εισέλθουμε στην βασιλεία των ουρανών, όταν η δικαιοσύνη μας όχι μόνο δεν «περισσεύση πλείον των γραμματέων και των Φαρισαίων»[21], όπως όρισε ο Κύριος, αλλά είναι και πολύ χειρότερη εκείνων. Εκείνοι αποδεκατούσαν την περιουσία τους, ενώ εμείς λεηλατούμε τις περιουσίες άλλων απαιτώντας χωρίς έλεος κάθε χρόνο υπέρογκους τόκους. Ας μή γελάμε τον εαυτό μας, όσιοι Πατέρες, και ας μην τον κολακεύουμε με μάταιες ελπίδες. Οι τοκογλύφοι και οι άρπαγες δεν θα κερδίσουν την βασιλεία του Θεού, όπως κηρύττει ο Παύλος, αυτή η φωνή του Χριστού. «Μηδείς υμάς απατάτω κενοίς λόγοις· διά ταύτα γάρ έρχεται η οργή του Θεού επί τους υιούς της απειθείας»[22].

Και αν έλθει η οργή του Θεού εναντίον ημών πού ποδοπατήσαμε τις εντολές Του, τότε ποιά ελπίδα σωτηρίας θα μας απομείνει και ποιός προστάτης θα είναι σε θέση να μας σώσει από τα χέρια του φοβερού Κριτή;

«Φοβερόν το εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος»[23]. Ποιός από όσους Τον εξόργισαν με διάφορες αδικίες, απληστία και πορνεία, έχει ξεφύγει από το ισχυρό χέρι Του; Πού είναι τα ένδοξα βασίλεια των αρχαίων λαών, των Ασσυρίων, των Βαβυλωνίων, των Περσών, των Μακεδόνων, των Ελλήνων, των Ρωμαίων; Μήπως δεν καταστράφηκαν όλα και δεν έσβησαν παντελώς εξαιτίας των απείρων αδικιών τους, της ακολασίας και της υπερηφανείας;

Ας προσέξουμε τον εαυτό μας και εμείς και ας απομακρυνθούμε από όλες τις κακές πράξεις μας, την αδικία, την απληστία, την σατανική υπερηφάνεια, την πλάνη των Σοδόμων και των Γομόρρων. Ας εξαγνίσουμε αυτό το ορθόδοξο κράτος, πού μας εμπιστεύτηκε ο Θεός και ο Κύριος των πάντων. Ας το εξαγνίσουμε από κάθε ανομία, από τις αδικίες, από την εβραϊκή φιλαργυρία και την τοκογλυφία, εξαιτίας των οποίων απομακρύνθηκε από εμάς η θεία σκέπη και η δύναμη, πού μας σκεπάζει και μας σώζει από κάθε συκοφαντία και κάθε κακό, πού μας κάνουν οι ορατοί και αόρατοι εχθροί μας. Στερημένοι από αυτήν την σκέπη και την προστασία του Θεού, γινόμαστε παιχνίδι και αντικείμενο επιδοκιμασίας για τις αόρατες εχθρικές δυνάμεις, πού μας ωθούν στις αβύσσους κάθε κακού και κάθε ανομίας. Έτσι πέφτουμε σε διάφορες συμφορές και δυστυχίες, πού δεν υποχωρούν και μας βλάπτουν μέχρις ότου μας εξολοθρεύσουν παντελώς.

Γι’ αυτό, σας ικετεύω, «μή γίνεσθε ως ίππος και ημίονος, οίς ουκ έστι σύνεσις», να μην έχετε, όπως πολλοί άδικοι στο παρελθόν, «εν κημώ και χαλινώ τάς σιαγόνας»[24]. Ας δεχθούμε και ας αγαπήσουμε, όχι με οργή και θυμό, αλλά με νηφάλια σκέψη και προσοχή, την νουθεσία του Βασιλέως Δαυίδ, πού λέγει: «Και νύν, βασιλείς, σύνετε, παιδεύθητε, πάντες οι κρίνοντες την γήν. Δουλεύσατε τώ Κυρίω εν φόβω και αγαλλιάσθε αυτώ εν τρόμω. Δράξασθε παιδείας, μήποτε οργισθή Κύριος και απολείσθε εξ οδού δικαίας. Όταν εκκαυθή εν τάχει ο θυμός αυτού, μακάριοι οι πεποιθότες επ’ αυτώ»[25]. Ευσεβέστατοι βασιλείς, ηγεμόνες και βογιάροι και επίγειοι δικαστές, να έχετε πάντοτε στις σκέψεις σας αυτήν την σωτηρία και φιλάνθρωπη νουθεσία και να τακτοποιείτε τις υποθέσεις των υπηκόων σας με φόβο Θεού και δικαιοσύνη, αποφεύγοντας κάθε δωροδοκία για να μπορέσετε και εσείς να προσ­ευχηθείτε στον δίκαιο Κριτή και να πείτε με θάρρος: «εποίησα κρίμα και δικαιοσύνην· μή παραδώς με τοίς αδικούσί με»[26].

Ας κατανοήσουμε την δύναμη της σύντομης αυτής προσ­ευχής αυτού του δικαίου βασιλέως. Δεν προέβαλε αυτός ούτε την αγρυπνία στην διάρκεια όλης της ημέρας και όλης της νύχτας ούτε τις συχνές προσευχές ούτε τα δάκρυα, ούτε καμμία άλλη αρετή για να ικετεύσει τον φοβερό Κριτή, αλλά μόνο την δίκαιη κρίση. Έτσι έκρινε με δικαιοσύνη τον λαό του Θεού και τον κυβερνούσε χωρίς απληστία. Ας αγαπήσουμε και εμείς την αρετή αυτού του εναρέτου βασιλέως και προφήτη! Ναί, σας ικετεύω, ας την αγαπήσουμε και ας μισήσουμε την κάθε είδους απληστία και την εβραϊ­κή φιλαργυρία, πού σύμφωνα με την διδασκαλία του αγίου Απόστολου Παύλου είναι ειδωλολατρία[27]. Ας ακούσουμε τον θείο προφήτη πού λέγει, «Μή ελπίζετε επ’ αδικίαν και επί αρπάγματα μή επιποθείτε· πλούτος εάν ρέη, μή προστίθεσθε καρδίαν»[28], επειδή, όπως έχει γραφεί, «πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν, οι δε εκζητούντες τον Κύριον ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού»[29]. Από αυτούς άλλοι έπεσαν σε διάφορες δυστυχίες σε αυτήν την ζωή και έχασαν τον άδικο πλούτο, ακόμη και την ίδια την ζωή τους, και βρήκαν κακό θάνατο. Αλλοι όχι μόνο έχασαν τον εφήμερο πλούτο τους, αλλά και μετά τον θάνατό τους έχασαν και τα αιώνια αγαθά. «Οι δε εκζητούντες τον Κύριον ουκ ελαττωθήσον­ται παντός αγαθού»[30] και στον παρόντα και στον μέλλοντα αιώνα, αφού έχει γραφεί: «Δίκαιος ως φοίνιξ ανθήσει, και ωσεί κέδρος η εν τώ Λιβάνω πληθυνθήσεται. Πεφυτευμένοι εν τώ οίκω Κυρίου, εν ταίς αυλαίς του Θεού ημών εξανθήσουσιν· έτι πληθυνθήσονται εν γήρει πίονι και ευπαθούντες έσονται»[31].

Αυτή θα είναι η ανταπόδοση του δικαίου κριτή, του Θεού, στο μέλλον σε όσους τώρα ζούν ενάρετα και θεάρεστα. Ας ακούσουμε προσεκτικά για την ευλογία στην παρούσα ζωή και ας επιθυμήσουμε, παρακαλώ, να λάβουμε αυτήν την ευλογία από τον Κύριο: «Μακάριος ανήρ ο φοβούμενος τον Κύριον, εν ταίς εντολαίς αυτού θελήσει σφόδρα», δηλαδή θα ακολουθήσει με όλη την ψυχή του τις εντολές του Θεού, την δικαιοσύνη, την αγαθότητα, την ευσπλαγχνία και την ειλικρινή αγάπη προς τον Θεό. Αυτού του εναρέτου χριστιανού «δυνατόν εν τη γή έσται το σπέρμα αυτού, γενεά ευθέων ευλογηθήσεται. Δόξα και πλούτος εν τώ οίκω αυτού, και η δικαιοσύνη αυτού μένει εις τον αιώνα του αιώνος. Εξανέτειλεν εν σκότει φως τοίς ευθέσιν, ελεήμων και οικτίρμων και δίκαιος. Χρηστός ανήρ ο οικτείρων και κιχρών· οικονομήσει τους λόγους αυτού εν κρίσει, ότι εις τον αιώνα ου σαλευθήσεται, εις μνημόσυνον αιώνιον έσται δίκαιος. Από ακοής πονηράς ου φοβηθήσεται· ετοίμη η καρδία αυτού ελπίζειν επί Κύριον»[32]. Τί άλλο πιο ευτυχές από αυτήν την ευλογία και πιο επιθυμητό υπάρχει για μάς, πού είμαστε αληθινά ευσεβείς και αγαπάμε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, πού λέγει, «εάν εμοί διακονή τις, εμοί ακολουθείτω, και όπου ειμί εγώ, εκεί και ο διάκονος ο εμός έσται»[33]; Ο ενάρετος, πού έχει φόβο Κυρίου, δεν θα φοβηθεί να ακούσει την φωνή πού λέγει, «πορεύεσθε απ’ εμού οι κατηραμένοι εις το πύρ το αιώνιον»[34], αλλά αντιθέτως θ’ ακούσει: «Εύ, δούλε αγαθέ και πιστέ, επί ολίγα ής πιστός, επί πολλών σε καταστήσω· είσελθε εις την χαράν του κυρίου σου»[35].

 

Επομένως, αν πράγματι επιθυμούμε να δεχθούμε αυτήν την άρρητη χαρά του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ας ενδυθούμε και με την ενδυμασία πού της ταιριάζει, η οποία υφάνθηκε από τις πράξεις της δικαιοσύνης και της ευσπλαγχνίας μας, για να μπορέσουμε να την απολαμβάνουμε στην αιωνιότητα. Και όσοι τολμούν να εισέλθουν σε εκείνον τον θείο γάμο, χωρίς να έχουν αυτήν την ενδυμασία την στολισμένη με την αγνότητα, όχι μόνο θα στερηθούν απλώς αυτής της άρρητης χαράς, αλλά θα τους δέσουν χειροπόδαρα και θα τους γκρεμίσουν «εις το σκότος το εξώτερον· εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων»[36], και θα βασανίζονται εκεί αιωνίως κολασμένοι. Ας μας σώσει από την ανοησία και την καταδίκη τους ο φιλάνθρωπος Κύριος! Αμήν.

Πηγή: Άπαντα Αγίου Μαξίμου Γραικού, Αγίου Μαξίμου Γραικού Λόγοι, Τόμος Α΄, Μετάφραση: Μάξιμος Τσυμπένκο – Τιμόθεος Γκίμον, Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2011.

——————————————————————————–

[1]. Α΄ Βασ. 2, 30.

[2]. Μαλ. 1, 6.

[3]. Ματθ. 23, 23.

[4]. Ησ. 5, 23.

[5]. Δευτ. 1,17.

[6]. Λευϊτ. 19,15.

[7]. Ψαλμ. 118, 21.

[8]. Εφ. 5, 5-6.

[9]. Ησ. 1, 21-23.

[10]. Ψαλμ. 118,21.

[11]. Πρβλ. Ματθ. 8,12. 22,13. 25,30.

[12]. Ματθ. 25, 41.

[13]. Εβρ. 10, 31.

[14]. Ψαλμ. 94, 2.

[15]. Ψαλμ. 33, 17.

[16]. Ψαλμ. 68, 24-26.

[17]. Ψαλμ. 72, 18-19.

[18]. Ματθ. 5, 20.

[19]. Πρβλ. Λουκ. 18,11-12.

[20]. Πρβλ. Ματθ. 6,19-21. Λουκ. 12,33-34.

[21]. Ματθ. 5, 20.

[22]. Εφ. 5, 6.

[23]. Εβρ. 10, 31.

[24]. Ψαλμ. 31, 9.

[25]. Ψαλμ. 2, 10-13.

[26]. Ψαλμ. 118, 121.

[27]. Πρβλ. Κολ. 3,5.

[28]. Ψαλμ. 61, 11.

[29]. Ψαλμ. 33, 11.

[30]. Ψαλμ. 33, 11.

[31]. Ψαλμ. 91, 13-15.

[32]. Ψαλμ. 111, 1-7.

[33]. Ιω. 12, 26.

[34]. Ματθ. 25, 41.

[35]. Ματθ. 25, 21.

[36]. Ματθ. 8, 12.

 

Σχετικά άρθρα Άγιος Μάξιμος ο Γραικός
Άγιος Μάξιμος ο Γραικός 21 Ιανουαρίου 2023 Ο Άγιος Μάξιμος, σπουδαία προσωπικότητα του 16ου αιώνα, έμεινε στην ιστορία με την προσωνυμία «Γραικός», δηλαδή «Έλληνας». Είναι ο Έλληνας φωτιστής των Ρώσσων που ανακηρύχθηκε άγιος τόσο από το Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και από το Πατριαρχείο Μόσχας το 1988. Ήδη, όμως, από τα μέσα του 16ου αιώνα είχαν αρχίσει να συντάσσονται βίοι του Οσίου Μαξίμο...
Λόγος Στ΄: Λόγος ελεγκτικός κατά της πλάνης των Αγαρηνών και εκείνου που την επινόησε 11 Ιανουαρίου 2019 Λόγος Στ΄: Λόγος ελεγκτικός κατά της πλάνης των Αγαρηνών και εκείνου που την επινόησε, του Μωάμεθ του κυνός Κατά το μέτρο της ευσεβούς δυνάμεως που υπάρχει μέσα μου, και με την χάρη του Αγίου Πνεύματος, έχουμε ήδη στηλιτεύσει την βλαβερή πίστη των Ιουδαίων αλλά και την ελληνική ασέβεια και τις λατινικές αιρέσεις . Αν παραλείψουμε όμως την στηλίτευ...
Πορίσματα Διεθνούς Επιστημονικής Ημερίδος: «Ο Άγιος Μάξιμος ο Γραικός (Από το Άγιον Όρος στη Ρωσσία (1518-2018)» 22 Δεκεμβρίου 2018 Πορίσματα Διεθνούς Επιστημονικής Ημερίδος: «Ο Άγιος Μάξιμος ο Γραικός (Από το Άγιον Όρος στη Ρωσσία (1518-2018)» 1. Ο άγιος Μάξιμος εντάσσεται στη χορεία των ησυχαστών Πατέρων, οι οποίοι απεργάστηκαν μία «πνευματική μετάγγιση» της ορθοδόξου παραδόσεως στην Εκκλησία της Ρωσσίας. Αποτελεί, μάλιστα, την κορύφωση αυτού του πνευματικού εγχειρήματος. ...
Εμφανή και κεκρυμμένα αίτια της δικαστικής διώξεως του αγίου Μαξίμου του Γραικού 22 Δεκεμβρίου 2018 Στις αρχές Φεβρουαρίου του 1525 ξεκινά η δίκη του Αγίου Μαξίμου στη Μόσχα, αρχικά στο παλάτι του Ρώσου ηγεμόνα και κατόπιν στη Συνοδική μεγάλη αίθουσα του Πατριαρχείου της Μόσχας . Έχει προηγηθεί συστηματική προπαγάνδα απαξιώσεώς του εκ μέρους του επιτελείου του Μητροπολίτη Δανιήλ, παρουσιάζοντάς τον ως αιρετικό, κατάσκοπο και όργανο του Σατανά . Τ...
Ο Άγιος Μάξιμος και η κατάσταση στην Ρωσία 18 Δεκεμβρίου 2018 Κορυφαία στιγμή στη ζωή του Αγίου Μαξίμου του Γραικού αποτελεί η διπλή δίκη του. Πώς όμως κατέληξε εκεί; Από το 1518 που έφτασε στην Ρωσία μέχρι το 1525 που οδηγείται στην πρώτη του δίκη, έχει αποκτήσει πλήρη εικόνα της μεγάλης εκκλησιαστικής, θεολογικής, πνευματικής και ηθικής παρακμής της Ρωσικής κοινωνίας γενικά και της Ρωσικής Εκκλησίας ειδικό...