Φιλοσοφικοί κρημνοί (β΄μέρος)-Ο άγιος Ιουστίνος και η εποχή του

20 Μαρτίου 2013

Ὁ ἅγ. Ἰουστῖνος καί ἡ ἐποχή του

                  Εἶναι ἀξιοπαρατήρητο ὅτι στή συλλογή ἄρθρων «Σερβική συντηρητική σκέψη», πού δημοσιεύθηκε ἀπό τή μή κυβερνητική ὀργάνωση «Παρατηρητήριο Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων τοῦ Ἐλσίνκι» τό 2003, ἔκαναν μία ἀνάλυση τῆς σκέψης τοῦ ἁγ. Ἰουστίνου, ἡ ὁποία προῆλθε ὡς ἐπί τό πλεῖστον ἀπό τό βιβλίο του «Φιλοσοφικοί κρημνοί»[1]. Σύμφωνα μ᾿ αὐτήν τήν ἀνάλυση, συμπεραίνεται καταφανῶς ὅτι ὁ ἅγ. Ἰουστῖνος ὑπῆρξε πρωτόγονος, ἀδιαφώτιστος, μισάνθρωπος πρός τήν Εὐρώπη ἀλλά καί πρός κάθε ἀνάπτυξη, ἀντιδιανοούμενος κλπ. Γιά νά γίνει αὐτή ἡ κριτική ἀκόμη πιό τραγική, σᾶς ἀναφέρω πώς κάτι παρόμοιο, λίγο πολύ, μπορεῖ νά βρεῖ κανείς καί σέ μερικούς σύγχρονους θεολόγους, ὅπως εἶναι ὁ Ἀριστοτέλης Παπανικολάου[2] καί μερικοί Ρουμᾶνοι θεολόγοι, οἱ ὁποῖοι ἔκαναν λόγο πρόπερσι στό Βόλο γιά τή «συναφῆ θεολογία», ἐνῶ ἀνέφεραν ὡς κακό παράδειγμα τή θεολογία τοῦ ἁγ. Ἰουστίνου Πόποβιτς.

t-justin--filosofske-urvine

                  Ἐδῶ προφανῶς πρόκειται γιά τή θεμελιώδη ἀγνωσία τῶν πραγμάτων, ἤ σαφέστερα, γιά τήν ἐρασιτεχνική προσέγγιση στή θεολογία τοῦ ἁγ. Ἰουστίνου Πόποβιτς. Μέ ἄλλα λόγια, ἐδῶ πρόκειται γιά τήν ἀκραία ἔλλειψη γνώσης περί τῆς θεολογίας καί τῆς φιλοσοφίας τῶν ἀρχῶν τοῦ 20οῦ αἰῶνα, ἐπειδή ὁ ἅγ. Ἰουστῖνος ἀνῆκε στούς σχετικούς κύκλους ἐκείνης τῆς περιόδου. Ἐδῶ ἐπίσης πρόκεται καί γιά τήν ἔλλειψη γνώσης περί τῆς ἀτμόσφαιρας, τῶν συνθηκῶν καί τῶν παραγόντων πού ἐπικρατοῦσαν τότε στή Σερβία, ἰδίως στό Βελιγράδι, στούς καιρούς πού ὁ ἅγ. Ἰουστῖνος ὑπῆρξε καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Βελιγραδίου. Πρόκειται καί γιά τήν ἀγνωσία ὅλων τῶν λόγων πού τόν ἀνάγκασαν νά σκέφτεται ἀρνητικά περί τῆς τότε ἐπικρατούσης εὐρωπαϊκῆς κουλτούρας.

                  Μία τέτοια ἀρνητική στάση περί τῆς κουλτούρας, καί ἰδιαιτέρως περί τῆς εὐρωπαϊκῆς κουλτούρας, καί πολύ πιό ἀκραία ἀπ᾿ ὅ,τι στόν Πόποβιτς, μποροῦμε νά βροῦμε καί στόν Νίτσε[3], στόν Φρόυντ[4] καί στούς μεγάλους θεολόγους προτεστάντες τόν Κάρλ Μπάρθ καί τόν Emil Brunner, ἤ στούς χολοκάουστ-φιλοσόφους ὅπως εἶναι ὁ Theodor Adorno. Ἐπί παραδείγματι, ὁ Κάρλ Μπάρθ, στό ἔργο του «Ἡ πρός Ρωμαίους ἐπιστολή», τόνισε ὅτι ἡ κουλτούρα εἶναι μία φάτα μοργκάνα[5] (δηλ. μία βαριά ψευδαίσθηση), ἐνῶ στό ἄρθρο του «Ἐκκλησία καί κουλτούρα» προσέθεσε ὅτι ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ μόνο ἀρνητικά νά βλέπει τήν κουλτούρα, διότι αὐτές εἶναι δύο ὀντότητες πού ὄχι μόνο ὑφίστανται σέ δύο διαφορετικά ἐπίπεδα, ἀλλά σέ δύο ἐπίπεδα πού ἀλληλοαποκλείονται, ὅπως ἡ ἀλήθεια καί τό ψεῦδος[6]. Ὡς ἐκ τούτου, ὁ Κάρλ Μπάρθ ἀπαιτοῦσε τήν ἀπελευθέρωση τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν βαβυλώνιο αἰχμαλωσία τοῦ «χριστιανισμοῦ» ὡς θρησκείας, δηλαδή, ὑποστήριζε τήν ἀπελευθέρωση ἀπό τήν κουλτούρα πού ἀρνεῖται τό Εὐαγγέλιο[7]. Ὁ Emil Brunner, στό ἔργο του «Χριστιανοσύνη καί πολιτισμός», ἐπισημαίνει ὅτι εἶναι μεγάλο ἐρώτημα ἐάν καθόλου μποροῦμε νά κάνουμε λόγο γιά μία χριστιανική Εὐρώπη, καί ἀναρωτιέται ἐάν ἡ Εὐρώπη κατά βάθος ἦταν ποτέ χριστιανική[8]. Περαιτέρω, στό ἔργο του «Ἀρνητική διαλεκτική», ὁ Theodor Adorno, ὁ ὁποῖος καταδιώχτηκε ὡς Ἑβραῖος ἀπό τή Γερμανία, θεωροῦσε ὅτι ἡ εὐρωπαϊκή κουλτούρα εἶναι ὑποκριτική, διότι μέσα σέ ἕναν τέτοιο πολιτισμό, μολονότι κατέχει τέτοια τέχνη καί ἐπιστήμη, συνέβη τό φαινόμενο τοῦ Ἄουσβιτς[9]. Κατ᾿ αὐτόν, αὐτό τό δεδομένο ἀποδεικνύει σαφέστατα τίς ἀδυναμίες τῆς Εὐρώπης καί τῆς κουλτούρας της.

20094159520Ava_-_Ep.Jovan_-_Ep.Hrizostom_-_Ep.Vasilije_-_Ep.Pavle_1967 (1)

                  Εἶναι ἀξιοσημείωτο πώς ὑφίσταται ἐλάχιστη πιθανότητα ὁ ἅγ. Ἰουστῖνος νά ἐπηρεάστηκε ἀπ᾿ αὐτούς τούς στοχαστές. Ὅμως, ἐδῶ πρόκειται προφανῶς γιά τό ἴδιο στοχαστικό ἔνστικτο. Οἱ στάσεις τοῦ Ἀββᾶ Ἰουστίνου εἶναι κυρίως ἐμπειρικές, διότι ὅλα αὐτά τά ὁποῖα εἶδε μπροστά του ἦταν ἡ πραγματική εἰκόνα τῆς τότε σύγχρονῆς Εὐρώπης πού γεννιόταν, γιά τήν ὁποία ὁ Πόποβιτς ἔβγαλε προφητικά συμπεράσματα. Εἶναι πολύ σημαντικό νά ἀναφερθεῖ ἐδῶ ὅτι ὁ Πόποβιτς εἶδε καταστροφικές συνέπειες τῆς εὐρωπαϊκῆς κουλτούρας καί τῆς τότε ἐπικρατούσης νοοτροπίας ἤδη ὡς πολύ νέος, μετά τό ἐκκλησιαστικό λύκειο, ἐπειδή ἐπιστρατεύτηκε ἀμέσως ὅταν ξεκίνησε ὁ Α’ Παγκόσμιος πόλεμος. Αὐτός περιέθαλπε τότε τούς ἀσθενεῖς πού ἀρρώστησαν ἀπό τόν τύφο, ὅμως καί ὁ ἴδιος γρήγορα ἀρρώστησε ἀπ᾿ αὐτήν τήν ἐπικίνδυνη νόσο. Ἔπειτα, ὅταν ἀνέρρωσε, ἔζησε μέ τό σερβικό στρατό τήν ἐπική καί φοβερή ὑποχώρηση διαμέσου τῆς Ἀλβανίας. Μετέπειτα, ὑπῆρξε μάρτυς τῆς ἔναρξης τῆς κομμουνιστικῆς Ὀκτωβριανῆς ἐπανάστασης στή Ρωσία τό 1917, ἐπειδή τότε εὑρίσκετο στή Ρωσία  καί ἔπρεπε νά ξεκινήσει τίς σπουδές του ἐκεῖ. Κοντολογίς, πολλά δυσάρεστα καί καταστροφικά γεγονότα συνέβαιναν στήν Εὐρώπη κατά τήν περίοδο ἐκείνη.

2009413183913Ava 1965

                  Ὁ Σέρβος θεολόγος Ἡλίας Ρόμιτς, κάνοντας λόγο γιά τούς «Φιλοσοφικούς κρημνούς»[10], βρῆκε πολλά ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα σέ ἕνα βιβλίο, τό ὁποῖο μᾶς περιγράφει εὔστοχα τό περιβάλλον τοῦ Βελιγραδίου στήν χρονική περίοδο πού ὁ ἅγ. Ἰουστῖνος ἦταν καθηγητής Πανεπιστημίου. Τό βιβλίο αὐτό λέγεται «Terazije[11] – τό μυθιστόρημα τοῦ μεταπολεμικοῦ Βελιγραδίου», πού δημοσιεύθηκε τό 1932 ἀπό τόν συγγραφέα Boško Tokin[12]. Αὐτό τό μυθιστόρημα περιγράφει τή ζωή μέσα στήν προτεύουσα τῆς Σερβίας, ἡ ὁποία ἄρχισε ριζικά νά ἀλλάζει πρός τό χειρότερο. Ἡ Εὐρώπη καί οἱ εὐρωπαικές ἀξίες τότε εἰσχώρησαν δραματικά στό αἷμα τοῦ σερβικοῦ λαοῦ. Ὅμως, αὐτές οἱ «ἀξίες» δέν ἦταν καθόλου πνευματικές[13].

                  Ὅπως γράφει ὁ Τόκιν, στό Βελιγράδι γινόταν τότε ἀφενός ὁ στραγγαλισμός τῆς βυζαντινῆς κληρονομιᾶς καί ἡ τυφλή υἱοθέτηση τοῦ εὐρωπαϊσμοῦ, καί ἀφετέρου ἡ ἐμφάνιση τῆς διαφθορᾶς, τοῦ χάους καί τοῦ ἡδονισμοῦ, ὡς μοναδικῶν πολιτιστικῶν ἀξιῶν[14]. Ἐνῶ οἱ διανοούμενοι ἀσχολοῦνταν τότε μέ τόν Μαρκήσιο Ντέ Σάντ, μέ τήν Καμασούτρα, μέ τόν Σάρλ Μπωντλαίρ καί μέ τήν ἰαπωνική πορνογραφία, οἱ ἁπλοί ἄνθρωποι περνοῦσαν τό χρόνο τους στίς πασαρέλες, στά τζάζ κλάμπ καί στούς ποδοσφαιρικούς ἀγῶνες[15]. Ὑπῆρξαν καί κάποιες προσπάθειες να γίνει καί μία «κάπως» κρυμμένη γκέι παρέλαση![16] Ἡ κάθε εἴδους ἀπιστία καί ἡ ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης ἐπικράτησε στούς ἀνθρώπους, μαρτυρεῖ ὁ Τόκιν. Ὁ χριστιανισμός σχεδόν ἐξαφανίστηκε στή σερβική πρωτεύουσα, ἐπειδή ἐθεωρεῖτο πρωτόγονο καί ὀπισθοδρομικό φαινόμενο. Ὅπως παρατήρησε μέ πίκρα ὁ Τόκιν: «Εἶναι ἀδύνατο νά βρεῖ κανείς μία χριστιανή γιά σύζυγο σ᾿ αὐτό τό παντελῶς ἀντιχριστιανικό Βελιγράδι!»[17].

                  Ὅλα αὐτά τά δυσάρεστα φαινόμενα τά κοιτοῦσε καί τά ζοῦσε καί ὁ ἅγ. Ἰουστῖνος μπροστά του ὡς τήν εἰκόνα τῶν νεοευρωπαϊκῶν ἀξιῶν. Ὡς ἐκ τούτου, στόν ἅγ. Ἰουστῖνο ἐξερράγη σάν ἡφαίστειο μία διάπυρη σύγκριση αὐτῆς τῆς ὀλέθριας κουλτούρας μέ τόν διαπαντός Ζῶντα Θεάνθρωπο Χριστό[18]. Καί σ᾿ αὐτά, κήρυξε τόν Ζωοδότη Χριστό στόν 20ο αἰῶνα μέ ἕναν ἀξιοθαύμαστο καί μοναδικό τρόπο, ὅπως κανείς ἄλλος πρίν ἀπό αὐτόν. Ὕστερα ἀπ᾿ αὐτήν τή σύγκριση, ὁλόκληρος αὐτός ὁ καινούργιος πολιτισμός κατά τό μέτρον τοῦ ἀνθρώπου γκρεμιζόταν μπροστά στά μάτια αὐτοῦ τοῦ μεγάλου ἁγίου. Πρέπει νά σημειωθεῖ ἐδῶ ὅτι καί ἡ κατοπινή ἱστορία τεκμηρίωσε τίς στάσεις καί τίς προφητεῖες τοῦ Πόποβιτς, ἐπειδή μόνο μερικά χρόνια μετά ξεκίνησε ὁ Β’ Παγκόσμιος πόλεμος, μία τόσο μεγάλη συμφορά, τήν ὁποία δέν τήν εἶχε δεῖ ὁ κόσμος ποτέ πρίν.

                  Ὡστόσο, ὅλα αὐτά πού ἔχουμε ἀναφέρει ἐδῶ ἀσφαλῶς δέν σημαίνουν ὅτι ὁ ἅγ. Ἰουστῖνος ἦταν ἐναντίον κάθε κουλτούρας ἐν γένει. Τοὐναντίον! Αὐτός ἔδωσε μία καινούργια σημασία καί στήν κουλτούρα καί στόν πολιστισμό, τούς μεταμόρφωσε μέ τόν Θεάνθρωπο Χριστό καί τούς ὀνόμασε ὀρθόδοξη κουλτούρα καί ὀρθόδοξος πολιτισμός, ὅπως ὑπογράμμισε στούς «Φιλοσοφικούς κρημνούς» του: «Στόν θεανθρώπινο ὀρθόδοξο πολιτισμό δέν ὑφίσταται τίποτα μηχανικό καί ἀνυπόστατο. Σ᾿ ὅλα τά ἐπίπεδα εἶναι ὑποστατικός καί ἀσκητικός. Σ᾿ αὐτόν ὅλα κατορθώνονται μόνο μέ τήν προσωπική ἐμπειρία καί τήν προσωπική ἄσκηση. Αὐτή πρωτίστως εἶναι ὁ θεανθρώπινος ὀργανισμός, τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἁγία Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ[19]». Ὡς ἐκ τούτου εἶναι καταφανές ὅτι ὁ ἅγ. Ἰουστῖνος Πόποβιτς οὐσιαστικά ὑπῆρξε ἕνας γνήσιος Εὐρωπαῖος, χριστιανός ὀρθόδοξος, ἕνας προφήτης τῆς Εὐρώπης ὁ ὁποῖος μᾶς προειδοποιοῦσε καί μᾶς προειδοποιεῖ ποῦ πηγαίνει κάθε κουλτούρα καί κάθε πολιτισμός πού στρέφεται ἐναντίον τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Μποροῦμε ἐλεύθερα νά κάνουμε μία ἀναλογία: Ἐάν ὁρισμένοι τονίζουν ὅτι ὁ ἅγ. Ἰουστῖνος ἦταν ἀντιευρωπαῖος, τότε καί ὅλοι οἱ μεγάλοι προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν ἀντισημῖτες, διότι ἀσκοῦσαν πολλές φορές αὐστηρότατη κριτική γιά τήν ἀπομάκρυνση τοῦ ἑβραϊκοῦ λαοῦ ἀπό τούς ὀρθούς δρόμους τοῦ Κυρίου! Οὔτε βέβαια οἱ προφῆτες τοῦ ἑβραϊκοῦ λαοῦ ἦταν ἀντισημῖτες διότι εἶχαν ἀγάπη καί πόνο γιά τόν λαό τους, οὔτε ὅμως καί ὁ ἅγ. Ἰουστῖνος Πόποβιτς ἦταν ἀντιευρωπαῖος γιατί καί αὐτός εἶχε ἀγάπη καί γιά τούς λαούς τῆς Εὐρώπης. Γι᾿ αὐτόν ἀκριβῶς τό λόγο πρότεινε τήν ὀρθόδοξη κουλτούρα καί τόν ὀρθόδοξο πολιτισμό ὡς θεραπευτικό καί λυτρωτικό μέσο γιά τούς ἱκανούς λαούς τῆς Εὐρώπης.

Συμπέρασμα

                  Ἐν κατακλεῖδι, αὐτό τό σπάνιο καί πανέμορφο βιβλίο ὄντως ἀξίζει νά διαβαστεῖ γιά ὅλους τούς παραπάνω λόγους. Μέσα ἀπ᾿ αὐτό ὁ ἀναγνώστης θά ἔχει τήν εὐκαιρία νά γνώρισει τόν ἅγ. Ἀββᾶ Ἰουστῖνο ὄχι μόνο ὡς ἕνα θαυμάσιο θεολόγο ἀλλά καί ὡς ἕνα ἐξαίσιο φιλόσοφο καί διανοούμενο τοῦ 20οῦ αἰῶνα. Ὁ ἅγ. Ἀββᾶς Ἰουστῖνος ἔψαξε μέσα ἀπό ὅλα τά ἐπιτεύγματα τῆς σύγχρονης ἐπιστήμης νά συναντήσει τόν Θεό. Νά σημειωθεῖ μάλιστα ὅτι πρόσφατα στή Σερβία γίνεται μία προσπάθεια ἐντοπισμοῦ ὅλης τῆς πλούσιας βιβλιογραφίας πού χρησιμοποίησε ὁ ἅγ. Ἀββᾶς Ἰουστῖνος γιά νά τεκμηριώσει τά ἔργα του, γεγονός πού ἀποδεικνύει τό ἐπιστημονικό του κῦρος, τήν βαθιά του θεολογική κατάρτιση καί τό πνευματικό του βίωμα[20]. Τέλος, πρέπει να τονιστεῖ μέ ἔμφαση ὅτι ὁ ἅγ. Ἀββᾶς Ἰουστῖνος Πόποβιτς εἶναι καί Πατήρ τῆς Ἐκκλησίας, διότι μέ τήν μαρτυρική του ζωή ἐπαλήθευσε καί ἐπιβεβαίωσε τή σταθερή του πίστη στόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία Του, ἕτοιμος ἀπό καιρό νά χύσει τό αἷμα του γιά τήν πίστη του αὐτή.


[1] Βλ. Mirko Đorđević, Srpska konzervativna misao, Ogledi br. 4, Helsinški odbor za ljudska prava, Beograd 2003, σ. 21-25.

[2] Βλ. ἀναλυτικότερα στό Bogdan Lubardić, Justin Ćelijski i Rusijaputevi recepcije ruske filosofije i teologije, ἐκ. Beseda, Novi Sad 2009, σ. 69-70.

[3] Friedrich Nietzsche, Unzeitgemäβe Betrachtungen, Friedrich Nietzsche Werke in Drei Bänden, Bd. 1, Herausgegeben von Karl Schlecta, Carl Hanser Verlag, München 1966, σ. 280-281.

[4] Πρβλ. Sigmund Freud, Πολιτισμός πηγή δυστυχίας, μετάφραση Νίκη Μυλωνᾶ, ἐκ. Νίκας, Ελληνική Παιδεία Α.Ε. 2011. Ὡς γνωστόν, ὁ Φρόυντ σ᾿ αὐτό τό βιβλίο τόνισε ὅτι ἡ κουλτούρα ἀσκεῖ κακή ἐπιρροή στό Ὑπερεγώ, καί ἀσχολήθηκε μέ τίς θεμελιώδεις συγκρούσεις μεταξύ τοῦ πολιτισμοῦ καί τοῦ ἀτόμου. Μεταξύ ἄλλων, ὁ Φρόυντ ἐδῶ καταφανῶς ἀσκοῦσε καί κριτική στόν τότε πολιτισμό τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης.

[5] Karl Barth, The Epistle to the Romans, (μετάφραση Hoskyns Oxford), Oxford Univesity Press 1933, σ. 277.

[6] Karl Barth, Church and Culture, στό «Theology and Church», SMC, London, 1962, σ. 337.

[7] Karl Barth, Church Dogmatics I/2, T&T Clark, Edinburgh, 1956, σ. 303.

[8] Emil Brunner, Christianity and Civilization, Charles Scribner’s sons, USA, 1948, σ. 6-7, 10-11.

[9] Theodor W. Adorno, Αρνητική διαλεκτική, μετάφραση Λευτέρη Αναγνώστου, ἐκ. Αλεξάνδρεια,  Ἀθήνα 2006, σ. 433 ἑξ.

[10] Πρβλ. τήν σπουδαία μελέτη τοῦ Ilija Romić, Anti(kultura) u bogoslovlju Sv. Justina Ćelijskog, στή συλλογή ἄρθρων τοῦ Συμποσίου «Srpska teologija danas 2010 (28-29 Μαΐου 2010)», Beograd, Pravoslavni bogoslovski fakultet 2011, σ. 667-677.

[11] Ἡ πλατεία Terazije βρίσκεται στό κέντρο τοῦ Βελιγραδίου. Ἡ σερβική λέξη «terazije» σημαίνει ζυγαριά.

[12] Boško Tokin, Terazije roman posleratnog Beograda, ἐκ. Геца Кон, Београд 1932.

[13] Πρέπει νά τονιστεῖ ἐδῶ μέ ἔμφαση ὅτι τό 80% τοῦ πληθυσμοῦ τῆς Σερβίας τότε ζοῦσε στά χωριά. Ἡ ἐπαρχία ὑπῆρξε τότε ὁ κύριος φορέας καί ὑπερασπιστής τοῦ χριστιανικοῦ ἤθους τῆς Σερβίας. Ὅμως, στό Βελιγράδι ἦταν ἄλλη κατάσταση, ὅπως γράφει ὁ Τόκιν, καί ἡ πρωτεύουσα ὁλοένα προσπαθοῦσε νά εἰσαγάγει καινούργιες «ἀξίες» στήν ἐπαρχία, στήν ὁποία ἐπικρατοῦσε ἡ πατριαρχία.

[14] Boško Tokin , Terazije roman posleratnog Beograda, ὅπ. παρ., σ. 37.

[15] Ὅπ. παρ., σ. 18.

[16] Δηλαδή, ὁ Τόκιν μᾶς περίγραψε στό μυθιστόρημά του πώς τότε οἱ ὀλίγάριθμοι ὁμοφυλόφιλοι τοῦ Βελιγραδίου, πού κατάγονταν ἀπό τά ἐλίτ κυκλώματα τῆς πλουτοκρατίας, μέ ἀνησυχία περίμεναν τήν παρέλαση κατά τήν λαϊκή ἑορτή Bela Nedelja (Ἄσπρη Κυριακή), ὅταν γίνονταν οἱ μασκαράτες στό Βελιγράδι. Αὐτοί οἱ ὀλίγοι ὁμοφυλόφιλοι περίμεναν τότε νά μασκαρευτοῦν σάν γυναῖκες. Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι ὁ Τόκιν σχετίζει τήν ἐμφάνιση τοῦ φαινομένου τῆς ὁμοφυλοφιλίας στό Βελιγράδι μέ τίς ὀλέθριες ἐπιρροές τῆς εὐρωπαϊκῆς μόδας τῆς τότε ἐποχῆς, ἤ κοντολογίς, κάτι πού ἦρθε ἀπό τίς εὐρωπαϊκές πρωτεύουσες. Δυστυχῶς, κάτι παρόμοιο γίνεται καί σήμερα.

[17] Boško Tokin , Terazije roman posleratnog Beograda,  ὅπ. παρ., σ. 52.

[18] Ὁ Ἡλίας Ρόμιτς, στήν ἀνωτέρω ἀναφερόμενη μελέτη του, παρατήρησε ὀρθῶς ὅτι αὐτή ἡ προφητική ἐξέγερση τοῦ ἁγ. Ἰουστίνου Πόποβιτς ὁμοιάζει ἐν πολλοῖς μέ τήν πνευματική ἐξέγερση τοῦ πρωταρχικοῦ μοναχισμοῦ τῆς Αἰγύπτου ἐναντίον τῆς τότε ἐπικρατούσης ἀρχαιοελληνικῆς κουλτούρας στήν Ἀλεξάνδρεια, ἀλλά καί ἐναντίον τῶν πολιτιστικῶν θεσμῶν τῆς ἀρχαιοελληνικῆς πόλης ἐν γένει. Αὐτήν τή στάση τοῦ Ρόμιτς ἐπιβεβαιώνει καί τό γεγονός ὅτι ὁ ἅγ. Ἀββᾶς Ἰουστῖνος ἀσχολήθηκε προηγουμένως βαθέως μέ τόν ἅγ. Μακάριο τόν Αἰγύπτιο στό διδακτορικό του «Τὸ πρόβλημα τῆς προσωπικότητος καὶ τῆς γνώσεως κατὰ τὸν ἅγιον Μακάριον τὸν Αἰγύπτιον» (1926), ἀλλά καί μέ τόν αἰγυπτιακό μοναχισμό ἐν γένει, διότι μετέφρασε στά σερβικά τήν «Ἱστορία τῶν μοναχῶν τῆς Αἰγύπτου» καί τήν «Λαυσαϊκή ἱστορία» (1933-1934). Βλ. Ilija Romić, Anti(kultura) u bogoslovlju Sv. Justina Ćelijskog, ὅπ. παρ., σ. 675-676.

[19] Ἰουστίνου Πόποβιτς, Φιλοσοφικοί κρημνοί, ὅπ. παρ.,  σ. 227.

[20] Περί αὐτοῦ τοῦ θέματος βλ. ἀναλυτικότερα στό Bogdan Lubardić, Justin Ćelijski i Rusija…, ὅπ. παρ. Εἶναι ἀξιοπαρατήρητο ὅτι αὐτό τό ἔργο εἶναι ὄντως μία ἀπό τίς πιό σπουδαῖες μελέτες πού ἐρευνοῦν τήν φιλοσοφικο-θεολογική σκέψη τοῦ ἁγ. Ἀββᾶ Ἰουστίνου. Ὁ συγγραφέας ἐδῶ ὑπογράμμισε ὅτι ὁ Πόποβιτς ἦταν ἐπηρεασμένος ὄχι μόνο ἀπό τόν Ντοστογιέφσκυ στή συγκρότηση τῆς σκέψης του περί τῆς εὐρωπαϊκῆς κουλτούρας, ἀλλά καί ἀπό τόν V. V. Zenkovsky, ἰδίως μέ τό ἔργο του «Russian Thinkers and Europe», μέ τήν σημαντική ἐπισήμανση: «Εἶναι ἐπιβεβλημένη ἡ δημιουργία μιᾶς δεύτερης νεοχριστιανικῆς Εὐρώπης» (σ. 74-77). Ἐπίσης, ὁ καθ. Bogdan Lubardić τόνισε ὅτι σημαντική ἐπιρροή στόν Πόποβιτς ἄσκησε καί τό ἔργο τοῦ Ὄσβαλντ Σπένγκλερ «Ἡ παρακμή τῆς Δύσης», τό ὁποῖο σέβονταν πολλοί σπουδαῖοι στοχαστές ἐκείνης τῆς περιόδου (ὅπ. παρ.).