Εξευρωπαϊσμός της νεοελληνικής έντεχνης μουσικής (γ΄μέρος)

16 Μαΐου 2013

Οι επαφές με την Δύση έγιναν μέσα από τις Ενετοκρατούμενες περιοχές, μέσω της άρχουσας Οθωμανικής τάξης, από Έλληνες των Παραδουνάβιων περιοχών, της Κωνσταντινούπολης και των παροικιών, από ευρωπαϊκές δυναστείες, από δασκάλους και καλλιτέχνες αλλά κύρια από την μίμηση του δυτικού τρόπου ζωής της άρχουσας τάξης.

Mπορούμε να πούμε πως από όλα τα σημεία του ορίζοντα και με όλους τους δυνατούς τρόπους η νεοελληνική μουσική ακολούθησε το Δυτικό πρότυπο. Ειδικότερα η Διασπορά, οι διασκορπισμένες ευημερούσες κοινότητες του εξωτερικού (Ρωσία, Αφρική, Κρήτη και Κύπρο) ερχόμενες  σε επαφή με πολλούς πολιτισμούς θα δεχθούν επιρροές από την Δυτική μουσική τις οποίες θα  μεταδώσουν στην μητροπολιτική Ελλάδα.

1 (2)

Παρόλο που η απόρριψη της Ανατολής ήταν το πρόσταγμα της ευρωπαϊκής θέλησης εντούτοις η ίδια η Ανατολή βοήθησε στην εξάπλωση της δυτικής κουλτούρας. Ιδιαίτερα το περιβάλλον της Μικράς Ασίας περιείχε στοιχεία προερχόμενα από Ανατολή και Δύση τα οποία Έλληνες έμποροι και  αστοί μετέδωσαν μέσω των ξενόγλωσσων σχολείων που ίδρυσαν σε ελληνικές περιοχές. Επιπλέον συνέβαλαν στον Εξ ανατολών εξευρωπαϊσμό της Αθήνας με συνθέτες όπως οι Καλομοίρης, Γιαννίδης, Πετρίδης που  μετέφεραν στην Ελλάδα μουσικά ήθη δυτικού τύπου. [1]

Το μεγάλο πέρασμα εκδυτικισμού έγινε από τα Επτάνησα, περιοχή ιστορικής κοινωνικής και πολιτιστικής ιδιαιτερότητας, η οποία δεν γνώρισε τουρκικό ζυγό αλλά κατοχές και προστασίες ευρωπαϊκών δυνάμεων. Η  ανερχόμενη αστική τάξη θα την φέρει σε επαφή με τον ιταλικό  πολιτισμό,[2] μέσω των σπουδών των νέων Επτανησίων σε ιταλικά πανεπιστήμια όσο και από την Ιόνιο Ακαδημία, του πρώτου πανεπιστημίου σε ελληνικό έδαφος σύμφωνα με τα πρότυπα κονσερβατόρια εκπαιδευτικά  ιδρύματα.[3]

Οι Επτανήσιοι κατάφεραν να συνδυάσουν το ιταλικό πρότυπο μουσικής με το τοπικό παραδοσιακό στοιχείο δημιουργώντας υψηλή έντεχνη πολυφωνική μουσική με στοιχεία αρχαία, βυζαντινά μεσαιωνικά, κατωιταλιώτικα, αναγεννησιακά και βενετσιάνικα. Έτσι στην ασύγκριτη κτιριακή υποδομή που δημιούργησαν συνυπήρχαν η όπερα που στηρίχθηκε στα ιταλικά λιμπρέτα, το μελόδραμα, τα έργα για μουσική δωματίου με τις έντεχνες καντάδες και τις αρέκιες. [4]

Ο ιδιαίτερος αυτός μουσικός πολιτισμός ονομάστηκε Επτανησιακός και μέσω των Φιλαρμονικών του που χρησιμοποιήθηκαν ως φυτώρια μεταλαμπάδευσης της δυτικής μουσικής έμαθαν αφενός τα ελληνόπαιδα μουσικά όργανα και αφετέρου συντέλεσαν στην εθνική αφύπνιση με σκοπό την Ένωση με την Ελλάδα.[5]

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το λεγόμενο «κρητοεπτανησιακό» ιδίωμα  που αφορά τον χώρο της εκκλησιαστικής μουσικής. Βασίζεται στην μουσική παιδεία των Κρητικών που κατέφυγαν στα Επτάνησα και εμπλουτίστηκε με την εισαγωγή της πολυφωνίας στην βυζαντινή μουσική. Το αποτέλεσμα ήταν η σύσταση  της ψαλτικής επί το αρμονικότερον[6] κάτι βαθύτατα ελληνικό.[7]

Στους μουσικούς της Επτανησιακής Σχολής πρωτοστατεί ο  Μάντζαρος ο οποίος συνεργάστηκε με τον Σολωμό για την σύνθεση του εθνικού ύμνου, τύπου Μασσαλιώτιδος[8], ο Σαμαράς που έτυχε διεθνούς  αναγνώριση, (Ολυμπιακός ύμνος μελοποίηση του «αρχαίο πνεύμα αθάνατο» του Παλαμά) ενώ δεν λησμονούμε τον Παύλο Καρέρ, τον πρώτο Έλληνα συνθέτη που εμπνεύστηκε από την δημοτική μούσα και γι αυτό πολλοί τον χρήζουν πρόδρομο της εθνικής σχολής.

Η Αθήνα που αποτελεί τον πνευματικό αντίποδα της Επτανησιακής σχολής θα απαντήσει με την μεταφορά της Ευρώπης στην πρωτεύουσα συγκεράζοντας τον πολιτισμό των Επτανησίων που ήρθαν στην πρωτεύουσα με τον εξ ανατολών εκδυτικισμό που εισήγαγαν οι Φαναριώτες και μουσικοί από την Μ. Ασία. Οι τελευταίοι έχοντας λάβει γαλλική παιδεία πέρασαν συνειδητά στον ρομαντισμό και βρήκαν στήριγμα στο Οθωνικό Βασίλειο. Μέσα στην Οθωνική Αυλή, τα σπίτια των αστών και στις κεντρικές πλατείες που παιάνιζαν οι μπάντες της βασιλικής φρουράς κυριαρχούσε η ευρωπαϊκή μουσική.[9]

Ο εξευρωπαϊσμός υποστηρίζεται με την ανέγερση θεατρικών κτιρίων στα οποία δίνονται παραστάσεις και συναυλίες ενώ ερασιτεχνικοί  σύλλογοι προβάλουν από παντού εκφράζοντας την Δυτικοθρεμμένη Αθηναϊκή Σχολή. Η προσπάθεια των ανακτόρων για ευθυγράμμιση της ευρωπαϊκής ψυχαγωγίας με τα ελληνικά δεδομένα φαίνεται από την στροφή του ιταλικού μελοδράματος στην γαλλική οπερέτα η οποία βρήκε κοινό στα χαμηλότερα στρώματα. Η γαλλική belle époque διαδόθηκε μέσα από τα καφέ-σαντάν όπου παίζονταν ευρωπαϊκοί χοροί και τραγούδια.

Τα τελευταία απειλήθηκαν από τα ανατολίτικα καφέ-αμάν που στηρίχθηκαν από τους οπαδούς της ανατολικής μουσικής ως αντίδραση στην ηγεμονία της Δύσης.[10] Όλα τα παραπάνω θα αποτελέσουν την θύραθεν και πολλές φορές προπαγανδιστική [11]μουσική δραστηριότητα της εποχής ενώ η επίσημη μουσική προβάλλεται από το Ωδείο Αθηνών στο οποίο τίθενται οι βάσεις της οργανωμένης μουσικής  εκπαίδευσης.[12]



[1] Ρωμανού Κ., 2003, τόμος Γ, σ.384-385.

[2] Λούντζης Ν., 2003, τόμος Γ, σ.335-337.

[3] Ρωμανού Κ., 2003, τόμος Γ, σ.385-386.

[4] Λούντζης Ν., 2003, τόμος Γ, σ334-342.

[5] Ρωμανού Κ., 2003, τόμος Γ, σ.386-387.

[6] Μοτσενίγκος Σπ., 1958, σ.95.Στην Κεφαλονίτικη ψαλτική απουσιάζουν οι ρινοφωνίες, οι ανατολίτικοι λαρυγιισμοί.

[7] Μοτσενίγκος Σπ., 1958, σ.64.

[8] Μοτσενίγκος Σπ., 1958, σ.122..

[9] Ρωμανού Κ, 2003, τόμος Γ, σ.393-396.

[10] Σκανδάλη Α., 2001, σ. 116-119.

[11] Λέγοντας προπαγάνδα εννοούμε το ρόλο του μουσικού κυρίως θεάτρου στο θέμα του μεγαλοϊδεατισμού.

[12] Ρωμανου Κ., 2003, τόμος Γ, σ.393-396.