Ορθοδοξία & Νεωτερικότητα – Ο ρόλος της Μεταρρύθμισης
14 Σεπτεμβρίου 2013Περνάμε σήμερα στην επόμενη συνέχεια (https://www.pemptousia.gr/?p=55257) της μελέτης της Δρ Ειρήνης Αρτέμη αναφορικά με τις σχέσεις Oρθοδοξίας και Νεωτερικότητας. Στο παρόν απόσπασμα εξετάζεται ο ρόλος της Μεταρρύθμισης στις σχέσεις πολιτικής και θρησκείας.
2. Η «επανάσταση» των Χριστιανών εναντίον των Χριστιανών.
Η περίοδος των θρησκευτικών Μεταρρυθμίσεων.
Ο π. Ιωάννης Μάγιεντορφ, καθηγητής Βυζαντινής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Fordham, ορίζει τη Μεταρρύθμιση ως μία απόπειρα με σκοπό την απελευθέρωση του Δυτικού Χριστιανισμού από το Σχολαστικό περίγραμμα της σκέψης που του επέβαλλε η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και για την επαναφορά του στην Αγία Γραφή και τον πρώιμο Χριστιανισμό [11]. Το πνεύμα της Μεταρρύθμισης θεωρούσε ασήμαντα τα πράγματα αυτής της ζωής και έδινε μεγάλη σημασία στην άλλη ζωή [12]. Πρωτεργάτες της Μεταρρύθμισης υπήρξαν ο Λούθηρος και ο Καλβίνος με σκοπό να επιστρέψουν τους Χριστιανούς και κατά συνέπεια της Εκκλησίας στη διδασκαλία του Αγίου Παύλου και του ιερού Αυγουστίνου [13].
Η αφορμή για την έναρξη του κινήματος της Μεταρρύθμισης εντοπίζεται στην έκδοση, το Μάρτιο του 1517, από τον Πάπα Λέοντα Ι΄ της σημαντικότερης από τις «αφέσεις» η συγχωροχάρτια (indulgentiae) του. Ο Λέων Ι΄ χρειαζόταν χρήματα για την αποπεράτωση του ναού του Αγ. Πέτρου στη Ρώμη. Έτσι εξέδωσε μία Παπική Βούλα, με την οποία παρείχε «ολοκληρωτική άφεση» σε όσους θα συνέβαλλαν οικονομικά στο σκοπό αυτό [14].
Ο Λούθηρος αντιδρά και έτσι την παραμονή της εορτής των Αγίων Πάντων, στις 31 Οκτωβρίου 1517, θυροκολλά ο ίδιος τις περίφημες 95 Θέσεις του στην είσοδο της εκκλησίας του κάστρου της Wittenberg και ανακοινώνει πως είναι έτοιμος να τις υποστηρίξει δημόσια. Οι Θέσεις ήταν γραμμένες στη Λατινική και καυτηρίαζαν τόσο τις καταχρήσεις στο ζήτημα των αφέσεων, όσο και τις γενικότερα εσφαλμένες δογματικές αρχές στις οποίες στηριζόταν η έκδοσή τους. Η 31η Οκτωβρίου 1517 σηματοδοτεί την επίσημη έναρξη της Μεταρρύθμισης [15].
Το κίνημα της Μεταρρύθμισης ή αλλιώς η Προτεσταντική Επανάσταση εκτός από το θρησκευτικό μέρος που εστιαζόταν στην αντίδραση στις δογματικές και γενικότερες ατασθαλίες της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στηριζόταν και στην ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης. Η τελευταία αποτελούσε και καταλυτικό παράγοντα στην άνοδο στο θρόνο απόλυτων μοναρχών. Παράλληλα ήταν αρνητικοί στην επέμβαση του πάπα στις εσωτερικές υποθέσεις της Αγγλίας, Γαλλίας και Γερμανίας [16].
Αν και ο Λούθηρος και οι θεολογικές του απόψεις έγιναν γρήγορα αγαπητές στη Γερμανία και κέρδισαν μεγάλο έδαφος έναντί του ρωμαιοκαθολικισμού, εντούτοις φαίνεται να μη βρίσκουν την ίδια ανταπόκριση έξω από το γηγενές τους περιβάλλον [17]. Τις απόψεις του Λούθηρου έρχονται να αντικαταστήσουν η να συμπληρώσουν οι διδασκαλίες του Ζβίγγλιου και του Καλβίνου. Αυτοί διαμόρφωσαν νέα «χριστιανική θρησκεία», ασκώντας ισχυρές επιδράσεις στα πολιτικά τεκταινόμενα των ευρωπαϊκών χωρών, όπως η Γαλλία, η Ελβετία, οι Κάτω Χώρες.
Στην Αγγλία πρόσφορο έδαφος βρίσκουν οι θεολογικές απόψεις του Ουίκλιφ και του Θωμά Μορ. Η διάδοση των απόψεων αυτών βρίσκει μέσο την πολιτική εξουσία που ασκούσε ο βασιλιάς Ερρίκος ο Η΄ και το ζήτημα με το διαζύγιό του. Έτσι το 1534 η Αγγλικανική Εκκλησία λυτρώνεται από τα δεσμά της Ρωμαιοκαθολικής και ορίζει κεφαλή της τον εκάστοτε βασιλιά.
3. Αντιμεταρρύθμιση
Ο μηχανισμός της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας κλονίσθηκε συνθέμελα από τις μεταρρυθμιστικές κινήσεις στην Ευρώπη. Γρήγορα, λοιπόν, ξεκίνησε την αντεπίθεση με ρητορικά και έντυπα προπαγανδιστικά μέσα. Αναπαρίσταναν σε φυλλάδια το Λούθηρο και τον Καλβίνο ως διαβόλους. Επίσης έθεσε σε λειτουργία τις συνήθεις μεθοδεύσεις περιθωριοποίησης των αποστατών και αντιπάλων του πάπα. Ο Λούθηρος κατηγορήθηκε ως αιρετικός (εκείνους τους αιώνες μία βαρύτατη κατηγορία), γιατί αμφισβητούσε το αλάθητό του πάπα και των συνόδων. Το έτος 1519 ξεκίνησε εναντίον του μία εκκλησιαστική δίκη με μοναδική αναμενόμενη κατάληξη την καταδίκη του. Ενισχυμένος ο μεταρρυθμιστής από τη θερμή ανταπόκριση του λαού, αρνήθηκε οποιαδήποτε ανάκληση των θέσεών του κι έτσι ο πάπας τον αναθεμάτισε το έτος 1521 οριστικά ως «αιρετικό» [18].
Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία αντεπιτίθεται έναντι των επαναστατών με την ίδρυση των Ταγμάτων, όπως εκείνο των Ιησουϊτών. Πολλοί από τους Ιησουίτες αποτέλεσαν μέλη της Ιεράς Εξέτασης. Αυτή είχε την αποκλειστική δύναμη να αποφασίζει τι ήταν όχι μόνο θεολογικά ορθό, αλλά επιστημονικά και κοινωνικά. Έτσι αποτελούσε ανεκτίμητο σύμμαχο σε κάθε ηγεμόνα που ήταν γαλαντόμος απέναντι στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, αφού καταδίκαζε στην πυρά οποιονδήποτε λειτουργούσε ως απειλή άμεση η έμμεση για τον ηγεμόνα αλλά και για την ίδια τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
4. Η σχέση θρησκειών και Πολιτικής στην Ευρώπη από την εποχή του Διαφωτισμού και της Βιομηχανικής Επανάστασης έως το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οι ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης, όπως ατομική ελευθερία, αυτονομία, και κυριαρχία αντιμάχονταν τη διδασκαλία των θρησκειών αλλά και της Εκκλησίας που μιλούσαν για ένα ανώτερο ον και για την υπακοή των ανθρώπων σε μία ανυπέρβλητη αυθεντία, το Θείο και τους Ιερείς Του. Θεωρούσαν, λοιπόν, τις θρησκείες συνώνυμό της αυθεντίας, της μη κριτικής σκέψης, της παράδοσης, του κατεστημένου φεουδαρχικού καθεστώτος [19].
Η αμφισβήτηση φέρνει τον κεκαλυμμένο αθεϊσμό πίσω από διάφορες θεωρίες, όπως εκείνη του deismus. Σε αυτήν υποστηριζόταν ότι ναι μεν ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο αλλά δεν τον απασχολεί από εκεί και ύστερα η τύχη του. Κατά συνέπεια δεν έχουν καμία αξία οι προσευχές, τα μυστήρια, οι λειτουργίες αλλά και οι ναοί. Ο ανοιχτός αθεϊσμός[20] ήταν σπάνιος, όπως και ο ανοικτός χριστιανισμός.
Το 18ο αιώνα ο Χριστιανισμός δίνει τη θέση του στην αθεΐα και τον αγνωστικισμό [21]. Οι γενιές που ακολουθούν στη Γαλλία μετά την Επανάσταση του 1789 προσπαθούν να συνθέσουν μία αστική ηθική που θα αντικαταστήσει επάξια τη χριστιανική. Αυτό δεν επιτεύχθηκε. Το μόνο που κατάφεραν ήταν να υποκαταστήσουν τη χριστιανική θρησκεία με διάφορες ψευδοθρησκείες η την εγκαθίδρυση μίας κοσμικής ηθικής [22].
Οι άνθρωποι της εποχής των επαναστάσεων από το 18ο αιώνα έως τα μισά του 19ου στρέφονται με πάθος προς τα εγκόσμια. Αν και οι μάζες παρέμεναν θρησκευόμενες, εντούτοις, ο δεσπόζων κοσμικός χαρακτήρας των νέων εργατικών και σοσιαλιστικών κινημάτων εστίαζε στη θρησκευτική αδιαφορία, χαρακτηριστικό του προλεταριάτου [23].
Αντίθετα, οι κυρίαρχες χώρες της Ευρώπης το 19ο αιώνα που αποτελούσαν την Ιερά Συμμαχία, με αρχηγό της τον Αυστριακό Μέτερνιχ θεωρούσε ότι ήταν θεϊκή βούληση η διατήρηση των καθεστώτων της τυραννίας και της απολυταρχίας και μοναρχίας. Αντίθετα κάθε επανάσταση εθνική η κοινωνική αποτελούσε έργο του Σατανά.
Η άρνηση των θρησκειών αρχίζει να γίνεται γνωστή με δυναμικό τρόπο μέσα από τα έργα του Μαρξ. Αυτός χαρακτηρίζει τη θρησκεία ως όπιο των λαών. Η ιδέα της αρνήσεως κάθε θρησκείας αρχίζει όχι μόνο να ωριμάζει αλλά και να βρίσκει και οπαδούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της αρνήσεως κάθε θρησκευτικής ιδεολογίας αποτελεί η Επανάσταση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία το 1917.
Οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι αποτελούν και συνέπεια της απομακρύνσεως του ανθρώπου από τις θρησκείες. Περιθωριοποιώντας τη διδασκαλία των θρησκειών και δη του χριστιανισμού, στην πραγματικότητα παραγκωνίζει την ανθρωπιά του ένας λαός και χάνει την ηθική του. Έτσι η Γερμανία δε δίστασε στο όραμα της δημιουργίας της Άριας φυλής να «αποθηκεύσει» στους κλίβανους για τους ανθρώπους, εκατομμύρια ανθρώπους χωρίς το παραμικρό ίχνος δισταγμού από το σύνολο των Γερμανών.
[Συνεχίζεται]11. Ι. Μάγιεντορφ, «Η σημασία της Μεταρρύθμισης στην ιστορία της Χριστιανοσύνης», Σύναξη, 51 (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 1994), 23.
12. E. Burns, Ευρωπαϊκή Ιστορία, Α΄, επιμ. Ι. Σ. Κολλιόπουλου, εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, χ.ο., σ. 120.
13. Αυτόθι.
14. Θ. Γ. Γραμμένου, «Θεός το φρούριον ημών»: Έργα και ημέρες του Μαρτίνου Λούθηρου», http://www.gec.gr/history/luther.htm (2012).
15. Αυτόθι.
16. E. Burns, Ευρωπαϊκή Ιστορία, Α΄, σ. 128.
17. Αυτόθι, σ. 141.
18. Στ. Φραγκοπούλου, Ιστορία της Τεχνολογίας. Με παρεκβάσεις σε συναφή γεγονότα που επηρέασαν την επιστήμη, την τεχνολογία και τον πολιτισμό, 2008, σ. 37.
19. B. Boll, «Θρησκεία, πολιτική και εκλογική συμπεριφορά στη Γερμανία. Ιστορικές Εμπειρίες, σύγχρονα ερωτήματα και αβεβαιότητες για το μέλλον», Θρησκείες και πολιτική στη νεωτερικότητα, εκδ. Κριτική, 2002, σ. 238.
20. Ε. Hobsbawm, Η εποχή των επαναστάσεων, 1789-1848, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1992, 309.
21. Αυτόθι, σ. 310.
22. Αυτόθι, σ. 311.
23. Αυτόθι, σ. 313.