Η προσαρμοστικότητα των Χειμωνιάτικων Σιτηρών

11 Δεκεμβρίου 2013

Sitari_02_up

Όπως αναφέρθηκε και πιο πριν (στο πρώτο μέρος του αφιερώματος στα σιτηρά), το σιτάρι είναι φυτό μεγάλης προσαρμοστικότητας και μπορεί να καλλιεργηθεί σε όλα σχεδόν τα μέρη του κόσμου. Δεν μπορεί να καλλιεργηθεί μόνο στα κλίματα που είναι συνεχώς θερμά και υγρά (ασθένειες, δύσκολη η συγκομιδή και η αποθήκευση).

Το καλύτερο κλίμα για το σιτάρι είναι αυτό που στη βλαστική ανάπτυξη του φυτού (αύξηση του στελέχους) επικρατεί καιρός ψυχρός και υγρός και κατά την περίοδο σχηματισμού των σπόρων καιρός θερμός και ξηρός. Στις ημίξηρες περιοχές και τα μεσογειακά κλίματα καλλιεργείται ως φθινοπωρινό ή χειμωνιάτικο. Σε ηπειρωτικά κλίματα και μεγάλα γεωγραφικά πλάτη σπέρνεται την άνοιξη.

Όπως αναφέρθηκε ήδη, ο καρπός του σιταριού, αφού αλευροποιηθεί, χρησιμοποιείται κυρίως για την παρασκευή ψωμιού και ζυμαρικών, ενώ οι υποβαθμισμένες ποιότητες του καρπού (κυρίως του μαλακού σιταριού) χρησιμοποιούνται στην κτηνοτροφία.

Το κριθάρι είναι πιο ανθεκτικό από το σιτάρι στις υψηλές θερμοκρασίες, λιγότερο όμως ανθεκτικό στις χαμηλές θερμοκρασίες. Είναι πιο ανθεκτικό από το σιτάρι στην ξηρασία και περισσότερο παραγωγικό υπό ξηρικές συνθήκες, γιατί έχει μικρότερο βιολογικό κύκλο και το μικρότερο συντελεστή διαπνοής από όλα τα σιτηρά. Αποδίδει ικανοποιητικά και σε εδάφη λιγότερο γόνιμα από το σιτάρι, ενώ απαιτεί εδάφη λιγότερο όξινα. Είναι το πιο ανθεκτικό στην αλατότητα από όλα τα σιτηρά.

Σε περιοχές ψυχρές, το κριθάρι σπέρνεται και την άνοιξη (από τα τέλη Φεβρουαρίου μέχρι τα μέσα Μαρτίου) και ολοκληρώνει τον βιολογικό του κύκλο σύντομα, σε διάρκεια τριών μηνών, γι’ αυτό και είναι γνωστό ως «τριμήνι».

Ο καρπός του χρησιμοποιείται στην κτηνοτροφία και την παρασκευή της μπύρας (βυνοζυθοποιία), ενώ το φυτό είναι κατάλληλο ως φυτό βιομάζας και ως φυτό βόσκησης.

Η βρώμη είναι το πιο ευαίσθητο είδος από όλα τα χειμωνιάτικα σιτηρά στις χαμηλές θερμοκρασίες, η πιο απαιτητική σε νερό και η λιγότερο ανθεκτική στις υψηλές θερμοκρασίες. Στην αλατότητα του εδάφους είναι λιγότερο ανθεκτική από το κριθάρι και το σιτάρι και περισσότερο ανθεκτική από το ρύζι και τον αραβόσιτο.

Ο σπόρος της βρώμης χρησιμοποιείται ως κτηνοτροφή και για ανθρώπινη κατανάλωση. Πλεονεκτεί χρησιμοποιούμενος στα σιτηρέσια των μονόπλων. Η βρώμη καλλιεργείται επίσης για παραγωγή σανού, για βόσκηση και για ενσίρωση.

Η σίκαλη ή βρίζα είναι το πιο ανθεκτικό από όλα τα αγρωστώδη στις χαμηλές θερμοκρασίες και το ολιγότερο απαιτητικό από όλα τα χειμωνιάτικα σιτηρά σε εδαφική υγρασία, λόγω ιδιαίτερα αναπτυγμένου ριζικού συστήματος. Είναι παραγωγική σε εδάφη φτωχά, αμμώδη, ελαφρώς όξινα, ανθεκτική στο πλάγιασμα και στα ζιζάνια, γι’ αυτό και δεν απαιτεί ζιζανιοκτονία.

Η σίκαλη καλλιεργείται για παραγωγή καρπού και βιομάζας. Ο καρπός χρησιμοποιείται κυρίως για ανθρώπινη κατανάλωση και ως κτηνοτροφή. Για ανθρώπινη κατανάλωση για παραγωγή ψωμιού (σκούρο χρώμα) σε ανάμειξη με αλεύρι σιταριού και για παρασκευή μπισκότων, μπύρας, ουίσκι κ.ά. Ως κτηνοτροφή χρησιμοποιείται σε μίγμα με άλλους καρπούς σιτηρών.

Παλαιότερα, στην Ελλάδα καλλιεργούνταν ο «σμιγός», μίγμα σιταριού και σίκαλης. Το προϊόν προπολεμικά χρησίμευε για την παρασκευή ψωμιού.

Τα τριτικάλε, τέλος, προέκυψαν ως είδος στην προσπάθεια δημιουργίας ενός σιτηρού με αποδόσεις ανάλογες ή υψηλότερες του σιταριού, με δυνατότητες παραγωγής κάτω από δυσμενείς συνθήκες (εδάφη μέτριας γονιμότητας, χαμηλές θερμοκρασίες) και με βελτιωμένη βιολογική αξία του προϊόντος.

Τα τριτικάλε είναι προϊόν διασταύρωσης αφενός μεν μαλακού σιταριού και σίκαλης (οκταπλοειδή τριτικάλε), αφετέρου δε σκληρού σιταριού και σίκαλης (εξαπλοειδή τριτικάλε).

Η αντοχή των τριτικάλε στις χαμηλές θερμοκρασίες είναι αρκετά βελτιωμένη σε σχέση με το σιτάρι, όχι όμως εντυπωσιακή. Υποκαθιστούν τα τριτικάλε το σιτάρι και τη σίκαλη σε όξινα και αμμώδη εδάφη, στα οποία είναι πιο παραγωγικά.

Το αλεύρι των τριτικάλε χρησιμοποιείται για την παρασκευή ψωμιού και ο καρπός τους ως κτηνοτροφή. Καλλιεργούνται ακόμα και για παραγωγή βιομάζας.

Ανεπιθύμητα χαρακτηριστικά των τριτικάλε, που δεν έχουν καταφέρει να αντιμετωπίσουν με επιτυχία οι βελτιωτές των φυτών, είναι η εύθραυστη ράχη του στάχυ και το «τίναγμα» των σπόρων.

(Φωτ.: wikimedia)