Έμπρακτα φιλάνθρωπη η ορθόδοξη εκκλησία

4 Οκτωβρίου 2014

Fence topped with barbed wire on the background of an apartment

H ορθόδοξη εκκλησία όχι μόνο δεν αδιαφορεί για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία διατηρούν την αξία τους ως αναζήτηση της ελευθερίας, αλλά διαθέτει και μακρά παράδοση στον τομέα αυτό, στην οποία είναι καταγεγραμμένη η έμπρακτα φιλάνθρωπη στάση απέναντι στον άνθρωπο. Η αποκεκαλυμμένη αλήθεια του Τριαδικού Θεού, μέσω του σχεδίου της Θείας Οικονομίας, απεργάζεται τη σωτηρία του κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν πλασθέντος ανθρώπου.

Οι παρακάτω επισημάνσεις αφορούν τις κατηγορίες κατά της Ορθόδοξης εκκλησίας ότι οδηγεί τους ανθρώπους στην παθητική αποδοχή της μοίρας τους αποτρέποντάς τους από τη μαχητική διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους, τους απομακρύνει από το παρόν με τον εσχατολογικό της προσανατολισμό και παρουσιάζει το (βυζαντινό) παρελθόν ως τη «χρυσή εποχή» του χριστιανισμού.

1) Ο άνθρωπος, συνεργαζόμενος με το Χριστό στο έργο της Θείας Οικονομίας, διατηρεί πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαμόρφωση του μέλλοντός του και δεν επαφίεται σε μαγικές λύσεις και από μηχανής θεούς.

2) Η ορθόδοξη εσχατολογία δεν αποτελεί ατομική καταφυγή σε ένα μελλοντικό «άχρονο ουράνιο κόσμο» γνωστικής έμπνευσης. Αντίθετα, μπορεί κάλλιστα να ωθεί σε μια κριτική στάση απέναντι στο παρόν, με βάση την οποία να διεκδικεί, να επιδιώκει ή να προωθεί αλλαγές προς το συμφέρον όλων.

3) Η Ορθοδοξία δεν αντιμετωπίζει το παρελθόν ρομαντικά, δεν θεωρεί το Βυζάντιο ως τη «χρυσή εποχή» στην οποία πρέπει να επιστρέψουμε. Στο ιστορικό παρελθόν της υπήρξαν περίοδοι, οι οποίες λειτούργησαν ως σημαντικά βήματα συνεργασίας του Χριστού με τον χειραφετημένο «εν Χριστῴ» άνθρωπο, χωρίς καμιά περαιτέρω εξιδανίκευση.[1]

Η ορθόδοξη ανθρωπολογία δεν ασχολείται μόνο με τη φυσική αλλά και την πνευματική σύσταση του ανθρώπου και αναζητεί τον εγκόσμιο και μεταφυσικό προσανατολισμό του. Το ανθρώπινο πρόσωπο – υπόσταση, η χριστιανική οντολογική θεώρηση του μυστηρίου του καινού ανθρώπου, δεν παραπέμπουν απλά σε μια διαφορετική ανθρωπολογική προσέγγιση, αλλά στην κατ’ εξοχήν σωτηριολογική ανθρωπολογική βάση της ορθοδοξίας και στη μυστηριακή βίωσή της. Τούτο δεν συνεπάγεται την αδιαφορία της ορθοδοξίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία διατηρούν την αξία τους ως αναζήτηση της ελευθερίας, αλλά παραπέμπει στη μακρά παράδοση της ορθόδοξης εκκλησίας, όπου είναι καταγεγραμμένη η έμπρακτα φιλάνθρωπη στάση απέναντι στον άνθρωπο.

Υπάρχουν βέβαια και θεολογικές φωνές, οι οποίες καλούν την Εκκλησία «να μάθει το νόημα αυτών των δικαιωμάτων, που, είτε τα απέκρουσε κάποτε κατά την πορεία της ιστορίας, είτε τα παραμέλησε. Όπως κι αν έγινε, σήμερα έχουν γίνει δεκτά και διακηρύσσονται ως γνήσια κληρονομιά, ριζωμένη στη θεόδοτη αξιοπρέπεια που συνιστά την οντολογική μας υπόσταση».[2]

Είναι σαφές, ότι η διακήρυξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν επιδιώκει να υποκαταστήσει την ορθόδοξη ανθρωπολογία με κάποια άλλη, αντίθετα προασπίζεται το δικαίωμα και των ορθοδόξων να έχουν τη δική τους ανθρωπολογία. Δεν προτάσσει μια κοσμική ή επιστημονική ανθρωπολογία, ως απαραίτητη προϋπόθεση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το ζήτημα είναι αν από την πλευρά της ορθοδοξίας υπάρχει η διάθεση και η δυνατότητα αναθεώρησης των ανθρωπολογικών της δεδομένων, ώστε να αρθρώσει σύγχρονο και πειστικό λόγο ικανό να ενσωματώσει την επιστημονική γνώση και έτσι να συμμετάσχει ισότιμα στο διάλογο για τα ανθρώπινα δικαιώματα και όχι μόνο.

Η ορθόδοξη εκκλησία σήμερα, με τη συμμετοχή της στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, του οποίου τα περισσότερα μέλη είναι εκκλησίες από το φάσμα εκείνων, που προέκυψαν από τη θρησκευτική μεταρρύθμιση, βρίσκεται σε άμεσο διάλογο και συνάφεια με το νεωτερικό λόγο και κατ’ επέκταση με τη νεωτερική ηθική. Πέρα από τις όποιες επιδράσεις της ρωμαιοκαθολικής θεολογίας, η οργανωτική δομή της ορθοδοξίας διευκολύνει την αλληλεπίδραση με τον νεωτερικό λόγο της μεταρρύθμισης. Η ορθόδοξη εκκλησία διατήρησε σημαντική απόσταση από τις ρωμαιοκαθολικές απολυτοποιήσεις και στους κόλπους της αναπτύχθηκαν τάσεις διαλόγου με τις νεότευκτες εκκλησίες του προτεσταντικού τόξου. Η κεφαλαιοποίηση της ιστορικής εμπειρίας της ορθοδοξίας την κατέστησε περισσότερο διαλλακτική έναντι της ιστορικής εξέλιξης στο δυτικό κόσμο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1]Δημήτριος Μόσχος, «Η νεοδιαφωτιστική κριτική απέναντι σε κοινωνικές αναφορές της Ορθόδοξης σκέψης», Σύναξη 73 (2000), σ.39

[2]Σάββας Αγουρίδης, ό.π., σ.34

Παρατήρηση: Συνεχίζουμε τη δημοσίευση με τη μορφή σειράς άρθρων της εργασίας “ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ: ΤΑ ΕΜΠΟΔΙΑ ΣΤΗΝ ΑΜΟΙΒΑΙΑ ΑΠΟΔΟΧΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΟΡΕΥΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΙΝΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ” του θεολόγου Παναγιώτη Πολυχρονόπουλου.