Προσβάσιμη σελίδα

Η ελληνική εκκλησιαστική μουσική. Ένα συναρπαστικό ταξίδι πνευματικότητας και κάλλους

Απαρχές και η μουσική των Εβραίων

Για να εκτιμήσουμε το μεγαλείο της Ελληνικής εκκλησιαστικής μουσικής πρέπει να την εντάξουμε στο πλαίσιο της εξέλιξης της μουσικής, ιδιαίτερα στην περιοχή της Μεσογείου. Η ένταξη αυτή θα αναδείξει τα ιστορικά και πολιτιστικά στοιχεία που παρέλαβε, αλλά και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα που ανέπτυξε, αποτελώντας για την Ορθόδοξη παράδοσή μας έναν από τους πολυτιμότερους θησαυρούς της.

ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ

Είναι δύσκολο αν όχι αδύνατον να προσδιοριστεί το «πότε» γεννήθηκε η μουσική. Όλα δείχνουν ότι στην αρχή ο άνθρωπος, για λόγους πρακτικούς, αισθάνθηκε την ανάγκη τού ρυθμού, που αποτελεί το πρωταρχικό στοιχείο της μουσικής. Έτσι, για παράδειγμα, το βάδισμα, η άντληση νερού, η μεταφορά αντικειμένων , η κατασκευή εργαλείων και γενικά η εργασία του πρωτόγονου ανθρώπου άρχισε σιγά-σιγά να συντονίζεται με τον φυσιολογικό ρυθμό του σώματος του, δηλαδή τους παλμούς της  καρδιάς, τον σφυγμό, την αναπνοή. Αυτός ο συντονισμός οδήγησέ τον άνθρωπο να κατανοήσει την έννοιά του ρυθμού.

 Παράλληλα, διάφορα ηχητικά φαινόμενα, όπως το κελάρυσμα του νερού, το θρόισμα των φύλλων των δένδρων, οι βροντές, οι κραυγές των θηρίων και το κελάηδισμα των πουλιών, οδήγησαν τους ανθρώπους στο διαχωρισμό των ευχάριστων από τους δυσάρεστους ήχους.

 Έτσι φαίνεται πως δημιουργήθηκαν οι βάσεις της μουσικής, χωρίς βέβαια να μπορεί κανείς να κάνει λόγο για καλλιτεχνική δημιουργία. Στη συνέχεια ο άνθρωπος χρησιμοποίησε τους δικούς του ρυθμικούς σχεδιασμούς ενώ φαίνεται πως πολύ αργότερα παρουσιάστηκε η μελωδία. Είναι βέβαιο πως η πρώτη χρήση των ήχων προήλθαν από τη μίμηση των φυσικών ήχων και είχαν σκοπό την επικοινωνία, την προειδοποίηση από κινδύνους κλπ.

Ο ρυθμός βέβαια τον οδήγησε σε μια άλλη τέχνη η οποία στη συνέχεια πήρε το δικό της δρόμο: την τέχνη του χορού. Είναι βέβαιο πως ο χορός ήταν από τις πρωταρχικές εκφράσεις συναισθημάτων αλλά και επικλήσεις των θεών. Σιγά-σιγά το τραγούδι και ο χορός άρχισαν να ικανοποιούν τον συναισθηματικό κόσμο του ανθρώπου, οπότε μπορούμε πια να μιλήσουμε για μουσική, όπως την εννοούμε σήμερα.

 Οι γραπτές πηγές και τα διάφορα μνημεία μαρτυρούν ότι όλοι οι λαοί που καλλιέργησαν πολιτισμό κατέβαλλαν ιδιαίτερες προσπάθειες για να καλλιεργήσουν τη μουσική. Έτσι π.χ. παρατηρούμε ότι οι Κινέζοι, οι Σουμέριοι, οι Ασσύριοι, οι Βαβυλώνιοι, οι Πέρσες, οι Αιγύπτιοι, οι Φοίνικες, είχαν φωνητική μουσική αλλά και ενόργανή, καθώς και σύστημα μουσικής σημειογραφίας. Όλοι, επιπλέον, κατασκεύαζαν  μουσικά όργανα. Οι Κινέζοι και Ινδοί μάλιστα εξακολουθούν να έχουν μέχρι σήμερα πολλά από τα όργανα της αρχαιότητας. Οι λαοί αυτοί πάντως είχαν επιπλέον και μουσική θεωρία, ενώ  η μουσική τους ήταν μονοφωνική. Συχνά έπαιζαν οι έψαλλαν άσματα σε αντιφωνία  ή χρησιμοποιούσανπαρεμπιπτόντως  μερικούς φθόγγους  παράλληλους με τη βασική μελωδία, χωρίς όμως να αλλοιώνεται στην ουσία ο μονοφωνικός χαρακτήρας της μουσικής τους. Τα μουσικά όργανα των λαών αυτών ήτανε έγχορδα, πνευστά και κρουστά.

 Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΩΝ ΕΒΡΑΙΩΝ

 Οι Εβραίοι εκτιμούσαν πολύ τη μουσική τέχνη και τη μεταχειριζόντουσαν, τόσο στο δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό βίο τους, ιδιαιτέρως δε στις ιεροτελεστίες. Δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα για τη σύνθεση και τη δομή της εβραϊκής μουσικής. Μόνο συγκριτικά μπορούμε να οδηγηθούμε σε κάποια συμπεράσματα. Η μουσική τους ήταν μονοφωνική. Έψελναν στον Ναό με τη συνοδεία οργάνων και κρατούσαν τον ρυθμό μετά κρούστα. Είχαν βεβαίως και έγχορδα και πνευστά όργανα. Οι θρησκευτικές τελετές τους συνοδεύονταν από μεγαλοπρεπείς μουσικές εκδηλώσεις. Οι Εβραίοι δεν είχαν ιδιαίτερη μουσική σημειογραφία. Γενικά δεν έχουμε διαπιστώσει πως είχανε οργανωμένο σύστημα μουσικής σημειογραφίας , ούτε βέβαια οργανωμένη και δομημένη θεωρία της μουσικής.

Ένα πράγμα, όμως, είναι βέβαιο: Η μουσική κατείχε σημαντική θέση στη ζωή των Εβραίων, ιδιαίτερα στη λατρεία που απέδιδαν στον Θεό. Συνόδευε τη στέψη των βασιλιάδων, χρησιμοποιούνταν σε θρησκευτικές τελετές και έπαιζε κάποιον ρόλο στους πολέμους. Επίσης ψυχαγωγούσε τη βασιλική αυλή, έδινε ζωντάνια σε γάμους και οικογενειακές συγκεντρώσεις και δημιουργούσε ατμόσφαιρα κατά τις γιορτές του τρύγου και του θερισμού των σιτηρών. Δυστυχώς, η μουσική συνδεόταν και με κακόφημα μέρη. Τέλος, όταν κάποιος πέθαινε, η μουσική παρηγορούσε αυτούς που έμεναν πίσω.

Στον Ισραήλ, η μουσική έπαιζε και άλλους ρόλους. Ήταν γνωστό ότι είχε τη δυνατότητα να εξυψώνει τη διάνοια και να κάνει τους προφήτες δεκτικούς από πνευματική άποψη. Ο Ελισαιέ έλαβε θεϊκή έμπνευση ακούγοντας τον ήχο ενός εγχόρδου. (Βασ. Β΄3,15) Η μουσική σηματοδοτούσε επίσης τις ημερομηνίες διαφόρων γεγονότων. Η νέα σελήνη και οι γιορτές αναγγέλλονταν με τον ήχο δύο ασημένιων σαλπίγγων. Την ημέρα του Ιωβηλαίου, ο ήχος του κέρατος κήρυττε ελευθερία για τους δούλους και επαναφορά της γης και των σπιτιών, που είχαν χαθεί από χρέη, στους κατόχους τους. Πόσο πρέπει να χαίρονταν οι φτωχοί όταν άκουγαν τη μουσική που ανάγγελλε την ανάκτηση της ελευθερίας ή των υπαρχόντων τους!​(Λευ. 25,9  Αρ. 10,10).

Ορισμένοι Ισραηλίτες πρέπει να ήταν εξαιρετικοί μουσικοί ή τραγουδιστές. Μάλιστα, σύμφωνα με ένα ασσυριακό πρόστυπο ανάγλυφο, ο Βασιλιάς Σενναχειρείμ απαίτησε ως φόρο υποτελείας από τον Βασιλιά Εζεκία μουσικούς​—άντρες και γυναίκες. Όπως φαίνεται, επρόκειτο για άριστους ερμηνευτές. Αλλά εκείνος που διακρινόταν από όλους τους δεξιοτέχνες μουσικούς ήταν ο Δαβίδ.

 Κατά τον 9ο και τον 10ο αιώνα π.Χ. αναγκάστηκαν να δημιουργήσουν ένα απλό είδος νευματικής μουσικής γραφής , δηλαδή σύμβολα, τα οποία έδιναν στην φωνή κατεύθυνση ανόδου ή καθόδου , κάτι σαν την βυζαντινή σημειογραφία. Η χρήση των οργάνων  ήταν μάλλον πρακτική, έχουμε δεμαρτυρία (Γέν. 4,21) ότι πριν τον Κατακλυσμό έζησαν σπουδαίοι μουσικοί όπως ο Γιουβάλ, τον οποίον ο Μωυσής αποκαλούσε «πατέρα όλων όσοι έπαιζαν αυλό». Επίσης προφητάναξ Δαβίδ και ο βασιλιάς Σολομών ήταν μουσικοί και καλλιέργησαν κυρίως τη θρησκευτική μουσική. Ο Δαυίδ διάλεξε από τους Λευίτες  4000 ψάλτες τους οποίους διαίρεσε σε εικοσιτέσσερις τάξεις. Όλους αυτούς τους έθεσε υπό τη διεύθυνση τριών μουσικοδιδάσκαλων. Καθεμιά από τις τάξεις αυτές έψελνε εναλλάξ κάθε εβδομάδα, όλες δε οι τάξεις από κοινού έψελναν κατά τις μεγάλες γιορτές. Βεβαίως και ο ίδιος ο Δαβίδ δεν θεωρούσαν αξιοπρεπές να συνοδεύει με ένα όργανό τους ψαλμούς, τους ύμνους και τις προσευχές (Ψαλ. 7).

Ο Δαβίδ ξεχώριζε επειδή ήταν ταυτόχρονα μουσικός και ποιητής. Οι μισοί και πλέον ψαλμοί αποδίδονται σε εκείνον. Ως νεαρός, ο Δαβίδ έπαιζε τόσο καλά την άρπα ώστε μίλησαν για αυτόν στον Σαούλ, το βασιλιά, ο οποίος τον πήρε στην υπηρεσία του. Όταν ο Σαούλ κυριευόταν από οδύνη και συναισθηματική ταραχή, ο Δαβίδ πήγαινε σε αυτόν και έπαιζε στην άρπα του τα μελωδικά και κατευναστικά μουσικά μοτίβα τα οποία ηρεμούσαν την καρδιά του βασιλιά. Οι σκοτεινές σκέψεις που κατέτρεχαν τον Σαούλ εξαφανίζονταν, και η ταραχή του υποχωρούσε (Σαμ.16,16).

Η ψαλμοί ήταν ουσιαστικά τραγούδια. Αυτό φαίνεται από το ότι μερικοί Ψαλμοί έχουν οδηγίες ως προς την εκτέλεση τους. Οι χοροί αποτελούνταν από ψάλτες και οργανοπαίκτες. Η αξιόλογη αυτή οργάνωση φαίνεται στην περιγραφή των εγκαινίων του Ναού του Σολομώντα. Η οργάνωση αυτή των ψαλτών κατά αυτό τον τρόπο εξακολούθησε και μετά το θάνατο του Δαβίδ μέχρι την αιχμαλωσία. Κατά τη διάρκεια της εποχής των ειδωλολατρών βασιλέων δεν ακουγόντουσαν πια Ψαλμοί στον Ναό. Επανήλθαν στην εποχή του βασιλέως Ιωσία. Κατά το διάστημα της αιχμαλωσίας στη Βαβυλώνα οι εβραίοι, σε εκδήλωση πένθους, κρέμασαν τα όργανα τους στις ιτιές κατά μήκος των ακτών του ποταμού της Βαβυλώνας.

Όταν η αιχμαλωσία έληξε, η μουσική ακούστηκε ξανά στον ναό. Πλην όμως δεν έφτασε ποτέ στην παλιά του αίγλη. Κανένα αυθεντικό μνημείο της παλιάς εβραϊκής μουσικής δεν διασώζεται. Μελωδίες οι οποίοι αναφέρονται σε βιβλία της εβραϊκής αρχαιολογίας είναι πολύ μεταγενέστερες.

 Τα μουσικά όργανα των Εβραίων  ως επί το πλείστον προέρχονται από την Αίγυπτο και τη Φοινίκη και αναφέρονται στον 150ό Ψαλμό , στον Δανιήλ, κεφ. 3, 4 και Βασιλειών Β, στ. 6,5. Με τον ίδιο τρόπο οι Εβραίοι διασκέδαζαν  με τη συνοδεία οργάνων και κατά τα συμπόσια, όπως αναφέρει ο προφήτης Ησαΐας (4,12).

Στα έγχορδα περιλαμβάνονταν το λαούτο, η άρπα και το δεκάχορδο όργανο. (Ψαλμ 92,3) Τα κούρδιζαν σε Αλαμώθ και σε Σεμινίθ, εκφράσεις που πιθανώς αναφέρονται σε υψηλότερες και χαμηλότερες οκτάβες. (Χρον, Α΄15,20). Στα χάλκινα και στα πνευστά συγκαταλέγονταν η φλογέρα, ο αυλός, το κέρας, καθώς και οι σάλπιγγες τις οποίες «σάλπιζαν δυνατά». (Χρον, Β΄7,6   Ψαλμ. 150, 3-4) Στην αφιέρωση του ναού, σάλπιγγες και υμνωδοί έκαναν «να αντηχήσει ένας ήχος». (Χρον. Β΄ 5,12-13) Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι υπήρχε συντονισμός μεταξύ τους και ότι δεν ακούγονταν παρατονίες. Στα κρουστά περιλαμβάνονταν το ντέφι και το σείστρο, ένα είδος μουσικής κουδουνίστρας, όπως επίσης «κάθε είδους όργανα από ξύλο αρκεύθου». Υπήρχαν επίσης κύμβαλα​—μικρά που παρήγαν “μελωδικό ήχο” και μεγάλα τα οποία αποκαλούνταν «κύμβαλα κρουστά» (Σαμ. Β΄ 6,5  Ψαλμ. 150,50)._

Πρόσφατες
δημοσιεύσεις
Χερουβικόν ήχος πλ.α΄ | Κωνσταντίνου Πρίγγου
Λόγος και Μέλος: Αρχιμανδρίτη Ζαχαρία (Ζαχάρου) Έσσεξ: Ομιλήματα Τεσσαρακοστής (B')
Λόγος και Μέλος: Αρχιμανδρίτη Ζαχαρία (Ζαχάρου) Έσσεξ: Ομιλήματα Τεσσαρακοστής (Α')
«Βυζαντινά Πάθη» του Μιχάλη Αδάμη (24/4/2024, Αγία Σοφία Θεσσαλονίκης)
Λόγος και Μέλος: Περιμένοντας την Ανάσταση - Εισαγωγή στο Θείο Δράμα