Υιός Πάθους και Μήτηρ Χαρμολύπης

17 Απριλίου 2020

ΤΑ ΠΑΘΗ ΣΤΗΝ ΔΥΤΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ

Η Χριστιανική ταυτότητα του Ευρωπαϊκού πολιτισμού σε Ανατολή και Δύση επαληθεύεται με τον πλέον εμφατικό τρόπο στην τέχνη. Όλοι οι ιστορικοί της τέχνης συμφωνούν πως, αν αφαιρεθεί από τον Ευρωπαϊκό πολιτιστικό οικοδόμημα το θρησκευτικό στοιχείο, η καλλιτεχνική δημιουργία της Ευρώπης στερείται περιεχομένου, ταυτότητας και οπωσδήποτε ενός ασύλληπτου όγκου έργων τέχνης.

Στο επίπεδο της λατρείας, είναι σαφές πως, μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Χριστιανοσύνης, υπάρχει μία διαφοροποίηση ως προς τις προτιμήσεις: Στη Δύση, κυρίως στα Προτεσταντικά περιβάλλοντα, στο κέντρο τοποθετείται η περίοδος των Χριστουγέννων ενώ στην Ανατολή, αδιαμφισβήτητη προτεραιότητα έχει η περίοδος του Τριωδίου, με αποκορύφωμα τη Μεγάλη Εβδομάδα και την Κυριακή του Πάσχα.

Στο επίπεδο της καλλιτεχνικής δημιουργίας όμως, αδιαμφισβήτητη προτεραιότητα ως προς την έμπνευση σ΄ Ανατολή και Δύση, έχει η Μεγάλη Εβδομάδα. Ιδιαίτερα στον τομέα του μελοποιημένο λόγου, η περίοδος αυτή δεν σταμάτησε ποτέ να εμπνέει τους σύνθετες, ακόμη και όταν η Δυτική Ευρώπη αποστασιοποιήθηκε, καλλιτεχνικά, από το μονοπώλιο των θρησκευτικών θεμάτων που επικράτησε ιδιαίτερα από τον Μεσαίωνα μέχρι το Μπαρόκ, και αναζήτησε και άλλες πηγές έμπνευσης.

Δεν είναι όμως μόνον η θεματολογία. Η Χριστιανική πίστη, σε επίπεδο μουσικής δημιουργίας, δημιούργησε μουσικές μορφές αμιγώς θρησκευτικές, που ξεκινούν από τους Μεσαιωνικούς Γρηγοριανούς ύμνους και φτάνουν μέχρι το Ορατόριο και εμμέσως την Όπερα, προς το τέλος της Αναγέννησης.

Στην Ανατολή, οι ιδιαίτερες ιστορικές συνθήκες, διατήρησαν για πολύ περισσότερο χρόνο τον στενό δεσμό μεταξύ εκκλησιαστικής και κοσμικής μουσικής. Ακόμη και όταν η Βυζαντινή μουσική έβγαινε από το ναό και γινόταν υλικό της Δημοτικής μουσικής, διατηρούσε ατόφιο το υλικό των εκκλησιαστικών ήχων, αλλά και το παρελκόμενο ήθος. (Συχνά ξεχνούμε την  αναμφισβήτητη και θεμελιώδη σχέση μουσικής και ήθους). Η ψαλτική, το τραγούδι και ο χορός απετέλεσαν στην καθ΄  ημάς Ανατολή ένα οργανικό σύνολο, που συνέχισε, μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα, να δίνει άνθη και καρπούς με ιδιαίτερη ταυτότητα και ύφος.

Στη Δύση, όταν η μουσική βγήκε έξω από τον Γοτθικό ναό, ακολούθησε ένα ταχύτατο ρυθμό χειραφέτησης, έμειναν όμως οι μουσικές μορφές-φόρμες, όχι μόνον να θυμίζουν αλλά και να παράγουν νέο υλικό, με ποικιλία βεβαίως ύφους, καθώς ο επώνυμος συνθέτης έγινε αναμφίβολα ο πρωταγωνιστής του Δυτικού μουσικού πολιτισμού.

Ειδικότερα, οι ημέρες που διανύουμε, οι ημέρες του Θείου Πάθους, δεν άφησαν κανέναν κορυφαίο συνθέτη της Δυτικής μουσικής αδιάφορο. Σε ορισμένους μάλιστα, η θρησκευτική έμπνευση βρίσκεται στον πυρήνα του έργου τους και καταλαμβάνει τον μεγαλύτερο όγκο της καλλιτεχνικής τους δημιουργίας.

Είναι βέβαιον πως η ανάγκη των απλών ανθρώπων να δουν ζωντανά τα γεγονότα της πίστης και ιδιαίτερα τα γεγονότα της Μεγάλης Εβδομάδος βρίσκεται στη ρίζα της δημιουργίας των Λειτουργικών Δραμάτων ή Μυστηρίων, των αναπαραστάσεων δηλαδή των γεγονότων, είτε από επαγγελματίες είτε από απλούς ανθρώπους. Το γεγονός αυτό δημιούργησε την ανάγκη δημιουργίας ανάλογης μουσικής, και κατ΄ επέκτασιν την διαμόρφωση θρησκευτικών μουσικών μορφών, όπως το Ορατόριο.

Το μοτέτο, ολοκληρωμένη πολυφωνική μουσική σύνθεση των αρχών του 13ου αιώνα, θεωρείται πώς έδωσε στην θρησκευτική θεματολογία έναν ευρύτερο ορίζοντα από τους μέχρι τότε κυρίαρχους μονοφωνικούς Γρηγοριανούς ύμνους.  Ως μουσική μορφή για πέντε σχεδόν αιώνες, από τον Γάλλο Περοτέν ( https://www.youtube. com/watch?v=W6TjML5oor4 ), τον 13ο αιώνα, μέχρι και τον Μπαχ στα μέσα του 18ου αιώνα, συνέχισε να προσφέρει ένα στερεό μουσικό πλαίσιο.

Και μίας και ο λόγος για τον μέγιστο των Δυτικών συνθετών και μεταξύ των μεγίστων της παγκόσμιας μουσικής, ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ προσέφερε στην ανθρωπότητα την σύζευξη θρησκευτικού συναισθήματος και μουσικής τελειότητας. Ενός θρησκευτικού συναισθήματος που τον διακατείχε ως άνθρωπο και διαμόρφωσε το ήθος του, ήθος σεμνότητας, απίστευτης εργατικότητας και συνείδησης μιας πνευματικής και καλλιτεχνικής διακονίας. Οι θρησκευτικές του καντάτες-χορωδιακά θρησκευτικά έργα- και ιδιαίτερα τα δύο μεγάλα Oρατόρια, τα Πάθη κατά Ματθαίον (https://www.youtube.com/watch?v= rxROEXRSYB8) και τα Πάθη κατά Ιωάννη (https://www.youtube.com/watch?v=dd__Ak6OONk), δεν θα σταματήσουν ποτέ να προσφέρουν σε κάθε θρησκευόμενη ψυχή την πρόγευση ενός καλλιτεχνικό παραδείσου.

Το Ορατόριο, σπονδυλωτό θρησκευτικό χορωδιακό έργο με ορχήστρα και σολίστ, απετέλεσε καλλιτεχνικό είδος πάνω στο οποίο στηρίχτηκε η έμπνευση μεγάλων μουσουργών, όπως του Γκέοργκ Φρίντριχ Χέντελ που παρέδωσε στην ανθρωπότητα τον ανεπανάληπτο «Μεσσία» (https://www.youtube.com/watch?v=N3HpqLRXIt4)  , αλλά και του λαοφιλούς μέχρι και σήμερα σύνθετη του Μπαρόκ Αντόνιο Βιβάλντι (https://www.youtube.com/ watch?v=Pa2RMfAHLJU ).

Η μουσική μορφή του «Στάμπατ Μάτερ» («στεκόταν η μητέρα»), χριστιανικού ύμνου της Δύσεως από τον 13ο αιώνα με θέμα τον θρήνο της Παναγίας κάτω από τον Σταυρό του Υιού της, αποτέλεσε πηγή έμπνευσης διαχρονικά, από τον Τζιοβάννι Πιερλουίτζι ντα Παλεστρίνα (https://www.youtube.com/watch?v=K8-IrXDAm8I ) , που με το ιδιοφυές έργο του, γεφυρώνει το χάσμα ανάμεσα στην πολυφωνική μουσική και την Καθολική Εκκλησία, μέχρι τον Ιταλό του Μπαρόκ, Αλεσάντρο Σκαρλάτι (https://www.youtube. com/watch?v=KmmM-sgvXQk), στον μεγάλο Γερμανό κλασικό συνθέτη Γιόζεφ Χάιντν (https://www.youtube.com/watch?v=Uj75QF0AVXM) και τον σύγχρονο Εσθονό σύνθετη Άρβο Παρτ (https://www.youtube.com/watch?v=oFbnC_2OOJE ).

Σε μία αποχριστιανισμένη Δύση, τα θρησκευτικά μουσικά αριστουργήματα που συγκεντρώνουν στις αίθουσες συναυλιών εκατομμύρια αν ακροατών κάθε χρόνο αναλαμβάνουν να παίξουν και έναν ιδιότυπο ρόλο μνήμης και αναστοχασμού για τον Δυτικοευρωπαίο άνθρωπο. Ακόμη και αν η Δυτική μουσική έχασε, μέσα στις αίθουσες συναυλιών, τον εκκλησιαστικό της χαρακτήρα και μετασχηματίσθηκε κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, σε εμπειρία αισθητική απόλαυσης, μια φωνή από ένα Χριστιανικό παρελθόν θα υποδεικνύει πάντα μία οδό επιστροφής και μια μελλοντική διέξοδο από τα αδιέξοδα των καιρών.

ΔΥΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΤΟΛΗ ΘΡΗΝΟΥΝ ΤΟΝ ΠΑΣΧΟΝΤΑ ΘΕΟ

Καθώς το Θείο Πάθος εξελίσσεται, δύο είναι τα πρόσωπα, τα όποια, μέρα με τη μέρα κι ώρα με την ώρα καταλαμβάνουν το προσκήνιο: Ο Ιησούς Χριστός, αν και Θεός,  πάσχει ως θνητός και η Παναγία που πάσχει ως μητέρα Του.

Η Χριστιανική θεολογία στέκει, σε πρώτη αντίδραση, αμήχανη απέναντι σε αυτά τα δύο πρόσωπα. Και αυτό, διότι και τα δύο χαρακτηρίζονται από το στοιχείο της αντίφασης. O μεν Θεάνθρωπος Ιησούς πάσχει, αν και απαθής Θεός, η δε Θεομήτωρ, πάσχει από βαθύτατο πόνο μητρικό, αν και έχει σαφείς διαβεβαιώσεις περί ενός θεϊκού σχεδίου που άρχισε να εκτυλίσσεται μέσα στα σπλάχνα της και τώρα οδεύει προς την κορύφωση και την υπεσχημένη λύτρωση.

Όσο ο ανθρώπινος νους αδυνατεί να κατανοήσει το μυστήριο της συνύπαρξης δύο φύσεων σε ένα πρόσωπο, τόσο δυσκολεύεται να συμβιβάσει, όσον αφορά την Παναγία, το «Χαίρε» του Ευαγγελισμου της με την μητρική οδύνη. Μοιάζει να έχουμε –ποιητική αδεία- την συνύπαρξη δύο προσώπων σε μια φύση. Ως άνθρωπος βιώνει μαζί πόνο και χαρά, απόγνωση και ελπίδα. Και αν η δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας, μετά από αγώνες και αιρετικούς κινδύνους, διατύπωσε με σαφήνεια τη διάκριση αλλά και το ασύγχητο θείας και ανθρώπινης φύσης, την σχέση ανάμεσα στα δύο «πρόσωπα» της Παναγίας, εκείνο που βίωσε αγαλλίαση και τώρα βιώνει οδύνη, ανέλαβε περισσότερο να προσεγγίσει η τέχνη και ιδιαίτερα η έντεχνη αλλά και παραδοσιακή ποιητική δημιουργία σε Ανατολή και Δύση.

Στη Δύση, όπως είπαμε, μία από τις πλέον διαδεδομένες μουσικές μορφές είναι το Στάμπατ Μάτερ, που περιγράφει την Παναγία να θρηνεί ως μήτηρ μπροστά στο θέαμα του ετοιμοθάνατου παιδιού της. Συγχρόνως, ο πιστός επικαλείται την παρουσία της, ώστε ο θρήνος της για τον Υιό της να μεταβληθεί σε θρήνο της συντετριμμένης καρδίας που ζητά έλεος, αλλά και ελπίδα εισόδου στον παράδεισο μαζί της.

Stabat mater dolorósa                                 Στεκόταν η λυπημένη Μητέρα
juxta Crucem lacrimósa,                              κλαίγοντας δίπλα στον Σταυρό
dum pendébat Fílius.                                  τού ετοιμοθάνατου Υιού της.

……

Quando corpus moriétur,                            Όσο το κορμί μου αργοπεθαίνει
fac, ut ánimæ donétur                                ας αξιωθεί η ψυχή μου με την προσευχή σου
paradísi glória.                                           να γευτεί την δόξα του Παραδείσου

Αν και οι φράσεις του ύμνου αυτού προσπαθούν να περιγράψουν αυτό το σπαρακτικό συναίσθημα, το ύφος που επικρατεί έχει περισσότερο το χαρακτηριστικό ενός ελεγχόμενο θρήνου και μιας πιο εσωστρεφούς οδύνης. Αυτή η έλλειψη συναισθηματικών εξάρσεων άλλωστε χαρακτηρίζει ολόκληρη την μελωδική παράδοση του Γρηγοριανού Μέλους και, μέσα στον αρχιτεκτονικό Γοτθικό ναό τού δέους, δημιουργεί τα ανάλογα συγκρατημένα συναισθήματα.

Στην Ανατολή, αντίθετα,, εκτός του θεολογικού – δογματικού λόγου, κυριαρχεί η έξαρση του συναισθήματος-ένας ιδιότυπος Ανατολικός Ρομαντισμός- ο οποίος εκδηλώνεται, αν και συγκρατημένος, μέσα στη λατρεία, αλλά απελευθερώνεται πλήρως όταν συναντά την λαϊκή ψυχή.

Στην παράδοσή μας, σε όλη την διάρκεια της Μεγαλοβδομάδας, συχνά-πυκνά, την συναισθηματική φόρτιση αυξάνει το Α΄ Ενικό πρόσωπο:

Τάδε λέγει Κύριος τοῖς Ἰουδαίοις· 

Λαός μου τί ἐποίησά σοι, ἢ τί σοι παρηνώχλησα; 

τοὺς τυφλούς σου ἐφώτισα, τοὺς λεπρούς σου ἐκαθάρισα, 

ἄνδρα ὄντα ἐπὶ κλίνης ἠνωρθωσάμην. 

Λαός μου, τί ἐποίησά σοι, καὶ τί μοι ἀνταπέδωκας; 

ἀντὶ τοῦ μάννα χολήν, ἀντὶ τοῦ ὕδατος ὄξος, 

ἀντὶ τοῦ ἀγαπᾶν με, σταυρῷ με προσηλώσατε· 

οὐκέτι στέγω λοιπόν, καλέσω μου τὰ ἔθνη, 

κᾀκεῖνα με δοξάσουσι, σὺν τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Πνεύματι, 

κᾀγὼ αὐτοῖς δωρήσομαι, ζωὴν τὴν αἰώνιον.

https://www.youtube.com/watch?v=4FoyU7lDdoU

Μπορεί οι συνθήκες να μην επέτρεψαν έξαρση  νεωτερισμών στην μουσική δημιουργία, ο ποιητικός λόγος όμως κυριολεκτικά απογειώνει συναισθήματα ανάλογα και της πιο ευφάνταστης ενορχήστρωσης, καθώς ο Χριστός αλλά και οι πρωταγωνιστές του θείου δράματος εμφανίζονται να μιλούν ενώπιον μας:

«Τον ήλιον κρύψαντα τας ιδίας ακτίνας
και το καταπέτασμα του ναού διαρραγέν
τω του Σωτήρος θανάτω, ο Ιωσήφ θεασάμενος
προσήλθε των Πιλάτω και καθικετεύει λέγων:
Δός μοι τούτον τον ξένον,
Τον εκ βρέφους ως ξένον ξενωθέντα εν κόσω.
Δος μοι τούτον τον ξένον,
ον ομόφυλοι, μισούντες θανατούσιν ως ξένον.
Δος μοι τούτον τον ξένον,
ον ξενίζομαι βλέπειν του θανάτου τον ξένον.
Δος μοι τούτον τον ξένον,
όστις οίδε ξενίζειν τους πτωχούς και τους ξένους
……»

Από πλευράς μουσικής και ποιητικής μορφολογίας, με όρους της Δύσης, μέσα στον Ορθόδοξο ναό εκτυλίσσεται ένα μεγάλο ορατόριο, με πλήρως αναγνωρίσιμα τα στοιχεία του αρχαίου Ελληνικού δράματος, όπου οι ύμνοι, άλλοτε απηχούν τον λαό – όλους εμάς που παρακολουθούμε, συγκινούμεθα και ταυτιζόμαστε με όσα συμβαίνουν – και άλλοτε απηχούν την ψυχή εκείνων που πρωταγωνιστούν, πρωτίστως του Χριστού και δευτερευόντως της Παναγίας και των άλλων προσώπων του Θείου Δράματος, όπως της αμαρτωλής γυναίκα:.

Η απεγνωσμένη δια τον βίον, 
και επεγνωσμένη δια τον τρόπον, 
τα μύρα βαστάζουσα, προσήλθε σοι βοώσα· 
Μη με την πόρνην απορρίψης, ο τεχθείς εκ Παρθένου· 
μη μου τα δάκρυα παρίδης, η χαρά των Αγγέλων· 
αλλά δέξαι με μετανοούσαν, την ουκ απώσω αμαρτάνουσαν Κύριε, δια το μέγα σου έλεος.

https://www.youtube.com/watch?v=H62DRLagFas

Ιδιαίτερα στα εγκώμια, όλος ο λυρισμός της Ανατολής γεφυρώνει τα δύο «πρόσωπα» της Παναγίας, της χαράς και της λύπης, ή, αν προτιμάτε, το ένα πρόσωπο της χαρμολύπης:

Δακρυῤῥόους θρήνους,
ἐπί σε ἡ Ἁγνή,
μητρικῶς ὦ Ἰησοῦ ἐπιῤῥαίνουσα, ἀνεβόα·
πῶς κηδεύσω σε Υἱέ;

Ἡ Ἀμνὰς τὸν Ἄρνα,
βλέπουσα ἐν σφαγῇ,
ταῖς αἰκίσι βαλλομένη ἠλάλαζε,
συγκινοῦσα καὶ τὸ ποίμνιον βοᾶν.

Οἴμοι φῶς τοῦ Κόσμου!
οἴμοι φῶς τὸ ἐμόν!
Ἰησοῦ μου ποθεινότατε ἔκραζεν,
ἡ Παρθένος θρηνῳδοῦσα γοερῶς.

Σπένδει σοι χοὰς,
ἡ τεκοῦσά σε Χριστὲ δακρύων,
σαρκικῶς κατατεθέντι ἐν μνήματι,
ἐκβοῶσα, Τέκνον, ἀνάστα ὡς προέφης.

Οἴμοι ὦ Υἱέ!
ἡ Ἀπείρανδρος θρηνεῖ καὶ λέγει,
ὃν ὡς Βασιλέα γὰρ ἤλπιζον,
κατάκριτον νῦν βλέπω ἐν Σταυρῷ.

Ταῦτα Γαβριήλ,
μοι ἀπήγγειλεν ὅτε κατέπτη,
ὃς τὴν βασιλείαν αἰώνιον,
ἔφη εἶναι τοῦ Υἱοῦ μου Ἰησοῦ.

Ὢ γλυκύ μου ἔαρ,
γλυκύτατόν μου Τέκνον,
ποῦ ἔδυ σου τὸ κάλλος;

Και ο υπέροχος διάλογος:

Ὦ φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου,
γλυκύτατόν μου Τέκνον,
πῶς τάφῳ νῦν καλύπτῃ;

Τὸν Ἀδὰμ καὶ Εὔαν,
ἐλευθερῶσαι, Μῆτερ,
μὴ θρήνει, ταῦτα πάσχω.

Δοξάζω σου Υἱέ μου,
τὴν ἄκραν εὐσπλαγχνίαν,
ἧς χάριν ταῦτα πάσχεις.

Ἀνάστα Ζωοδότα,
ἥ σε τεκοῦσα Μήτηρ,
δακρυῤῥοοῦσα λέγει.

Έξω από την εκκλησία όμως, στην λαϊκή παράδοση κυριαρχεί ο θρήνος της Παναγίας. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερο είδος του λαϊκού μοιρολογιού που έχει σκοπό να κατευνάσει τον ανεξέλεγκτο πόνο και να ξεκινήσει τη διαδικασία συμφιλίωσης με το γεγονός του θανάτου. Για την Παράδοση, η Παναγία, ακόμα αν και ξέρει, είναι κυρίως η μάνα που πονά. Αυτό ακριβώς το στοιχείο είναι που δημιουργεί τον ισχυρό δεσμό του λαού μας με το πρόσωπό της. Τα πρόσωπα που μοιρολογούν ταυτίζονται με την Παναγία, χωρίς όμως η προσδοκία και η ελπίδα να εξαφανίζονται. Όμως, και εντός, έτσι και εκτός ναού, δεν λησμονείται η γυναίκα που ξέρει πως το θείο σχέδιο τελικά θα εκπληρωθεί:

Κι ο Κύριος ηθέλησε να μπει σε περιβόλι,

να λάβει δείπνο μυστικό για να τον λάβουν όλοι.

Η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν μοναχή της,

τας προσευχάς της έκανε για τον μονογενή της.

(Θράκη)


Η Παναΐα τ’ άκουσε, πέφτει λιγοθυμάει
νερό σταμνιά την περεχούν, τρία γυαλιά του μόσχου,
τέσσερα το ροδόσταμο, ώστε να συνεφέρει,
κι απάνω που συνέφερε τούτο το λόγο λέγει.
– Δεν έχ’ γκρεμό να γκρεμιστώ για το μονογενή μου
δεν έχ’ μαχαίρι να σφαγώ για το μονογενή μου
δεν έχ’ σκοινί να κρεμαστώ για το μονογενή μου.
Απολογιέται κι ο Χριστός της μάνας του και λέγει.
– Μάνα μ’ αν γκρεμιστείς εσύ, γκρεμιέται όλος ο κόσμος,
μάνα μου αν σφαγείς εσύ, σφάζετ’ όλος ο κόσμος,
μάνα μ’ αν κρεμαστείς εσύ, κρεμιέται όλος ο κόσμος.
Πάρτο μάνα μου υπομονή, να πάρ’ όλος ο κόσμος.
Άντε μάνα μου στο καλό και διάφορο δεν έχεις,
μόν’ το μεγάλο Σάββατο κάτσε να μ’ απαντέχεις.

(Μικρά Ασία)


Πηγαίνει στο σπιτάκι της και στρώνει το τραπέζι
κι έκατσε και περίμενε τον ερχομό του γιου της.
Πέρασε και η αγιά Καλή και την καλησπερίζει.
– Ποιος είδε γιο εις το σταυρό και μάνα στο τραπέζι.
– Άντε και συ αγιά Καλή, να ’σαι καταραμένη,
παπάς να μη σε λειτουργά, διάκος να μη σε ψέλνει,
μόνο στην άκρη του γιαλού το κύμα να σε δέρνει.
Το λόγο δεν τελείωσε κι ανοίξαν τα ουράνια,
βλέπει το γιο της κι έρχεται σα φως και σα λαμπάδα.

(Μυτιλήνη)

Καθίσταται έτσι η Παναγία το κατεξοχήν πρόσωπο της χαρμολύπης, χωρίς όμως τα δύο πρόσωπα να συγχέονται ή να αλληλοαναιρούνται. Η Παναγία φτάνει στον Άδη του ανθρώπινου πόνου και γι΄ αυτό είναι εκείνη που συμπαρασύρει όλες τις πονεμένες μανάδες προς το ουράνιο άπειρο, συντονίζοντας τη δική της ανάσταση με την Ανάστασή του Υιού της, μεταβάλλοντας όντως την αυγουστιάτικη Κοίμηση της σε Πάσχα του καλοκαιριού._