Νήψη – Η πεμπτουσία της ορθοδόξου ασκήσεως. Συνομιλία με τον Αρχιμ. Ζαχαρία

3 Αυγούστου 2020

Ερώτηση: Μπορείτε να μας πείτε λίγα λόγια για τη θετική και την αρνητική νήψη;

Αρχιμ. Ζαχαρίας: Αρνητική νήψη είναι όταν αντιστεκόμαστε στους κακούς λογισμούς που μας προσβάλλουν. Μόλις εμφανισθούν, υψώνουμε τον νου μας στον Θεό και Του λέμε: «Κύριε, ήρθαν οι εχθροί μου, υπεράσπισέ με εναντίον τους» και προσπαθούμε να μην αφήσουμε τον νου μας να παραδωθεί σε αυτούς τους λογισμούς. Ο Γέροντας Σωφρόνιος είχε ένα λόγο: «Μην δώσεις τον νου σου (не дай ума)», δηλαδή στους λογισμούς του εχθρού που σε προσβάλλουν. Αυτή είναι η αρνητική νήψη να λέμε «μη» σε κάθε κακό λογισμό που μας προσεγγίζει. Έλεγε ο Γέροντας ότι όλοι οι κακοί λογισμοί θα περάσουν από μέσα μας, για να πούμε σε όλους «όχι» και στο τέλος να μείνει μόνο ο Θεός. Δεν είμαστε αφελείς να μην ξέρουμε τους λογισμούς του εχθρού. Ο ίδιος ο απ. Παύλος λέει: «Ου γαρ τα νοήματα αυτού αγνοούμεν» (Β’ Κορ. 2,11), τα γνωρίζουμε, αλλά δεν τα δεχόμαστε.

Θετική νήψη είναι όσα κάνουμε για να ενδυθούμε με δύναμη εξ ύψους, ώστε να γίνουμε φοβεροί για τους υπεναντίους, να μην μπορούν να μας προσσεγγίσουν καν. Εάν ζούμε με ζέουσα μετάνοια και η καρδιά μας είναι ζεστή από τη μετάνοια, από τα δάκρυα, από τους οδυρμούς, από την ελεεινολογία του εαυτού μας, αν η καρδιά μας είναι ζεστή, ο εχθρός δεν προσεγγίζει καν και χαιρόμαστε την ελευθερία μας. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος λέει ότι, όταν έχουμε συντριβή, δεν ανεβαίνει στον νου ή στο στόμα μας λογισμός του εχθρού. Ο λογισμός πνίγεται στο λαιμό. Θετική νήψη σημαίνει να οικοδομήσουμε «τα τείχη Ιερουσαλήμ» (Ψαλμ. 50,18), δηλαδή να μένουμε μέσα σε αυτά τα τείχη ασφαλείς• να χτίσουμε πνευματική κατάσταση που να μας δίνει τη δύναμη να απωθούμε τον εχθρό και «εν ριπή οφθαλμού» να μπορούμε να διώχνουμε τους λογισμούς που μας προσβάλλουν από τον εχθρό. Αυτή η πνευματική κατάσταση γίνεται μια δύναμη εσωτερική και αποκτούμε την δύναμη αυτή με την μετάνοια.

Σε τέτοια κατάσταση, αν δεχθούμε επίθεση από ένα κακό λογισμό, αισθανόμαστε την προσέγγιση του λογισμού, πριν ακόμη αποκρυσταλλωθεί η μορφή του, πριν γνωρίσουμε από ποιό συγκεκριμένο πάθος προέρχεται. Αισθανόμαστε ότι πλησιάζει ξένη και εχθρική ενέργεια και, αν κλείσουμε τη θύρα, δεν βλέπουμε καν αν ήταν λογισμός υπερηφάνιας ή ακαθαρσίας ή οτιδήποτε άλλο. Ο Γέροντας Σωφρόνιος λέει ότι αυτό είναι ένδειξη ότι ο νους είναι ενωμένος με την καρδιά. Αυτή είναι η φυσική κατάσταση του ανθρώπου που ζει σύμφωνα με τις εντολές του Θεού. Έτσι, οι μοναχοί πάντοτε αισθάνονται την προσέγγιση των λογισμών, πριν να δουν την καθαρή τους μορφή, και αυτή είναι η τέλεια νήψη.

Τον 4ο αιώνα οι ερημίτες της Αιγύπτου προσεύχονταν συνεχώς να τους δοθεί πνεύμα μετανοίας, επειδή γνώριζαν ότι, αν το έχουν, είναι ασφαλείς και φοβεροί για τους εχθρούς τους. Στις ανατολίτικες θρησκείες ο αγώνας έγκειται στο να απεκδυθούν από κάθε λογισμό και από κάθε σχετική μορφή υπάρξεως. Σε μας αυτό είναι μόνο το πρώτο και λιγότερο σημαντικό μέρος: δεν προσπαθούμε μόνο να απεκδυθούμε τον παλαιό άνθρωπο «συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις» (Γαλ. 5,24), αλλά προπαντώς να ενδυθούμε τον νέο άνθρωπο εξ’ ουρανού, τον αναγεννημένο άνθρωπο, δηλαδή να ενδυθούμε την άφθαρτη χάρη του Θεού που χτίζει για μας κατοικητήριο στον ουρανό. Οικοδομούμε την κατάσταση αυτή της εσωτερικής δύναμης εναντίον του εχθρού στη σχέση μας με τον προσωπικό Θεό, που είναι για μας αιωνιότητα, Παράδεισος. Όπως λέει ο Απόστολος, η ζωή μας κέκρυπται στο Πρόσωπο του Χριστού (πρβλ. Κολ. 3,3). Η μεγαλύτερη αρετή για μας είναι η ταπείνωση που συντηρεί την αγάπη, η οποία είναι ο σύνδεσμός μας με τον προσωπικό Θεό.

Ερώτηση: Τι βοηθάει να έχουμε νήψη, όταν κάτι μας ταράσσει;

Αρχιμ. Ζαχαρίας: Αυτό που λέει ο Ψαλμός: «Ητοιμάσθην και ουκ εταράχθην» (Ψαλμ. 118,60). Αν μαλώσω με έναν αδελφό, όλη την ημέρα το σκέφτομαι συνέχεια και βράζω μέσα μου, πως να εκδικηθώ πιο αποτελεσματικά. Το ίδιο συμβαίνει με τη θετική άποψη αυτού του φαινομένου: αν αρχίσουμε την ημέρα μας εκχέοντας την καρδιά μας ενώπιον του Θεού και κλάψουμε μέχρι κόρου και δεχθούμε την άφθαρτη παρηγοριά του Πνεύματός Του, τότε σε όλη τη διάρκεια της ημέρας, ο,τι και να κάνουμε, όπου και να είμαστε, ξέρουμε ότι υπάρχει μέσα μας ένα φωτεινό κέντρο, μια φλόγα που καίει, και δεν μπορούμε να ξεχάσουμε ότι ρίξαμε άγκυρα στον ουρανό. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακας λεέι ότι, εκείνοι που έχουν μάθει να ζουν συνεχώς με το κλάμα της μετανοίας, μόλις πάει να τους προσβάλει μία επιθυμία, αμέσως ακούν μια φωνή μέσα τους, που είναι η δύναμη του Θεού στη καρδιά τους, να λέει: «Πρόσεχε, αν δεχθείς αυτό τον λογισμό, αν ενδώσεις στην αμαρτωλή αυτή επιθυμία, θα σε εγκαταλείψω». Και βεβαίως, κανένας δεν είναι τόσο τρελλός για να αφήσει την άφθαρτη παρηγοριά και τη χαρά που φέρνει το κλάμα της μετανοίας. Επομένως, μπορούμε να έχουμε τη συνεχή αυτή νήψη, όταν η καρδιά μας είναι τετρωμένη. Όπως δύο νέοι ερωτευμένοι δεν μπορούν να ξεχάσουν ο ένας τον άλλο, έτσι και αυτός που έχει τετρωμένη την καρδιά από το πένθος, δεν μπορεί να ξεχάσει ούτε δευτερόλεπτο τον Χριστό, την Κεφαλή του Σώματος του οποίου είναι μέλος: «Προωρώμην τον Κύριον ενώπιόν μου διαπαντός, ότι εκ δεξιών μου εστιν, ίνα μη σαλευθώ» (Ψαλμ. 15,8).

Υπάρχει τρόπος να φυλάξουμε τη νήψη. Ο Ψαλμός λέει: «Ητοιμάσθην και ουκ εταράχθην» (Ψαλμ. 118,60). Πως ετοιμαζόμαστε; Στα Μοναστήρια υπάρχει η παράδοση οι μοναχοί να κάνουν κανόνα προσευχής το πρωί. Αυτό μας βοηθάει να ετοιμαζόμαστε και να οικοδομούμε πνευματική κατάσταση μέσα μας, ώστε να μην είμαστε ευάλωτοι σε λογισμούς, αλλά δυνατοί μπροστά στον εχθρό. Αν ο άνθρωπος καλλιεργεί το πνευματικό πένθος, σίγουρα θα αποκτήσει πνευματική κατάσταση και δεν θα απατάται, όταν τον πλησιάζει εχθρικός λογισμός, ακόμη κι αν έρχεται με μανδύα προβάτου, ακόμη κι αν μοιάζει με καλό λογισμό. Αν ο λογισμός είναι του εχθρού, δεν φέρει καλή ενέργεια και ο ασκητής διαθέτει εσωτερική γεύση που τον κάνει να «ενεργοποιήσει τον συναγερμό του» και να κλείσει τη θύρα. Ο Γέροντας Σωφρόνιος γράφει στο βιβλίο του αγίου Σιλουανού ότι διαθέτουμε αληθινή διάκριση και νήψη, όταν αποκτήσουμε την εσωτερική αυτή αίσθηση γεύσεως.

Ο Γέροντας Σωφρόνιος δεν μας έδινε κανόνα προσευχής, αλλά πάντοτε μας τόνιζε να προσευχόμαστε αδιαλείπτως. Έλεγε ότι το αληθινό μοναχικό πνεύμα είναι να προσπαθούμε να κρατάμε τη μνήμη του Θεού και την προσευχή αδιαλείπτως. Αν κάποιος το τηρεί αυτό, ζει με θαυμάσιο τρόπο: βλέπει τη ζωή του σε μια ευθεία, είτε κοιμάται είτε είναι ξύπνιος. Γι’ αυτόν νήψη σημαίνει ότι, αν βρεθεί μια πέτρα στον δρόμο του, την κλωτσάει και συνεχίζει ευθεία. Η καλύτερη νήψη επιτελείται, όταν το Όνομα του Χριστού κολλήσει στην αναπνοή του ανθρώπου. Τότε, όλοι οι αλλότριοι λογισμοί, όλα τα αλλότρια αισθήματα μένουν έξω από τη φωτεινή και ευθεία αυτή οδό, την οποία ακολουθεί ο άνθρωπος του Θεού. Αν κάποιος ζει με τη συνεχή επίκληση του Ονόματος του Χριστού, δεν χρειάζεται να ασκεί καν τη νήψη: η ίδια η επίκληση του Ονόματος τον κρατά ελεύθερο από κάθε αλλότρια σκέψη.

Ερώτηση: Πρέπει να συνεχίζουμε να λέμε την προσευχή, όταν νιώθουμε έντονα την παρουσία του Θεού;

Αρχιμ. Ζαχαρίας: Θα γίνει ακόμη πιο έντονη, αν το κάνουμε. Όταν λέμε την ευχή μετά από το κλάμα της μετανοίας, η νοερά επίκληση του Ονόματος του Χριστού γίνεται πολύ ισχυρή και άκοπη. Κάποτε είναι εκπληκτικό: με κάθε επίκληση, ένα κύμα χάριτος διαπερνά την ψυχή. Αυτό είχε κατά νουν ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος, όταν έλεγε στον Θεό: «Σταμάτησε τα κύματα της χάριτός Σου». Ο Γέροντας λέει ότι ο Άγιος, από τη μεγάλη του ταπείνωση, έλεγε στον Κύριο να σταματήσει τα κύματα της χάριτός Του, για να του δώσει την ευκαιρία να δείξει την πιστότητά του ακόμα και όταν δεν υπήρχαν τα κύματα αυτά της χάριτος.

Ερώτηση: Πως ξεχωρίζουμε τον πόνο του παλαιού ανθρώπου από τον πόνο του νέου ανθρώπου;

Αρχιμ. Ζαχαρίας: Όλοι είμαστε ο παλαιός άνθρωπος. Ο πόνος που είναι ωφέλιμος, είναι εκείνος τον οποίο προκαλεί η μετάνοια στην καρδιά μας. Η μετάνοια αυτή γεννά πόθο για τον Θεό και εναρμονίζεται πλήρως με την προσευχή• στην ουσία, τέτοια μετάνοια γίνεται η ίδια η ενέργεια της προσευχής. Στην αρχή, όταν έμαθα για πρώτη φορά για την ευχή του Ιησού, ήταν σαν πανηγύρι για ένα διάστημα. Μετά όμως άρχισα να έχω κάθε είδους κακούς λογισμούς, για τους οποίους ντρεπόμουν. Το είπα στον Γέροντα και μου απάντησε: «Αυτοί οι λογισμοί ήταν πάντα μέσα σου, αλλά δεν μπορούσες να τους δεις πριν. Η προσευχή αναμόχλευσε την καρδιά σου και ήρθαν στην επιφάνεια. Αλλά μέσω της προσευχής, η ενέργεια των λογισμών αυτών θα γίνει πνευματική ενέργεια που θα συντηρήσει την προσευχή». Μας έλεγε πάντα ο Γέροντας: «Αφήστε κάθε πόνο να έρθει• πρέπει μόνο να βάλουμε τον σωστό λογισμό και να τον κάνουμε ενέργεια για προσευχή». Ο, τι και να μου συμβεί, αρχίζω να μιλώ στον Θεό στην προσευχή μου και ο πόνος αυτός γίνεται ενέργεια για την συνομιλία μου με τον Θεό. Μετά από λίγο χρόνο, ξεχνώ και από που άρχισε ο πόνος και μένω μόνο με την ανανέωση και την παρηγοριά της προσευχής που προσέφερα στον Θεό εξαιτίας του πόνου αυτού.

Ερώτηση: Πόσο επικίνδυνο είναι οι μοναχοί να ανοίγουν την καρδιά τους ο ένας στον άλλον σε ένα μοναστήρι;

Αρχιμ. Ζαχαρίας: Είναι δαπανηρό. Δεν είναι η ιδανική κατάσταση, εκτός αν έχουν ευλογία γι’ αυτό. Στο Άγιο Όρος, επιτρέπεται κάποτε σε έμπειρους μοναχούς μεγαλόσχημους να δέχονται τους λογισμούς νεότερων μοναχών, ακόμα κι αν δεν είναι ιερείς, αλλά είναι σπάνιο φαινόμενο. Αυτό δεν μπορεί να γίνεται συστηματικά, διότι θα αποδυναμώσει ακόμα και την πνευματική ζωή εκείνου που είναι φαινομενικά ισχυρότερος. Ο Γέροντας έλεγε επίσης: «Αν ο Ηγούμενος διορθώσει και επιπλήξει ένα από τα μέλη της κοινότητας και ένας άλλος μοναχός στηρίξει εκείνον τον οποίον επιτίμησε ο Ηγούμενος, ο μοναχός αυτός πρέπει να φύγει από το μοναστήρι, επειδή η στάση του αυτή θεωρείται ως αποστασία».

Ερώτηση: Ο Γέροντας έλεγε ότι όταν ο πνευματικός μας λέει έναν λόγο, δεν πρέπει να λέμε στους άλλους, «ο πνευματικός μου είπε να το κάνω αυτό». Γιατί;

Αρχιμ. Ζαχαρίας: Διότι ο λόγος αυτός είναι για μας και δεν υποχρεώνει κανέναν άλλο. Είναι λάθος όταν κάποιος έρχεται σε μένα και μου λέει: «Ο πνευματικός μου έδωσε την ευλογία να κάνω αυτό και αυτό». Είναι καλό για σένα, αλλά εμένα δεν με υποχρεώνει. Σέβομαι τον πνευματικό σου, αλλά αυτός ο λόγος δόθηκε σε σένα, ούτως ώστε να ξέρεις τι είναι σωστό για σένα και όχι για να υποχρεώσει εμένα. Επίσης, δεν πρέπει να μιλούμε με άλλους γι’ αυτό, διότι χάνουμε την ενότητα του πνεύματός μας. Αν τηρούμε με προσοχή τον λόγο που μας δόθηκε, τότε θα έχουμε ενότητα πνεύματος, θα προσευχόμαστε καλύτερα και θα είμαστε ακλόνητοι στην παράστασή μας ενώπιον του Θεού. Πολλές φορές πηγαίνουμε και ζητούμε συμβουλές από έναν πνευματικό, και μετά σκεφτόμαστε: «Να ρωτήσω και έναν άλλο πνευματικό να δούμε τι θα πει αυτός». Τότε λαμβάνουμε δύο διαφορετικούς λόγους, το οποίο δεν σημαίνει ότι κάποιος από τους δύο έσφαλε. Το σφάλμα είναι δικό μας, διότι αν ρωτήσαμε έναν πνευματικό και λάβαμε ένα λόγο, αλλά δεν τον τηρήσαμε, όταν πήγαμε να ρωτήσουμε τον δεύτερο πνευματικό, δεν ήμασταν πλέον οι ίδιοι. Άλλαξε η κατάστασή μας, έγινε πιο περίπλοκη και τότε λαμβάνουμε έναν άλλο λόγο, ο οποίος μάλλον αντιστοιχεί στην καινούρια κατάσταση που βρισκόμαστε, επειδή δεν προσέξαμε τον πρώτο λόγο. Αν ζούμε με αυτόν τον τρόπο, η καρδιά μας θα είναι μοιρασμένη και ο δίψυχος άνθρωπος γίνεται «ακατάστατος εν πάσαις ταις οδοίς αυτού» (Ιακ. 1,8).

Ερώτηση: Πόσο επικίνδυνο είναι να έχουμε την τόλμη να δώσουμε συμβουλές στους ανθρώπους όταν έρχονται για να επισκεφθούν το μοναστήρι, όταν δεν μας δόθηκε η διακονία αυτή από την Εκκλησία;

Αρχιμ. Ζαχαρίας: Είναι επικίνδυνο ακόμη και για όσους έχουν λάβει το διακόνημα. Φαντασθείτε αν το κάνουμε αυτό χωρίς να μας το ζητήσουν! Λυπάμαι για εκείνους που δίνουν συμβουλές χωρίς να τους έχει δοθεί αυτή η διακονία, γιατί είτε θα πέσουν σε πλάνη είτε, στην καλύτερη περίπτωση, δεν θα προοδεύσουν ποτέ, επειδή αυτό έχει υπερηφάνεια. Ακόμα και οι Πατέρες μας το έκαναν με φειδωλία και με μεγάλο φόβο, αν και είχαν την ευλογία. Μερικούς μήνες πριν γίνω ιερέας και πνευματικός, ο Γέροντας μου έδωσε την ευλογία να μιλήσω στους ανθρώπους. Κάποτε μία νεαρή, υπό την επιρροή του λόγου που της έλεγα, ήρθε σε τέτοια συντριβή που μου διηγήθηκε όλη της τη ζωή και εγώ ταράχθηκα. Έτρεξα στον Γέροντα και αυτός μου είπε: «Σου έδωσα την ευλογία να μιλήσεις γενικά με τους ανθρώπους για την πνευματική ζωή, αλλά όχι να δεχθείς εξομολογήσεις». Έμαθα το μάθημά μου. Λίγους μήνες αργότερα χειροτονήθηκα ιερέας και πνευματικός και άρχισα να δέχομαι εξομολογήσεις, από τις οποίες μερικές ήταν και ανατριχιαστικές, αλλά δεν ταραζόμουν πια και συνειδητοποίησα ότι είχα την υποστήριξη ολόκληρης της Εκκλησίας που μου έδωσε την εξουσία να κάνω τη διακονία αυτή. Πέντε μήνες πριν, δεν ήμουν άλλος άνθρωπος. Ίσως είχα ακόμη και καλύτερη κατάσταση, κι όμως δεν ήμουν σε θέση να το κάνω.