Αλιεία, εμπόριο και μετακινήσεις στη θάλασσα της Γαλιλαίας

25 Σεπτεμβρίου 2020

Εν συνεχεία ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο που συμπληρώνει την εικόνα που έχουμε για την λίμνη, μας το παρέχει και πάλι ο Ιώσηπος, αυτή την φορά στο έργο του (Ιώσηπος, Ιουδαϊκός πόλεμος 2, 635-637). Στο συγκεκριμένο χωρίο, ο Ιώσηπος καταλαμβάνει την Τιβεριάδα χωρίς να πολεμήσει κάνοντας το εξής τέχνασμα: Συγκέντρωσε τον στόλο του μαζί με τα πλοία των κατοίκων της Ταριχαίας και τα παρέταξε απέναντι από τα τείχη της Τιβεριάδας. Στο καθένα είχε μέσα μόνο τέσσερεις ναύτες. Δίνοντας, έτσι, την εντύπωση στους κατοίκους της πόλης ότι επρόκειτο να πολιορκηθούν από έναν μεγάλο στρατό. Ο φόβος τους από το έξυπνο τέχνασμα του Ιώσηπος, τους οδήγησε στην παράδοση.

Τα γεγονότα αυτά εκ πρώτης όψεως μας αποκαλύπτουν την εξαιρετική στρατηγική ιδιοφυΐα του Ιώσηπου[41]. Σε εμάς, όμως, φανερώνουν και κάτι ακόμη πολύ σημαντικό. Ότι, δηλαδή, η λίμνη είχε έναν μεγάλο αριθμό πλοίων, για μετακίνηση και αλιεία, δικαιολογώντας έτσι και το μέγεθός της.

Βέβαια, ας θυμηθούμε και το ορμητήριο του Ιώσηπου τα Μάγδαλα που ονομάζονταν Ταριχαία και ειδικεύονταν στο αλμύρισα των ψαριών. Ωστόσο, καμία από τις αρχαίες πηγές που έχουμε για την Γαλιλαία δεν μας παρέχει επαρκείς πληροφορίες για να συνθέσουμε μια καλύτερη εικόνα για τα προϊόντα που προέρχονταν από το ψάρι, όπως συνέβαινε με άλλες ελληνορωμαϊκές πηγές των χρόνων εκείνων. Τέτοιες πληροφορίες έχουν να κάνουν με την παρασκευή των προϊόντων, αλλά και με τα διαφορετικά είδη ψαριών που χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή των προϊόντων αυτών[42]. Στην Έφεσο, μας αποκαλύπτει ο Horsley, υπήρχε μια πολύ κερδοφόρα συντεχνία ψαράδων ή οποία είχε αποκτήσει μεγάλη επιρροή και δύναμη, χτίζοντας ένα δημόσιο κτήριο διοδίων στο λιμάνι. Από αυτό κέρδιζαν μεγάλα ποσά που τα εισέπρατταν από τα μέλη της συντεχνίας[43].

Επιστρέφοντας στα Μάγδαλα, πρέπει να δηλώσουμε ότι είναι μια περιοχή μεγάλου αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Οι αρχαιολόγοι στην αρχή, είχαν επικεντρωθεί στην ανασκαφή της συναγωγής και την γύρω περιοχής. Όμως, τα τελευταία χρόνια η αρχαιολογική ομάδα των Φραγκισκανών μοναχών, υπό την επιτήρηση του Stefan de Luca, έφεραν στο φως το λιμάνι, μαζί με άλλα στοιχεία που αποκαλύπτουν το ελληνορωμαϊκό σχεδιασμό της πόλης που ακολουθεί το Ιπποδάμειο σύστημα κατασκευής και τους υπόγειους υδραγωγούς. Επιπροσθέτως, βρέθηκαν μεγάλα λουτρά με περίστυλα και μια αυλή στο κέντρο[44].

Το λιμάνι βρίσκεται ανατολικά από τα λουτρά και ξεχωρίζει από την πόλη με έναν γύψινο τοίχο. Εκεί, βρέθηκαν τα θεμέλια ενός μεγάλου πύργου και ενός κτηρίου που θυμίζει ορθή γωνία, στο σημείο αυτό υπήρχαν σιδερένιοι γάντζοι στους οποίους έδεναν τα πλοία, κυματοθραύστες και λίθοι που χρησιμοποιούνταν ως άγκυρες. Οι αρχαιολόγοι αναγνωρίζουν δυο φάσεις στο κτήριο. Η μια να προϋπάρχει της Ηρωδιανής περιόδου και να υπολογίζεται στην Ασμοναϊκή περίοδο. Ενώ, η δεύτερη φάση, κατά την περίοδο του οικοδομικού σχεδίου του Ηρώδη του Μέγα στην περιοχή. Το λιμάνι των Μαγδάλων είναι το πρώτο που ανασκάφτηκε πλήρως στην περιοχή. Είχε την δυνατότητα να στεγάζει μεγάλο αριθμό πλοίων εξαιτίας του μεγέθους του και αυτό που μας κάνει να αναλογιστούμε την αναφορά του Ιώσηπου για τον αριθμό των 230 πλοίων που ανήκαν στον στόλο του κατά την πτώση της Τιβεριάδας[45].

Πάντα σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, οι ερευνητές έχουν συμπεράνει ότι η Ταριχαία ήταν μια αρκετά πλούσια και εύπορη πόλη. Αυτό βασίζεται και στο γεγονός ότι δυτικά των λουτρών βρέθηκε μια βίλα του πρώτου αιώνα. Μέσα στην βίλα υπάρχει ένα περίτεχνο ψηφιδωτό που απεικονίζει μια γαλέρα ψαρέματος. Με βάση το μωσαϊκό οι αρχαιολόγοι συμπεραίνουν ότι ο κάτοχος της βίλας απέκτησε την περιουσία του από το ψάρεμα.

Καθόλου απίθανο εάν αναλογιστούμε ότι οι ψαράδες εκείνη την εποχή, είχαν επικερδείς επιχειρήσεις με βάρκες και ανθρώπους να δουλεύουν για αυτούς[46]. Το μωσαϊκό, εκτός από την γαλέρα απεικονίζει και άλλα αντικείμενα που παραπέμπουν στην ταυτότητα του ιδιοκτήτη. Τέτοια είναι αντικείμενα όπως, σακίδια για φαγητό και διάφορα ποτά, έναν «κάνθαρο»[47] και το πιο σημαντικό φυσικά την βάρκα ψαρέματος με τα κατάρτια, τα πανιά, τρείς θέσεις κωπηλατών από την κάθε πλευρά όπως και την θέση του τιμονιέρη. Το μωσαϊκό, έχει περισσότερες ελληνορωμαϊκές επιρροές παρά ιουδαϊκές και θέλει να δείξει τον πλούτο, που προήλθε από την επιχείρηση του ψαρέματος[48]. Το ψηφιδωτό επίσης φέρει την επιγραφή: «και σύ», κάτι που δηλώνει από την πλευρά του ιδιοκτήτη ή τουλάχιστον του καλλιτέχνη τις τάσεις από διαφορετικά μέρη της αυτοκρατορίας. Μια επιγραφή που το κατατάσσει σχετικά μοναδική, όπως αναφέρει ο Chancey, διότι δεν βρέθηκε μέχρι στιγμής κάτι παρόμοιο ακόμη στην Ιουδαία[49]. Η επιρροή μπορεί να προήλθε επειδή ο ίδιος ο ιδιοκτήτης της οικίας είδε κάτι παρόμοιο αλλού, αλλά δεν μπορεί να προσδιοριστεί κάτι τέτοιο με ακρίβεια[50].

[41] Mason, et al., Flavius Josephus, translation and commentary (Leiden ; Boston: Brill, 2000). Σελ. 88-91.
[42] Freyne, «The Fisherman from Bethsaida.» Σελ. 24.
[43] G.H.R. Horsley, «A Fishing Cartel in First Century Ephesus,» στο New documents illustrating early Christianity (North Ryde, N.S.W.: Ancient History Documentary Research Centre, Macquarie University, 1981). Σελ. 95-114.
[44] Freyne, «The Fisherman from Bethsaida.» Σελ. 25.
[45] Zangenberg, «Archaeological News from the Galilee: Tiberias, Magdala, Rural Galilee,» Early Christianity 1(2010). Σελ. 475-477.
[46] Frost, «The Excavations of an Ancient Boat in the Sea of Galilee (Lake Kinneret) – Wachsman,S,» Int J Naut Archaeol 20, no. 2 (1991). Σελ. 114-118.
[47] Ο κάνθαρος είναι το σημαντικότερο αγγείο πόσεως με όρθια λαβή του Ελλαδικού χώρου. Το σχήμα του αγγείου διαμορφώθηκε κατά τη μεσοελλαδική περίοδο και δεν φέρει συνηθισμένο σχήμα στον Αθηναϊκό μελανόμορφο ρυθμό. Συχνά βλέπουμε στις παραστάσεις να το κρατά ο Διόνυσος. Η καταγωγή του δεν είναι σαφής, αλλά έχει μακρύ παρελθόν στην Βοιωτία. Οι κάνθαροι προορίζονταν για εξαγωγή στην Ετουρία και την Δύση γενικότερα. Περισσότερα για τα Αθηναϊκά Μελανόμορφα αγγεία βλ.: Boardman, Αθηναϊκά μελανόμορφα αγγεία : 385 εικόνες (Αθήνα: Καρδαμίτσας, 2001).
[48] Reich, «A Note On The Roman Mosaic At Magdalaon The Sea Of Galilee,» Liber Annuus 41(1991). Σελ. 455-458.
[49] Chancey, Greco-Roman culture and the Galilee of Jesus (134; Cambridge, UK ; New York: Cambridge University Press, 2005). Σελ. 197.
[50] Hachlili, Ancient Jewish art and archaeology in the land of Israel (1 Bd , Der alte Vordere Orient, 2 Abschnitt, Die Denkmäler, B, Vorderasien, Lfg 4; Leiden ; New York: E.J. Brill, 1988). Σελ. 391-395.

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ