Η παρηγορητική φροντίδα ως απάντηση στο δίλημμα της ευθανασίας

23 Σεπτεμβρίου 2020

Το σημαντικότερο συμπέρασμα που εξάγεται από τα παραπάνω είναι ότι η ευθανασία, ακόμη κι αν αρκετές φορές απαλλάσσει από τους πόνους του έναν ασθενή που υποφέρει, ωστόσο σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από την Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία πιστεύει ότι κανείς δεν έχει το δικαίωμα να αφαιρεί τη ζωή ενός συνανθρώπου του, ούτε τη δική του.

Η ευθανασία είναι ένα από τα θέματα της επιστήμης της Βιοηθικής, η οποία πρεσβεύει ότι η αυτονομία και η αυτοδιάθεση κάθε ασθενή πρέπει να γίνονται σεβαστές, να υπερασπίζονται τα δικαιώματά του, η υγεία του να μπαίνει σε πρωταρχική θέση, να μην του προκαλείται πόνος και να αντιμετωπίζεται ισότιμος με τους άλλους ανθρώπους, όσον αφορά το δικαίωμα στη ζωή. Φυσικά οι απόψεις περί βιοηθικής μπορεί να διαφέρουν από άτομο σε άτομο ανάλογα με το πολιτιστικό και μορφωτικό του επίπεδο, τη χώρα προέλευσής του, τη θρησκεία του κλπ.

Όσον αφορά την ευθανασία, είδαμε ότι μπορεί να δηλώνει είτε έναν ήρεμο και ανώδυνο θάνατο είτε την ανακούφιση του ασθενούς που βρίσκεται στο τελικό στάδιο, από τους πόνους του. Το πρώτο είναι κάτι που ανέκαθεν εύχεται ο κάθε άνθρωπος για τον εαυτό του, όπως και η εκκλησία εύχεται «χριστιανά τέλη» για τους πιστούς. Ο όρος «ευθανασία» παρατηρείται και σε αρχαία κείμενα, αλλά στο πλαίσιο της ιατρικής χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Francis Bacon το 17ο αιώνα. Ωστόσο, στον όρο δεν είχε αποδοθεί ακόμη και η πνευματική προετοιμασία εκτός από τη σωματική. Στους αιώνες που ακολούθησαν, το να βοηθάει ένας γιατρός κάποιον ασθενή που υπέφερε να τερματίσει τη ζωή του, θεωρούνταν υποχρέωση και καθόλου ανήθικο. Η ίδια άποψη ισχύει ακόμη και τώρα σε ορισμένα μέρη.

Όπως είδαμε, υπάρχουν πολλά είδη ευθανασίας (ενεργητική, παθητική, εκούσια, ακούσια κλπ) και τα κριτήρια που τα δημιουργούν είναι η επιθυμία του ασθενή, ο ρόλος του γιατρού και ο τρόπος πρόκλησης της ευθανασίας. Η ευθανασία μπορεί να χαρακτηριστεί και «καλός θάνατος», εφόσον ο ασθενής περνά το τελικό στάδιο της ζωής του νιώθοντας όσο το δυνατόν λιγότερους πόνους, η ψυχολογική του κατάσταση δεν είναι άσχημη και νιώθει αμέριστη συμπαράσταση από τους συγγενείς του και τους γιατρούς του. Βέβαια, δεν μπορεί να δοθεί ένας κοινά αποδεκτός ορισμός για τον «καλό θάνατο», γιατί ο κάθε ασθενής θέτει τα δικά του κριτήρια. Ωστόσο, κάθε ασθενής που υποφέρει έχει δικαίωμα σ’ ένα «καλό θάνατο», όπως κι αν αυτός τον βλέπει. Αυτή η έννοια του καλού θανάτου περιλαμβάνει και τη διαφύλαξη της αξιοπρέπειας του ασθενούς, η οποία συνίσταται στη λογική και πνευματική του ακεραιότητα.

Στους περασμένους αιώνες πολλοί λόγιοι ασχολήθηκαν με το θέμα της ευθανασίας και ανάμεσά τους και ο Ευγένιος Βούλγαρης. Είδαμε ότι ο λόγιος αυτός αποδεχόταν την ευθανασία, αλλά μέσα από ένα διαφορετικό πρίσμα: Πρότεινε συμφιλίωση με το θάνατο και απέρριπτε την αλαζονική απόρριψή του. Εξάλλου, πίστευε ότι ο θάνατος στην ουσία δεν υπάρχει για τους δίκαιους ανθρώπους, είναι μόνο μια «σκιά θανάτου», αφού σηματοδοτεί τη μετάβαση στην αιώνια ζωή.

Η απάντηση στην ευθανασία είναι η «παρηγορητική φροντίδα», όπως ονομάζεται η διαδικασία που στα τριάντα περίπου χρόνια της λειτουργίας της, προσπαθεί να βελτιώσει τις φυσικές, τις ψυχολογικές, τις κοινωνικές, τις πνευματικές και τις υπαρξιακές ανάγκες του ασθενή που υποφέρει από βαριές αρρώστιες. Κάθε ασθενής που υποφέρει έχει δικαίωμα στην παρηγορητική φροντίδα. Εκτός από τον ίδιο, στη διαδικασία συμμετέχει και η οικογένειά του, η οποία έχει να αντιμετωπίσει την κατάσταση του ανθρώπου της, αλλά και το πένθος μετά το θάνατό του. Ο ασθενής και η οικογένειά του αντιμετωπίζονται σαν ένα ενιαίο σύνολο από τους γιατρούς και τους νοσηλευτές, οι οποίοι σέβονται την προσωπικότητα όλων και προσπαθούν να ικανοποιήσουν κάθε ανάγκη που προκύπτει από την αρρώστια του ασθενούς. Ακόμη, δεν προσπαθούν να επιταχύνουν, ούτε να επιβραδύνουν τον ερχομό του θανάτου. Κύριο ενδιαφέρον τους είναι να προετοιμάσουν τον ασθενή και την οικογένειά του για τον επικείμενο θάνατο.

Οι λειτουργοί της παρηγορητικής φροντίδας χρησιμοποιούν σε ορισμένες περιπτώσεις κατασταλτικά φάρμακα στον ασθενή τους, όταν δεν υπάρχει κανένας άλλος τρόπος για να απαλλαγεί ο ασθενής από τα βαριά συμπτώματα της νόσου του. Η χορήγηση των φαρμάκων αυτών θα επιφέρει το θάνατο και πρέπει να γίνει μόνο με την έγκριση του ασθενούς.

Έχει παρατηρηθεί, ωστόσο, ότι η παρηγορητική φροντίδα δεν κατάφερε να μειώσει τα αιτήματα για ευθανασία. Οι ασθενείς που φτάνουν σε ανυπόφορη κατάσταση προτιμούν κατά κανόνα να τερματιστεί η ζωή τους. Ενδέχεται όμως να προτιμήσουν κάτι τέτοιο όχι εξαιτίας του πόνου, αλλά εξαιτίας της άσχημης ψυχολογικής τους κατάστασης. Στις περιπτώσεις αυτές είναι απαραίτητο να τους παρασχεθεί αντικαταθλιπτική θεραπεία.

Σε όλο τον κόσμο έχουν ιδρυθεί μονάδες παρηγορητικής φροντίδας. Κι αυτό γιατί η Εκκλησία, η οποία με κάποιο τρόπο εμπλέκεται στην ίδρυση μονάδων παρηγορητικής φροντίδας, βλέπει τον άνθρωπο σαν δημιούργημα του Θεού, δεν μπορεί να δεχτεί τη θανάτωσή του, παρά μόνο όταν την αποφασίσει ο Θεός, ο οποίος εξάλλου χάρισε και τη ζωή. Εκείνο, λοιπόν, που προωθεί η Εκκλησία είναι η ανακούφιση του ασθενούς από τα σωματικά και τα ψυχολογικά του βάσανα. Επιπλέον, δεν είναι λίγες οι φορές που ασθενείς φαίνονταν τελείως καταδικασμένοι, αλλά επανήλθαν στη ζωή ως από θαύμα. Έτσι, χρέος των λειτουργών της παρηγορητικής φροντίδας είναι να προσπαθήσουν να βοηθήσουν τον ασθενή σε οργανικό, ψυχολογικό, κοινωνικό και πνευματικό επίπεδο. Πρέπει, ακόμη, να έχουν την ικανότητα μιας καλής επικοινωνίας – ακόμη κι αν χρειάζονται επιμόρφωση – ώστε με τις κατάλληλες συζητήσεις με τον ασθενή να τον κάνουν να νιώσει καλύτερα. Γιατί ο ασθενής έχει ανάγκη την αγάπη των γύρω του και όχι τη βοήθειά τους να πεθάνει.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία διατύπωσε τις δικές της θέσεις για το θέμα της ευθανασίας. Σύμφωνα μ’ αυτές, πρέπει να καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε η ζωή του ασθενούς να παρατείνεται, ενώ παράλληλα να του δίνεται και θάρρος, αφού η ζωή είναι δώρο Θεού και μόνο Εκείνος που τη χάρισε μπορεί και να την αφαιρέσει. Θα πρέπει η κατάσταση του ασθενούς να φτάσει σε ακραίο σημείο, ώστε αυτός να υποφέρει, για να δεχτεί η Εκκλησία τη διακοπή της ζωής. Εξάλλου, πίσω από την εκτέλεση της ευθανασίας μπορεί να κρύβονται οικονομικά συμφέροντα των συγγενών (κληρονομιά), των ασφαλιστικών οργανισμών ή ακόμη και εταιριών εμπορίας ανθρωπίνων οργάνων. Τέλος, η Ορθόδοξη Εκκλησία τονίζει ότι ο ασθενής ζητά την ευθανασία μη έχοντας λογική υγιή σκέψη, αλλά ευρισκόμενος σε απελπισία και απόγνωση. Ανάλογες θέσεις διατύπωσε και η Επιτροπή Βιοηθικής της Εκκλησίας της Ελλάδας, οι οποίες τονίζουν το πόσο σημαντική είναι η ανθρώπινη ζωή, αφού είναι δώρο του Θεού, και πως ο θάνατος απλώς σηματοδοτεί το πέρασμα προς μια άλλη ζωή, η οποία είναι αιώνια και για την οποία πρέπει να προετοιμαστούμε κατάλληλα πριν το βιολογικό μας θάνατο.

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ