Το ψάρεμα στη λίμνη Γεννησαρέτ

21 Σεπτεμβρίου 2020

Το δεύτερο είδος είναι το δίχτυ με «πεζόβολο». Το δίχτυ αυτό είχε μήκος περίπου 6-7,50 μέτρα, είναι κωνικό και στις άκρες του φέρει βαρίδια. Χρησιμοποιείται για ψάρεμα στις όχθες και στοχεύει ομάδες ψαριών. Ο αλιέας πιάνει το δίχτυ με το δεξί του χέρι και ενώ στέκεται σε ρηχά νερά ή πάνω στην βάρκα του το απελευθερώνει με μια απότομη κίνηση μπροστά του με κατεύθυνση την ομάδα ψαριών που βλέπει να κολυμπά κοντά στην επιφάνεια. Το δίχτυ πέφτει πάνω στα ψάρια και τα κλείνει χωρίς να τα επιτρέπει να διαφύγουν. Έπειτα ο ψαράς παίρνει το δίχτυ πάνω στην βάρκα του και από την ανοιχτή πλευρά παίρνει τα ψάρια ή μπαίνει μέσα στο νερό και παίρνει τα ψάρια το κάθε ένα ξεχωριστά και τα βάζει μέσα σε ένα καλάθι. Εάν το ψάρεμα είναι στην όχθη και η ψαριά είναι μεγάλη, συνήθως ο ψαράς σέρνει το δίχτυ μέχρι την ακτή.

Τέλος τα «μανωμένα» δίχτυα ήταν τα δημοφιλέστερα δίχτυα του αρχαίου κόσμου. Αποτελούνταν από τρείς «στρώσεις» νημάτων με την μεσαία να είναι δεμένη πιο πυκνά από τις άλλες δύο, ώστε τα ψάρια όταν περνούσαν μέσα από τις πρώτες στρώσεις να παγιδεύονταν πάντα στην μεσαία. Στις άκρες υπήρχαν βαρίδια για να απλώνεται ευκολότερα το δίχτυ. Το κάθε δίχτυ είχε εκατό μέτρα μήκος και συνήθως οι ψαράδες χρησιμοποιούσαν πέντε τέτοια δίχτυα για το ψάρεμα[13].

Ο Λουκάς στην ίδια διήγηση προσθέτει ορισμένα στοιχεία και αναφέρει ότι ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης που κλήθηκαν δεύτεροι από τον Ιησού στον Ματθαίο (Μτ. 4:21), ήταν συνεργάτες του Πέτρου και είχαν δικιά τους βάρκα[14]. Από τις πληροφορίες αυτές μπορούμε να πούμε ότι ο Πέτρος και οι συνεργάτες του χρησιμοποιήσαν «μανωμένα» δίχτυα για να πιάσουν τα ψάρια κατά την στιγμή του θαύματος. Παραδοσιακά το ψάρεμα γινόταν το βράδυ ή την αυγή και το πρωί όταν επέστρεφαν οι ψαράδες στέγνωναν τα δίχτυα και τα επισκεύαζαν. Κάτι που βλέπουμε και από τις διηγήσεις των Ευαγγελιστών[15].

Τα αρχαιολογικά ευρήματα επιβεβαιώνουν τα λόγια των Ευαγγελιστών με την εύρεση είκοσι λιμανιών, ιχθυοτροφείων και εργαλείων ψαρέματος στις όχθες γύρω από την λίμνη [16]. Ο Freyne μας πληροφορεί ότι, η επιχείρηση του ψαρέματος ήταν πολύ επικερδής. Ακόμη, κάνοντας μνεία στην οικογένεια του Πέτρου αναφέρει ότι ήταν αρκετά πλούσια με επιρροή και αυτό φαίνεται από την ύπαρξη των μισθωμένων δούλων-εργατών[17]. Αναφορά που μας βρίσκει σύμφωνους, αναλογιζόμενοι, ότι τα δύο αδέλφια είχαν στην κατοχή τους βάρκες και συνεργάτες με μισθωτούς δούλους (Μκ. 1:20), που φανερώνει μια καλά οργανωμένη και επικερδή επιχείρηση.

Έτσι, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι την εποχή της Καινής Διαθήκης υπήρχε μια έντονη δραστηριότητα στον χώρο της λίμνης και στα επαγγέλματα που είχαν σχέση με αυτήν, με κυριότερο το ψάρεμα. Μια τέτοια ασχολία που κάνει εντύπωση και είχε σχέση με το ψάρεμα, ήταν η τεχνική με την οποία διατηρούσαν τα ψάρια (πάστωμα, αλμύρισμα) στα Μάγδαλα, εξαιτίας της πληθώρας των αλιευμάτων. Η πόλη βρισκόταν δυτικά της όχθης και έφερε το όνομα Ταριχαία κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους, πληροφορίες που μας παρέχει ο Στράβωνας (64 π.Χ.-24 μ.Χ.)[18]. Επομένως μπορούμε να φανταστούμε ότι οι κάτοικοι θα ασχολούνταν και με άλλα σχετικά επαγγέλματα όπως την κατασκευή και την επιδιόρθωση των πλοίων, την κεραμοποιεία και το εμπόριο των παραγομένων προϊόντων στην ενδοχώρα[19].

Με αυτά τα στοιχεία μπορούμε να συνθέσουμε μια πρώτη εικόνα για την οικονομία της περιοχής. Μεγάλο πλήθος πόλεων ήταν χτισμένες σε σημεία ζωτικής σημασίας όπου περνούσαν οι εμπορικοί δρόμοι. Διότι, το εμπόριο έπαιζε σημαντικό ρόλο στην ζωή και την επιβίωση των πόλεων και των ανθρώπων της εποχής. Το λάδι, το αμπέλι[20], τα δημητριακά και τα πρόβατα αποτελούσαν την βάση της αγροτικής οικονομίας στον μεσογειακό κόσμο. Τα προϊόντα που παράγονταν, οι έμποροι, τα προμήθευαν στην Ρώμη και στις υπόλοιπες περιοχές της Μεσογείου. Γι’ αυτό τον λόγο όλες οι πόλεις είχαν ως κέντρο τους την αγορά και αρκετές ήταν χτισμένες σε εμπορικούς δρόμους[21].

Κάτι ανάλογο συνέβαινε και στην λίμνη Γεννησαρέτ, όπου οι κάτοικοι της περιοχής έχτισαν τις πόλεις τους γύρω από την πηγή του βασικότερου προϊόντος, δηλαδή του ψαριού. Οι αναφορές που κάνει ο Ιησούς στις παραβολές του για συγκεκριμένα επαγγέλματα και προϊόντα δεν είναι καθόλου τυχαία[22]. Διότι, εκτός από το ψάρι, η κοιλάδα του Ιορδάνη ήταν γνωστή και για τα ελαιόδεντρα, τα αμπέλια, τα δημητριακά, την εκτροφή προβάτων[23], κατσικιών και βοοειδών[24].

Στον ελληνικό κόσμο, το ψάρι, είχε δεύτερη μοίρα στο πλαίσιο της διατροφής. Την πρώτη θέση την διατηρούσαν τα δημητριακά και το κρέας[25]. Όμως, με το πέρασμα του χρόνου αυτό αλλάζει και φαίνεται από στις αναφορές που κάνουν οι συγγραφείς του δευτέρου και τρίτου αιώνα, οι οποίοι αρχίζουν να δείχνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τα ψάρια και το ψάρεμα[26].

Ο Γαληνός (129-199 μ.Χ.), παραδείγματος χάρη, που ήταν ο σπουδαιότερος Έλληνας ιατρός της αρχαιότητας, μετά τον Ιπποκράτη, μας κάνει αναφορά στο έργο του για τα είδη των ψαριών και την χρησιμότητά τους. Αναλύει τα δυο διαφορετικά είδη του Κέφαλου και πως ο μόνος κατάλληλος κέφαλος για βρώση είναι αυτός του αλμυρού νερού και όχι του γλυκού, ο οποίος συχνάζει σε ρυάκια, βάλτους και στις δεξαμενές νερού κοντά στις ανθρώπινες κατοικίες[27]. Επίσης, ένα άλλο παράδειγμα προέρχεται από τον Ιώσηπο που κάνει λόγο για την ύπαρξη ενός είδους χελιού, που ονομάζεται: «κορακίνῳ». Το ψάρι συναντάται στην λίμνη της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου και έλκει την ονομασία του από το μαύρο του χρώμα[28].

[13] Λεπτομερέστερα για τις διάφορες τεχνικές ψαρέματος βλ.: Nun, «Cast Your Net Upon the Waters: Fish and Fishermen in Jesus’ Time.» Σελ. 54-55.
[14] Λκ. 5:6-10.
[15] «οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ» (Μτ. 4:20). «καὶ προβὰς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄλλους δύο ἀδελφούς, Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῶν καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν, καὶ ἐκάλεσεν αὐτούς.» (Μτ. 4:21). «ἐπιστάτα, δι᾽ ὅλης νυκτὸς κοπιάσαντες οὐδὲν ἐλάβομεν» (Λκ. 5:5).
[16] Nun, The Sea of Galilee and its fishermen in the New Testament (Kibbutz Ein Gev: Kinnereth Sailing Co., 1989).
[17] Freyne, «The Fisherman from Bethsaida.» Σελ. 20.
[18] «ἐν δὲ ταῖς καλουμέναις ταριχείαις ἡ λίμνη μὲν ταριχείας ἰχθύων ἀστείας παρέχει, φύει δὲ δένδρα καρποφόρα μηλέαις ἐμφερῆ» (Στράβωνας, Γεωγραφικά 16, 2:45).
[19] Freyne, «The Fisherman from Bethsaida.» Σελ. 21.
[20] Υπάρχουν αρκετά φοιτά που αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη όπως είναι: η άμπελος, ο άνηθος, ο βυσσός, η ελιά, το ζιζάνιο, ἡδύοσμον, ο κάλαμος, το κρίνο, το κύμινο, το λάχανο, το πήγανο, το σινάπι, το σιτάρι, η συκιά και ο ύσσωπος. Και προϊόντα φυτών όπως: η αλόη, ο άνθρακας, το μύρο, το μέλι, τα σμύρνα κ.α.. Φιλιππίδης, Ιστορία της εποχής της Καινής Διαθήκης : εξ απόψεως παγκοσμίου και πανθρησκειακής. Σελ. 891.
[21] Ferguson, Backgrounds of early Christianity (Grand Rapids, Mich.: William B. Eerdmans Pub., 2003). Σελ. 74-75.
[22] Η παραβολή του σπορέα (Μκ. 4:1-9//Μτ. 13:1-9//Λκ.8:4-9. Ο χορτασμός των πέντε χιλιάδων (Μκ. 6:30-44//Μτ. 14:13-21//Λκ. 9:10-17//Ιω. 6:1-14. Η παραβολή του χαμένου προβάτου (Μτ. 18:15-21//Λκ.17:3). Όπως και η παραβολή των εργατών της αμπέλου (Μτ. 20:1-16) είναι λίγες από τις πολλές παραβολές που έχουν επηρεαστεί από τα επαγγέλματα της περιοχής και είχαν άμεση σχέση με τα προϊόντα που παρήγαγαν σαν το ψάρι και το ψωμί στην περίπτωση του χορτασμού, τα δημητριακά στην περίπτωση του σπορέα, το πρόβατο στην περίπτωση του βοσκού και το αμπέλι.
[23] Περισσότερα για τα είδη τα ζώα στην Καινή Διαθήκη βλ.: Γκουτζιούδης, Φύσις θηρίων : η χρήση της ζωικής ποικιλότητας στην Καινή Διαθήκη και στο περιβάλλον της (Θεσσαλονίκη: Μέθεξις, 2013).
[24] Ferguson, Backgrounds of early Christianity. Σελ. 78. Και Φιλιππίδης, Ιστορία της εποχής της Καινής Διαθήκης : εξ απόψεως παγκοσμίου και πανθρησκειακής. Σελ. 891.
[25] Πλάτωνος, Πολιτεία 372 και Ovidius, Fasti 6, 169-186.
[26] Davidson, Courtesans & fishcakes : the consuming passions of classical Athens (Chicago ; London: University of Chicago Press, 2011). Σελ. 3-35.
[27] Γαληνός, Περὶ τῶν ἐν ταῖϲ τροφαῖϲ δυνάμεων 6, 708 και εξής. Βλ. επίσης εκτενή ανάλυση του έργου του Γαληνού στο βιβλίο: Grant Mark, Galen : on food and diet (London ; New York: Routledge, 2000).
[28] Ιώσηπος, Ιουδαϊκός Πόλεμος 3, 521.

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ