Η ίδρυση της πρώτης Εκκλησίας και οι πρώτοι Χριστιανοί

2 Μαρτίου 2021

Σε όλη τη διάρκεια του πρώτου μετά Χριστό αιώνα οι Χριστιανοί δε συναντιόντουσαν σε κάποιο ειδικά διαμορφωμένο κτιριακό χώρο για τη λατρεία τους. Οι συγκεντρώσεις αρχικά γίνονταν εκ περιτροπής στο σπίτι κάποιου πιστού. Αργότερα διαμόρφωσαν σπίτια κατάλληλα για να εξυπηρετούν τις συναθροίσεις τους. Το πρώτο αιώνα οι Χριστιανοί δεν είχαν σχηματίσει την έννοια του κτηρίου Εκκλησία, κάτι ανάλογο, δηλαδή με την Εβραϊκή συναγωγή. Όλα αυτά γίνονταν στην Ιερουσαλήμ για τις άλλες περιοχές δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα.

Από το κατά Λουκάν ευαγγέλιο και από τις Πράξεις πληροφορούμαστε ότι όλοι οι μαθητές του Χριστού μετά την Ανάσταση του παρέμειναν στην Ιερουσαλήμ, και αφού έλαβαν το Άγιο Πνεύμα σχημάτισαν την πρώτη Χριστιανική κοινότητα. Σύμφωνα με το κατά Ματθαίον μετά την Ανάσταση οι μαθητές επέστρεψαν στη Γαλιλαία. Ενώ στο κατά Ιωάννην φέρονται σαν να επέστρεψαν στις πρότερες ασχολίες τους. Από αυτές τις πηγές δεν εξάγεται αν μετέδωσαν το μήνυμα του Ιησού και σε άλλες περιοχές. (Χίλ,2010 :24).

Οι πρώτοι χριστιανοί ήταν Εβραίοι της Παλαιστίνης, αλλά στην πορεία ασπάσθηκαν το Χριστιανισμό και άλλες ομάδες προσφέροντας του μια νέα κοινωνική σύνθεση. Στις Πράξεις (6:1-6) από την περιγραφή μιας σύρραξης μεταξύ Εβραίων και «Ελληνιστών» Χριστιανών γίνεται φανερή η ύπαρξη μιας μη Εβραϊκής Χριστιανικής ομάδας. Την ταυτότητα των Ελληνιστών δεν την γνωρίζουμε. Ο χριστιανισμός μέχρι την εποχή του Παύλου κατά την δεκαετία του 50 μ.Χ. είχε ξεπεράσει τα όρια της Παλαιστίνης. Η εξάπλωση του αυτή σήμαινε ότι τον ασπάζονταν και οι εθνικοί (ειδωλολάτρες) δίνοντας του μια τέτοια δυναμική ώστε έπαψε να είναι μια ομάδα η οποία αποσχίσθηκε από τον Ιουδαϊσμό. Η όλο και περισσότερο διογκούμενη είσοδος εθνικών στον Χριστιανισμό δημιούργησε προστριβές, διαφωνίες και εντάσεις με τους Χριστιανούς εξ Ιουδαίων. Για την επίλυση των διαφορών και για να επέλθει ομόνοια στην Εκκλησία αποφασίστηκε να γίνει στην Ιερουσαλήμ μια σύνοδος. (Χίλ,2010 :24-25). Η σύνοδος αυτή έμεινε στην ιστορία ως Σύνοδος της Ιερουσαλήμ και χρονικά τοποθετείται το 48 ή το 49 μ.Χ. Εκεί λήφθηκαν κομβικές αποφάσεις για την περεταίρω ομαλή εξάπλωση του Χριστιανισμού. Κατ’ αρχάς οι όροι αποδοχής των Εθνικών στη νέα θρησκεία απλουστεύονται. Δεν είναι υποχρεωμένοι πλέον οι προσήλυτοι να ακολουθούν πιστά τον Νόμο (περιτομή) αλλά να απέχουν από ορισμένα απαγορευμένα φαγητά (πνιγμένα ζώα, αίμα) και από απαγορευμένους γάμους. Καθιερώθηκε η λογεία, η υποχρεωτική οικονομική βοήθεια των Εθνικών κοινοτήτων στην κοινότητα των Ιεροσολύμων. (Μόσχος, 2014:43, 50). Η σύνοδος όπως περιγράφεται στις Πράξεις (15, 6-21) είχε όλα τα χαρακτηριστικά της Εκκλησίας του Δήμου της Αθηναϊκής δημοκρατίας. Είχε διάλογο «πολλής δε συζητήσεως γενομένης», αγορεύσεις «αναστάς ο Πέτρος είπε»(15, 7). Ο Πέτρος είπε μεταξύ των άλλων για τους Εθνικούς ότι ο Θεός «ουδέν διέκρινε μεταξύ ημών τε και αυτών». (15,9) Αγόρευσαν επίσης ο Βαρνάβας ο Παύλος και ο Ιάκωβος ο οποίος πρότεινε την απλούστευση της διαδικασίας εισδοχής των Εθνικών στους κόλπους του Χριστού (15, 20-21). (Χίλ,2010 :24-25)

Αποφασίστηκε, ακόμα, να στείλουν άνδρες οι οποίοι θα συνοδεύσουν τον Παύλο και τον Βαρνάβα στην Εκκλησία της Αντιόχειας κομίζοντας επιστολή με την οποία θα κοινοποιούνται στους Εθνικούς οι όροι εισόδου τους στην Εκκλησία. Ο Παύλος να συνεχίζει τις περιοδείες του στους εθνικούς και ο Πέτρος να συνεχίσει το έργο του στους Εβραίους. Παρά την φαινομενική ομοφωνία στη λήψη των αποφάσεων στο παρασκήνιο υπήρξαν εντάσεις ο απόηχος των οποίων φαίνεται στις επιστολές του Παύλου (προς Γαλάτας). Σε αυτή ο Απόστολος αναφέρει πικραμένος ότι μετά τη Σύνοδο ο Πέτρος πήγε στην Αντιόχεια και ότι όντας υπό την επήρεια του Ιακώβου αρνείτο να συμφάει με εθνικούς. Στην ίδια επιστολή η υπεράσπιση της αρνητικής θέσης του για την υποχρεωτική περιτομή στους εθνικούς πριν γίνουν Χριστιανοί, φανερώνει μια σημαντική διάσταση απόψεων στους κόλπους της νέας Εκκλησίας. Αυτές οι διαφωνίες δείχνουν ότι υπήρχε ένα τριπλό βαθύ σχίσμα μεταξύ του Παύλου και α) εκείνων οι οποίοι δέχονταν την παρουσία των εθνικών στο Χριστιανισμό, β) μεταξύ του Πέτρου και Ιάκωβου και γ) με τους υπερασπιστές του Ιουδαϊσμού. Από αυτή την εριστική διαμάχη κερδισμένοι βγήκε η παράταξη του Παύλου. Εξ αιτίας αυτού του γεγονότος αρκετοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι τα κείμενα τα οποία έφτασαν σε μας μεροληπτούν υπέρ της νικήτριας παράταξης. Από την ιστορία αποδεικνύει ότι οι διενέξεις δεν ήταν τόσο βαθιές ώστε να αποβούν καταστροφικές. Γνωρίζουμε, επίσης, ότι υπήρξαν διαφωνίες για την εκκλησιαστική πειθαρχία, διαφορετικές προσεγγίσεις του Προσώπου το Ιησού, δεν γνωρίζουμε αν η αιτία τους ήταν ο διαχωρισμός μεταξύ των παυλιστών και των Ιουδαϊστών. (Χίλ,2010 :24-25)

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ