Γέροντας Ανανίας: Το όνειδος της Ελισάβετ και οι δυσκολίες που μας εμπιστεύεται ο Θεός

30 Σεπτεμβρίου 2021

Αρχιμανδρίτης Ανανίας Κουστένης (1945-2021).

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=323104

Έτσι, λοιπόν, να επανέλθομε, βγήκε ο Ζαχαρίας και διέμενε κωφός. Κωφάλαλος. Και τους έδινε με νόημα, διένευε, τους έδινε με νόημα, να καταλάβουν ότι κάτι συνέβη μεγάλο και σοβαρό. Κάποια αποκάλυψη. Κάποια οπτασία. Είδε εκεί και ήταν συγκλονισμένος. Πολύ συγκλονισμένος.

Ίσα που περπατούσε και ίσα που θυμίαζε. Συγκλονίστηκε ο προφήτης με το μήνυμα. Κι είχε φόβο και χαρά. Χαρά, για τη γέννηση παιδιού, ύστερα από τόσα χρόνια. Και φόβο, για την αναξιότητα του και την αδυναμία του, αλλά και την αμφιβολία του και την αμφισβήτηση της Θείας βουλής και του εσομένου θαύματος. Του θαύματος, δηλαδή, που θα εγίνετο. Και θυμίασε. Και τελείωσε τη διακονία του στο Ναό του Σολομώντος.

Και κατασυγκινημένος και γεμάτος, όπως προείπαμε, φόβο και χαρά, ήλθε στην Ορεινή της Ιουδαίας. Εκεί που έμενε. Και είπε με νοήματα και με τα μάτια του στην Ελισάβετ, τη σύζυγό του, την άμεμπτη και δίκαιη κι αυτή, της είπε, τι συνέβη. Και δόξασαν τον Θεό κι ευχαρίστησαν τον Κύριο κι έκλαψαν πολύ από συγκίνηση και δέος, γι’ αυτό τον Ευαγγελισμό του Αρχαγγέλου Γαβριήλ στους δύο αυτούς υπέργηρους. Και ιδιαίτερα στη στείρα Ελισάβετ.

Έχουμε Ευαγγελισμό του αγίου Ιωάννου. Και ύστερα, όπως σημειώνει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, ύστερα από λίγες ημέρες, συνέλαβε η Ελισάβετ. Έμεινε έγκυος. Με τους όρους της φύσεως. Αφού επενέβη Θεϊκή δύναμη και τους ικάνωσε, για να καρπογονήσουν οι Δίκαιοι αυτοί και άμεμπτοι άνθρωποι του Θεού, να καρπογονήσουν, να συλλάβουν καρπών κοιλίας και να φέρουν στη ζωή τον μεγαλύτερο άγιο. «Τον μείζονα εν γεννητοίς γυναικών». Τον μέγαν ενώπιον του Κυρίου και ενώπιον των ανθρώπων.

Η δε Ελισάβετ έκρυβε την εγκυμοσύνη της «μήνας πέντε». Πέντε μήνες. Γιατί ντρεπότανε. Άνθρωποι είμαστε όλοι. Ακόμα και οι άγιοι. Μπροστά στα έκτακτα και στα διαφορετικά φαινόμενα και γεγονότα, όσο καλά κι αν είναι, έχομε κάποια εντροπή ανθρώπινη.

Τι ντρεπόταν, ακριβώς, η αγία Ελισάβετ; Τους ανθρώπους! Τι θα πούνε. Όλοι το υπολογίζουμε αυτό. Και μέχρις ενός σημείου, καλά κάνομε. Είναι η κοινή γνώμη. Καλά κάνομε! Δεν μπορεί να είμαστε, δηλαδή, και χωρίς αίσθημα και χωρίς εντροπή και χωρίς αιδώ. Σίγουρα. Αλλά όλα έχουν κάποιο μέτρο.

Ντρεπότανε. Ντρεπότανε, που θ’ άκουγε, να λέει ο κόσμος, πώς μια γριά έμεινε έγκυος. Για σκεφθείτε το λιγάκι, οι γυναίκες περισσότερο! Για σκεφθείτε το λιγάκι! Θυμάμαι την καημένη τη μάνα μου, ύστερα από χρόνια, γέννησε την τελευταία αδελφή μου, κι ήταν μεγάλη. Και τι έκανε; «Τι να κάνω, παιδί μου»; «Τι να κάνεις; Θα κάνεις την εγκυμονούσα, θα γεννήσεις το παιδάκι κι αυτό θα σου βρεθεί». Και της βρέθηκε αυτή. Και την έχει από κοντά και το ‘να και τ’ άλλο, ήταν και κόρη, και τα πάνε μια χαρά. Εμείς τι να κάνομε; Παιδιά είμαστε. Και βλαμμένοι είμαστε. Τι να κάνει κι αυτή η καημένη;

Έτσι, λοιπόν. Έκρυβε, λοιπόν, έκρυβε. «Περιέκρυβε». Με επιμέλεια έκρυβε. Αυτό σημαίνει «περιέκρυβε». Έκρυβε με επιμέλεια την εγκυμοσύνη της «μήνας πέντε». Πέντε μήνες. Από κει και πέρα αρχίζει και φαίνεται. Έχει ακρίβεια το Ευαγγέλιο. Κι ο Λουκάς ήταν και Ιατρός. Κι όλα τα άλλα. Από ‘κεί και πέρα, από ‘κεί και πέρα άρχισε πια να το αντιμετωπίζει αλλοιώς. Ξεπέρασε αυτη την ανθρώπινη εντροπή.

Γι’ αυτό, όταν βλέπομε κάποιον άνθρωπο να ντρέπεται, να το υποληπτόμεθα αυτό. Όσο ανόητο και γελοίο κι αν μας φαίνεται. Έχει κι αυτός τον λόγο του. Επέρασε, λοιπόν, αυτή τη δυσκολία. Δεν την ένοιαζε πια, αν θα λέγανε «μια γριά έμεινε έγκυος». Έτσι λεν οι Πατέρες. Δεν το λέω εγώ αυτό. Λοιπόν.

«Μια γριά έμεινε έγκυος!» Το ξεπέρασε. Και τι έκανε; Ευχαριστούσε. Και δοξολογούσε. Και ανυμνούσε. Και ευγνωμονούσε τον Kύριo. Που «επέβλεψεν επ’ αυτήν». Και που της έδωσε τέκνο και αφήρεσε, «αφείλε», όπως λέει το ιερό Ευαγγέλιον, το όνειδός της. Αφαίρεσε το όνειδός της.

Αφού έμεινε έγκυος και αφού θα γεννούσε «τον μείζονα εν γεννητοίς γυναικών» και «τον περισσότερον προφήτου». Πέρασε αυτό, λοιπόν, το όνειδος. Γιατί ήταν όνειδος στο Ισραήλ -οι δύο αυτοί ήταν εκ γένους ιερατικού, όπως αναφέρει το Ευαγγέλιο του Λουκά- ήταν όνειδος η ατεκνία στο Ισραήλ, κατ’ εκείνα τα χρόνια, κατά την Παλαιά Διαθήκη, δηλαδή, ήταν όνειδος, διότι εκείνοι που ήσαν άτεκνοι κι οι γυναίκες στείρες και μ’ ένα λόγο δεν είχαν τέκνα, απεκλείοντο από την ευλογία, την τιμή και τη χαρά του να γεννηθεί απ’ αυτούς ο Λυτρωτής του κόσμου. Δεν είχαν, λοιπόν, δίκαιο, να στενοχωρούνται;

Ενώ σήμερα η ατεκνία αντιμετωπίζεται αλλοιώς από την Εκκλησία. Είναι δύσκολο. Είναι ένας σταυρός. Είναι μια δοκιμασία.

Ή, όπως θα λεγε ο Γέροντας Πορφύριος: «Μας εμπιστεύθηκε ο Θεός, μας εμπιστεύθηκε ο Θεός μια δυσκολία».

Πήγε, κάποτε, στον Γέροντα ένας δυσκολεμένος. Κι ήταν απηλπισμένος κι έκλαιγε. Κι αντιδικούσε και Θεοδικούσε.

Και του λέει: «Έλα, ρε παιδάκι», του λέει ο Γέροντας. «Έλα, ρε παιδάκι, ησύχασε, παιδί μου. Σου εμπιστεύθηκε ο Θεός μια δυσκολία κι εσύ, αντί να τον ευχαριστήσεις, κάνεις έτσι»;

Τι ωραία το ‘βλεπε ο Γέροντας! Και τι ωραία το βλέπει η Εκκλησία!

«Σου εμπιστεύθηκε ο Θεός μια δυσκολία», του λέει. «Σου εμπιστεύθηκε, γιατί ξέρει, ότι μπορείς, να την αντέξεις. Μπορείς να την φέρεις εις πέρας, με τη Χάρη Του. Και με τη λίγη δική σου προσπάθεια και την προσευχή. Στο ‘δωσε ο Θεός αυτό, για να πάρεις και μισθό. Να πάρεις και μισθό!»

 

Από το βιβλίο του Aρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, «Λόγοι για τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο», των εκδόσεων Ακτή, Λευκωσία 2010.