Η παιδαγωγία της στέρησης

15 Νοεμβρίου 2021

Πρέπει άραγε να προσπαθήσουμε να κάνουμε το παιδί ένα καλό και βαθύτατα ηθικό πλάσμα, κατά το πρότυπο του Ρουσώ; Ή μήπως είναι καλύτερα να το διαπαιδαγωγήσουμε έτσι ώστε να γίνει ένας «κατεργάρακος», ικανός να τα βγάζει πέρα σε κάθε περίσταση; Αν το κάνουμε πρόβατο, θα είναι σαν να του υποθηκεύουμε το μέλλον, να το προσφέρουμε βορά σε ένα κοινωνικό περιβάλλον που δεν είναι διατεθειμένο να του χαρίσει τίποτα. Αντίθετα, η ανατροφή ενός “κατεργαράκου” δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να είναι αυτοσκοπός. Για να μην πω, μάλιστα, ότι με αυτό τον τρόπο θα είναι σαν να επιδεινώνουμε συνειδητά την ίδια αξιοθρήνητη κατάσταση ενάντια στην οποία θέλουμε να το οπλίσουμε. Αλλά ούτε και ο συνδυασμός των δύο αυτών εκδοχών αποτελεί λύση. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να δομήσουμε ένα άτομο όσο το δυνατόν καλύτερο αλλά και αρκετά ανθεκτικό, ώστε να ενταχθεί στην κοινωνία χωρίς να ισοπεδωθεί από όσους μεγάλωσαν με γονείς λιγότερο πρόθυμους να φροντίσουν για την διαπαιδαγώγησή τους. Οφείλουμε, δηλαδή, να το οπλίσουμε επαρκώς, να το εισαγάγουμε όσο το δυνατόν νωρίτερα, χωρίς πίεση αλλά και χωρίς δισταγμό, στην πραγματικότητα του άμεσου περιβάλλοντός του ώστε να το βοηθήσουμε να το αποτιμήσει, να το συνηθίσει και να προσαρμοστεί.

Ποια είναι όμως η πραγματικότητα με την οποία αναγκαστικά θα έρθει αντιμέτωπο;

Πρωτίστως και κυρίως, αν δεν το έχει διδαχθεί από νωρίς, ότι δεν είναι το μοναδικό άτομο στον κόσμο, ότι δεν είναι το κέντρο του κόσμου, ότι δεν έχει δικαίωμα να θεωρεί πως είναι το κέντρο του κόσμου, και ότι τίποτα, απολύτως τίποτα, δεν του ανήκει δικαιωματικά.

Τι φρίκη! Η χειρότερη! Είναι η φρίκη που κάνει το παιδί να τσιρίζει και να κυλιέται στο πάτωμα μπροστά στα ταμεία του σούπερ-μάρκετ, επειδή η μαμά του αρνείται να το αγοράσει το γλειφιτζούρι ή το αυτοκινητάκι που της ζητάει. Είναι η φρίκη ενάντια στην οποία παλεύει ακατάπαυστα και με απαράμιλλη ενεργητικότητά το παιδί – τύραννος, το οποίο καταφέρνει με τα καπρίτσια του, και χωρίς να μοιράζεται ποτέ τίποτα, να ασκεί απόλυτη κυριαρχία στον περίγυρό του.

Και τι είναι, αλήθεια, αυτή η φρίκη; Ποιο είναι το στοιχείο που την κάνει να γεννά τόσο βίαιες αντιδράσεις και να αντιστέκεται σε κάθε απόπειρα καθησυχασμού; Είναι η χειρότερη απειλή που μπορεί να φανταστεί και, ακόμη περισσότερο, να νιώσει ότι βιώνει το παιδί: η απειλή του άμεσου θανάτου!

Ίσως αυτά που λέω να ακούγονται παράδοξα. Ίσως να σκεφτεί κανείς ότι θέλω να οδηγήσω τη συζήτηση αλλού.

Κι όμως, είναι πολύ απλό. Το μήνυμα που μεταβιβάζεται με χίλιους δυο τρόπους στο παιδί-τύραννο είναι στην πραγματικότητα το αντίθετο από αυτό που θα έπρεπε να ακούει. Του λένε συνεχώς, άμεσα ή έμμεσα, ότι είναι το κέντρο του κόσμου, ότι τίποτα δεν μπορεί ή δεν έχει δικαίωμα να το πλήξει, ότι έχει δικαίωμα στα πάντα και ότι τα πάντα του ανήκουν δικαιωματικά. Το μήνυμα αυτό ανανεώνεται και ενισχύεται ασταμάτητα από τη διαρκή παροχή διαφόρων μορφών ικανοποίησης, οι οποίες βιώνονται σαν μία άμεση και αδιαμφισβήτητη απόδειξη του μηνύματος. Έτσι, η παραμικρή ρωγμή στην εκτέλεση του μηχανισμών του μηνύματος ισοδύναμη, ούτε λίγο ούτε πολύ, με την ακύρωση του. Το παιδί βρίσκεται άξαφνα αντιμέτωπο με μία χρονική ροή που δεν την είχε αντιληφθεί ποτέ, καθώς το πέρασμα του χρόνου καλυπτόταν πάντα από κάποιας μορφής απόλαυση που του παρείχαν. Τίποτα όμως δεν είναι πιο απειλητικό από αυτόν τον χρόνο, με τον οποίον βρέθηκε αντιμέτωπο γύρω στο πρώτο έτος της ζωής του, όταν ανακάλυψε τον θάνατο και κατάλαβε πως η μητέρα μπορεί να τον οδηγήσει σε αυτόν! Η ροή του χρόνου τα ξαναφέρνει όλα αυτά στο προσκήνιο: ο θάνατος είναι εδώ, δεν έχει υποχωρήσει βήμα. Τον νιώθει, τον αντιλαμβάνεται, νομίζει ότι θα του ριχτεί και θα το εξουδετερώσει! Τι άλλο μπορεί να κάνει, αν όχι να αρχίσει να χτυπιέται και να τσιρίζει και να ξορκίσει τον τρόμο που του προξενεί;

Σε αυτό το σημείο υπεισέρχεται η θεμελιώδης έννοια του αισθήματος στέρησης.

Από τη στιγμή που το αίσθημα στέρησης εφαρμοστεί, το παιδί αποστασιοποιείται σταδιακά από την θέση στο κέντρο του κόσμου του, αίσθημα που σύντομα δεν θα κινδυνεύει πλέον ούτε καν από την πληθωρική παροχή μορφών ικανοποίησης. Όμως, αυτή η συμβολική εφαρμογή είναι σήμερα πιο δύσκολη από ποτέ, καθώς το μέσο που τη διασφαλίζει είναι ένα μήνυμα αντίστροφο από αυτό που συνήθως μεταδίδεται στο παιδί και που κάνεις δεν δείχνει πρόθυμος να απαρνηθεί. Ένα τέτοιο ευεργετικό μήνυμα είναι αυτό που, αν το θελήσει η μετέρα, περνάει στο παιδί, διαμηνύοντας του ότι δεν αποτελεί ούτε το κέντρο του κόσμου αλλά ούτε και το επίκεντρο του δικού της κόσμου, καθότι υπάρχει και το πρόσωπο του πατέρα, με τον οποίον αποτελούν το ζευγάρι που το έφερε στον κόσμο και που πάντα θα διατηρεί την πρωτοκαθεδρία απέναντί του.

Ανάμεσα στο διαδεδομένο πια μήνυμα των ημερών μας που διακηρύσσει πως το παιδί είναι το κέντρο του κόσμου και στο αντίστροφο μήνυμα, που είναι πλέον αδύνατον να μεταδοθεί, δηλαδή πως το παιδί είναι ένα μέρος ενός ευρύτερου κοινωνικού συνόλου που δεν έχει την πρωτοκαθεδρία, υπάρχει μία ενδιάμεση οδός, η οδός της διαπαιδαγώγησης, η οποία διασφαλίζει την ουσία του ζητήματος, κάνοντας τους γονείς που αποφασίζουν να την εξασκήσουν να μετέχουν στην δημιουργία ισορροπημένων υπάρξεων, εξασφαλίζοντας παράλληλα και την επανόρθωση των δικών τους ιστοριών.

Η διαπαιδαγώγηση βέβαια ξεκινά από την αλλαγή στερεοτύπων των παιδαγωγών γονέων, όπως, για παράδειγμα, το ότι το παιδί δεν είναι ένα ευάλωτο πλάσμα που κινδυνεύει να πεθάνει με το παραμικρό. Αντίθετα, είναι ένα πλάσμα εξαιρετικά ανθεκτικό, που ανταποκρίνεται άμεσα στις θεραπείες που εφαρμόζονται σε περίπτωση ασθένειας. Να μία στοιχειώδης αλήθεια που θα απάλλασσε ολοκληρωτικά τις μητέρες από τον φόβο τον οποίον επικαλούνται για να δικαιολογούν την υπερπροστατευτική συμπεριφορά τους. Ατό δεν αναιρεί την λελογισμένη πρόληψη που επιβάλλει στα παιδιά π.χ. να κάθονται στο πίσω κάθισμα φορώντας τη ζώνη τους, ή να φορούν πάντα κράνος, ακόμη και όταν επιβαίνουν σε τρίκυκλο.

Μία άλλη αλήθεια που θα έπρεπε να διαδώσουμε είναι πως το παιδί-ακριβώς επειδή το έχει απόλυτη ανάγκη-πρέπει να μάθει να λειτουργεί ελεγχόμενα, «συγκρατημένα», όπως έλεγε ο Γουίνικοτ, ότι πρέπει δηλαδή να του επιβάλλουμε όρια, εισάγοντας το στη δοκιμασία του αισθήματος στέρησης, την οποία είναι απόλυτα ικανό να υπομένει. Μία δοκιμασία που με τον επαναλαμβανόμενο χαρακτήρα της θα το κάνει να συναισθανθεί ότι είναι ζωντανό και ότι συμμετέχει στη θαυμαστή περιπέτεια της ζωής δίπλα σε δύο καθησυχαστικός γονείς, που ξέρουν να χειρίζονται τα πράγματα για λογαριασμό του, χωρίς να σπεύδουν να ικανοποιήσουν κάθε είδους απαίτηση, ακόμη και αυτή που δεν έχει καν ακόμη διατυπωθεί εκ μέρους του παιδιού.