Η σημασία του ανθρώπινου Προσώπου στην ψηφιακή εποχή: Ανθρωπολογικές ηθικές και εκκλησιολογικές προκλήσεις με αφορμή την πανδημία του κορονοϊού

26 Νοεμβρίου 2021

Η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας της πληροφορίας τις τελευταίες δεκαετίες επηρέασε δραματικά όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας θέτοντας τις βάσεις για την μετάβαση στην μεταβιομηχανική εποχή, όπου κυριαρχούν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και τα δίκτυα διακίνησης της πληροφορίας. Έννοιες όπως «χρόνος» και «χώρος» αλλάζουν διάσταση, ακόμη και η ίδια η έννοια «άνθρωπος» προσδιορίζεται μέσω νεολογισμού ως μετα-άνθρωπος.

Οι νέες τεχνολογίες της πληροφορίας αλλάζουν σε βάθος την ίδια την έννοια της απόκτησης εμπειρίας και εν τέλει, τον τρόπο με το οποίο αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα και η καθημερινή μας εμπειρία αποτελείται από αλληλεπιδράσεις, συχνά εικονικές, με ανθρώπους που ίσως δεν έχουμε συναντήσει ή γνωρίσει προσωπικά.

Στο πλαίσιο της παρούσης εργασίας θα διερευνήσουμε την επίδραση και τις μορφές που λαμβάνει η θρησκευτικότητα στο διαδίκτυο αλλά και κρίσιμα ερωτήματα, όπως:

  • είναι δυνατόν να τελούνται τα μυστήρια διαδικτυακά, λ.χ. να τελείται η εξομολόγηση;
  • ο τύπος θρησκευτικότητας του διαδικτύου είναι ίδιος με τον αυθεντικό – παραδοσιακό; ποιες είναι οι αλλοιώσεις στην θρησκευτικότητα εξαιτίας της ανωνυμίας του διαδικτύου; ποια είναι η χρήση τουδιαδικτύου από την ορθόδοξη Εκκλησία;
  • ποιες είναι οι προκλήσεις για το ανθρώπινο πρόσωπο στον εικονικό κόσμο του διαδικτύου;

Η διαθέσιμη βιβλιογραφία είναι, κυρίως, στην αγγλική γλώσσα και περιορισμένη προς το παρόν στην ελληνική, ενώ ταυτόχρονα τα νέα δεδομένα που καθημερινά προκύπτουν στον διαδικτυακό χώρο καθιστούν γρήγορα παρωχημένες πολλές που είχαν διατυπωθεί πρωτύτερα.

Σκοπός μας, επίσης, είναι να απαντηθεί, όσο αυτό είναι εφικτό, το βασικό ερώτημα της δυνατότητας ύπαρξης και διάδοσης του μηνύματος του Λόγου του Θεού στο χώρο του ψηφιακού οικοσυστήματος, χωρίς τον κίνδυνο να απωλέσει την αυθεντικότητά του. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα καθορίσει εν πολλοίς και το αν το διαδίκτυο αποτελεί μία πρόκληση και πόσο επηρεάζει ή μεταβάλλει την «επικοινωνιακή θεολογία».

H βασική υπόθεση εργασίας είναι ότι το σωτηριολογικό μήνυμα της Εκκλησίας μπορεί να «επικοινωνηθεί» μεδιάφοραμέσα. Αυτή η υπόθεση εργασίας θα είναι η κύρια αφετηρία για να επιχειρηθεί η απάντηση στο κεντρικό ερώτημα, το οποίο όμως συνοδεύεται από επί μέρους ερωτήματα:

  • Πώς επιδρά το διαδίκτυο στον ψυχισμό και στη διαμόρφωση ταυτότητας του σύγχρονου υποκειμένου;
  • Η παρουσία των θρησκειών στο διαδίκτυο δημιουργεί μία νέα θρησκευτικότητα, σε ποιο βαθμό αυτή μπορεί να αντικαταστήσει την συνάντηση των πιστών στην Εκκλησία;
  • Είναι αρκετή η παρουσία της ορθόδοξης Εκκλησίας στο διαδίκτυο μόνο σε επίπεδο ενημέρωσηςκαι παροχής πληροφοριών ή η δράση της μπορεί να προσλάβει και μορφή κηρύγματος και ποιμαντικής διακονίας;

H μέθοδος της ανάλυσης μας θα είναι περιγραφική και εποπτική. Δεν θα επιχειρηθεί μία ανάλυση σε βάθος του ψηφιακού οικοσυστήματος, αλλά θα προβούμε σε μία περιγραφή της διασύνδεσης του νέου διαδικτυακού κόσμου με την ορθοδοξία.

Στο πρώτο κεφάλαιο της εργασίας θα παρουσιάσουμε την ιστορική εξέλιξη του διαδικτύου και του ψηφιακού οικοσυστήματος που αυτό συγκροτεί, το βαθμό επίδρασής του στη σύγχρονη κοινωνία και το ενδεχόμενο αξιοποίησής του από την ορθόδοξη Εκκλησία.Ο εικονικός κόσμος του διαδικτύου αποτελεί για την Εκκλησία μια νέα πρόκληση, η οποία απαιτεί ερμηνεία με κριτικό τρόπο έτσι ώστε να ανταποκριθεί με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο στον ποιμαντικό της ρόλο και στην συνέχιση του θεόπνευστου έργου της, αυτού της διάδοσης του Ευαγγελικού μηνύματος. Η αξιολόγηση από την Εκκλησία των επιδράσεων και των συνεπειών της διείσδυσης του διαδικτύου, σε κάθε τομέα της πραγματικής κοινωνίας, θα μπορέσει να προσφέρει στους πιστούς της τους κατάλληλους οδοδείκτες προσανατολισμού στις χαοτικές λεωφόρους της πληροφορίας, θα καταστεί επίσης εφικτή η ενσωμάτωσή τους στην ποιμαντική διαδικασία της, αλλά επίσης θα γίνουν και πιο εύκολα διακριτές οι αρνητικές πτυχές, έτσι ώστε να αναπτυχθούν δράσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να τις απομονώσουν.

Το διαδίκτυο, διαμέσου των ηλεκτρονικών υπολογιστών παρέχει τη δυνατότητα πρόσβασης σε νέες μορφές κοινοτήτων, τα χαρακτηριστικά των οποίων διαφοροποιούνται πλήρως από τις παραδοσιακές κοινότητες όπου διαβιούσε και αλληλοεπιδρούσε ο άνθρωπος, μέχρι την ανάδυση του ψηφιακού κυβερνοχώρου, ως προς τον τρόπο συγκρότησης τους, τον χωροχρονικό προσδιορισμό τους αλλά και τη μορφή διάδρασης μεταξύ των μελών τους.

     Στον κυβερνοχώρο, ο άνθρωπος δεν βασίζει την αλληλεπίδραση του με τα άλλα μέλη της κοινότητας με βάση τη φυσική του παρουσία αλλά στη βάση μιας εικονικής, ασώματης συχνά απρόσωπης αλληλεπίδρασης, η οποία δεν εγκλωβίζεται στο εδώ και τώρα, αλλά μπορεί να διαθέτει επίσης άχωρα και άχρονα χαρακτηριστικά. Το «κατ’εικόνα και καθ’ομοίωσιν» της ορθόδοξης ανθρωπολογίας μπορεί με ευκολία να αντικατασταθεί από το «κατ’επιθυμία και κατά βούληση» της νέας εικονικής ανθρωπολογίας.

Στο δεύτερο κεφάλαιο της εργασίας θα αναφερθούμε στα λειτουργικά χαρακτηριστικά του ψηφιακού οικοσυστήματος και στις μορφές θρησκευτικής παρουσίας στο διαδίκτυο.

Τα κείμενα που διαμοιράζονται στο διαδίκτυο, σε αντίθεση με τα παραδοσιακά έντυπα κείμενα, διαθέτουν υπερσυνδέσεις με υπερκείμενα διαμέσου των οποίων ο αναγνώστης δεν είναι υποχρεωμένος να ακολουθήσει την γραμμική ανάγνωση ενός κειμένου σε έναν ιστότοπο, ακολουθεί ένα είδος «διαδραστικής ανάγνωσης» μελετώντας τα υπερκείμενα και είναι ο ίδιος που αποφασίζει την ποσότητα της γνώσης που θα προσλάβει. Το χαρακτηριστικό της υπερκειμενικότητας δημιουργεί συχνά μια άναρχη δομή στα κείμενα των ιστοσελίδων, τα υπερκείμενα των οποίων στην πορεία του χρόνου μπορεί να τροποποιηθούν αλλοιώνοντας τις προθέσεις του αρχικού κειμένου και εμφανίζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο μεγάλο βαθμό μεταβλητότητας. Το διαδίκτυο είναι πολυμεσικό και η ψηφιακή πληροφορία μπορεί να προσλάβει την μορφή κειμένου, εικόνας, κινούμενων γραφικών, ηχητική ή βίντεο, ενώ οι χρήστες μπορούν να διαμοιράζονται τα πολυμεσικά αρχεία ή και να τα αποθηκεύουν σε διαδικτυακά αποθετήρια (όπως youtube, flickr κ.ά.). Η λειτουργία και ο τρόπος αλληλεπίδρασης στο διαδίκτυο και ιδιαίτερα στα ψηφιακά κοινωνικά δίκτυα διαμορφώνουν το χαρακτηριστικό της διαδραστικότητας. Στα ψηφιακά δίκτυα, όπως και στα διάφορα webblogs, ένας χρήστης μπορεί να αναρτήσει πληροφορίες, να ανταλλάξει μηνύματα με άλλους χρήστες, να αντιδράσει σε αναρτήσεις άλλων χρηστών, να απορρίψει ή και να διαγράψει χρήστες από τους λογαριασμούς του. Ο ρόλος ή οι ρόλοι που μπορεί να υποδυθεί κάποιος χρήστης στο διαδίκτυο, επωφελούμενος της δυνατότητας ανωνυμίας ή και παρενδυσίας συμβάλλει σημαντικά στην εικονικότητα των διαδικτυακών σχέσεων. Το διαδίκτυο επίσης δίνει τη δυνατότητα σύγκλισης των μέσων ενημέρωσης στο ίδιο ψηφιακό οικοσύστημα. Παραδοσιακά μέσα, όπως το ραδιόφωνο και η τηλεόραση με την έλευση του διαδικτύου δεν αντικαταστάθηκαν από  αυτό, αλλά ενσωματώθηκαν στο πλαίσιο της υπερκειμενικότητας. Τέλος, η προσβασιμότητα προσδιορίζει τη δυνατότητα και την ικανότητα αλληλεπίδρασης που προσφέρει o παγκόσμιος ιστός σε όλους ανεξαρτήτως τους ανθρώπους όμως, ακόμη ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων παραμένει αποκλεισμένος, γεγονός που καθιστά την προσβασιμότητα προβληματική.

Το διαδίκτυο, ως ένας χώρος εμπειρίας, καταλαμβάνει πλέον μεγάλο μέρος της ζωής του σύγχρονου ανθρώπου και διαμορφώνει μια δυναμική πραγματικότητα, στην οποία το μήνυμα του Ευαγγελίου μπορεί να την μεταμορφώσει παράγοντας «μια νέα κατά Χριστόν πραγματικότητα».

Στο τρίτο κεφάλαιο της εργασίας θα παρουσιάσουμε τα αναλυτικά εργαλεία που θα χρησιμοποιήσουμε για την διεύρυνση των μορφών θρησκευτικής παρουσίας στο διαδίκτυο και τα οποία κινούνται σε δύο άξονες, οι οποίοι προσδιορίζουν τόσο τη μορφή της διακινούμενης πληροφορίας όσο και τις προθέσεις των χρηστών, είτε αυτοί λειτουργούν ως πομποί είτε ως δέκτες.

Ο πρώτος άξονας αναφέρεται στην εννοιολογική διάκριση της «θρησκείας online» και της «online θρησκείας», αφού το διαδίκτυο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αναζήτηση πληροφοριών σε έναν θρησκευτικό ιστότοπο, αλλά και για την τέλεση με εικονικό τρόπο των μυστηρίων ή της προσευχής. Αυτή η διάκριση εστιάζεται στον τύπο της δραστηριότητας που λαμβάνει χώρα σε έναν ιστότοπο.

Μπορούμε επίσης να διακρίνουμε ένα δεύτερο άξονα με τη βοήθεια του οποίου μπορούμε να προσεγγίσουμε τις μορφές θρησκευτικής παρουσίας στο διαδίκτυο και ο οποίος αφορά τη διάκριση μεταξύ επίσημης (official) θρησκείας, η οποία αποτελεί ένα σύνολο πρακτικών και πεποιθήσεων, που ρυθμίζονται από οργανωμένες θρησκευτικές ομάδες και αποτελούν το επίσημο μοντέλο, και της ανεπίσημης (unofficial) θρησκείας, η οποία διαμορφώνεται από ομάδες, οι πρακτικές και οι πεποιθήσεις των οποίων δεν ελέγχονται και συχνά ούτε αναγνωρίζονται από τις επίσημες θρησκευτικές ομάδες.

     Η διακίνηση της πληροφορίας σχετικά με το Ευαγγέλιο και τον λόγο του Θεού αριθμεί χιλιάδες ιστοσελίδες, στο λαβύρινθο των οποίων καλείται ο σύγχρονος πιστός να πλοηγηθεί αναζητώντας πληροφορίες, γεγονός που εγείρει βασικά ερωτήματα στο πλαίσιο της προβληματικής του διαδικτύου. Μήπως αυτή η ευκολία στην πρόσβαση ενός τεράστιου όγκου πληροφορίας αντί να βοηθήσει στην αφομοίωση του περιεχομένου της πίστης, τελικά καθιστά τους χρήστες απλούς καταναλωτές θρησκευτικού περιεχομένου; Επιπρόσθετα γνωρίζοντας ότι οι δυνατότητες επεξεργασίας του ανθρώπινου εγκεφάλου είναι περιορισμένες πως είναι δυνατόν ο σύγχρονος άνθρωπος να διαχειριστεί όλον αυτόν τον όγκο πληροφορίας;

Ο σύγχρονος άνθρωπος-πιστός αιωρείται και αμφιταλαντεύεται μεταξύ του πραγματικού κόσμου της ενοριακής κοινότητας που τον καλεί σε μια προσωπική συνάντηση με τον Χριστό και τον συνάνθρωπό του και του εικονικού κόσμου του διαδικτύου, ο οποίος δεν είναι φανταστικός ούτε ανεξάρτητος από τη ζωή και την κοινωνία των ανθρώπων, αφού «το διαδίκτυο είναι ένα πλέγμα που διαμορφώνει ανθρώπινες εμπειρίες και όχι ένα απλό όργανο επικοινωνίας και πληροφόρησης», το οποίο επηρεάζει την συμπεριφορά των ανθρώπων. Όμως η εύκολη και χωρίς κόστος πρόσβαση σε θεολογικές πληροφορίες, αλλά και θρησκευτικά δρώμενα, οδηγεί ενδεχομένως σε μια παράκαμψη της Εκκλησίας (νοούμενης ως τοπικής ενορίας), ως παραδοσιακής πηγής πληροφορίας σχετικά με το θείο, η οποία θα μπορούσε να εκληφθεί ως μια νέα μορφή εκκοσμίκευσης ή νέα μορφή θρησκευτικότητας προσαρμοσμένης στις προσωπικές ανάγκες και επιθυμίες του ατόμου.

Παράλληλα τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται μια συντονισμένη σύγκλιση των μέσων (διαδικτύου, τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών μεταδόσεων), η οποία έχει οδηγήσει στην ενσωμάτωση στοιχείων της τελετής της Θεία Λειτουργίας στον εικονικό χώρο του διαδικτύου, με ορατό τον κίνδυνο μετατροπής της Θείας Λειτουργίας από διαπροσωπική και υπερβατική επικοινωνία σε οπτικοακουστική εμπειρία, στην οποία ο χρήστης του διαδικτύου συμμετέχει ως θεατής σε μια παράσταση όπου πρωταγωνιστής δεν είναι το μυστήριο της πρόγευσης της Βασιλείας, αλλά το ίδιο το δρώμενο ως πληροφορία.

Στο τέταρτο κεφάλαιο με αφετηρία την οντολογία του προσώπου κατά την Ορθόδοξη Θεολογία από την εποχή των Πατέρων έως τη σημερινή εποχή θα διερευνήσουμε τις προκλήσεις με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπο το πρόσωπο, από την εκτεταμένη διάδοση της ψηφιακής τεχνολογίας και του διαδικτύου.Η μετανεωτερική εποχή χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία του τεχνολογικού καταναλωτικού μοντέλου, το οποίο επηρεάζει κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα με σημαντικές επιπτώσεις στην ίδια την αντίληψη του ανθρώπου για τον εαυτό του, προσδίδοντας στην έννοια της οντολογίας ψηφιακή διάσταση αποδομώντας θεμελιώδεις ανθρωπολογικές σταθερές, όπως η σωματικότητα ή η μοναδικότητα της ταυτότητας.Το ψηφιακό οικοσύστημα αποτελεί ψηφιακή αλληγορία του φυσικού χώρου, υποκαθιστά το ανθρώπινο πρόσωπο με το είδωλό του, δημιουργώντας μια νέα οντολογία με ανυπολόγιστες συνέπειες σε κάθε τομέα της κοινωνικής ζωής (σεξουαλικότητα, διαπροσωπικές σχέσεις, εργασία και παραγωγή, λειτουργία των θεσμών, τεχνολογική ανάπτυξη και φυσικό περιβάλλον, θρησκευτικότητα, κ.α.).

Θα εξετάσουμε τις θεολογικές επιπτώσεις της ψηφιοποίησης του προσώπου και ιδιαίτερα στο πλαίσιο της πανδημίας του κορονοϊού.Η εισαγωγή της έννοιας του προσώπου στην χριστιανική θεολογία οφείλεται στους Πατέρες της Εκκλησίας και ιδιαίτερα στους Καππαδόκες Πατέρες. Οι Καππαδόκες Πατέρες εκκινώντας από την υποστατική ένωση των δύο φύσεων του Χριστού, Θείας και ανθρώπινης, καταλήγουν ότι χάρη στο Χριστό, ο άνθρωπος μπορεί να υπάρξει ως πρόσωπο, όχι στο πλαίσιο της βιολογικής του φύσης, αλλά βάση μιας σχέσης με το Θεό, αλλά και τον συνάνθρωπο, η οποία ομοιάζει με αυτή που από αγάπη και ελεύθερα έχει ο Υιός με τον Πατέρα και η οποία συνιστά την ουσία του Βαπτίσματος.

Η θεώρηση του ανθρώπινου προσώπου απασχόλησε έντονα την θεολογία κατά τον 20ο αιώνα, ο οποίος θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτέλεσε μια περίοδο απεγκλωβισμού της ορθόδοξης θεολογίας από τις δυτικές παραμορφώσεις και εξόδου της από τη «βαβυλώνια αιχμαλωσία» στη Δύση.Κύριος εκφραστής ο Φλωρόφσκυ πρότεινε την ανάγκη μιας νεοπατερικής σύνθεσης της θεολογίας, έτσι ώστε με αφετηρία τη θεολογία των Πατέρων να τεθούν τα θεμέλια για το διάλογο της θεολογικής σκέψης με τον σύγχρονο άνθρωπο. Μια επανερμηνεία της Πατερικής σκέψης για το πρόσωπο με σύγχρονους θεολογικούς όρους θα μπορούσε να δώσει απαντήσεις στα ερωτήματα που γεννιούνται από την επίδραση της τεχνολογίας στην σύγχρονη εποχή, η οποία χαρακτηρίζεται από ατομοκεντρισμό, θεοποίηση της τεχνολογίας, εικονικές σχέσεις και πολλαπλές συχνά φανταστικές ταυτότητες του ανθρώπου. Ο άνθρωπος βιώνει τη θέωση υπερβαίνοντας τα όρια της κτιστότητας του δια μέσου ενός προσώπου ως αντανάκλαση του προσωπικού τρόπου ύπαρξης του Θεού στον άνθρωπο. Όμως μπορεί να υπάρξουν κοινωνίες προσώπων στο διαδίκτυο ή μήπως η εικονικότητα σηματοδοτεί την αναίρεση της ύπαρξης του προσώπου;

Σημαντική συνεισφορά αποτελεί επίσης το έργο του Γιανναρά, στον οποίο οφείλεται και η συστηματική παρέμβαση της σύγχρονης ορθόδοξης θεολογίας για το πρόσωπο. Ο Γιανναράς χρησιμοποιώντας την έννοια του προσώπου επιχειρεί να απαντήσει στο οντολογικό ερώτημα, να διαμορφώσει μια οντολογία, η οποία θα είναι σε θέση να προσφέρει νόημα στον άνθρωπο του 20ου αιώνα.

Θα ολοκληρώσουμε την ανασκόπηση μας με την συμβολή του Νικόλαου Νησιώτη στην θεολογία του προσώπου, σύμφωνα με τον οποίο πραγματική κοινωνία μεταξύ δύο προσώπων μπορεί να υπάρξει μόνο όταν αυτά ενεργούν ελεύθερα και από αγάπη υπερβαίνοντας την ατομικότητα τους. Οι κύριες οντολογικές κατηγορίες, οι οποίες προσδιορίζουν τόσο το θείο όσο και το ανθρώπινο πρόσωπο είναι η αλήθεια, η ελευθερία και η αγάπη που πραγματώνεται μέσω της ελευθερίας.

Αν για τη θεολογία της Εκκλησίας το ανθρώπινο πρόσωπο κατέχει κεντρικό ρόλο, θα μπορούσαμε να διακρίνουμε τα χαρακτηριστικά του, έτσι όπως περιγράψαμε προηγούμενα, στις ψηφιακές αλληλεπιδράσεις της εικονικής πραγματικότητας των κοινωνικών δικτύων; Είναι δυνατόν να διακρίνει κανείς θεολογική υπόσταση σε έννοιες όπως εικονικό πρόσωπο, εικονική σχέση, εικονική ελευθερία, εικονική αγάπη ή ακόμη και εικονική αγιότητα;

Η έννοια του ανθρώπου προσώπου αποκτά ιδιαίτερη σημασία στις ημέρες της πανδημίας του κορονοϊού όπου τα περιοριστικά μέτρα οδήγησαν σε μια αναγκαστική από-προσωποποίηση των σχέσεων.

Στο πέμπτο κεφάλαιο της εργασίας θα διερευνήσουμε την θέση, αν μπορεί να υπάρξει θέση, των ιερών μυστηρίων στον εικονικό χώρο του διαδικτύου και αν σε έκτακτες συνθήκες, όπως αυτές της πανδημίας του κορονοϊού θα μπορούσαν κάποια από αυτά, όπως για παράδειγμα η Θεία λειτουργία, να τελεστούν διαδικτυακά. Αν δηλαδή η ορθόδοξη θεολογία και η εκκλησιαστική πράξη μπορεί να καταστεί λειτουργική στο πλαίσιο του ψηφιακού οικοσυστήματος, χωρίς να διακινδυνεύσει την αλλοίωση του σωτηριολογικού της μηνύματος εγκλωβισμένη στην τεχνολογία της θέωσης, η οποία στην μετανεωτερική εποχή διαμορφώνει μια ναρκισσιστική ανθρωπολογία με κέντρο αναφοράς τον «εαυτό» και την εκκοσμικευμένη σωτηρία. Θα μπορούσε δηλαδή να υπάρξει μία online «σύναξη επί το αυτό» για την τέλεση της Θείας λειτουργίας, ζωντανής πράξης της Εκκλησίας;

H ενσωμάτωση στο ψηφιακό οικοσύστημα της ζωντανής μετάδοσης της Θείας λειτουργίας, η οποία φαίνεται ότι ήταν μονόδρομος κατά την περίοδο της πανδημίας και  στην οποία ο οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος μπορούσε να έχει πρόσβαση χωρίς χωροχρονικούς περιορισμούς  θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι συνιστά «σύναξη επί το αυτό» με τα ίδια χαρακτηριστικά και την ίδια πνευματικότητα που διέπουν τη σύναξη της κοινότητας στη φυσική Εκκλησία, όταν μάλιστα η εικονική ζωή του διαδικτύου βασίζεται στο φαίνεσθαι και συχνά στην ανωνυμία;

Τέλος, στο έκτο και τελευταίο κεφάλαιο θα εξετάσουμε τη στάση και τη δράση της ορθόδοξης Εκκλησίας κατά την περίοδο της καραντίνας λόγω της πανδημίας του κορονοϊού. Μιας περιόδου, η οποία βρήκε τις σύγχρονες κοινωνίες ανοχύρωτες απέναντι σε αυτόν τον αόρατο εχθρό προκαλώντας πολυεπίπεδες κρίσεις και οδηγώντας στον θάνατο εκατομμύρια συνανθρώπούς μας σε όλον τον κόσμο.Για τον χριστιανικό κόσμο, η περίοδος από το ξέσπασμα της πανδημίας και την εφαρμογή των περιορισμών μέχρι σήμερα υπήρξε μια περίοδος έντονου προβληματισμού, αλλά και έντονων αντιπαραθέσεων τόσο σε θεσμικό επίπεδο, όπου δοκιμάστηκαν οι σχέσεις Εκκλησίας και πολιτείας όσο και επίπεδο πιστών.

Η ξαφνική και ταχύτατη εξάπλωση της νόσου του κορονοϊού βρήκε την επίσημη Εκκλησία απροετοίμαστη στην αντιμετώπιση της νέας πρόκλησης και των συνεπειών της σε εκκλησιολογικό, θεολογικό ακόμη και ηθικό επίπεδο επιτρέποντας κατά αυτόν τον τρόπο την ανάπτυξη συχνά αντικρουόμενων απόψεων και προτάσεων, οι οποίες προκάλεσαν σύγχυση στους πιστούς και κλυδωνισμούς στην ενότητα της Εκκλησίας.

Στο κεφάλαιο αυτό θα εξετάσουμε στη συνέχεια τη στάση της Εκκλησίας απέναντι στα ποικίλα ζητήματα που προέκυψαν από την πανδημία σε ποιμαντικό και θεολογικό επίπεδο. Τα θεολογικά ζητήματα που προκύπτουν από την πανδημία δεν περιορίζονται μόνο στην Θεία λειτουργία ή στην μετάδοση της Θείας Κοινωνίας. Η Εκκλησία κλήθηκε να δώσει απαντήσεις και σε επίπεδο βιοηθικής, όπως ο εμβολιασμός κατά του κορονοϊού.

Θα διερευνήσουμε τις πρωτόγνωρες για την σύγχρονη εποχή προκλήσεις που η πανδημία του κορονοϊού έθεσε αντιμέτωπη την ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος και για τις οποίες κλήθηκε να διαδραματίσει το δικό της ρόλο και θα τολμήσουμε μια θεολογική αξιολόγηση της στάσης της ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδας ένα χρόνο σχεδόν μετά το ξέσπασμα της πανδημίας.

Η αναστολή της λειτουργίας των ιερών ναών με την παρουσία πιστών τον Μάρτιο του 2020 λόγω της πανδημίας επιτάχυνε την ψηφιακή μετάβαση της Εκκλησίας. Αν και τα διαθέσιμα στοιχεία είναι λιγοστά και διάσπαρτα, στην ενότητα αυτή θα προσπαθήσουμε να σκιαγραφήσουμε το ψηφιακό τοπίο, το οποίο δημιουργήθηκε τόσο στο πλαίσιο της λειτουργικής ζωής όσο και σε αυτό της θρησκευτικής ζωής.Η νέα πραγματικότητα που δημιούργησε η πανδημία και η ανάγκη για συμμετοχή στην εκκλησιαστική ζωή σε μια περίοδο, όπου τα περιοριστικά υγειονομικά μέτρα αποστέρησαν στους πιστούς τη δυνατότητα πρόσβασης στους τόπους λατρείας, ενέτεινε και επιτάχυνε την παρουσία της Εκκλησίας στο ψηφιακό οικοσύστημα και στα ψηφιακά κοινωνικά δίκτυα.

Στο πλαίσιο αυτής της εργασίας θα διερευνήσουμε τις συνέπειες και τις μακροπρόθεσμες επιδράσεις της ψηφιοποίησης της Θείας Λειτουργίας και τις επιπτώσεις αυτής της ψηφιοποίησης στο ανθρώπινο πρόσωπο. Στο διαδίκτυο ο άνθρωπος δεν προσλαμβάνεται ως όλος άνθρωπος σε όλες του τις διαστάσεις αλλά ως ένα ψηφιακό αντίτυπο, του οποίου η υπόσταση μπορεί και να μην ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.Επίσης, η αδυναμία ολοκληρωμένης ευχαριστιακής εμπειρίας εξ αποστάσεως σε μια περίοδο που η ψηφιακή εκκλησιαστική πραγματικότητα διευρύνεται συνιστά ένα δύσκολο θεολογικό πρόβλημα και μια ακόμη πρόκληση για την Εκκλησία, αλλά ίσως αποτελεί μια καλή ευκαιρία για έναν επαναπροσδιορισμό της ψηφιακής της παρέμβασης και του διαλόγου της Εκκλησίας με το ψηφιακό οικοσύστημα, το οποίο αποτελεί πλέον μια εδραιωμένη πραγματικότητα.

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ