Αγία Αγάθη, Η επίσκεψη του απ. Πέτρου, η θαυματουργική αποκατάστασή της και το φως που περιέλαμψε τη φυλακή

5 Φεβρουαρίου 2022

Το μαρτύριο της αγίας Αγάθης.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Ο Κυντιανός, ο ηγεμόνας της νήσου Σικελίας εξοργίστηκε από αυτά που είπε η Αγία Αγάθη και πρόσταξε να της κακοποιήσουν σκληρά και με διάφορους τρόπους τούς μαστούς και εν συνεχεία να τους κόψουν.

Η ανόσια προσταγή του τυράννου εκτελέστηκε πάραυτα από τους δημίους.

Τότε η Αγία είπε:
– Ασεβέστατε και ωμότατε τύραννε, δεν ντράπηκες, που διέπραξες αυτό το ανοσιούργημα σε γυναίκα, κακοποιώντας και κόβοντας τα μέλη εκείνα από τα οποία και συ, από τη μητέρα σου, ελάμβανες την τροφή σου κατά τη νηπιακή σου ηλικία. Αλλ’ όμως, αν και μου έκοψες τους εξωτερικούς μαστούς, εγώ έχω άλλους στην ψυχή μου, τους οποίους εσύ δεν έχεις τη δύναμη να κόψεις, διότι έχουν προσφερθεί από τη νηπιακή μου ηλικία στον Χριστό τον Θεό μου.

Ο Κυντιανός εξοργίστηκε πολύ από τα λόγια αυτά της αγίας Αγάθης και πρόσταξε να την κλείσουν στη φυλακή· έδωσε δε την εντολή στους φρουρούς να μην επιτρέψουν σε κανέναν γιατρό να την επισκεφτεί, ούτε να της δώσουν ψωμί και νερό.

Όταν η Αγία κλείστηκε στη φυλακή, εμφανίστηκε σ’ αυτήν περί τα μεσάνυχτα ο Απόστολος Πέτρος με μορφή πρεσβύτη (= σεβάσμιου γέροντα). Του Πέτρου προηγείτο ένας νέος, ο οποίος κρατούσε αναμμένη λαμπάδα.

Ο Απόστολος λοιπόν πλησίασε την Αγία δίνοντας την εντύπωση πως είναι γιατρός και της είπε:
– Ο ασεβής τύραννος χρησιμοποίησε πολλά και σκληρά βασανιστήρια εναντίον σου και δεν κατόρθωσε τίποτε· εσύ όμως με την καρτερία σου τον έκαμες να λιώνει από την οργή του. Για τούτο πρόσταξε όχι μόνο να κακοποιηθούν οι μαστοί σου, αλλά και να κοπούν. Όμως η ψυχή εκείνου θα μένει αιώνια εν οδύνη. Επειδή δε εγώ ήμουν παρών κατά την ώρα που έπαθες αυτά και διέβλεψα ότι είναι δυνατόν να ιατρευθούν οι μαστοί σου, ήλθα γι’ αυτόν τον λόγο εδώ.

Η Αγάθη όμως είπε στον πρεσβύτη:
– Εγώ δεν προσέφερα ποτέ θεραπεία στο σώμα μου. Έτσι, θεωρώ πολύ άπρεπο να χάσω τώρα που βρίσκομαι κοντά στον θάνατο μια χρηστή συνήθεια βεβαιωμένη από τη νηπιακή μου ηλικία.

Τότε ο πρεσβύτης της είπε:
– Και εγώ χριστιανός είμαι· και θαρρώ ότι μπορώ να σε θεραπεύσω. Άλλωστε για τον λόγο αυτό ήρθα εδώ. Μη με ντρέπεσαι λοιπόν.

Η Αγία δε, απαντώντας του, είπε:
– Και πώς είναι δυνατόν, με το που εσύ είσαι πολιός γέροντας και εγώ νεάνιδα με το σώμα καταπληγωμένο, αυτά τα τραύματα να εξάψουν τον νου μου; Όμως οφείλω μάλλον να είμαι ντροπαλή στο να γυμνώσω απρεπώς αυτές τις πληγές μου. Για τούτο, σεβαστέ μου πάτερ, σε ευχαριστώ βέβαια, που μου έκαμες την τιμή να έλθεις εδώ για τη σωματική μου θεραπεία- πρέπει όμως να ξέρεις ότι φάρμακα κατασκευασμένα από ανθρώπους δεν θα χρησιμοποιηθούν ποτέ για το δικό μου σώμα.

Απαντώντας της ο πρεσβύτης, τη ρώτησε:
– Μα γιατί δεν με αφήνεις να σε θεραπεύσω;

Η Αγάθη του απάντησε:
– Έχω τον Κύριό μου, τον Ιησού Χριστό, ο Οποίος και μόνο με το νεύμα Του ιατρεύει τα πάντα και με τον λόγο Του ανορθώνει γκρεμισμένους και τσακισμένους. Αυτός, αν θέλει, έχει τη δύναμη να σώσει και εμένα την ταπεινή δούλη Του.

Τότε ο σεβάσμιος γέροντας, χαμογελώντας γλυκά, είπε στην Αγία:
– Και εμένα Αυτός, ο Ιησούς, με έστειλε εδώ σ’ εσένα. Δηλονότι είμαι απόστολός Του. Εσύ κοίταξε τώρα τον εαυτό σου και θα διαπιστώσεις ότι θεραπεύτηκες.

Και αφού ο σεβάσμιος γέροντας, ο Απόστολος Πέτρος, είπε αυτά, έγινε άφαντος από τα μάτια της.

Τότε η Αγία, προσευχόμενη, είπε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Σε ευχαριστώ, γιατί με θυμήθηκες και έστειλες σ’ εμένα τον απόστολό Σου, ο Οποίος με ενίσχυσε και ανανέωσε τα μέλη μου».

Και μόλις τελείωσε την προσευχή της, κοίταξε το σώμα της και βρήκε τελείως θεραπευμένα τα τραύματά της και αποκατασταθέντες τους μαστούς της. Καθ’ όλη δε τη νύχτα περιέλαμψε τη φυλακή ολόλαμπρο φως, ώστε από τη λάμψη του να φύγουν οι φύλακες αφήνοντας το δεσμωτήριο ανοιχτό.

Βλέποντας το θαυμάσιο αυτό γεγονός οι κατάδικοι που ήταν εκεί, είπαν στην αγία Αγάθη: Να, οι θύρες είναι ανοιγμένες και δεν υπάρχει κανένας φρουρός· έβγα έξω και φύγε.

Η Αγία όμως, απαντώντας σ’ αυτούς, είπε:
– Μη γένοιτο εγώ να στερηθώ του στεφάνου των αγώνων μου, ούτε να εμβάλω σε κίνδυνο τους δεσμοφύλακες. Έχοντας λοιπόν ως βοηθό μου τον Κύριό μου και Θεό Ιησού Χριστό, τον Υιό του Θεού του ζώντος, θα μείνω μέχρι τέλους στην ομολογία μου προς Αυτόν, ο Οποίος με θεράπευσε και μου παρέσχε παραμυθία και στήριγμα.

 

Απόσπασμα από το βιβλίο Αγίου Συμεών του Μεταφραστού, «Άθληση και Μαρτύριο της Αγίας Αγάθης», των εκδόσεων Αποστολική Διακονία.