Άγιος Συμεών: Ο Θεός έδωσε εξ αρχής όλον τον κόσμο, σαν ένα παράδεισο, στον άνθρωπο!

12 Μαρτίου 2022

Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, «Βίβλος των ηθικών»

1 Όσα λοιπόν έπρεπε ν’ απολογηθούμε και να ειπούμε προς εκείνους που αντιτίθενται σ’ εμάς και προς τις πικρές φλυαρίες τους, με τις όποιες παρασύρεται κάθε τι που θα προσπέσει σ’ αυτές, έστω κι αν είναι κάτι από τα πολυτιμότερα, είναι αρκετά και σύμφωνα με την ευόδωση που ο Λόγος πρόσφερε στον λόγο, ώστε η ευδρομία του λόγου και των ευστόχων βολίδων του να μη προέρχεται από εμάς, άλλα άνωθεν και από το σύμμαχο Πνεύμα, από το όποιο ευοδώνονται τα επιτεύγματα όλων.

Τώρα χρειάζεται, σταματώντας την διαφωνία μ’ εκείνους, να ιδούμε, να εξετάσομε και να σκεφθούμε ποια είναι αυτά που μας εχάρισε ο θεός, υπακούοντας στον θείο Παύλο, ποιος είναι ο πλούτος της αγαθότητός του προς εμάς, που μας εχάρισε από την αρχή της κτίσεως, ποια η πλάση μας και πώς παρεβήκαμε την εντολή που μας εδόθηκε άνωθεν και εξεπέσαμε από εκείνα τα αθάνατα αγαθά· ποιος είναι ο σημερινός βίος και ποιος είναι ο κόσμος αυτός, κάτω από τον όποιο και μετά τον όποιο το παν βλέπεται κινούμενο, και ποια είναι εκείνα που θα δεχθούν έπειτα εμάς τους προσκυνητές της Τριάδος.

 

2 Θ’ αρχίσω από εδώ, θέτοντας ως αρχή του λόγου τον Θεό.

α. Μερική φυσιολογία για την κτίση του κόσμου και την πλάση του Αδάμ.

Ο Θεός δεν έδωσε μόνο τον παράδεισο, όπως θα ενόμιζαν μερικοί, στους πρωτοπλάστους ευθύς εξ αρχής, ούτε εδημιούργησε άφθαρτον μόνον εκείνον, αλλά πολύ περισσότερο παρήγαγε πριν από εκείνον όλη την γη, αυτήν που κατοικούμε εμείς, και όλα όσα ευρίσκονται σ’ αυτήν, και όχι μόνον αυτά, αλλά και τον ουρανό και όλα όσα υπάρχουν σ’ αυτόν σε πέντε ημέρες· κατά την έκτη ημέρα έπλασε τον Αδάμ και τον κατέστησε κύριο και βασιλέα όλης της ορατής κτίσεως.

Και ούτε η Εύα είχε πλασθεί τότε ούτε βέβαια ο παράδεισος, αλλ᾽ αυτός ο κόσμος έγινε από τον Θεό σαν ένας παράδεισος, άφθαρτος βέβαια, υλικός όμως και αισθητός’ αυτόν, όπως είπαμε, τον έδωσε στον Αδάμ και στους απογόνους του για απόλαυση. Αλλά μη σου φανεί αυτό παράδοξο, περίμενε τον λόγο και θα σου το αποδείξει σαφέστατα από την ίδια την θεία Γραφή. Διότι έχει γραφεί, «στην αρχή ο Θεός εδημιούργησε τον ουρανό και την
γη· η δε γη ήταν αόρατη και ακατασκεύαστη».

Εξηγώντας ακριβώς στην συνέχεια όλα τα υπόλοιπα έργα της δημιουργίας του Θεού, μετά τον λόγο, «και έγινε εσπέρα και έγινε πρωί, ημέρα πέμπτη», πρόσθεσε: «και είπε ο Θεός ας πλάσομε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα μας και καθ᾽ ομοίωσιν και θα κυβερνήσουν τους ιχθύς της θάλασσας και τα πτηνά του ουρανού και τα κτήνη και όλη την γη και όλα τα ερπετά που έρπουν στην γη.

Κι έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο· τον έπλασε κατ᾽ εικόνα Θεού και τους έκαμε άνδρα και γυναίκα». Και λέγει «άνδρα και γυναίκα» χωρίς ακόμη η Εύα να έχει γεννηθεί, αλλά για τον λόγο ότι ευρίσκεται στην πλευρά του Αδάμ και συνυπάρχει μαζί του· και αυτό θα το γνωρίσετε σαφέστερα μετά από αυτά.

«Και ευλόγησε αυτούς ο Θεός λέγοντας αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και πληρώσατε την γη και κατακυριεύσατε αυτήν και εξουσιάσατε τους ιχθύς της θάλασσας και τα πτηνά του ουρανού και όλα τα κτήνη και όλη την γη και όλα τα ερπετά που έρπουν στη γην.

Βλέπεις πως ο Θεός έδωσε εξ αρχής όλον τον κόσμο, σαν ένα παράδεισο, στον άνθρωπο; Διότι ποια άλλη γη εννοεί, παρά αυτήν που και τώρα, όπως ελέχθηκε, κατοικούμε, και καμμία άλλη; Γι αυτό και συνεχίζει λέγοντας· «και είπε ο Θεός, να, σας έδωσα κάθε σπόριμο χόρτο, το οποίο θα δώσει σπέρμα που ευρίσκεται επάνω στη γη· και κάθε ξύλο που έχει μέσα του καρπό σπορίμου σπέρματος θα χρησιμεύσει για τροφή δική σας, για όλα τα θηρία της της, για όλα τα πτηνά του ουρανού και για κάθε ερπετό που έρπει στη γη».

Είδες πως όλα τα ορατά, όσα ευρίσκονται στη γη και στη θάλασσα, τα έδωσε στον Αδάμ και σ’ εμάς, όπως κι αργότερα ο ίδιος είπε διά του ζώντος Λόγου του προς τους αποστόλους «αυτά που λέγω σ’ εσάς τα λέγω για όλους», επειδή εγνώριζε ότι το γένος μας
επρόκειτο να πληθυνθεί σε άπειρα και αναρίθμητα πλήθη επάνω στη γη. Διότι, αν εγίναμε τόσοι πολλοί οι άνθρωποι, παρ᾽ όλο που παραβήκαμε την εντολή του και καταδικασθήκαμε να ζούμε και να πεθαίνομε, σκέψου, παρακαλώ, πόσοι επρόκειτο να ήταν οι γεννημένοι από κτίσεως κόσμου, εάν δεν επέθαιναν· σκέψου πώς θα εζούσαν και θα διαβίωναν σε άφθαρτο κόσμο, διατηρούμενοι άφθαρτοι και αθάνατοι ζωή βέβαια αναμάρτητη και άλυπη, αμέριμνη και άμοχθη.

Με την προκοπή της διαφυλάξεως των εντολών του Θεού και της εργασίας των αγαθών
εννοιών θα ανάγονταν με τον καιρό σε τελειότερη δόξα και αλλοίωση, θα επλησίαζαν στον Θεό και στις πηγάζουσες αυγές της θεότητας: η ψυχή του καθενός θα γινόταν λαμπρότερη, και το αισθητό και υλικό σώμα θα μεταποιούνταν και θα μεταβαλλόταν υπέρ αίσθηση σε άυλο και πνευματικό. Πόση δε θα γινόταν η ευφροσύνη και η αγαλλίαση σ’ εμάς από την μεταξύ μας διαγωγή; πράγματι ανέκφραστη οπωσδήποτε και υπεράνω λογισμών.

Αλλ’ ας επανέλθομε στο θέμα μας. Για να ειπώ λοιπόν πάλι τα ίδια, ο Θεός εχάρισε στον Αδάμ, όπως ελέχθηκε, όλον τον κόσμο, σαν μία χώρα η έναν αγρό. Αυτά τα έφερε σε πέρας ο Θεός σε έξι ημέρες· και άκουσε θεία Γραφή που το δηλώνει σαφέστατα. Πράγματι, μετά τον λόγο, «και έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο, κατ’ εικόνα Θεού τον έπλασε, εποίησε αυτούς άνδρα και γυναίκα και τους ευλόγησε» και τα υπόλοιπα, έπειτα πρόσθεσε τα εξής· «και είδε ο Θεός όλα όσα εδημιούργησε και ήταν πολύ καλά: και έγινε εσπέρα και έγινε πρωί, η έκτη ημέρα και αποτελείωσε ο Θεός την έκτη ημέρα τα έργα του που κατασκεύασε, και έπαυσε ο Θεός κατά την εβδόμη ημέρα από όλα τα έργα του που άρχισε να δημιουργεί».

Έπειτα, θέλοντας να μας διδάξει πως ο Θεός εδημιούργησε τον άνθρωπο και από πού, ανακεφαλαιώνοντας τον λόγο, έτσι κάπως «Αυτή είναι η βίβλος της γενέσεως του ουρανού και της γης, όταν έγιναν»!» και έπειτα από λίγο, «και έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο χώμα από την γη», πράγμα που πρέπει να το κατανοήσομε έτσι έπλασε ο Θεός τον άνθρωπο
παίρνοντας χώμα από την γη· «και εμφύσησε στο πρόσωπό του πνοή ζωής και έγινε ο άνθρωπος ψυχή ζώσα»!

Συνέχεια εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=337493

 

Απόσπασμα από τον λόγο του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου «Βίβλος των ηθικών», Λόγοι Α-Στ’, σε εισαγωγή, κείμενο, μετάφραση της Θεολόγου Αικατερίνας Γκόλτσου. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τον εκδοτικό οίκο, το «Βυζάντιον», «Πατερικαί εκδόσεις Γρηγόριος ο Παλαμάς», 1988.