Δίνω τον λόγο εις την ειρήνη!

5 Απριλίου 2022

Άγιος Γρηγόριος Θεολόγος.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Αγίου Γρηγορίου Θεολόγου

Λόγος στ’
Ειρηνικός πρώτος

Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος στον «Ειρηνικό» α’, εκφράζει την χαρά του για την ειρήνευση των μοναχών με τον επίσκοπο πατέρα του, την οποίαν πέτυχε ο ίδιος, το 964. Οι μοναχοί είχαν αποσχισθεί λόγω της υπογραφής από τον πατέρα του αρειανικού συμβόλου.

 

1. Μου λύνει την γλώσσαν η προθυμία (σας), και περιφρονώ τον ανθρώπινον νόμον προς χάριν του νόμου του Πνεύματος και δίδω τον λόγον εις την ειρήνην, πράγμα το οποίον δεν είχα κάνει διά τίποτε μέχρι τώρα.

Διότι προηγουμένως, όταν εστασίαζαν εναντίον μας τα μέλη και εκόπτετο και διεχωρίζετο εις κομμάτια το σώμα του Χριστού κατά τέτοιον τρόπον ώστε να διασκορπίζωνται σχεδόν τα οστά μας κοντά εις τον άδην, όπως το εσωτερικόν τμήμα της γης, το οποίον σπάζει από το άροτρον και σκορπίζεται επάνω εις την επιφάνειαν, και όταν ο πονηρός διάβολος είχε κάνει όλον ιδικόν του τον αδιαίρετον και αχώριστον και εξ ολοκλήρου υφαντόν χιτώνα, αφού είχε κατορθώσει τούτο, το οποίον δεν είχε κατορθώσει να επιτύχη με εκείνους οι οποίοι εσταύρωσαν τον Χριστόν, με την βοήθειαν την ιδικήν μας, τότε μεν λοιπόν έβαλα φραγμόν εις τα χείλη μου, τα οποία άλλωστε ποτέ δεν ήσαν πρόθυμα εις τους λόγους, επειδή επίστευα ότι η πνευματική συνέπεια απαιτούσε να καθαρίσω πρώτα τον εαυτόν μου με την φιλοσοφίαν των έργων, να ανοίξω εν συνεχεία το στόμα της διανοίας διά να δεχθώ το πνεύμα, και κατόπιν να διακηρύξω τον αγαθόν λόγον και να κηρύττω την τελείαν σοφίαν του Θεού προς τους τελείους.

Και όπως το κάθε πράγμα, και μικρόν και μεγάλον, έχει τον καιρόν του (διότι το ρητόν του Σολομώντος είναι πολύ σωστόν και φιλοσοφημένον), έτσι ήξερα και εγώ ότι διά τον λόγον και την σιωπήν και δι’ οποιοδήποτε άλλο πράγμα υπάρχει ο κατάλληλος καιρός.

2. Διά τούτο έγινα κωφός και εταπεινώθην, απομακρυνθείς από κάθε αγαθόν, και κάτι σαν νέφος πέρασε μέσα από την καρδιά μου και εκάλυψε το κέντρον του λόγου και έκανε να ανανεώνεται νύχτα και ημέραν το μαρτύριόν μου.

Και τα πάντα το υπεδαύλιζαν και μου υπενθύμιζαν τον χωρισμόν των αδελφών, αι αγρυπνίαι, αι νηστείαι, αι προσευχαί, τα δάκρυα, οι κάλοι των γονάτων (από τας γονυκλισίας), τα κτυπήματα εις το στήθος, ο στεναγμός ο οποίος έβγαινεν από τα βάθη (της ψυχής), η ολονυχτία ορθοστασία, το πέταγμα του νου προς τον Θεόν, ο σιγανός θρήνος κατά την δέησιν, ο οποίος αποτελεί φάρμακον κατανύξεως δι’ εκείνους οι οποίοι τον ακούουν, εκείνοι οι οποίοι ψάλλουν, εκείνοι οι οποίοι δοξολογούν, εκείνοι οι οποίοι μελετούν ημέραν και νύκτα τον νόμον του Κυρίου και εκείνοι οι οποίοι ψάλλουν τα μεγαλεία του Θεού και κηρύττουν τα καλά προγράμματα και μηνύματα της κατά Θεόν ζωής, οι κήρυκες οι οποίοι κηρύττουν ενώ σιωπούν τα άλουστα και ρυπαρά μαλλιά, οι γυμνοί πόδες οι οποίοι ακολουθούν τους αποστόλους και δεν κουβαλούν τίποτε νεκρόν, η συμμετρική κουρά, η ενδυμασία η οποία τιμωρεί την υπεροψίαν, η κομψή ζώνη εις τον άκομψον, η οποία τραβάει λίγο προς τα επάνω τον χιτώνα σχεδόν σαν να μη τον κρατάη καθόλου, το σταθερόν βάδισμα, ο οφθαλμός ο οποίος δεν πλανάται εδώ και εκεί, το πράον μειδίαμα ή καλύτερα η διάθεσις διά μειδίαμα η οποία συνετίζει τον ακράτητον γέλωτα, ο λόγος ο οποίος κινείται από τον λόγον, η σιωπή η οποία είναι πολυτιμοτέρα από τον λόγον, ο λογικός έπαινος ο οποίος δεν γίνεται διά να κολακεύση αλλά διά να παρακινήση προς το καλύτερον, η επίπληξις η οποία είναι πιο ευπρόσδεκτος από τα εγκώμια, η μετρημένη θλίψις και η ευχαρίστησις και η ανάμιξις και ο συγκερασμός και των δύο, η απαλότης εις την γενναιότητα, ο συγκερασμός της αυστηρότητος με την συγχώρησιν, εις τρόπον ώστε να μη παραβλάπτεται το ένα από το άλλο, αλλά να υπάρχουν και τα δύο παράλληλα, το ένα χάρις στο άλλο, το μέτρον εις τον συγχρωτισμόν προς τον κόσμον και εις την απομάκρυνσιν από αυτόν, το πρώτον από τα οποία έχει ως αποτέλεσμα την διαπαιδαγώγησιν των άλλων, ενώ το δεύτερον την μυσταγώγησιν του πνεύματος, και το μεν πρώτον διαφυλάσσει κατά τον συγχρωτισμόν την απομάκρυνσιν, ενώ το δεύτερον διατηρεί εις την απομάκρυνσιν από τον κόσμον, το αίσθημα της φιλαδελφίας και της φιλανθρωπίας, και άλλα ακόμη τα οποία είναι μεγαλύτερα και υψηλότερα από αυτά, όπως ο πλούτος εις την πτωχείαν, η αυτοσυγκράτησις κατά τον συγχρωτισμόν με τον κόσμον, η δόξα εις την ατίμωσιν, η δύναμις εις την αδυναμίαν, η απόκτησις αγαθών τέκνων κατά την αγαμίαν (αφού βεβαίως τα συμφώνως προς το θέλημα του Θεού πνευματικά γεννήματα είναι καλύτερα από τα σαρκικά τέκνα), εκείνοι οι οποίοι απολαμβάνουν ενώ δεν ζουν εις τας απολαύσεις, οι ταπεινοί οι οποίοι είναι υψηλότεροι από τους ουρανούς, εκείνοι οι οποίοι δεν θεωρούνται τίποτε εις τον κόσμον, και όμως είναι ανώτεροι από τον κόσμον, αυτοί οι οποίοι ευρίσκονται πάνω από την σάρκα ενώ έχουν σάρκα και εις τους οποίους ανήκει ο Κύριος, και, τέλος, εκείνοι οι οποίοι είναι πτωχοί χάριν της βασιλείας και βασιλεύουν ακριβώς χάρις εις την πτωχείαν των.

 

3. Αυτοί, ο πλούτος και το καύχημά μου, η αγαθή μου απόλαυσις και όταν ήσαν παρόντες με γέμιζαν από χαράν και όταν ήσαν απόντες με έκαναν να συστέλλωμαι. Αυτά μου έσφιγγαν την ψυχήν, αυτά με ετάρασσαν. Εξ αιτίας αυτών επενθούσα και επορευόμουν στενοχωρημένος και εξ αιτίας αυτών, μαζί με τα άλλα ευχάριστα από τα οποία απείχα, είχα σταματήσει και τον λόγο· διότι απεμακρύνθησαν οι αγαπημένοι και έστρεφαν προς εμέ τα νώτα και όχι το προσωπόν των, και έγιναν ποίμνιον πιο φιλελεύθερον από τον ποιμένα, για να μη είπω και πιο νεανικόν. Διότι η άμπελος η αληθινή, η οποία είχε καθαρισθή κατά τον καλύτερον τρόπον προς χάριν του καλού γεωργού, και η οποία ετοίμαζε καλήν εσοδείαν διά τα πατητήρια του Θεού, έχει μεταβληθή δι εμέ εις πικρίαν.

Διότι «οι φίλοι μου και οι γνωστοί μου ήλθαν και εσταμάτησαν μακρυά απέναντί μου και οι συγγενείς μου εσταμάτησαν ακόμη μακρύτερα». Διότι ημείς οι πολύ φιλόθεοι και φιλόχριστοι, έχομεν διαμοιράσει τον Χριστόν και χάριν της αληθείας έχομεν είπει ψέμματα ο ένας διά τον άλλον, προς χάριν της αγάπης μάς έχει κυριεύσει το μίσος, προς χάριν του ακρογωνιαίου λίθου έχουμεν διαλυθή και προς χάριν της πέτρας έχομεν σαλευθή.

Και τούτο διότι έχομεν πολεμήσει διά την ειρήνην περισσότερον από όσον θα ήτο καλόν, και έχομεν ταπεινωθή χάριν εκείνου ο οποίος υψώθη εις τον σταυρόν και έχομεν θανατωθή χάριν εκείνου ο οποίος ετάφη και ανεστήθη.

 Συνέχεια εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=338359

 

Από το βιβλίο Γρηγορίου του Θεολόγου, «Άπαντα τα έργα, 1, Λόγοι, (Προσωπικαί σχέσεις και Εκκλησιαστική διακονία)», της σειράς Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας των Πατερικών Εκδόσεων «Γρηγόριος ο Παλαμάς». Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια Νικόλαου Εμμ. Αποστολάκη.