Φόρος τιμής σε ένα μεγάλο αγωνιστή της Ελληνικής Επανάστασης

27 Μαΐου 2022

Το βιβλίο, που επιτυχώς παρουσιάστηκε περί τις αρχές Νοεμβρίου του περσινού έτους στον Δήμο Παπάγου-Χολαργού στην Αθήνα, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων της Εθνικής Παλιγγενεσίας, ήταν μια απότιση φόρου τιμής σε έναν μεγάλο, πλην ευρέως άγνωστο και ιστοριογραφικώς παραγνωρισμένο Αγωνιστή της Ελληνικής Επανάστασης, τον Γορτύνιο Ιωάννη Θεοφιλόπουλο ή Καραβόγιαννο. Για τα όσα εξόχως διαφωτιστικά και επαρκώς τεκμηριωμένα κατατίθενται στις 112 υπομνηματισμένες σελίδες του πονήματος, που διανθίζονται με αξιοπρόσεκτα φωτογραφικά ντοκουμέντα, προς ανάδειξη των κεφαλαιώδους σημασίας πτυχών της ζωής και της δράσης του ήρωος, αλλά και προς αφύπνιση της μνήμης ως συλλογικής ιστορικής συνείδησης, δίκαιος ο οφειλόμενος έπαινος στους δύο επίσης Γορτύνιους οτρηρούς συγγραφείς. Τον Δημήτριο Κανελλόπουλο και τον Ιωάννη Μιχαλακόπουλο με εκ μητρός κυπριακές καταβολές, εξ ου και Αρκαδοκύπριος σεμνύνεται να επονομάζεται.

Η σημαντικότητα του εμπεριστατωμένου εγχειρήματος, όπως τεκμαίρεται τόσο μέσα από τις πρωτογενείς αρχειακές πηγές που κατατίθενται στο Παράρτημα όσο και από τη Βιβλιογραφία πλειάδας παλαιότερων και νεότερων έργων για την Επανάσταση, εφημερίδων της εποχής, σύγχρονων εντύπων έως και συναφών ιστοσελίδων, επισημαίνεται στα εύστοχα προλεγόμενα της μονογραφίας. Στην προϊδεαστική περιεκτική αναφορά του ο Θανάσης Χρήστου, Καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, αποτιμά μεταξύ άλλων την εφάμιλλη αξία του Θεοφιλόπουλου με τους συμπρωταγωνιστές του μπουρλοτιέρηδες Παπανικολή και Κανάρη. Ο Δήμαρχος Γορτυνίας Ευστάθιος Κούλης τονίζει ότι η πρωτότυπη αυτή έκδοση συνιστά καύχημα για την επαρχία τους και παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές. Ενώ στο δικό τους εισαγωγικό σημείωμα οι δύο συγγραφείς επισύρουν την προσοχή στην ανάγκη, αντί της αλλότριας ειδωλοποίησης, οι ήρωες να καταστούν διαχρονικά πρότυπα βιωματικού διδάγματος, υποδεικνύοντας τον Καραβόγιαννο της εντρύφησής και της εύληπτης αποτύπωσής τους ως «κτήμα ες αεί».

Η πρώτη από τις πέντε ενότητες, με τις οποίες συναρθρώνεται η εξελικτική δομή του βιβλίου, επιγράφεται «Ο δρόμος προς τη δόξα» και ανακαλεί την καταγωγή του Αγωνιστή από παλαιά οικογένεια της Αρκαδίας, συγγενική του Εθνομάρτυρος Μητροπολίτη Λακεδαίμονος ΑνανίαΛαμπάρδη, που σφαγιάστηκε από τους Τούρκους το 1760 ή κατ’ άλλους το 1767. Ο Θεοφιλόπουλος, μη ανεχόμενος την καταπίεση από τον τυραννικό Ομέρ Αγά, αναγκάστηκε σε ηλικία 18 ετών να εκπατριστεί από  τη γενέτειρά του, τα Λαγκάδια, και να καταφύγει στο Ναύπλιο και έπειτα στην Ύδρα και τα Ψαρά, όπου με την έναρξη της Επανάστασης μυήθηκε στις πρώτες καταδρομικές επιχειρήσεις και την τέχνη των πυρπολικών. Καταγράφεται η συμμετοχή του ανάμεσα σε ψυχωμένους Ψαριανούς ως επικεφαλής ομάδας ναυτών στο «ρεσάλτο του Νίμπριτζε», απέναντι από την Ίμβρο, στις 6 Μαΐου 1821.

Η δεύτερη ενότητα εξιστορεί με παραστατικές λεπτομέρειες τα κατορθώματά του ως επιδέξιου πλέον και ατρόμητου πυρπολητή σε δύο κορυφαίες επιτυχίες, που τόνωσαν το ηθικό των επαναστατών σε στεριά και θάλασσα: Την πυρπόληση ενός τουρκικού δίκροτου στην Ερεσό της Λέσβου στις 27 Μαΐου 1821και την ανατίναξη της ναυαρχίδας του οθωμανικού στόλου στη Χίο στις 6 Ιουνίου 1822. Στις πρώτες αυτές τολμηρές ναυτικές επιχειρήσεις, παρότι ο Παπανικολής και ο Κανάρης τον επέλεξαν στον καθοριστικό ρόλο του πηδαλιούχου και παρά τη μαρτυρία των εγγράφων της Βουλής των Ψαρών, που επικύρωσε η Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδας το 1823 ανακηρύσσοντάς τον αντιστράτηγο για τις πολύτιμες υπηρεσίες του, η επίσημη ιστορία απλώς τον κατατάσσει στο πλήρωμα των πυρπολικών.

Ωστόσο, «αμφίβιο ήρωα» τον χαρακτηρίζει η τρισεγγονή του Αγγέλα Κυριακοπούλου, εφόσον μετά τους άθλους του στη θάλασσα επιστρέφει στη Γορτυνία, για να δράσει σε χερσαίους αγώνες.  Την εκ πρώτης όψεως δυσεξήγητη απόφαση της μεταστροφής του ανιχνεύουν οι συγγραφείς σε βάσιμες εικασίες δημοσιευμάτων. Γράφοντας στον «Ραμπαγάν» ο Θεόδωρος Γενναίου Κολοκοτρώνης το 1882, αποδίδει την αιτία στον φθόνο και την αχαριστία των νησιωτών.  Συνακόλουθα τα αισθήματα, κατά τον Γ. Βαλέτα, της δυσαρέσκειας και της απογοήτευσης που προκάλεσε ο παραγκωνισμός του από τους αρχηγούς του. Σύμφωνα όμως με τη μόνη γραπτή μαρτυρία, την επιστολή του προς τον Καποδίστρια το 1829, ο ίδιος ο Καραβόγιαννος επικαλείται ως λόγο της αναχώρησης από τα Ψαρά την οικονομική δυσπραγία, μη παραλείποντας να υπομνήσει τον αφοσιωτικό ζήλο στην εκεί αποστολή του. Προσφυώς σημειώνεται επίσης ότι μετά το 1822 απέχει από πυρπολήσεις ναυτικών επιχειρήσεων  στην Πελοπόννησο, όπως στη Ναυμαχία της Μεθώνης το 1825, αλλά αγωνίζεται με τον Κολοκοτρώνη σε μάχες και πολιορκίες στον Μωριά. Επί των επάλξεων προσέτι στην Α΄ πολιορκία του Μεσολογγίου με τον Κανέλλο Δεληγιάννη, μάχεται εναντίον του Ιμπραήμ, στην εκστρατεία στο Νεόκαστρο πληγώνεται χάνοντας 15 συντρόφους του και λόγω της γενναιότητάς του στη μάχη στα Τρίκορφα τον αποκαλούν Τσάκαλο. Συνεχίζει επίσης ακάθεκτος τον αγώνα στην Πελοπόννησο κατά τα τελευταία έτη της Επανάστασης, καθώς και στην πολιορκία των Αθηνών με τον Γενναίο Κολοκοτρώνη.

Σε έγγραφα που πιστοποιούν την αγωνιστική του δράση και το ενάρετο ήθος του καταδεικνύεται ιδίως το ανιδιοτελές πατριωτικό του φρόνημα. Γράφει στις 29 Μαρτίου του 1828 προς τον πρώτο Κυβερνήτη της Ελλάδας: «… δεν ηθέλησα μισθούς όχι ότι δεν είχα ή δεν έχω χρείαν, αλλά δεν είχε το έθνος μου να μοιδώση…». Εξ ου και η επίκληση της αξιόπιστης μαρτυρίας του στη δίκη του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα, οι εν ζωή ηθικές αμοιβές, οι μεταθανάτιες τιμές και οι προσπάθειες δικαίωσης του Καραβόγιαννου, όπως σηματοδοτούν οι τελευταίες ενότητες του βιβλίου. Πρόσφατο παράδειγμα εύγλωττης ανακεφαλαίωσης του ηρωισμού του.

ΠΗΓΗ: Εφημερίδα Φιλελεύθερος (philenews.com, 24/05/2022)