Ο Άγιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής ως συνεχιστής της ησυχαστικής παραδόσεως

7 Οκτωβρίου 2022

 

 Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής είναι ένας αυθεντικός συνεχιστής της ησυχαστικής παράδοσης, την οποία επαναδιατύπωσε, ξαναζωντάνεψε και εμπλούτισε με σύγχρονα και προσωπικά δεδομένα. Τεκμηρίωσε και ανέδειξε ως ησυχαστής την αγιοπνευματική – φιλοκαλική ζωή της Εκκλησίας, πιστοποιώντας στην ύπαρξή του την πραγμάτωση του σκοπού της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου για την χαρισματική θέωση του ανθρώπου. Ακόμη, πρόβαλε πειστικά την σπουδαιότητα της προσωπικής εμπειρίας, που προκύπτει από τη βίωση της χαρισματικής παρουσίας του Αγίου Πνεύματος στο πλαίσιο της ησυχαστικής ζωής.

Όπως σημειώνει ο ίδιος, την ησυχαστική τάξη και το Τυπικό του τα παρέλαβε από προγενεστέρους αγίους ασκητές[1]. Στο Άγιον Όρος, κατά την μαρτυρία του, βρήκε τους πνευματικούς προγόνους του «εν πράξει και θεωρία[2]». Αυτοί ήταν οι «εν πείρα και πράξει διδάκτορες[3]» κατά την πρωτότυπη και επιτυχή διατύπωσή του.

Ο φιλοκαλικός λόγος του μακαριστού ησυχαστή μας έχει βιωμένες τις θεολογικές προϋποθέσεις, και παρά την απλοϊκή διατύπωσή του έχει μεγάλη θεολογική βαθύτητα. Είναι οργανικά και άρρηκτα συνδεδεμένος με την αγιοπνευματική ζωή και προβάλλει με τον δικό του τρόπο τον εμπειρικό χαρακτήρα της πίστεως. Επιπροσθέτως ο άγιος, με τη σκληρή άσκηση και τη νοερά προσευχή που βίωσε και δίδαξε, ανέδειξε τον Ησυχασμό.

 

Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής και η εποχή του

 Ο Γέροντας έζησε σε μια περίοδο παρακμής του αγιορειτικού μοναχισμού και γενικότερα του ορθόδοξου μοναχισμού, ο οποίος είχε επηρεαστεί από την κοινωνική δράση του Ρωμαιοκαθολικισμού και τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό. Σε αυτό το πλαίσιο, η υιοθέτηση του καρδιακού τρόπου της προσευχής δεν έγινε από όλα τα μέλη του σώματος του Χριστού, με αποτέλεσμα την αποχή του γέροντος Ιωσήφ από τα κοινόβια του Άθωνα, γιατί δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί και να επιτύχει τον καρπό της νοεράς προσευχής που τόσο επιζητούσε. Κατά την εποχή του γέροντα Ιωσήφ στο Άγιον Όρος αρχές του 20ου αιώνα (1921-1959), όποιος εργαζόταν τη νοερά προσευχή θεωρούταν πλανεμένος, χλευαζόταν και αποπεμπόταν. Χαρακτηριστικά ανέφερε ο άγιος: «Τήν δέ σήμερον δέν ἀκούγεται λόγος περί τά τοιαῦτα. Διότι τόσον πολλή μέριμνα καί φροντίς κατέλαβε τούς ἀνθρώπους καί τέλεια σχεδόν καταφρόνησις εἰς τήν νηπτικήν, ὅπου πολλοί ὄχι μόνον δέν θέλουν νά ἐρευνήσουν, νά μάθουν, νά πράξουν αὐτά,  ἀλλά καί ἂν ἀκούσουν νά εἰπῆ τοιαῦτα κανείς, εὐθύς ἐξεγείρονται δυσμενῶς ἐνάντιόν του. Καί τόν ἔχουν διά παράλογον καί μωρόν, διότι εἶναι ἀνόμοιος ὁ βίος του, καί ἐλογίσθη εἰς χλεύην αὐτοῖς[4]». Ο ίδιος ο γέροντας με τον συνασκητή του Αρσένιο θεωρήθηκαν αποκρουστικοί, χλευάστηκαν και έγιναν αντικείμενο ειρωνικών σχολίων[5]. Από διάφορους μοναχούς κοινοβιάτες μάλιστα αποπέμπονταν με λοιδορίες: «Νά φύγετε ἀπό ἐδῶ, πλανεμένοι![6]».

Ωστόσο δεν ήταν μόνο η στάση των συγχρόνων του μοναχών που αντιβαίναν στις ανώτερες πνευματικές επιδιώξεις και «Χριστενωτικές» αναζητήσεις του Γέροντα Ιωσήφ. Κατά τη συγκεκριμένη περίοδο η ίδια η πνευματική ζωή στο Άγιον Όρος είχε θεσμοποιηθεί και τυποποιηθεί, για αυτό και οι περισσότεροι μοναχοί αδιαφορούσαν για τη συνεχή πνευματική εγρήγορση, την πατερική νήψη και στρέφονταν προς τα υλικά αγαθά[7]. Οι φιλοκαλικοί πατέρες και τα έργα που φιλοπόνησαν αγνοήθηκαν στην πράξη κατά τον επόμενο αιώνα. Η αλλοτρίωση και η απομάκρυνση από την ησυχαστική και φιλοκαλική παράδοση της Εκκλησίας, η αμάθεια και η έλλειψη πνευματικής διακρίσεως[8] είχαν φτάσει σε τέτοιο βαθμό στην εποχή του, ώστε, όποιος μιλούσε για τη θεία Χάρη και την κάθαρση του έσω ανθρώπου από τα πάθη να θεωρείται πλανεμένος[9], ενώ η νοερά εργασία και η νοερά προσευχή να θεωρείται κάτι ως αίρεση[10].

Διαβάστε ολόκληρη τη μελέτη εδώ

[1] Γέρων Ιωσήφ Έκφρασις, Επιστολή, Κς, σ. 157.

[2] Γέρων Ιωσήφ Έκφρασις, Επιστολή ΙΑ΄,σ. 90-91

[3] Ιωσήφ Βατοπεδινός, Ο Γέροντας Ιωσήφ…, ό.π., σ. 299.

[4] Γέρων Ιωσήφ Ἔκφρασις, Ἐπιστολή ΙΑ΄, σ. 92-93.

[5]Ιωσήφ Βατοπεδινός, Ὁ Γέροντας μου…, ὅ.π., σ. 77

[6]Εφραίμ Φιλοθεΐτης, Ὁ Όσιος Γέροντάς μου…, ὅ.π., σ. 94

[7] Γέρων Ιωσήφ Ἔκφρασις, Ἐπιστολή ΙΑ΄, σ. 92

[8] Ιωσήφ Βατοπεδινός, Ο Γέροντας μου…, ό.π., σ. 299.

[9] Γέρων Ιωσήφ Ἔκφρασις, Ἐπιστολή ΜΒ΄, σ. 258

[10] Γέρων Ιωσήφ Ἔκφρασις, Ἐπιστολή ΜΗ΄, σ. 281