Όποιος κάνει το καλό, αγάλλεται, διότι αμείβεται με θεϊκή παρηγοριά. Όποιος κάνει το κακό, υποφέρει.

19 Δεκεμβρίου 2022

Όσιος Παΐσιος (1924-1994).

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

 

Στην εποχή μας σπανίζει η θυσία

«Ζαλούρα είναι τα παιδιά», μου είπε μια γυναίκα που τα είχε όλα. Βαριέται να έχη παιδιά! Όταν μια μάνα σκέφτεται έτσι, είναι ένα άχρηστο πράγμα, γιατί οι μανάδες κανονικά έχουν αγάπη.

Μπορεί μια κοπέλα, πριν κάνη οικογένεια, να την ξυπνά η μάνα της στις δέκα η ώρα το πρωί. Από την στιγμή όμως που θα γίνη μάνα και θα έχη να ταΐζη το παιδί της, να το πλένη, να το καθαρίζη, δεν κοιμάται ούτε την νύχτα, γιατί παίρνει μπρος η μηχανή.

Όταν ο άνθρωπος έχη θυσία, δεν γκρινιάζει, δεν βαριέται· χαίρεται.

Όλη η βάση εκεί είναι, να υπάρχη πνεύμα θυσίας.

Αυτή η γυναίκα αν έλεγε «Θεέ μου, πώς να Σε ευχαριστήσω; Δεν μου έδωσες μόνον παιδιά αλλά και πολλά αγαθά… Πόσοι άνθρωποι δεν έχουν τίποτε και εγώ έχω τόσα σπίτια, έχω και από τον πατέρα μου περιουσία, ο άνδρας μου παίρνει μεγάλο μισθό, βγάζω και δυο μισθούς από τα ενοίκια, και δεν ταλαιπωρούμαι! Πώς να Σε ευχαριστήσω, Θεέ μου; Δεν τα άξιζα εγώ αυτά τα πράγματα», αν σκεφτόταν έτσι, θα έφευγε με την δοξολογία η κακομοιριά. Και μόνο δηλαδή αν ευχαριστούσε τον Θεό μέρα‐νύχτα, θα ήταν αρκετό.

 

Η θυσία, Γέροντα, δίνει χαρά.
– Ω, χαρά! Αυτήν την χαρά της θυσίας δεν την γεύονται σήμερα οι άνθρωποι, γι ̓ αυτό είναι βασανισμένοι. Δεν έχουν ιδανικά μέσα τους· βαριούνται που ζουν.

Η λεβεντιά, η αυταπάρνηση, είναι η κινητήρια δύναμη στον άνθρωπο.

Αν δεν υπάρχη αυτή η δύναμη, ο άνθρωπος είναι βασανισμένος.

Παλιά, στα χωριά πήγαιναν την νύχτα να ανοίξουν αθόρυβα κανέναν δρόμο, χωρίς να τους δη κανείς, για να τους συγχωράνε, όταν πεθάνουν. Τώρα σπάνια συναντάς αυτό το πνεύμα της θυσίας.

[…]

Αλλά καθένας λέει: «Ας το τακτοποιήση ο άλλος και εγώ ας κάνω την δουλειά μου».

Μα γιατί να μην το κάνης εσύ, αφού το είδες πρώτος; Έτσι κάνουν οι κοσμικοί που δεν πιστεύουν στον Θεό. Τι να την κάνω τέτοια ζωή; Χίλιες φορές να πεθάνω. Σκοπός είναι ο καθένας να σκέφτεται τον άλλον, τον πόνο του άλλου.

Έχει χάσει πια τον έλεγχο ο κόσμος. Έχει φύγει το φιλότιμο, η θυσία, από τους ανθρώπους. Σας έχω πει μερικές φορές τότε με την κήλη σε τι κατάσταση ήμουν εκεί στο Καλύβι… Όταν χτυπούσε κάποιος το καμπανάκι στην πόρτα, έβγαινα να του ανοίξω, ακόμη και μέσα στα χιόνια.

Αν ο άλλος είχε σοβαρά προβλήματα, ενώ προηγουμένως ήμουν πεσμένος στο κρεββάτι, τότε ούτε καν αισθανόμουν ότι πονούσα εγώ. Έπαιρνα και να τον κεράσω, και με το ένα χέρι κερνούσα και με το άλλο χέρι κρατούσα την κήλη. Όση ώρα συζητούσα, ούτε καν ακουμπούσα πουθενά, ενώ πονούσα πολύ, για να μην καταλάβη ο άλλος ότι πονάω.

Όταν έφευγε εκείνος, σωριαζόμουν πάλι κάτω από τον πόνο. Δεν είναι ότι προηγουμένως είχε περάσει ο πόνος, ότι είχα γίνει καλά με θαύμα, αλλά καταλάβαινα τον άλλον που πονούσε και ξεχνούσα τον δικό μου πόνο. Το θαύμα γίνεται, όταν συμμετέχη κανείς στον πόνο του άλλου. Όλη η βάση είναι τον άλλον να τον νιώσης αδελφό και να τον πονέσης.

Αυτός ο πόνος συγκινεί τον Θεό και κάνει το θαύμα.

Γιατί δεν υπάρχει τίποτε άλλο που να συγκινή τον Θεό όσο η αρχοντιά, δηλαδή η θυσία.

Αλλά στην εποχή μας σπανίζει η αρχοντιά, γιατί μπήκε η φιλαυτία, το συμφέρον. Σπάνια βρίσκεται κανένας άνθρωπος να πη: «Ας δώσω την σειρά μου στον άλλον και ας καθυστερήσω εγώ».

Λίγες είναι αυτές οι ψυχές οι ευλογημένες που σκέφτονται τον άλλον.

Ακόμη και στους πνευματικούς ανθρώπους υπάρχει ένα αντίθετο πνεύμα, το πνεύμα της αδιαφορίας.

Το καλό είναι καλό, μόνον όταν αυτός που το κάνει θυσιάζη κάτι από τον εαυτό του, ύπνο, ανάπαυση κ.λπ. Γι ̓ αυτό είπε ο Χριστός «εκ του υστερήματος…». Όταν είμαι ξεκούραστος και κάνω το καλό, αυτό δεν έχει αξία.

Όταν όμως είμαι κουρασμένος και ζητά κάποιος π.χ. να του δείξω τον δρόμο, και το κάνω, τότε έχει αξία. Ή, όταν είμαι χορτάτος από ύπνο και πάω να ξενυχτήσω με κάποιον που
χρειάζεται βοήθεια, αυτό δεν έχει μεγάλη αξία. Εάν μου αρέση μάλιστα και η κουβέντα, μπορεί να το κάνω, για να χαρώ την συντροφιά, να διασκεδάσω λίγο.

Ενώ, όταν είμαι κουρασμένος και κάνω μια θυσία, για να βοηθήσω τον άλλον, αισθάνομαι
παραδεισένια χαρά. Τότε η ευλογία του Θεού με βομβαρδίζει!

Όταν κανείς βαριέται όχι μόνο να κάνη μια εξυπηρέτηση, αλλά ακόμη και να κάνη μια δουλειά για τον εαυτό του, αυτός κουράζεται και με την ξεκούραση.

Ένας που βοηθάει, ξεκουράζεται με την κούραση. Αυτός που έχει πνεύμα θυσίας, αν δη λόγου χάριν κάποιον που δεν έχει σωματικές δυνάμεις να δουλεύη και να κουράζεται, θα του πη «κάτσε λίγο να ξεκουρασθής», και θα κάνη εκείνος την δουλειά. Ο αδύναμος θα ξεκουρασθή σωματικά, ο άλλος όμως θα νιώση πνευματική ξεκούραση.

Ό,τι κάνει κανείς, να το κάνη με την καρδιά του, αλλιώς δεν αλλοιώνεται πνευματικά. Ό,τι
γίνεται με την καρδιά, δεν κουράζει. Η καρδιά είναι σαν μια μηχανή που φορτίζεται· όσο δουλεύει, τόσο φορτίζεται. Βλέπεις, τα αλυσοπρίονα, όταν βρούν κούτσουρο μαλακό, κάνουν «βρου…» και σταματούν· όταν όμως βρουν κούτσουρο γερό, ζορίζονται εκεί πέρα, φορτίζονται και δουλεύουν.

Και όχι μόνο στο να δίνουμε, αλλά και όταν πρόκειται να πάρουμε κάτι, να μη σκεφτώμαστε τον εαυτό μας, και να κοιτάμε πάντα τι αναπαύει και την άλλη ψυχή.

Να μην υπάρχη μέσα μας απληστία, να μην έχουμε τον λογισμό ότι δικαιούμαστε να πάρουμε όσα θέλουμε, και ας μη μείνη τίποτε για τον άλλον.

 

Γέροντα, πάλι το πνεύμα της θυσίας μπαίνει.
– Μα στην πνευματική ζωή όλη η βάση εκεί είναι. Και ξέρεις τι χαρά νιώθει ο άνθρωπος, όταν θυσιάζεται; Δεν μπορεί να εκφράση την χαρά που νιώθει.

Η ανώτερη χαρά βγαίνει από την θυσία. Μόνον όταν θυσιάζεται, συγγενεύει με τον Χριστό, γιατί ο Χριστός είναι θυσία. Ο άνθρωπος από ̓δω ζη τον Παράδεισο ή την κόλαση.

Όποιος κάνει το καλό, αγάλλεται, διότι αμείβεται με θεϊκή παρηγοριά. Όποιος κάνει το κακό, υποφέρει.

 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτη, (νυν αγίου Παϊσίου Aγιορείτη), «Πνευματική αφύπνιση», Λόγοι β’, έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης.