Άγιος Κοσμάς Αιτωλός, Για τον σπόρο που έπεσε στα αγκάθια, στην καλή γη…

15 Οκτωβρίου 2023

Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Αγίου Κοσμά του Αιτωλού
Διδαχή β’

 

Συνέχεια από εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=384335

 

Για τα αγκάθα. Η οσία Μαρία η Αιγυπτία

Να είπωμεν και διά τα αγκάθια. Η οσία Μαρία από δώδεκα χρονών κορίτσι έπεσεν εις τας χείρας του διαβόλου· ημέραν και νύκτα ευρίσκετο εις την αμαρτίαν. Την εφώτισεν ο ελεήμων Θεός και φεύγει από τον κόσμον και πηγαίνει εις την έρημον.

Εκεί ασκήτευεν σαράντα χρόνους, και εκαθαρίσθη και έγινε σαν άγγελος.

Θέλων ο Κύριος να την αναπαύση έστειλεν ένα άγιον ασκητήν Ζωσιμάν να την εξομολογήση και να την μεταλάβη τα Άχραντα μυστήρια. Και ύστερον παρέλαβε την αγίαν της ψυχήν εις τον παράδεισον να χαίρεται με τους αγγέλους. Ανίσως και είνε κανένας από σας ωσάν την οσίαν Μαρίαν, αυτήν την ώραν να κλαύση και μετανοήση, τώρα οπού έχει καιρόν, και ας είνε βέβαιος ότι θα σωθή καθώς και η οσία Μαρία.

 

Η καλή γη. Η αγία Παρασκευή

Να ειπούμεν και διά την καλήν γην. Η αγία Παρασκευή ήτο δώδεκα χρονών κόρη από γένος ευγενικόν. Μείνασα ορφανή εμοίρασεν όλην της την περιουσίαν εις τους πτωχούς, και με αυτά ηγόρασεν τον παράδεισον.

Και μετεχειρίζετο ως φτιασίδια τα δάκρυα, ενθυμουμένη τας αμαρτίας της.
Ως σκουλαρίκια είχε τα ώτα της ανοικτά διά ν’ ακούη τας Αγίας Γραφάς.
Ως κορδόνι είχε τας πολλάς νηστείας, οπού έκαμνον τον λαιμόν της και έλαμπεν ως ήλιος.
Ως δακτυλίδια τους κόμβους των δακτύλων της από τας πολλάς μετανοίας οπού έκαμνεν.
Ως χρυσούν ζωνάριον την παρθενίαν οπού εφύλαξεν εις όλην της την ζωήν.
Ως φόρεμα την εντροπήν οπού είχε εις τον εαυτόν της και ο φόβος του Θεού οπού την εσκέπαζεν.

Έτσι εστολίζετο η Αγία.

Ανίσως και είνε κανένα κορίτσι και θέλη να στολίζεται, ας στοχασθή τι έκαμνεν η Αγία, να κάμνη και εκείνη, αν θέλη να σωθή.

Έτσι, αδελφοί μου, η αγία Παρασκευή έμαθε γράμματα και έγινε σοφώτατη. Και διά την καθαρότητά της την ηξίωσεν ο Θεός και έκαμνε και θαύματα. Ιάτρευε τυφλούς, κωφούς· ανέστηνε νεκρούς.

Δυό Εβραίοι, τέκνα του διαβόλου, βλέποντες την Αγίαν να κάμνη θαύματα, την εφθόνησαν και την διέβαλον εις τον βασιλέα Αντωνίνον ως χριστιανήν. Την κράζει λοιπόν ο βασιλεύς και της λέγει ν’ αρνηθή τον Χριστόν και να προσκυνήση τους θεούς, να την κάμνη βασίλισσαν.

Λέγει του η Αγία:
Εγώ δεν είμαι ανόητη ωσάν εσένα, να αρνηθώ τον Χριστόν μου και να υπάγω εις τον διάβολον· ν’ αφήσω την ζωήν και να υπάγω εις τον θάνατον. Άμποτε [μακάρι] να άφηνες και συ το σκότος και να ήρχεσο εις το φως.

Ακούετε, αδελφοί μου, ένα κορίτσι να ομιλή με τοιαύτην παρρησίαν εμπρός εις ένα βασιλέα; Όστις έχει τον Χριστόν μέσα εις την καρδίαν του, δεν φοβείται όλον τον κόσμον. Ανίσως θέλωμεν και ημείς να μη φοβούμεθα μήτε ανθρώπους μήτε δαίμονας, να έχωμεν τον Θεόν εις την καρδίαν μας.

Λέγει ο βασιλεύς της Αγίας:
Σου δίδω τρεις ημέρες διορίαν· αν δεν μου υπακούσης, θα σε θανατώσω.

Λέγει του η αγία:
Βασιλεύ, εκείνο οπού θέλεις να κάμης εις τρεις ημέρας, κάμε το τώρα, διότι εγώ δεν αρνούμαι τον Χριστόν μου.

Τότε προστάζει ο βασιλεύς και άναψαν μίαν μεγάλην πυρκαϊάν και βάνουν ένα καζάνι γεμάτο πίσσαν και θειάφι και βράζει καλά. Βλέπουσα η Αγία το καζάνι εχαίρετο, ότι έμελλε ν’ αναχωρήση από τούτον τον ψεύτικον κόσμον και να υπάγη εις εκείνον τον αληθινόν και αιώνιον.

Προστάζει ο βασιλεύς να βάλουν την αγίαν εις το καζάνι διά να καή. Η Αγία έκαμε τον σταυρόν της και εμβαίνει μέσα.

Περιμένει δυό – τρεις ώρας ο βασιλεύς και βλέπων οπού δεν καίεται η Αγία της λέγει:
Παρασκευή διατί δεν καίεσαι;

Λέγει του η Αγία:
Διότι ο Χριστός εδρόσισε το νερό και δεν καίομαι.

Λέγει της ο βασιλεύς: Ραντισόν με και εμέ διά να ίδω, καίει; Επήρεν η Αγία με τας δυό της χείρας και του ρίπτει εις το πρόσωπον και ευθύς, ω του θαύματος! ετυφλώθη και εγδάρθη το πρόσωπόν του.

Φωνάζει ο βασιλεύς:
Μέγας ο Θεός των χριστιανών και εις αυτόν πιστεύω και εγώ· και έβγα να με βαπτίσης.

Εβγήκεν η Αγία και τον εβάπτισε με όλον του το βασίλειον.

Έπειτα την απεκεφάλισεν άλλος βασιλεύς και υπήγεν εις τον παράδεισον να χαίρεται πάντοτε.

Αυτή η Αγία έκαμε τα εκατόν κατά τον λόγον του Κυρίου.

 

Γι’ αυτόν «που έφερε τα εξήκοντα». Οι άγιοι Ανδρόνικος και Αθανασία

Να είπωμεν και δι’ εκείνον οπού έφερε τα εξήκοντα. Εις 9 του Οκτωβρίου εορτάζει η Εκκλησία μας τον άγιον Ανδρόνικον με την σύζυγόν του Αθανασίαν. Τους είχε χαρίσει ο άγιος Θεός δυο παιδία αρσενικά, και μίαν ημέραν απέθανον και τα δυό.

Κλαίουσα η Αθανασία διά τα τέκνα της, έρχεται άγελος Κυρίου και της λέγει:
Τα τέκνα σου χαίρονται εις τον παράδεισον και θα τα απολαύσης εις την Δευτέρα Παρουσίαν, και μη λυπείσαι.

Και έτσι την επαρηγόρησε.

Λέγει η Αθανασία του Ανδρονίκου:
Αφέντη, χιλιάδες άνδρες και γυναίκες εφύλαξαν παρθενίαν εις όλην των την ζωήν. Ημείς υπανδρευθήκαμεν και απελαύσαμεν τα σωματικά. Δεν γινόμεθα καλόγηροι να κάμωμεν και τα ψυχικά, να υπάγωμεν και εις τον παράδεισον;

Απεκρίθη και ο ευλογημένος Ανδρόνικος και της λέγει:
Ας γίνη, αδελφή μου, το θέλημα του Θεού.

Και απ’ εκείνην την ώραν έζων ως αδελφοί. Εμοίρασαν την περιουσίαν των, επήγαν και οι δυο εις μοναστήριον και έγιναν καλόγηροι και έζησαν με νηστείας και σκληραγωγίας και επήγαν εις τον παράδεισον.

Αυτοί έκαμον τα εξήκοντα, διότι έκαμον πρώτον τα σωματικά και δεύτερον τα ψυχικά. Αυτοί βέβαια είνε κατώτεροι από την Αγίαν Παρασκευήν. Ανίσως και θέλη κανένας από σας να κάμη τα εξήκοντα, ας αγωνίζεται ωσάν τον άγιον Ανδρόνικον και την αγίαν Αθανασίαν και σώζεται.

 

Αν δεν μπορείτε να κάνετε τα εξήκοντα μιμηθείτε αυτόν που έκανε τα τριάκοντα. Ο Ιερέας που είχε 20 παιδιά

Πάλιν αν δεν ημπορήτε να κάμετε τα εξήκοντα, μιμηθήτε εκείνον οπού έκαμε τα τριάκοντα.

Εις την ανατολήν ήτο ένας άνθρωπος ιερεύς, το όνομα Ιωάννης, υπανδρευμένος. Είχεν είκοσι παιδία.

Μίαν ημέραν υπήγεν ένας Δεσπότης εις το σπίτι του παπά, βλέπει τα παιδία και ερωτά τίνος είνε. Ιδικά μου, λέγει ο παπάς.

Τότε λέγει ο Δεσπότης:
Πόσους χρόνους είσαι υπανδρευμένος;
Δεκαοκτώ, λέγει ο παπάς.

Τότε λέγει ο Δεσπότης:
Διά δεκαοκτώ χρόνους έχεις 20 παιδία; Εσύ πρέπει να καθαιρεθής.

Λέγει του ο παπάς:
Να εξομολογηθώ, Δεσπότη μου, και αν το εύρης εύλογον, ας γίνη ο ορισμός του Θεού.

Ήρχισεν ο παπάς και λέγει:
Εγώ, Δεσπότη μου, έμαθα γράμματα Ελληνικά, έγινα δεκαοκτώ χρονών αναγνώστης, εικοσιπέντε διάκονος και τριάκοντα ιερεύς χωρίς να δώσω καν ένα άσπρο. Κατά τους θείους νόμους υπανδρεύτηκα. Πρώτον εξωμολογηθήκαμε με την παπαδιά μου, επήγαμεν εις την εκκλησίαν και εστεφανωθήκαμεν, έπειτα εκοινωνήσαμε τα Άχραντα Μυστήρια και μετά τρεις ημέρας εσμίξαμεν. Και ωσάν εγκαστρώθη, εχωρίσαμεν έως οπού εγέννησεν. Εσαράντισε, και τότε πάλιν εσμίξαμεν, και πάλιν εχωρήσαμεν, και με τέτοιον τρόπον εκάμαμε είκοσι τέκνα, πανιερώτατε.

Λέγει ο Δεσπότης:
Συγχωρημένος και ευλογημένος να είσαι· να κάμης πενήντα και εκατόν τέκνα.

Έτσι ο ευλογημένος Ιωάννης έμαθε τα τέκνα του γράμματα, τα επαίδευσε με νουθεσίας καλάς, και επέρασεν εδώ καλά και επήγεν εις τον παράδεισον. Αυτός έκαμε τα τριάκοντα.

Θέλεις και συ, αδελφέ μου, να κάμης τα τριάκοντα; Μιμήσου τον παπά Ιωάννην τώρα οπού έχεις καιρόν. Αυτή είνε η εξήγησις της παραβολής. Οδός είνε οι Εβραίοι, οι οποίοι είνε διά την κόλασιν. Πέτρα είνε οι ασεβείς. Και καλή γη είνε οι ευσεβείς και ορθόδοξοι χριστιανοί, οι οποίοι σώζονται. Αλλά πώς σώζονται; Ο καθένας καθώς έπραξεν· αν δηλαδή έκαμε καλά, πηγαίνει εις τον παράδεισον· αν κακά, πηγαίνει εις την κόλασιν.

Συνέχεια εδώ: http://www.pemptousia.gr/?p=384414

 

Από http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/tributes/patrokosmas/didaxai.htm