Η Κουτλουμουσιανή Σκήτη Αγίου Παντελεήμονος Αγίου Όρους

11 Δεκεμβρίου 2023

Σκήτη, στο Μοναχισμό, λέγεται ο χώρος μοναστικής άσκησης που έχει εσωτερική διοίκηση, αλλά υπάγεται σε Κυρίαρχη Μονή και μπορεί να είναι είτε κοινόβια και να ακολουθεί ανάλογο τρόπο ζωής με των κοινόβιων μοναστηριών, είτε ιδιόρρυθμη που συγκροτείται από πολλές καλύβες που μένουν Μοναχοί. Στο μέσον κάθε ιδιόρρυθμης Σκήτης βρίσκεται το Κυριακό που είναι ο κοινός ναός για όλους στον οποίον συναθροίζονται Κυριακές και εορτές, ενώ περιμετρικά του είναι κτισμένες οι καλύβες, που έχουν ενσωματωμένο μικρό ναό, στα οποία όμως δεν έχει παραχωρηθεί από την κυρίαρχη μονή γεωργική έκταση, σε αντίθεση με τα κελλιά, πλην συνήθως μικρών κήπων που καλλιεργούν οι Μοναχοί για την διατροφή τους. Τη διοίκηση στη Σκήτη ασκεί ο επονομαζόμενος Δικαίος, που εκλέγεται κάθε χρόνο, ενώ κάθε Καλύβα έχει τον Γέροντά της.

Η Κουτλουμουσιανή Σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος που είναι ιδιόρρυθμη, βρίσκεται σε μια κατάφυτη πλαγιά, ανάμεσα στις μονές Κουτλουμουσίου και Ιβήρων, κοντά στις Καρυές και σε απόσταση 20΄ από την Κυρίαρχο Μονή, στα ανατολικά αυτής. Το κλίμα της, σε αντίθεση με το κλίμα των Καρυών, είναι εύκρατο, ώστε να καλλιεργούνται εσπεριδοειδή. Έχει μορφή οικισμού με κελλιά, καλύβες και Κυριακό αφιερωμένο στον Άγιο Παντελεήμονα.

Η ιστορία της Σκήτης αρχίζει το 1780, όταν ο Ιερομόναχος Χαράλαμπος αιτήθηκε από την Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου να του παραχωρηθεί το προϋπάρχων Κελλί του Αγίου Παντελεήμονα για να το μετατρέψει σε Σκήτη για την συνοδεία του. Το Μοναστήρι συμφώνησε με την παραχώρηση, καθώς τον έκρινε ευλαβή και ενάρετο.
Στον πρώτο κανονισμό της Σκήτης, που αποτελείται από 25 άρθρα και υπογράφει ο Ιερομόναχος Χαράλαμπος και άλλοι 13 μοναχοί, ορίζονται οι κανόνες της καθημερινής και λειτουργικής ζωής της Σκήτης. Παρεκτροπές στην τήρηση των εθίμων και στην κυριαρχία της Μονής, καθώς και διαφωνίες μεταξύ των Μοναχών της Σκήτης, ανάγκασαν τον Οικουμενικό Πατριάρχη Νεόφυτο Ζ΄ να παρέμβει με σχετική επιστολή του και να στείλει Πατριαρχική εξαρχία για να αποκατασταθεί η τάξη και να συντάξει κανονισμό λειτουργίας στα πρότυπα της Ιβηρίτικης Σκήτης του Τιμίου Προδρόμου.
Τον κανονισμό που έχει 24 άρθρα και την σύνταξη του ολοκλήρωσαν την 1η Νοεμβρίου 1799, ο Προηγούμενος Διονύσιος Ιβηρίτης, ο Πνευματικός Ιωάννης από την Σκήτη της Αγίας Άννας και ο Μοναχός Χριστόφορος από την Ιβηριτική Σκήτη του Προδρόμου, υπέγραψαν δεκατέσσερις Μοναχοί της Σκήτης και εννέα Προεστώτες της Μονής Κουτλουμουσίου.

Το έργο της εξαρχίας καταγράφηκε σε δύο κώδικες, από τους οποίος ένας παρέμεινε στην Μονή Κουτλουμουσίου και ένας στην Σκήτη Κουτλουμουσίου. Ο δεύτερος κώδικας είναι επικυρωμένος με την υπογραφή του εξόριστου στο Άγιον Όρος, Γρηγορίου Ε΄, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και Αγίου της Εκκλησίας μας, ο οποίος επίβλεψε την όλη διαδικασία.

Ύστερα από τα παραπάνω, η τάξη και η αρμονία αποκαταστάθηκε στην Σκήτη και συνεχίστηκε η ανάπτυξη της, χάρις και στην ισχυρή προσωπικότητα του ιδρυτή της. Δεν έλειψαν όμως και τα προβλήματα, με βασικό αυτό της λειψυδρίας, που ταλάνισε για πολλά χρόνια τους Πατέρες της Κουτλουμουσιανής Σκήτης.
Το οικονομικό ήταν άλλο ένα διαχρονικό πρόβλημα για τη Σκήτη, ήδη από την ίδρυση της. Αυτός ήταν ο λόγος που στα τέλη του 18ου αιώνα ζητήθηκε η στήριξη Χριστιανών κυρίως από την περιοχή της Κωνσταντινούπολης, αλλά και από την Ρωσία. Για τον σκοπό αυτό είχαν αποσταλεί κατά καιρούς Πατέρες της Σκήτης, όπως ο Μοναχός Πανάρετος (1797-1798), Μοναχός Γρηγέντιος (1897), Μοναχός Δωρόθεος (1922) και Μοναχός Δαμιανός (1922). Σημαντικότατη θεωρείται και η συμβολή του Αρχιμανδρίτη Κοσμά Λιβερόπουλου, εφημέριου στην Βιέννη, ο οποίος πρόσφερε σημαντικό χρηματικό ποσό στην μνήμη του αδελφού του Δαμιανού (1803-1856) καθηγητού Θεολογίας στο Οθώνειον Πανεπιστήμιον, όπως ονομαζόταν τότε το σημερινό Καποδιστριακό. Το ποσό αυτό αξιοποιήθηκε από τους πατέρες της Σκήτης σύμφωνα και με τις συμβουλές του δωρητή92. Οικονομική στήριξη υπήρξε και από τον λόγιο Βαρθολομαίο Κουτλουμουσιανό (1772-1851), όταν αυτός επέστρεψε στην μονή της μετανοίας του. Παράλληλα από τις οικονομικές προσφορές, υπήρξαν και πολλές σε λειτουργικά σκεύη και άλλα αντικείμενα απαραίτητα για την λειτουργία του Κυριακού του Αγίου Παντελεήμονος. Δεύτερος κτήτορας θεωρείται ο Δικαίος Χαράλαμπος που μερίμνησε για την επισκευή του Κυριακού, της κοινής Τράπεζας, των χώρων φιλοξενίας και του παρεκκλησίου του Αγίου Μηνά, που εγκαινιάστηκε από τον εφησυχάζοντα στην Σκήτη, πρώην Κάσου και Καρπάθου Μητροπολίτη Νείλο.
Τα γεγονότα μετά την καταστολή της επανάστασης του 1821 στην Χαλκιδική, επηρέασαν και την Κουτλουμουσιανή Σκήτη. Τα Οθωμανικά στρατεύματα προκάλεσαν σημαντικές ζημιές στην Σκήτη, καθώς λεηλάτησαν τόσο το Κυριακό, όσο και τις καλύβες των μοναχών, οι οποίοι τις εγκατέλειψαν μέχρι την αποχώρηση των στρατευμάτων που είχαν εισβάλλει στην Αθωνική χερσόνησο στα 1830. Όταν οι Πατέρες επέστρεψαν, επισκεύασαν το Κυριακό και τις καλύβες με την στήριξη φιλοαγιορειτών. Είναι χαρακτηριστικό πως σε βεβαίωση που δίνεται στον Διάκο Κωνστάντιο για διενέργεια εράνου και η οποία χρονολογείται στα 1842 και την υπογράφουν άπαντες οι Πατέρες της Σκήτης, αναγράφεται πως στα γεγονότα που ακολούθησαν την επανάσταση, αρπάχτηκαν τα σκεύη του Κυριακού που επιπλέον δεν έχει τοιχογραφίες και δάπεδο94.
Στα 1869 η κυρίαρχη Μονή με έγγραφο της εφιστά την προσοχή στους πατέρες της Σκήτης για την τήρηση της τάξης και της λειτουργικής ζωής. Το 1885 η Σκήτη θα ζητήσει από την Μονή, να της ορίσει Πνευματικό και το Κουτλουμούσι αναθέτει την αποστολή αυτή στον Ιερομόναχο Γρηγόριο. Επίσης το 1885, η Μονή Κουτλουμουσίου θα αναθέσει στους Μοναχούς Χαρίτωνα, Σωφρόνιο και Παγκράτιο, την διενέργεια ανακρίσεων για την κλοπή σημαντικών χειρογράφων από την βιβλιοθήκη του Κυριακού, ενώ διαβάζεται και επιτίμιο για τους δράστες, στον Κυριακό ναό, στην διάρκεια Θείας Λειτουργίας. Νέα σημαντική κλοπή στο Κυριακό, θα υπάρξει αρκετά χρόνια αργότερα, το 1944, με τα κλοπιμαία όμως να ανευρίσκονται σύντομα.
Στα 1782 είχε θεμελιωθεί το Κυριακό της Σκήτης με την συνδρομή ευλαβών Χριστιανών, κυρίως από την τότε ευημερούσα νήσο Αντιγόνο, στα Πριγκιποννήσια και εγκαινιάστηκε το 1790 στο όνομα του Μεγαλομάρτυρα Αγίου Παντελεήμονος. Στην Πρόθεση του Ναού υπάρχει εντοιχισμένη πλάκα επί της οποίας αναφέρεται «Κοσμά Ιερομονάχου, Γαβριήλ και Γερασίμου των Μοναχών και των Γονέων και Χριστοδούλου». Οι μνημονευόμενοι πρέπει να είναι από τους συντελέσαντες στην ανέγερση του Κυριακού. Εντυπωσιακό είναι το ξυλόγλυπτο τέμπλο που είναι επιχρυσωμένο, με σχεδόν ολόγλυφες φυτικές και ζωικές μορφές. Αξιομνημόνευτο είναι το κιβώριο της Αγίας Τράπεζας στο Κυριακό, χρυσωμένο, ξυλόγλυπτο και επιπεδόγλυφο, με δικέφαλους αετούς, άκανθες, βλαστούς και λουλούδια.
Λίγο επάνω από το διάζωμα του θόλου του κυρίως ναού, υπάρχει κυκλική επιγραφή «Δαπάνη Δαμιανού Ιερομονάχου και της συνοδείας. Χειρ Γενναδίου Μοναχού και Γρηγορίου Ιερομονάχου 1868». Στο υπέρθυρο της εισόδου του νάρθηκα ιστορείται ο Άγιος Παντελεήμων (1859) «χειρί Σωφρονίου Μοναχού Αγιαννίτου επί Δικαιάτου δε Δαμιανού». Οι εικόνες στο εικονοστάσιο του Κυριακού είναι του Ιησού Χριστού του Παντοκράτορος, φέρουσα χρόνο γραφής το 1791, της Θεομήτορος (1791), των Αγίων Πάντων, του Αγίου Δημητρίου (1795), της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (1795), της Συνάξεως των Δώδεκα Αποστόλων (1808) και του Συμβόλου της Πίστεως με δώδεκα παραστάσεις (1813). Οι τοιχογραφίες του δεξιού χορού και του τρούλου είναι του 1866. Στο Άγιο Βήμα φυλάσσεται η εικόνα Παναγία των Χαιρετισμών.

Δυτικά του προνάρθηκα του Κυριακού υπάρχει η Τράπεζα. Το παρεκκλήσιο του Κοιμητηρίου, βρίσκεται εξωτερικά του Κυριακού και είναι αφιερωμένο στο γενέσιο του Προδρόμου και χτίστηκε το 1799 με μέριμνα του Μητροπολίτη Σερρών Κωνσταντίνου και του Ιερομονάχου Σωφρόνιου. Το τριώροφο καμπαναριό του 1794 είναι αυτοτελές κτίσμα, κτισμένο σε παλαιότερη ισόγεια δεξαμενή, ενώ δίπλα του υπάρχουν φυτεμένα δύο μεγάλα κυπαρίσσια.
Η βιβλιοθήκη της Σκήτης που ανεγέρθηκε το 1848 με μέριμνα του Μοναχού Βενέδικτου, διαθέτει 40 περίπου χειρόγραφα και περισσότερα από 500 αξιόλογα βιβλία παλαιών εκδόσεων.
Διασώζονται σημαντικά έγγραφα, με πρώτο το θεμελιώδες για την ίδρυση της Σκήτης, την απόδειξη παραχώρησης Κελλίου από την Μονή Κουτλουμουσίου, στον Πατέρα Χαράλαμπο, ιδρυτή της Σκήτης. Σημαντικά είναι και άλλα έγγραφα, όπως ο πρώτος κανονισμός της Σκήτης, ο δεύτερος κανονισμός (1799), σειρά εγγράφων που αναφέρονται στο μείζων θέμα της υδροδότησης της Σκήτης, έγγραφα που αφορούν ζητείες για στήριξη της Σκήτης, επιστολές Πατριαρχών, της κυρίαρχης Μονής και πλήθος άλλων εγγράφων που καταγράφουν την ιστορική πορεία της Κουτλουμουσιανής Σκήτης του Αγίου Παντελεήμονα.
Η Σκήτη έχει σημαντικό αριθμό αγίων λειψάνων, τα οποία φυλάσσονται σε ασημένιες λειψανοθήκες, μέσα στο Άγιο Βήμα του Κυριακού: του Αγίου Τιμοθέου, του Αγίου Παντελεήμονος, του Αγίου Παναγιώτου Καισαρέως του Νέου, του Αγίου Παρθενίου, της Αγίας Παρασκευής, του Αγίου Νείλου του Μυροβλύτη, του Αγίου Τρύφωνος, του Αποστόλου Αρέθα, του Αγίου Κηρύκου, του Αγίου Ευσταθίου, του Αγίου Ιερομάρτυρος Πέτρου Αλεξανδρείας, του Αγίου Ιακώβου του Πέρσου, του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Μερκουρίου, του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου, του Αγίου Ιερομάρτυρος Χαραλάμπους, της Αγίας Ματρώνης, του Αγίου Αποστόλου Ιακώβου, των Οσίων 99 Πατέρων των εν Κρήτη, καθώς και τρία μεγάλα τεμάχια του Οσιομάρτυρα Γερασίμου που ασκήτεψε στην Σκήτη. Από τους Πατέρες της Σκήτης έχουν καταγραφεί πλήθος θαυμάτων που συνέβησαν από τον Άγιο Παντελεήμονα στον Ιερό Ναό της Σκήτης, που φέρει το όνομα του.
Σήμερα η Σκήτη Κουτλουμουσίου αποτελείται από είκοσι τρεις Καλύβες, που γενικότερα στερούνται ιδιαίτερης εδαφικής έκτασης, ενώ τρεις από αυτές δεν έχουν ενσωματωμένο ναό. Την τρέχουσα περίοδο κατοικούνται οι ένδεκα Καλύβες, με δώδεκα μοναχούς να διαμένουν σε αυτές, ενώ οι υπόλοιπες παραμένουν έρημες.

– Βιβλιογραφία:
Βαρβούνης Γ. Μανώλης: «Η Κουτλουμουσιανή Σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος στο Άγιον Όρος», εκδόσεις Χελάνδιον, Αθήνα 2008.
Χρυσόστομος μοναχός, «Σκήτη Αγίου Παντελεήμονος Αγίου Όρους», Άγιον Όρος 1966.