Άγιος Παΐσιος, Το πρόσωπό του τελείως, αλλοιωμένο έλαμπε!

20 Φεβρουαρίου 2024

Άγιος Παΐσιος Αγιορείτης (1924-1994).

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

 

Δεν μπορούσε να πιστέψει σ’ αυτό που έβλεπε μπροστά του: Ήταν ο Γέροντας!

Ο κύριος Χ. Θ. είχε κάποια προβλήματα κι αποφάσισε να επισκεφτεί τον γέροντα Παΐσιο στο Άγιον Όρος. Στην απόφασή του αυτή το μόνο σοβαρό εμπόδιο που υπήρχε ήταν ότι έπασχε από μηνίσκο στο γόνατο κι έτσι ήταν πολύ δύσκολο να περπατήσει ως την καλύβη του Γέροντα.

Παρά την δυσκολία του αυτή πήγε στο Άγιον Όρος κι αφού έφτασε στις Καρυές κατηφόρισε στο μονοπάτι που οδηγεί στο κελί. Αφού έφτασε στο πίσω μέρος του κελιού, χτύπησε επανειλημμένα το μικρό σίδερο της εξώπορτας· όμως, αφού πέρασε λίγη ώρα, με μεγάλη του λύπη διαπίστωσε ότι η πόρτα ήταν κλειδωμένη απ’ έξω κι ο Γέροντας έλειπε.

Πήρε τότε το δρόμο του γυρισμού γεμάτος κι από παράπονο, γιατί αν και έκανε μεγάλη θυσία με το σοβαρό πρόβλημα που τον ταλαιπωρούσε δεν είχε καταφέρει να δει τον Γέροντα. Περπατώντας σιγά σιγά έφτασε στο πλάι του κελιού του Γέροντα και κατηφόριζε πικραμένος.

Κοντοστάθηκε στο μονοπάτι και κλείνοντας προς στιγμή τα μάτια του με παράπονο είπε μέσα του:
– Γέροντα, βλέπεις, εγώ έκανα τέτοια θυσία και με μηνίσκο ήρθα, για να σε δω δυο λεπτά δεν θα σ’ απασχολούσα περισσότερο.

Ενώ, λοιπόν, είχε κλειστά τα μάτια του κι έλεγε μέσα του αυτά, ακούστηκε ένας θόρυβος και καθώς τα άνοιξε δεν μπορούσε να πιστέψει σ’ αυτό που έβλεπε μπροστά του.

Ήταν ο Γέροντας!

Το πρόσωπό του τελείως, αλλοιωμένο έλαμπε. Ήταν μια κατάσταση που με λόγια δεν μπορεί να περιγραφεί. Διάφορα συναισθήματα χαράς και θαυμασμού κατέκλυσαν την ψυχή του.

Ο Γέροντας τον πήρε και λέγοντάς του να περπατούν πιο γρήγορα, για να μην τους δουν άλλοι πήγαν προς το βουνό, όπου η βλάστηση ήταν πλούσια και δεν υπήρχε περίπτωση να τους δει κανείς.

Εκεί τον συμβούλευσε τι έπρεπε να κάνει σε όσα τον απασχολούσαν.

Εκτός από την ξαφνική και θαυμαστή εμφάνιση του Γέροντα, εκείνο που μέχρι σήμερα έχει μείνει ανεξίτηλο στην μνήμη του κυρίου Χ. είναι η φωτεινή, αλλοιωμένη, μορφή του, την οποία δεν πρόκειται να ξεχάσει σε όλη του την ζωή.

 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Ιερομονάχου Χριστοδούλου Αγιορείτου, «Σκεύος εκλογής», Άγιον Όρος.