Άγιος Κοσμάς Αιτωλός, Δημιουργία των αγγέλων, του ανθρώπου, του παραδείσου, η παρακοή και η ευσπλαχνία του Θεού

24 Απριλίου 2024

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός
Διδαχή Δ’

 

Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός και Θεός, αδελφοί μου, ο γλυκύτατος Δεσπότης, ο ποιητής των Αγγέλων, παρακινούμενος από την ευσπλαχνία του και πολλήν αγάπην οπού έχει εις το γένος μας, σιμά εις τα άπειρα χαρίσματα οπού μας εχάρισε και μας χαρίζει καθ’ εκάστην ημέραν, ιδού οπού μας ηξίωσε και απόψε και τον εδοξάσαμεν και ετιμήσαμεν και την Δέσποινάν μας Θεοτόκον, και άμποτε ο Κύριος διά πρεσβειών της να συγχωρήση τ’ αμαρτήματά μας, και να μας αξιώση της βασιλείας του, να προσκυνώμεν και να δοξάζωμεν την Παναγίαν Τριάδα και να χαιρώμεθα και ευφραινώμεθα πάντοτε.

Με ηξίωσεν ο Κύριος, αδελφοί μου, και εμένα τον αμαρτωλόν και ήλθα εδώ εις την ευλογημένην σας χώραν και είπαμεν μερικά νοήματα της αγίας μας Εκκλησίας.

Παρακινούμενος ο Κύριός μας από την πολλήν του ευσπλαχνίαν έκαμε πρώτον δέκα τάγματα Αγγέλους. Το πρώτον τάγμα εξέπεσεν από την υπερηφάνειάν του και έγιναν δαίμονες.

Τότε επρόσταξεν ο πανάγαθος Θεός και έγινε τούτος ο κόσμος και έκαμεν ένα άνδρα και μίαν γυναίκα ωσάν ημάς· το σώμα από λάσπην, και την ψυχήν αγγελικήν, αθάνατον. Ωνόμασε τον άνδρα Αδάμ και τη γυναίκα Εύαν.

Έκαμε και ένα παράδεισον κατά το μέρος της ανατολής, όλον χαρά και ευφροσύνη. Έβαλε τον Αδάμ και την Εύαν μέσα εις τον παράδεισον και εχαίροντο ως Άγγελοι.

Τους παρήγγειλε να μη φάγουν από μίαν συκήν καρπόν· αλλ’ εκείνοι κατεφρόνησαν την προσταγήν του Θεού και έφαγον· και δεν μετενόησαν.

Τους εδίωξεν ο Θεός από τον παράδεισον και έζησαν εις τούτον τον κόσμον 930 χρόνους με μαύρα και πικρά δάκρυα. Και αφού απέθανον, επήγαν εις την κόλασιν και εκαίοντο 5.500 χρόνους.

Ευσπλαχνίσθη ο πανάγαθος Θεός το γένος μας και κατελθών εσαρκώθη εκ Πνεύματος Αγίου εις την κοιλίαν της Αειπαρθένου Μαρίας και έγινε τέλειος άνθρωπος χωρίς αμαρτίαν, και μας ελύτρωσεν από τας χείρας του διαβόλου.

Μας έδειξε την αγίαν Πίστιν, το άγιον Βάπτισμα, τα Άχραντα Μυστήρια, διά να ηξεύρωμεν που περιπατούμεν.

Τη Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ επήρεν ο Κύριος άρτον και οίνον και τα ευλόγησε· και έκαμε τα Άχραντα Μυστήρια, το πανάγιον σώμα Του και αίμα Του, και εμετάλαβε τους δώδεκα Αποστόλους.

Έως εδώ αναφέραμεν την ιστορίαν εις δυο λόγους και την αφήσαμεν.

Τώρα δε ελπίζοντες εις την ευσπλαχνίαν του Χριστού μας, καθώς το Πνεύμα το Άγιον μας φωτίση, να κάμωμεν αρχήν να είπωμεν και τα επίλοιπα με συντομίαν.

Συνεχίζεται

 

Αγίου Κοσμά Αιτωλού, «Διδαχαί».