Το μείζον: Η πνευματική ανάσταση του ανθρώπου
8 Μαΐου 2024Για τον άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο η πνευματική ανάσταση ως υπέρβαση των αμαρτιών διά της μετανοίας είναι το μείζον. Ο,τι ο άνθρωπος γεύτηκε από το βάπτισμά του, αυτό καλείται στην πραγματικότητα να επιβεβαιώνει καθημερινώς στη ζωή του, που σημαίνει ότι ο πνευματικός αγώνας της μετανοίας αποτελεί την αδιάκοπη προσπάθεια παραμονής στην ανάσταση. Γι’ αυτό και την Ανάσταση του Χριστού την θεωρεί μόνο κάτω από την προοπτική αυτή. «Είδες το μέγεθος της δωρεάς; Διατήρησε το μέγεθος αυτής της δωρεάς, άνθρωπε. Δεν επιτρέπεται να ζεις με αδιαφορία. Βάλε στον εαυτό σου νόμο με κάθε ακρίβεια. Η ζωή είναι αγώνας και πάλη, και όποιος αγωνίζεται απέχει από όλα…Κατάστρεψε λοιπόν από την αρχή τη ρίζα του κακού, για να καταστρέψεις όλη την αρρώστια…Ας εξαφανίσουμε παντού τις αρχές των αμαρτημάτων» (Εις την Ανάστασιν).
Έτσι ενώ η ανάσταση των νεκρών που ήλθε ως το αποτέλεσμα της Ανάστασης του Κυρίου αναφέρεται σε όλους τους ανθρώπους – δεν υπάρχει κανείς που δεν θα μετάσχει της αναστάσεως των σωμάτων, είτε πιστός είτε άπιστος – το ζητούμενο για τον άγιο Χρυσόστομο είναι ακριβώς η διατήρηση της πνευματικής αναστάσεως ως ζωής μετανοίας πάνω στις εντολές του Χριστού. Μόνον οι εν μετανοία ζώντες και ενωμένοι με τον Χριστό στη ζωή αυτή θα ζήσουν και τη δόξα της αναστάσεως. «Όλοι θ’ αναστηθούμε, ο καθένας όμως στο δικό του τάγμα. Τι όμως σημαίνουν τα λόγια αυτά; Ότι και ο ειδωλολάτρης και ο Ιουδαίος και ο αιρετικός και κάθε άνθρωπος που πέρασε απ’ αυτόν τον κόσμο, θ’ αναστηθεί κατά την ημέρα εκείνη…Βέβαια και τα σώματα των αμαρτωλών ανασταίνονται άφθαρτα και αθάνατα. Η τιμή όμως αυτή γίνεται σ’ αυτούς αφορμή κόλασης και τιμωρίας, επειδή ανασταίνονται άφθαρτα, για να καίονται αιώνια» (Περί της των νεκρών αναστάσεως). «Την ανάσταση όλοι θα απολαύσουν. Δοξασμένοι όμως δεν θα είναι όλοι, αλλ’ οι ενωμένοι με τον Χριστό» (Εις την προς Θεσσαλονικείς). Για τον άγιο θεωρείται δεδομένο έτσι ότι την ανάσταση των νεκρών αρνούνται όσοι δεν βαδίζουν πάνω στη μετάνοια, έχοντας επιλέξει ως τρόπο ζωής το «φάγωμεν, πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν». Και τούτο γιατί δεν συμφέρει σ’ αυτούς να πιστεύουν εκείνο που αποτελεί έλεγχο της ζωής τους. Η αθεία δηλαδή αποτελεί σύμπτωμα της πονηρίας της ζωής. «Εκείνος που δεν περιμένει ν’ αναστηθεί, ούτε ν’ αποδώσει λογαριασμό για τις πράξεις του που έκανε εδώ, αλλά νομίζοντας ότι τα δικά μας σταματούν στην παρούσα ζωή κι ότι δεν υπάρχει παραπέρα τίποτε περισσότερο, ούτε για την αρετή θα φροντίσει» (Περί της των νεκρών αναστάσεως). «Εκείνος που υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει τίποτε μετά την εδώ ζωή, αυτός κατ’ ανάγκη θα ομολογήσει ότι δεν υπάρχει ούτε και Θεός» (Περί ειμαρμένης και πρόνοιας).
pgdorbas.blogspot.com