Ο χρόνος στην Επιστήμη και τη Φιλοσοφία (Α΄)

15 Νοεμβρίου 2012

Ο χρόνος στην Μυθολογία και στους προσωκρατικούς Αναξίμανδρο, Ηράκλειτο και Αναξαγόρα

Οι έννοιες του χώρου και του χρόνου, η σύνδεση μεταξύ τους και η θεμελιώδης σημασία που είχαν για τον άνθρωπο έγιναν αντιληπτές, από πολύ νωρίς, χιλιετίες πριν και φυσικά πριν τη διατύπωση της θεωρίας του Αϊνστάιν περί σχετικότητας του χρόνου και των θεωριών περί χρόνου της σύγχρονης φυσικής επιστήμης και του  I. Prigogine. «Ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἱστορίας τοῦ ἀσχολήθηκε μέ τόν χῶρο του καί τόν χρόνο του, καί προσπάθησε νά ὀργανώσει τόν χῶρο καί τόν χρόνο του. Καί, ὅπως ξέρουμε λίγο πολύ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στήν ἱστορία καί ὅλοι οἱ λαοί, ψάχνοντας τό νόημα τοῦ χώρου καί τοῦ χρόνου, τόσο γιά τόν ἑαυτό τούς ὅσο καί γιά τήν ἀνθρώπινη κοινωνία, στενότερη ἤ εὐρύτερη, κατέληγαν στόν λατρευτικό χῶρο καί χρόνο. Στόν ναό καί στά τελούμενα σέ αὐτόν. Γι’αὐτό σέ κάθε σπίτι ὑπῆρχε ὁρισμένος τόπος γιά οἰκογενειακή λατρεία καί σέ κάθε πόλη τόποι κοινῆς λατρείας».[1]

Ο Χρόνος σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία έχει φτερούγες στην πλάτη, μη σταματώντας ποτέ την κίνησή του[2].«Η λέξη χρόνος συνδέθηκε με τον Κρόνο,τον Τιτάνα, γιο του Ουρανού και της Γαίας, ο οποίος αντιπροσώπευε την χαώδη ελευθερία ενός πρωτόγονου κόσμου αντιθέτου με την τάξη του Διός».[3] Αυτό όμως που ιδιαίτερα απασχόλησε τους αρχαίους έλληνες ποιητές, φιλοσόφους και ιστορικούς ήταν το πρόβλημα της αρχής των πάντων.

Σύμφωνα με τον Όμηρο,τον 8ο αιώνα π.Χ., η αρχή του κόσμου ήταν ο Ωκεανός (ύδωρ), παρατηρώντας τον απέραντο Πόντο εισήγαγε την έννοια του Απείρου και θεωρείται προάγγελος της θεωρίας του Αναξίμανδρου,που θεώρησε το Άπειρο ως την πρώτη κοσμολογική αρχή[4]. Στα Ομηρικά έπη, το παρελθόν βρίσκεται μπροστά ή πρόσω, ενώ το μέλλον πίσω ή  οπίσω[5].

Ο δεύτερος μεγάλος ποιητής της αρχαιότητας, ο Ησίοδος, στην κοσμογονία του υποστηρίζει ό,τι τα τρία συστατικά της συμπαντικής δημιουργίας είναι το Χάος, η Γη και ο Έρως. Δηλωτικό στοιχείο της περιόδου αυτής των δύο μεγάλων πoιητών ήταν η χρήση του μύθου έναντι του ορθολογισμού[6].

Όπως γίνεται αντιληπτό οι θεωρήσεις περί αρχής του κόσμου Ομήρου και Ησιόδου επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό την σκέψη μιας μεταγενέστερης ομάδας φυσικών φιλοσόφων, των λεγόμενων προσωκρατικών.

            Σύμφωνα με τον καθηγητή της Οικουμενικής Θεολογίας στο πανεπιστήμιο της Τυβίγγης Hans Kung «οι έλληνες ήταν εκείνοι, που πρώτοι μέσα στην ευρωπαϊκή ιστορία συλλογίσθηκαν για την αρχή των πάντων, για την πρωταρχική πηγή και αιτία, από την οποία προέρχεται το παν και ίσως πάλιν επιστρέφει…αλλά επίσης, ήταν εκείνοι στους οποίους πάλι χρωστάμε την αρχή της φυσικής επιστήμης »[7].

Ιδιαίτερη αναφορά θα κάνουμε στον Αναξίμανδρο, Ηράκλειτο τον Εφέσιο και τον  Αναξαγόρα. Η θεωρία του Ηρακλείτου για το γίγνεσθαι της φύσης αποτέλεσε κατά τον Πριγκοζίν, όπως μας βεβαιώνει η καθηγήτρια Δήμητρα Σφενδόνη Μέντζου, τον σπόρο για την σύλληψη του βέλους του χρόνου[8].

Ο Αναξίμανδρος, μαθητής του Θαλή, υποστήριξε ό,τι η αρχή όλων των όντων και των πραγμάτων είναι το  απροσδιόριστο Άπειρο. Ο Αριστοτέλης στα Φυσικά του μας εκθέτει την άποψη αυτή του Αναξίμανδρου ως εξής:«τοῦ δέ ἀπείρου οὐκ ἐστι ἀρχήν..ἀλλ’αὐτή τῶν ἄλλων εἶναι δοκει,καί περιεχειν ἅπαντα καί πάντα κυβερνᾶν ὡς φάσιν ὅσοι μή ποιουσι παρά τό ἄπειρον ἀλλας αἰτίας οἰον νοῦν ἤ φιλίαν καί τουτ’εἶναι τό θεῖον ἀθάνατον γάρ καί ἀνώλεθρον,ὥσπερ φύσιν ὁ Ἀναξίμανδρος καί οἱ πλεῖστοι τῶν φυσιολόγων»[9] .Ο Αναξίμανδρος αποδίδει θείες ιδιότητες στο άπειρο καθώς το αποκαλεί άφθαρτο,αγέραστο,αιώνιο,ανώλεθρο.[10] Σύμφωνα με τον Ε.Βαρβαρέσο για τον Αναξίμανδρο «…Τα πράγματα του κόσμου γεννιούνται αλλάζουν και πεθαίνουν αλλά η ύπαρξη του απείρου με τις γενεσιουργές της δυνάμεις που είναι ανεξάντλητες, εξασφαλίζει τις ισορροπίες, …ώστε να μην επιτευχθεί ποτέ η κατανάλωση του κόσμου..»[11].Το άπειρο του Αναξίμανδρου αποτελεί τον εγγυητή της λογικότητας και συγκρότησης του κόσμου[12], θεωρείται προάγγελος του Αρίσταρχου, του Κοπέρνικου και του Νεύτωνα[13].

Ο Ηράκλειτος είναι ένας από τους πιο στοχαστικούς αρχαίους Έλληνες φυσικούς φιλοσόφους. Το πιο γνωστό σύγγραμμά του από το οποίο έχουν σωθεί μερικά αποσπάσματα είναι το Περί φύσεως. Για τον Ηράκλειτο ο κόσμος είναι αιώνιος και γεμάτος με νόημα, γιατί φέρει λογικότητα και αλήθεια, άρα ο κόσμος είναι Θεός, είναι μέσα στο Θεό[14].Η διδασκαλία του αυτή φαίνεται στο απόσπασμα 30 του έργου του:«Κόσμον τόνδε, τόν αὐτόν ἁπάντων, οὔτε τίς θεῶν οὔτε ἀνθρώπων ἐποίησεν, ἀλλ’ἤν ἀεί καί ἐστιν καί ἔσται.πῦρ ἀειζωον ἁπτόμενον μέτρα καί ἀποσβεννύμενον μέτρα».[15]

Για τον Ηράκλειτο η φωτιά αποτελεί την ουσία του Είναι του Θεού και τελικά την κοσμοποιό αρχή,[16]λόγω της αέναης κίνησής της.[17] Για τον αρχαίο Έλληνα στοχαστή ο χρόνος είναι «ένα παιδί και συνάμα κυρίαρχος του κοσμικού παιχνιδιού. Ως κυρίαρχος επιβάλει νόμους που διέπουν τα πράγματα του σύμπαντος μεταξύ των οποίων υπάρχει μια διαρκής και μόνιμη αλληλεπίδραση».[18]Το σημείο αυτό της φυσικής διδασκαλίας του Ηράκλειτου αποτελεί σημείο συνάντησης με τον Πριγκοζίν. Για αυτή την διαρκή και μόνιμη αλληλεπίδραση των έμβιων όντων κάνει λόγο και ο Ρωσοβέλγος φυσικός στο περίφημο σύγγραμμά του Το τέλος της βεβαιότητας: «Κατά κάποια έννοια, μια πόλη αναδύεται από την ύπαιθρο μέσα στην οποία περιέχεται. Τούτο όμως έρχεται σε αντίθεση με την ιδέα ό,τι η εξέλιξη είναι ανεξάρτητη από το περιβάλλον. Δεν είμαστε ανεξάρτητοι! Η ζωή ποτέ δεν συνάντησε την ζωή ανεξάρτητα από το μέσον,το οικοσύστημα. Η ζωή έχει ανάγκη από αέρα και νερό συνεχώς. Τα έμβια όντα αλληλεπιδρούν συνεχώς με τα μη έμβια»[19]. Μάλιστα,μας ενημερώνει ό,τι το δίλημμα και ο διάλογος  μεταξύ Παρμενίδη και Ηράκλειτου αποτέλεσε εφαλτήριο για τον προβληματισμό του πάνω στο θέμα της παραδοξότητας του χρόνου. Το διάλογο των δύο στοχαστών συνοψίζει Πριγκοζίν στα εξής:«Ο Παρμενίδης επέμενε πως δεν υπάρχει τίποτα καινούριο,πως όλα απλώς υπάρχουν και θα υπάρχουν για πάντα. Ο Ηράκλειτος επέμενε στην αντίθετη ιδέα,ό,τι τα πάντα ρεῖ καί οὐδέν μένει…Η άποψη του Παρμενίδη φαίνεται κατά κάποιον τρόπο να ισχύει στην δυναμική του Νεύτωνα, διότι πρόκειται για μια αιτιοκρατική θεωρία, όπου ο χρόνος είναι απόλυτος και αναστρέψιμος. Σήμερα είμαστε σε θέση να διακρίνουμε πότε έχει δίκιο ο Ηράκλειτος και πότε ο Παρμενίδης[20]». Όμως η πιο σπουδαία ανακάλυψη του  Ηράκλειτου  που ενέχει σπερματικά στην σκέψη του Πριγκοζίν το βέλος του χρόνου, όπως αναφέραμε,είναι το γίγνεσθαι της φύσης.Το ουσιώδες στοιχείο στην φύση  είναι  να παρίσταται ως εγγενώς άπειρη[21].

Ο  Αναξαγόρας καταγόταν από την Μικρά Ασία και νωρίς εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, απ’όπου αναγκάστηκε να φύγει όταν κατηγορήθηκε από τους Αθηναίους για ύβρη στους Θεούς. Πίστευε και ότι ο Ήλιος δεν αποτελεί θεότητα.[22] Ο Αναξαγόρας  διατύπωσε τη θεωρία ότι ο «χρόνος συνδέεται με τον χώρο στη συνεχή αλλαγή των πραγμάτων και των σκέψεων-ιδεών».[23]Για τον φυσικό φιλόσοφο η γέννηση και η φθορά των πραγμάτων είναι αποτέλεσμα της ένωσης και του χωρισμού. Η κίνηση η οποία παράγει τον χωρισμό και την ένωση είναι έργο του Νου, ο οποίος μαζί με την Φύση αποτελούν τις δύο αρχές του Απείρου»[24].

Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ό,τι τρία ήταν τα νέα στοιχεία που έφερε ο Αναξαγόρας στην φυσική φιλοσοφία των προσωκρατικών. Πρώτα από όλα, η ανακάλυψη ενός αυτοσύστατου, αυτοκυβέρνητου και απείρου Νου, έπειτα, η σύλληψη ενός φυσικού κόσμου συνεχούς και ομοιογενούς και τελευταίο και πιο σημαντικό η θεωρία του περί απείρων κόσμων, μια πρόταση που η σύγχρονη φυσική επιστήμη την θεωρεί σήμερα πολύ πιθανή.[25]

Είναι αξιοσημείωτο ότι κάνοντας μια σύγκριση μεταξύ των αρχαίων μυθολογικών παραστάσεων και των προσωκρατικών θεωριών για την κίνηση του χρόνου και την αρχή του κόσμου, θα διαπιστώσουμε πως υπάρχει εμφανής απόκλιση μεταξύ της μιας ομάδας και της άλλης αντίστοιχα. Οι μυθολογικές παραστάσεις και τα αρχαία έπη περί δημιουργίας  είναι διαποτισμένα με το μυθικό στοιχείο. Σε όλες τις απεικονίσεις της προσωκρατικής φυσικής φιλοσοφίας προβάλλεται μια αρχή ως κοσμοποιός δύναμη.

Με την πάροδο των χρόνων, φαίνεται να εγκαταλείπεται η προσωκρατική φυσική φιλοσοφία καθώς  η μελέτη της έννοιας του χρόνου αποκτά περισσότερο συστηματικό και αναλυτικό χαρακτήρα ιδίως στις κοσμογονικές θεωρίες των έργων του Πλάτωνα και του μαθητή του Αριστοτέλη, όπως θα μελετήσουμε στην αμέσως επόμενη παράγραφο της ιστορικής μας αναδρομής στην έννοια του χρόνου.


[1] βλ. Α. Γιεφτιτς, Χριστός – Η Χώρα των Ζώντων, εκδόσεις Ίνδικτος Αθήνα (2007) σ. 51-52.

[2] βλ. Δ. Κλαδά, Χρόνος και συνείδηση, Νέα Ακρόπολη http://www.nea-acropoli.gr σ. 2.

[3] βλ. Ε. Βαρβαρέσου, Αρχές, έννοιες και θεωρίες της φυσικής, εκδόσεις κώδικας Θεσσαλονίκη (2004) σ. 131.

[4] βλ. Ε. Βαρβαρέσου, Αρχές, έννοιες και θεωρίες της φυσικής, σ. 29.

[5] βλ.Β. Πανταζής,  Η κατεύθυνση του χρόνου στην αρχαιότητα και στους νέους χρόνους, Αρχαιολογία Τέχνες, 77 (Δεκεμβριος 2000)  σ. 9.

[6] βλ. Ε. Βαρβαρέσου, Αρχές, έννοιες και θεωρίες της φυσικής , σ. 30.

[7]βλ. H. Kung, Η Αρχή των Πάντων, Φυσικές επιστήμες και Θρησκεία, μετάφραση Ε.Θεοδώρου, εκδόσεις Ουρανός, Αθήνα (2009), σ. 24.

[8]βλ. Δ. Σφενδόνη-Μέντζου, Χρόνος και γίγνεσθαι στον Αριστοτέλη και στον Prigogine, Διεθνές συνέδριο ‘Ο Αριστοτέλης στο σήμερα’ Νάουσα (2002), Ανάτυπο σ. 344.

[9] βλ.Αριστοτέλη, Φυσικά Γ4,203 b7 «Το άπειρο δεν έχει αρχή αλλά φαίνεται ό,τι αυτό είναι η αρχή των άλλων και τα πάντα περιέχει και τα πάντα κυβερνά όπως λένε όσοι δεν δέχονται άλλες αιτίες όπως λ.χ τον νου ή τη φιλία πλάι στο άπειρο και αυτό είναι το θείο γιατί είναι αθάνατο και άφθαρτο όπως λέει ο Αναξίμανδρος και οι περισσότεροι φυσιολόγοι». Μετάφραση σχόλια π. Ν. Λουδοβίκου, Θεολογική Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, Βιβλίο πρώτο, Οι προσωκρατικοί- ο Σωκράτης- ο Πλάτων εκδόσεις Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη (2003).

[10]βλ. π. Ν. Λουδοβίκου Θεολογική Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας. Βιβλίο πρώτο. Οι προσωκρατικοί- ο Σωκράτης- ο Πλάτων, εκδόσεις Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη (2003), σ. 37.

[11]βλ. Ε. Βαρβαρέσου, Αρχές, έννοιες και θεωρίες της φυσικής, σ. 44.

[12]βλ. π. Ν. Λουδοβίκου, Θεολογική Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, Βιβλίο πρώτο, Οι προσωκρατικοί- ο Σωκράτης- ο Πλάτων, σ. 40-41.

[13]βλ. Ε. Βαρβαρέσου, Αρχές, έννοιες και θεωρίες της φυσικής, σ. 44.

[14]βλ. π. Ν. Λουδοβίκου, Θεολογική Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, Βιβλίο πρώτο, Οι προσωκρατικοί- ο Σωκράτης- ο Πλάτων, σ. 76.

[15]βλ. Ηρακλείτου, Περί φύσεως, απόσπασμα 30.

[16]βλ. π. Ν. Λουδοβίκου, Θεολογική Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, Βιβλίο πρώτο, Οι προσωκρατικοί- ο Σωκράτης- ο Πλάτων, σ. 77.

[17]βλ. W.Κ.C. Guthrie, «Ηράκλειτος’, στο Ηράκλειτος – Άπαντα, εκδόσεις Ζήτρος Θεσσαλονίκη (1999), σ. 250-251. Παράλληλα βλ. Ε. Ακριβόπουλου, Το βέλος του χρόνου στην Αριστοτελική σκέψη και στον Prigogine, μεταπτυχιακή εργασία, Θεσσαλονίκη (2004) κεφ.1.2 Ηράκλειτος,1.2.1 Το γίγνεσθαι στον Ηράκλειτο σ 11. «Τα πάντα είναι μετατροπές της φωτιάς…Υπήρχε νόμος στο σύμπαν,αλλά δεν είναι νόμος μονιμότητας, ήταν μονάχα νόμος αλλαγής…και η φωτιά ήταν ιδιαίτερα κατάλληλη για να ενσαρκώσει το νόμο αυτό».

[18] βλ. Ε. Βαρβαρέσου, Αρχές, έννοιες και θεωρίες της φυσικής, σ. 131.

[19] βλ. I. Prigogine, Το τέλος της βεβαιότητας. Χρόνος, Χάος και οι Νόμοι της Φύσης Αθήνα: εκδ. Κάτοπτρο, δεύτερη έκδοση επαυξημένη (2003), μτφ Ι. Αντωνίου, σ. 244.

[20] βλ., I.Prigogine, Το τέλος της βεβαιότητας. Χρόνος, Χάος και οι Νόμοι της Φύσης σ. 215-216.

[21] βλ. I. Prigogine, Το τέλος της βεβαιότητας Χρόνος, Χάος και οι Νόμοι της Φύσης, σ 26.Στο σημείο αυτό ο Prigogine αναφέρεται στην ερμηνεία του γίγνεσθαι της φύσης του Ηράκλειτου από τον Κarl  Popper στο έργο του, The open Society and its Enemies, Princeton University Press, 1963.«η αλήθεια έγκειται στην κατανόηση του ουσιώδους γίγνεσθαι της φύσης,στο να παριστάται ως εγγενώς άπειρη, ως μια διαδικασία καθ’εαυτήν». παράλληλα βλ., μεταπτυχιακή εργασία Ε. Ακριβόπουλου, Το βέλος του χρόνου στην Αριστοτελική σκέψη και στον Prigogine, Θεσσαλονίκη (2004) κεφ.,1.2 Ηράκλειτος 1.2.3 Η εκπύρωση και το βέλος του χρόνου,συμπερασματικά σ 17 «Ο Ηράκλειτος χωρίς καμία αμφιβολία υιοθετεί μια διαρκή μεταβολή,ως το μοναδικό μόνιμο χαρακτηριστικό του κόσμου…Αν η περιοδική επανάληψη συνάγεται ένα κυκλικό γίγνεσθαι των ιδίων πραγμάτων τότε δεν υπάρχει χώρος για το βέλος του χρόνου…αν δεχτεί κανείς την άποψη διαδοχικών κόσμων,πρέπει να υποθέσει και την διαφορετικότητά τους και κατά συνέπεια και την ύπαρξη του βέλους του χρόνου».

[22] βλ. Ε. Βαρβαρέσου, Αρχές, έννοιες και θεωρίες της φυσικής, σ. 54.

[23]βλ. Δ. Κλαδά, Χρόνος και συνείδηση, Νέα Ακρόπολη σ. 1.

[24] βλ. Ε. Βαρβαρέσου, Αρχές, έννοιες και θεωρίες της φυσικής, σ. 54.

[25]βλ. π. Ν. Λουδοβίκου, Θεολογική Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, Βιβλίο πρώτο, Οι προσωκρατικοί- ο Σωκράτης- ο Πλάτων, σ.119-120.