Αγία Σοφία η Δεύτερη

9 Δεκεμβρίου 2012

-Είχε Βαρδάρη εκείνη την ημέρα και την φωτιά, θαρρείς, την έτρεχε από σπίτι σε σπίτι. Κι είπαμε όλοι: «Πάει, την κάναν στάχτη τη πόλη μας, οι θεοσκοτωμένοι». Μα, σε λιγάκι ούτε που ξέρω από ποιόνα κι από πού βγήκε ο λόγος, πως τάχατες, η φωτιά θα σταμάταγε εκεί, στην Αγια-Σοφιά. Να τα’ άκουγε κανένας ξένος ή κάνας απ’ αυτούς τους πρόσφυγες, τους ξενομερίτες, θα ξεκαρδίζοταν στα γέλια. Όμως εμείς, που η ζωή μας ήταν γεμάτη από σωτήρια θαύματα αυτής της Θεοσκέπαστης πολιτείας, πιστέψαμε. Και τότε, όλοι οι δικοί μας μαχαλάδες, Καμάρα, Παναγία Δέξα, Ιπποδρόμιο, Παναγούδα, Νέα Παναγία, κόσμος απελπισμένος και ντουνιάς, ξεσηκωθήκαμε και σταθήκαμε μπροστά στην εκκλησία μας, λές και θέλαμε να κάνουμε φράχτη στη φωτιά με τα κορμιά μας. Στην αρχή, βλέπαμε τις φλόγες-πύρινες γλώσσες- να χώνονται μέσα στον εξημμένο ουρανό, μα όσο μας πλησίαζε η φωτιά, θαρρείς και οι φλόγες σκύβανε και χαμηλώνανε υποταγμένες σε μιαν αόρατη δύναμη. Κι όταν, καμιά φορά, φτάσανε κεί μπροστά στην εκκλησία, ξεψυχήσανε.

Tόλης Καζαντζής, Το τελευταίο καταφύγιο, εκδόσεις Νεφέλη