Οι Επιγραφές των Ψαλμών – 1

27 Μαΐου 2013

Η συλλογή των ψαλμών φέρει τον τίτλο σέφερ τεχιλίμ (סֵפֶר תְּהִלִים , βιβλίο ύμνων) στο εβραϊκό μασωριτικό κείμενο (ΜΚ), ενώ η ελληνική τους ονομασία είναι «Ψαλμοί» (Β), «Βίβλος Ψαλμών ή Ψαλτήριον» (Α), «Ψαλμοί Δαυίδ» (S)[1]. Στον Παλαιστινό Κανόνα βρίσκονται στην αρχή του τρίτου μέρους που ονομάζεται «Αγιόγραφα», ενώ στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο΄) κατατάσσονται στη συλλογή των «Ποιητικών-Διδακτικών βιβλίων».

david-icon1

Το Ψαλτήριο αριθμεί 150 ψαλμούς στο εβραϊκό κείμενο, ενώ στο ελληνικό των Ο΄ προστίθεται ακόμα ένας (ο 151ος), που αποδίδεται στον Δαβίδ και αναφέρεται στη νίκη του εναντίον του Γολιάθ. Ο ψαλμός, όμως, αυτός εκλαμβάνεται ως «έξωθεν του αριθμού», όπως σημειώνεται και στην επιγραφή του. Οι ψαλμοί κατανέμονται σε πέντε βιβλία (ενότητες) ως εξής: 1-40(41)· 41(42)-71(72)· 72(73)-88(89)· 89(90)-105(106)· 106(107)-150[2]. Κάθε ενότητα κλείνει με μία δοξολογία λειτουργικού χαρακτήρα, που φανερώνει ότι η αρχαιότατη αυτή διαίρεση του Ψαλτηρίου προσαρ­μόσθηκε στις ανάγκες της δημόσιας λατρείας[3]. Τα πέντε βιβλία του Ψαλτηρίου παραλληλίζονται με τα πέντε βιβλία του Νόμου, τα οποία αποτελούν την ιστορική Πεντάτευχο, ενώ το Ψαλτήριο την ποιητική.

Το βιβλίο των ψαλμών ήταν και είναι ιδιαίτερα αγαπητό τόσο στους ιουδαίους όσο και στους χριστιανούς[4] επειδή σε αυτό υμνείται το μεγαλείο και η δόξα του Θεού, εκφράζονται τα συναισθήματα του ανθρώπου, αποκαλύπτεται η ψυχή του. Κατέχει περίοπτη θέση στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας μας και είναι εκείνο που αναγιγνώσκεται περισσότερο από τα βιβλία όχι μόνο της Παλαιάς, αλλά και της Καινής Διαθήκης.

Η σύνθεση του Ψαλτήρα υπήρξε μακροχρόνια και ακολούθησε πιθανότατα την παρακάτω πορεία: Αρχικά στιχουργήθηκαν μεμονωμένα θρησκευτικά άσματα για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των πιστών σε ατομικό επίπεδο ή για κοινή λειτουργική χρήση. Αργότερα συνενώθηκαν σε μικρές συλλογές άσματα που είχαν παρόμοιο περιεχόμενο. Ακολούθησε ο σχηματισμός μεγαλύτερων ποιητικών συλλογών με κοινή προέλευση ή κοινό γνώρισμα, όπως λ.χ. οι συλλογές του Δαβίδ, του Ασάφ, των υιών Κορέ κ.ά., για να απαρτιστεί τελικά με τη συνένωσή τους το Ψαλτήριο[5].

Χαρακτηριστικό γνώρισμα των περισσότερων ψαλμών είναι ότι φέρουν επιγραφές σύντομες ή εκτενείς. Στο εβραϊκό (ΜΚ) απαντούν 34 ανεπίγραφοι ψαλμοί οι οποίοι χαρακτηρίζονται ως «ανώνυμοι ή ορφανοί», ενώ στη Μετάφραση των Ο΄ είναι όλοι ενεπίγραφοι πλην των δύο πρώτων. Οι επιγραφές αναφέρονται κατά περίπτωση: α) στο πρόσωπο που συνέθεσε το θρησκευτικό ποίημα ή τη συλλογή στην οποία αυτό ανήκει ή σε εκείνον που διηύθυνε τη χορωδία, β) στη μορφή του ψαλμού, γ) στον τρόπο της μουσικής εκτέλεσης ή στον καθορισμό των μουσικών οργάνων που έπρεπε να συνοδεύουν την υμνωδία, δ) στις περιστάσεις που έδωσαν αφορμή για τη σύνθεση του ψαλμού καθώς και στη χρησιμοποίησή του σε συγκεκριμένη μέρα ή λατρευτική εκδήλωση. Παρατηρούνται επίσης περιπτώσεις επιγραφών με ακατάληπτους ή δυσνόητους σήμερα όρους, για τους οποίους μόνο εικασίες μπορούν να διατυπωθούν, καθώς επίσης ζητήματα ασυμφωνίας των επιγραφών με το περιεχόμενο ή το είδος των ψαλμών που επιγράφουν, όπως και διαφορές μεταξύ των επιγραφών του κειμένου των Ο΄ και του εβραϊκού (ΜΚ). Υπάρχουν, τέλος, δύο ενδείξεις που δεν βρίσκονται στις επιγραφές αλλά στη μέση των ψαλμών, η πρώτη από τις οποίες λέγεται σέλα (סֶלָה) και η δεύτερη χιγκαγιόν (הִגָּיוֹן). Παρά τα όποια προβλήματα[6], η συμβολή των επιγραφών στη διάσωση των αρχαιότατων παραδόσεων που σχετίζονται με την ψαλμική ποίηση θεωρείται σημαντική. Στη συνέχεια θα εξετάσουμε αναλυτικά την καθεμιά από τις παραπάνω κατηγορίες.

Επιγραφές που αναφέρονται :

α) Στον συγγραφέα

Στον Δαβίδ αποδίδονται 87 ψαλμοί (σύμφωνα με το εβραϊκό κείμενο 73), στον Ασάφ 12, στους υιούς Κορέ 11, στους προφήτες Αγγαίο και Ζαχαρία 4, στον Ιδιθούν 3, στον Σολομώντα 2, στον Αιμάν[7]  1, στον Αιθάν 1, στον Μωυσή 1, στον Ιερεμία 1. Όταν σε μία επιγραφή απαντούν δύο ονόματα λ.χ. τῷ Ιδιθούν ωδὴ τω Δαυίδ (Ψαλ. 38), κατά πάσα πιθανότητα το ένα αναφέρεται στον ποιητή και το άλλο στο πρόσωπο που συνέταξε τη συλλογή στην οποία ανήκει ο ψαλμός.

β) Στη μορφή

μασκίλ (מַשְׂכִּיל): Ποίημα με διδακτικό περιεχόμενο. Απαντά 13 φορές στο εβραϊκό. Στη Μετάφραση των Ο’ αποδίδεται ως «εἰς σύνεσιν»[8] ή «συνέσεως»[9], μάλλον επειδή η ρίζα από την οποία προέρχεται σημαίνει «διδάσκω κάποιον» αλλά και «στοχάζομαι ή σκέπτομαι».

μιζμόρ (מִזְמוֹר): Θρησκευτικό ποίημα που ψαλλόταν σε θρησκευτική σύναξη με τη συνοδεία μουσικών οργάνων, αρχικά εγχόρδων[10]. 57 ποιήματα φέρουν ως επιγραφή την ονομασία αυτή στο εβραϊκό (ΜΚ). Στη Μετάφραση των Ο΄ αποδίδεται ως «ψαλμός»[11], πλην δύο περιπτώσεων που αποδίδεται ως «ωδή»[12].

μικτάμ (מִכְתָּם): Δυσερμήνευτος όρος, ο οποίος απαντά έξι φορές σε θρηνώδεις ψαλμούς και πάντα σε σχέση με τον Δαβίδ και τους αγώνες του εναντίον των Φιλισταίων, των Αραμαίων και εναντίον του Σαούλ. Οι σημαντικότερες ερμηνευτικές προσεγγίσεις είναι: α) ο όρος σημαίνει προσευχή που απαγγέλεται χαμηλόφωνα[13], β) προέρχεται από το κέθεμ (כֶּתֶם)=καθαρό χρυσάφι, επομένως οι έξι ψαλμοί που περιέχουν τον όρο μικτάμ πρέπει να θεωρηθούν ως «χρυσοί ψαλμοί» λόγω της σπουδαιότητάς τους[14], γ) ο S. Mowickel πρότεινε την ερμηνεία «ψαλμός εξιλέωσης» επειδή σχετίζει τον όρο με το ακκαδικό katamu=εξιλεώνομαι[15]. Από τους Ο΄ αποδίδεται ως «στηλογραφία»[16] (επιγραφή σε στήλη).

σιγκαγιών (שִׁגָּיוֹן): Δυσνόητος όρος, ο οποίος απαντά μόνο μια φορά στην επιγραφή του 7ου ψαλμού, ενώ στην ωδή του προφήτη Αββακούμ[17] βρίσκεται σε πληθυντικό αριθμό (שִׁגְיֹנוֹת). Αν σχετιστεί με το ακκαδικό šigû=θρηνώ θα πρέπει να αποδοθεί ως θρηνώδες άσμα ειδικού χαρακτήρα ή για ειδικό σκοπό[18]. Αν προέρχεται από το εβραϊκό ρήμα σαγά (שָׁגָה)=περι­πλανώμαι, πιθανόν αναφέρεται στις περιπλανήσεις του Δαβίδ όταν προσπαθούσε να προστατευτεί από τον Σαούλ και τους ανθρώπους του. Στη Μετάφραση των Ο΄ ο όρος αποδίδεται απλά ως «ψαλμός».

σιρ (שִׁיר): Θρησκευτικό άσμα, το οποίο ψαλλόταν χωρίς τη συνοδεία μουσικού οργάνου. Απαντά 31 φορές στο εβραϊκό. Από τους Ο΄ αποδίδεται ως «ωδὴ» (Ο’)[19]. Όταν συνδυαζόταν με τον όρο μιζμόρ (μιζμόρ σιρ, מִזְמוֹר שִׁיר) – «ψαλμός ωδής»[20] κατά τους Ο΄ σήμαινε ότι έπρεπε να προηγηθεί η φωνή και να ακολουθήσει το μουσικό όργανο, ενώ το αντίθετο (σιρ μιζμόρ  שִׁיר מִזְמוֹר, «ωδή ψαλμού»[21]) υποδείκνυε ότι έπρεπε να προηγηθεί το μουσικό όργανο και να ακολουθήσει η φωνή. Ειδική κατηγορία ψαλμών συνιστούν οι δεκαπέντε «ωδές τῶν αναβαθμών», για τις οποίες θα γίνει λόγος στη συνέχεια.

τεφιλά (תְּפִלָּה): «προσευχή» (Ο’). 5 ψαλμοί φέρουν αυτό τον χαρακτηρισμό[22]. Ψάλλονταν σε κρίσιμες περιστάσεις – προσωπικές ή εθνικές – για λύτρωση από τις συμφορές.

τεχιλά (תְּהִלָּה): Ύμνος δοξολογίας. Ο όρος αυτός απαντά μόνο μία φορά σε επιγραφή (στον 145ο ψαλμό με τον οποίο ξεκινάει η μεγάλη δοξολογία της συλλογής των ψαλμών 145-150), τον βρίσκουμε όμως εντός του κειμένου αρκετών ψαλμών. Αλλά και ολόκληρο το Ψαλτήρι ονο­μάζεται, όπως προαναφέραμε, σέφερ τεχιλίμ[23] (סֵפֶר תְּהִלִים)=βιβλίο ύμνων, ονομασία που εκφράζει την γενικότερη κατανόησή του από την ιουδαϊκή παράδοση ως βιβλίου δοξολογίας και επαίνου του Θεού. Η ρίζα από την οποία παράγεται ο όρος τεχιλά είναι το χαλάλ (הָלַל)=επαινώ, δοξολογώ τον Θεό, από την οποία προέρχεται και το αλληλούια. Από τους Ο΄  αποδίδεται ως «αίνεσις»[24].

γ) στον τρόπο της μουσικής εκτέλεσης ή στον καθορισμό των μουσικών οργάνων

αγέλεθ σάχαρ (שַׁחַר אַיֶּלֶת): «υπέρ τῆς ἀντιλήμψεως τῆς ἑωθινῆς»[25]  (Ο’). Ένδειξη εκτελέσεως του ψαλμού σύμφωνα με τον ρυθμό γνωστής μελωδίας που έφερε αυτόν τον τίτλο. Το ίδιο ισχύει για τις επιγραφές γιονάθ έλεμ ρεχοκίμ (יוֹנַת אֵלֶם רְחֹקִים): «υπέρ του λαού του από των αγίων μεμακρυμμένου»[26] (Ο’) και αλ τασχέθ (אַל־תַּשְׁחֵת): «μη διαφθείρης»[27] (Ο’). Η τελευταία αναφέρεται στους αγώνες του βασιλιά Σαούλ εναντίον του Δαβίδ και κατανοήθηκε από τους Πατέρες[28] ως οδηγία του Δαβίδ προς τους άνδρες του να μη φονεύσουν τον Σαούλ, όταν επανειλημμένα έπεσε στα χέρια τους[29]. Από τον Ιουδαίο υπομνηματιστή David Kimchi ο όρος ερμηνεύθηκε ως έκκληση του Δαβίδ προς τον Θεό που είχε την έννοια «μη με καταστρέψεις».

αλαμώθ (עֲלָמוֹת): «υπέρ των κρυφίων»[30] (Ο’). Πρόκειται για οδηγία εκτελέσεως του ψαλμού μόνο από γυναικείες φωνές, αφού ο όρος αλαμώθ σημαίνει νέες γυναίκες. Στο Α’ Παραλ. γίνεται αναφορά σε μουσικά όργανα με οξύ ήχο[31].  Οι Ο΄ μεταφράζουν «υπέρ τῶν κρυφίων», προφανώς επειδή στο άστικτο εβραϊκό ανέγνωσαν תַּעֲלֻמוֹת =κρυφά πράγ­ματα, μυστικά[32].

[Συνεχίζεται]

[1] Β=Βατικανός κώδικας, Α=Αλεξανδρινός, S=Σιναϊτικός.

[2] Επειδή η αρίθμηση πολλών ψαλμών είναι διαφορετική στη Μετάφραση των Ο΄ από εκείνη του εβραϊκού μασωριτικού κειμένου (ΜΚ), παραθέτουμε σε παρένθεση και την αρίθμηση του εβραϊκού.

[3] Βλ. Σ. Καλαντζάκη, Εισαγωγή στην Παλαιά Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 2006, σελ. 558εξ.

[4] Ο ιερός Χρυσόστομος στην ομιλία του «Περί μετανοίας» αναφέρει χαρακτηριστικά: «Τίνος ένεκεν παρά πάσας τας γραφάς τας εν τη Παλαιά, τας εν τη Καινή Διαθήκη, την του Δαυίδ βίβλον ούτως αγαπώσι πάντες, και τούτον μόνον επί στόματος φέρειν πάντες εμελέτησαν; …Τι ουν ειπείν έχω προς τον μακάριον Δαυίδ, όπως η του Πνεύματος χάρις ωκονόμησε καθ᾽ εκάστην ημέραν τε και νύκτα αυτόν ανακηρύττεσθαι; πάντες γαρ αυτόν αντί μύρου δια στόματος φέρομεν. Εν εκκλησία παννυχίδες, και πρώτος και μέσος και τελευταίος ο Δαυΐδ· εν ορθριναίς υμνολογίαις και πρώτος και μέσος και τελευταίος ο Δαυΐδ· εν τοις σκηνώμασι των νεκρών προπομπαί, και πρώτος και τελευταίος ο Δαυΐδ· εν ταις οικίαις των παρθένων ιστουργίαι, και πρώτος και μέσος και τελευταίος ο Δαυΐδ. Ω των παραδόξων πραγμάτων πολλοί μήτε γραμμάτων πείραν την αρχήν ειληφότες, εκμαθόντες, όλον τον Δαυίδ αποστηθίζουσιν… Εν μοναστηρίοις χορός άγιος ταγμάτων αγγελικών, και πρώτος και μέσος και τελευταίος ο Δαυΐδ· εν ασκητηρίοις παρθένων αγέλαι των την Μαριάμ μιμουμένων, και πρώτος, και μέσος και τελευταίος ο Δαυΐδ· εν ερημίαις άνδρες εσταυρωμένοι προσομιλούντες τω Θεώ, και πρώτος και μέσος και τελευταίος ο Δαυΐδ. Και πάντες μεν άνθρωποι τω φυσικώ της νυκτός ύπνω τυραννούμενοι, προς βάθος καθέλκονται· και Δαυίδ μόνος εφίσταται, και τους του Θεού δούλους εις αγγελικάς παννυχίδας διεγείρει, την γην ουρανόν εργαζόμενος, και τους ανθρώπους ισαγγέλους ποιών, τον ημέτερον βίον κατά πάντα διακοσμών, και τοις πάσι τα πάντα γινόμενος, και δια πάντων τον ημέτερον βίον αγγελικόν εργαζόμενος» (Ιω. Χρυσοστόμου, Περί μετανοίας, και εις το ανάγνωσμα του Δαυίδ περί της του Ουρίου, PG 64,12).

[5] Για τη σύνθεση του Ψαλτηρίου βλ. Δ. Δόικου, Εισαγωγή στην Παλαιά Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 1985, σελ. 172-173.

[6] Περισσότερα για τις διαφορετικές θέσεις ως προς το κύρος και την αξία των επιγραφών στο P. A. Ross,  A Commentary on the Psalms, Grand Rapids 2011, σελ. 44-47.

[7] Παρατηρούνται αρκετές διαφορές ανάμεσα στις επιγραφές της Μετάφρασης των Ο’ και του εβραϊκού (ΜΚ), τις οποίες σημειώνουμε στη συνέχεια της μελέτης. Για το συγκεκριμένο όνομα λ.χ. η Μετάφραση των Ο΄ αναφέρει: «Αιμάν τω  Ισραηλίτῃ» (Ψαλμ. 87), ενώ το εβραϊκό «Αιμάν του Εζραΐτη». Ο Αιμάν ήταν ένας από τους υπεύθυνους της ιερής υμνωδίας επί βασιλείας Δαβίδ. Παρόμοιο πρόβλημα παρατηρείται και στην επιγραφή του επόμενου ψαλμού με διαφορετικό εκεί πρόσωπο. Για περισσότερα βλ. Αρχιμ. Ι. Γιαννακοπούλου, Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους Ο’, Θεσσαλονίκη 41986, τ. 8, σελ. 405. 409.

[8] Ψαλμ. 41(42). 43(44). 44(45).

[9] Ψαλμ. 31(32). 51(52). 52(53). 53(54). 54(55). 73(74). 77(78). 87(88). 88(89). 141(142). Στον Ψαλμ. 46(47), 8 η φράση ζαμερού μασκίλ (זַמְּרוּ מַשְׂכִּיל) μεταφράζεται από τους Ο΄ «ψάλατε συνετῶς».

[10] S. Mowickel, The Psalms in Israel’s Worship, New York 1967, σελ. 208.

[11] Ψαλμ. 3. 5. 6. 8. 9. 11(12). 12(13 ). 14(15). 18(19). 19(20). 20(21). 21(22). 22(23). 23(24). 28(29). 29(30). 30(31). 37(38). 39(40). 40(41). 46(47). 48(49). 49(50 ). 50(51). 61(62). 62(63). 63(64). 64(65). 65(66). 66(67). 67(68). 72(73). 74(75). 75(76). 76(77). 78(79). 79(80). 81(82). 82(83). 83(84). 84(85). 86(87). 87(88). 91(92). 97(98). 98 («ψαλμὸς τῷ Δαυίδ», απαντά μόνο στην Μετάφραση των Ο’). 99(100). 100(101). 107(108). 108(109). 109(110). 138(139). 139(140). 140(141). 142(143).

[12]  Ψαλμ. 4 και 38(39).

[13] Δ. Καϊμάκη, Ψαλῶ τῷ Θεῷ μου. Υπόμνημα σε εκλεκτούς ψαλμούς, Θεσσαλονίκη 1990, σελ.18. S. Terrien,  The Psalms. Strophic Structure and Theological Commentary, Grand Rapids, Michigan 2003, σελ. 431.

[14] W. S. Prinsloo, The Psalms, Eerdmans Commentary on the Bible, Grand Rapids, Michigan 2003, σελ. 377.

[15] S. Mowickel, ό. π., σελ. 209.

[16] Ψαλμ. 15(16). 55(56). 56(57). 57(58). 58(59). 59(60). Ίσως οι Ο΄ διάβασαν νικτάμ (נִכְתָּם) που απαντά μόνο στο Ιερ. 2,2, και έχει τη σημασία «ανεξάλειπτο». Κατά τον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης «εις στηλογραφίαν το δειν ανεξάλειπτόν τε και εντετυπωμένον έχειν τη μνήμη τον λόγον ενδείκνυται, ως είναι στήλην μεν το μνημονικόν της ψυχής, τα δε επί της στήλης χαράγματα τα των αγαθών υποδείγματα» (Γρηγορίου Νύσσης, Εις την  επιγραφήν των ψαλμών, PG 44,500C).

[17] Αβ. 3,1.

[18] J. Walton, V. Matthews, M. Chavalas, The IVP Bible Background Commentary: Old Testament, Inter Varsity 2000, σελ. 518. Κατά τον γλαφυρό ορισμό του Κ. Καλλίνικου, Υπόμνημα εις τόν ιερόν Ψαλτήρα, τ. 1-2, Θεσσαλονίκη 21993, σελ. 41, είναι «ιδιόρρυθμόν τι, ακανόνιστον, ανώμαλον και μεστόν ψυχικού ερεθισμού ποίημα, διθύραμβος πλήρης πάθους εκδηλουμένου εν εξάλλοις στίχοις».

[19] Ψαλμ. 17(18). 44(45). Τρεις ψαλμοί, οι οποίοι στο εβραϊκό είναι ανεπίγραφοι (90, 92, 94), φέρουν στη Μετάφραση των Ο΄ την επιγραφή «αίνος ωδής τω Δαυίδ», ενώ ο 95ος λίγο διαφορετικά «ωδή τω Δαυίδ». Τέλος, στον Ψαλμ. 45(46) ο όρος «σιρ» αποδίδεται ως «ψαλμός».

[20] Ψαλμ. 29(30). 64(65) «ψαλμός τω Δαυίδ ωδή». 66(67). 67(68). 74(75).  75(76). 86(87).  91(92).

[21] Ψαλμ. 47(48), όπου το σιρ μιζμόρ (שִׁיר מִזְמוֹר)  αποδίδεται ως «ψαλμὸς ᾠδῆς». 65(66). 82(83). 87(88). 107(108).

[22] Ψαλμ. 16(17). 85(86). 89(90). 101(102). 141(142). Στον Ψαλμ. 101(102) υπάρχει η φράση τεφιλά λεανί (תְּפִלָּה לְעָנִי)=προσευχή του δυστυχισμένου ή δοκιμαζόμενου, την οποία οι Ο΄ αποδίδουν ως «προσευχή τω πτωχώ».

[23] Ο όρος σε πληθυντικό αριθμό.

[24] Ψαλμ. 144(145).

[25] Ψαλμ. 21(22).

[26] Ψαλμ. 55(56).

[27] Ψαλμ. 56(57), 57(58), 58(59), 74(75).

[28] Γρηγορίου Νύσσης, ό. π., PG 44,512Β: «Μη διαφθείρης του Δαβίδ εστιν η φωνή κωλύοντος τον υπασπιστήν χρήσασθαι κατά του Σαούλ τη πληγή». Βλ. και Θεοδώρητου Κύρου, Ἑρμηνεία εἰς τοὺς Ψαλμούς,  PG 80,1289.

[29] Α’ Βασ. 24,7 . 26,9.

[30] Ψαλμ. 45(46) και  Α’ Παραλ. 15,20. Στον Ψαλμ. 9 διαβάζουμε αλμούθ λαμπέν (עַלְמוּת לַבֵּן): «υπέρ των κρυφίων του υιού» (O΄). Η ακριβής έννοια είναι άγνωστη. Πιθανότατα πρόκειται για μουσική οδηγία που σημαίνει «για ψηλές φωνές αγοριών» ή για όνομα μελωδίας (D. Kidner, Psalms 1-72: An Introduction & Commentary, Downers Grove 1973, σελ. 41. P. C. Craigie, Psalms 1—50, Word Biblical Commentary 19, Waco 1983, σελ. 114), εντούτοις υπάρχουν και διαφορετικές ερμηνευτικές δυνατότητες. Αν το μπεν (בֵּן) κατανοηθεί ως κύριο όνομα, πρέπει να αποδοθεί σε έναν από τους ψαλτωδούς του Δαβίδ με το όνομα αυτό (Α’ Χρον. 15, 18 εβρ. κείμ.). Αν χωριστούν οι λέξεις (αλ μουθ λα μπεν)  ερμηνεύεται σχετικά με τον θάνατο του γιου και θεωρείται ότι αναφέρεται σε κάποιον από τους γιους του Δαβίδ που είχαν άδοξο τέλος∙ στον Αβεσσαλώμ, που έχασε τη ζωή του πολεμώντας εναντίον του πατέρα του ή στον γιο του Δαβίδ από την Βηρσαβεέ που πέθανε λίγο μετά τη γέννησή του, σύμφωνα με την προφητεία του Νάθαν. Κατά τον Θεοδώρητο Κύρου, ο ψαλμός περιέχει προφητεία για τη νίκη του Χριστού επί του θανάτου (Θεοδώρητου Κύρου, ό.π., PG 80,920). Ο τρόπος απόδοσης ορισμένων επι­γραφών από τους Ο’, έδωσε αφορμή σε αρχαίους ερμηνευτές να αναζητούν αλληγορικά νοήματα που δεν έχουν καμία σχέση με το περιεχόμενο των ψαλμών αυτών.

[31] Η ελληνική λέξη ἔλυμος με την οποία πιθανόν να σχετίζεται ο όρος, σημαίνει μικρός αυλός με οξύ ήχο.

[32] Βλ. λ.χ. Ψαλμ. 43(44),22. Κατά τον Μ. Αθανάσιο, τα κρυφά πράγματα σχετίζονται με το πρόσωπο και το έργο του Χριστού: «Πολλά δε ην αυτώ τα κρυφίως πραττόμενα· η τε εκ Παρθένου δια Πνεύματος αγίου κατά σάρκα γέννησις, αι τε παράδοξοι και θαυματουργοί δυνάμεις, ο τε θάνατος αυτός, και η εις άδου κάθοδος, και η εκ νεκρών αναβίωσις. Ταύτα γαρ πάντα κρυφίως αυτώ πέπρακται» (Μ. Αθανασίου, ό. π., PG 27, 76C).