Νεμέα, η Οινική Πρωτεύουσα της Πελοποννήσου

8 Αυγούστου 2013

ambeli2 copyΤο όνομα της Νεμέας είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ιστορία και τον οίνο. Οι δύο αυτοί πυλώνες χαρακτηρίζουν τη φυσιογνωμία της πόλης και του ομώνυμου Δήμου στο πέρασμα των αιώνων και αποτελούν αναπόσπαστα στοιχεία τους.

Νεμέα και Οίνος – Στοιχεία Οινικής Ιστορίας

Ο Δήμος Νεμέας, που ιδρύθηκε το 1840 στο πλαίσιο της γενικότερης προσπάθειας για την αναβίωση των αρχαίων ονομάτων, περιελάμβανε δύο λεκανοπέδια: το μικρό της Νεμέας, όπου βρίσκονται τα ερείπια του ναού του Νεμείου Διός, και το λεκανοπέδιο του Αγίου Γεωργίου – το Φλιάσιο πεδίο των αρχαίων, όνομα του σημερινού κάμπου της Νεμέας κατά την περίοδο των Δωριαίων στην Πελοπόννησο – που είναι η μεγαλύτερη πεδιάδα στην ενδοχώρα του Νομού Κορινθίας σ’ ένα υψόμετρο περί τα 290 μ.. Ιδρυτής της πόλης θεωρείται ο Φλίας, γιος του Διόνυσου. Στην πόλη αυτή γεννήθηκε το σατυρικό δράμα προάγγελος της τραγωδίας. Ήδη από την αρχαιότητα το Φλιάσιο πεδίο διέσχιζε, όπως και σήμερα, ο ποταμός Ασωπός ο οποίος εκβάλλει στον Κορινθιακό κόλπο.

Το όνομα Νεμέα, η σημερινή πόλη της Νεμέας το σφετερίσθηκε από την διπλανή κοιλάδα, αυτήν της σημερινής Αρχαίας Νεμέας. Η λέξη Νεμέα σημαίνει νομή βοσκοτόπι, αλλά Νεμέα ήταν και μία από τις κόρες του Ασωπού. Εκεί ο Ηρακλής πραγματοποίησε τον άθλο του σκοτώνοντας το φοβερό λιοντάρι, και το αίμα του ήταν αυτό πού ο μύθος θέλει να έδωσε το χρώμα στο Νεμεάτικο κρασί…..

Εκτός από το μεγαλοχώρι του Αγίου Γεωργίου, πρωτεύουσα του Δήμου Νεμέας, αξιόλογα παραγωγικά χωριά ήταν το Ηράκλειο (η σημερινή Αρχαία Νεμέα) και το Κούτσι που οι αμπελώνες του βρίσκονται και σήμερα σε υψώματα βορειοδυτικά της Νεμέας. Ο Άγιος Γεώργιος διατήρησε το μεσαιωνικό του όνομα ακόμη και ως έδρα του Δήμου Νεμέας, αλλά το 1915 το κοινοτικό του συμβούλιο αποφάσισε τη μετονομασία του σε Νεμέα, επικαλούμενο λόγους εμπορικής ανάγκης σχετιζόμενους με το όνομα του κρασιού που ήταν γνωστό πια στην αγορά ως «Αγιωργίτικος οίνος της Νεμέας».

H Νεμέα αποτελεί την πιο ιστορική από τις αμπελουργικές τοποθεσίες της Πελοποννήσου (Miles Lambert-Gocs, 1993). Η θέση της είναι δυτικά του δρόμου προς τις Μυκήνες, όπου υπάρχουν άφθονες γεωγραφικές υπομνήσεις ότι αυτή πρέπει να ήταν η περιοχή που προμήθευε το «Ανακτορικό κρασί» του Αγαμέμνονα. Στα Μυκηναϊκά χρόνια η Νεμέα ήταν γνωστή με το όνομα Αραιθυρέα προς τιμήν της κόρης του Άραντα, ονομασία που της έδωσε ο αδελφός της Άορις. Με αυτό το όνομα η Νεμέα συμμετείχε στον Τρωικό πόλεμο υπό την αρχηγία του Αγαμέμνονα, όπως μας πληροφορεί ο Όμηρος. Όμως η ιστορία της Νεμέας είναι πιο παλιά αφού η πρώτη ιστορική πόλη ήταν η Αραντία την οποία και ίδρυσε ο Άρας ο οποίος έζησε τα χρόνια του Προμηθέα. Ωστόσο, η καλλιέργεια της αμπέλου ίσως ξεπερνά τα ιστορικά χρόνια και  χάνεται σε προϊστορικούς οικισμούς της περιοχής.

Οι αμπελώνες της περιοχής παράγουν ένα κρασί που ονομάζεται «Μαύρο Νεμέας» ή «Αγιωργίτικο» τουλάχιστον εδώ και πεντακόσια χρόνια, δηλαδή από την εποχή της οθωμανικής εισβολής στην περιοχή. Είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα που ακολουθεί από το βιβλίο του Μηλιαράκη του 1886: «Από τους αμπελώνες αυτούς παραγόταν ο μέλας οίνος, ο γνωστός υπό το όνομα Αγιωργίτικο κρασί, εκ του ομωνύμου χωρίου έλκων το όνομα. Εκ τούτου δε ο Δήμος Νεμέας είναι ο μάλλον οινοφόρος του Νομού. Εν τη πεδιάδι ταύτη προ τινος ήρξατο και φυτεία σταφιδαμπέλων, αλλά το κύριον προϊόν είναι ο οίνος, θεωρούμενος εκ των αρίστων της Ελλάδος δια τε την ποιότητα, και δια την ιδιότητα του να μη εκτροπιάζη μεταφερόμενος από τόπου εις τόπον, προς δε εις το να διατηρή και χρωματίζει τους οίνους μεθ’ ων αναμιγνύεται».  Ο οίνος αυτής της Κορινθιακής αμπελουργικής ζώνης έχει ρίζες στους αρχαίους χρόνους, μόνο που τότε δεν ήταν γνωστός ως οίνος Νεμέας αλλά ως Φλιάσιος οίνος. Ο μέλαν οίνος της, ήταν γνωστός και έχρηζε εκτιμήσεως στην  αγορά της Αθήνας παρά το γεγονός ότι η Φλιούντα ήταν παραδοσιακός σύμμαχος των Σπαρτιατών και στο πλευρό τους στον Πελοποννησιακό πόλεμο. Σε διάφορα κείμενα περιηγητών όπως και σε έντυπα προβολής της πολιτισμικής κληρονομιάς του Νεμεάτικου κρασιού έχει γραφεί ότι «ο Φλιάσιος οίνος ήταν ονομαστός στην αρχαιότητα», και ακόμα «ο Φλιάσιος οίνος ήταν ένα περιζήτητο κρασί που συνόδευε τα πιο πλούσια συμπόσια…» (Ανεξερεύνητη Πελοπόννησος, 1998). Η αμπελοκαλλιέργεια στηρίζει την οικονομία της περιοχής και έτσι οι κάτοικοι ακόμη και σε δύσκολες καταστάσεις από πολέμους και επιδρομές, ή από σεισμούς και ασθένειες  περιστρέφονται γύρω από το Φλιάσιο πεδίο. Ακολουθούν τα βυζαντινά χρόνια, η φραγκοκρατία και η τουρκοκρατία, και η Φλιούντα μετονομάζεται σε Πολύφεγγο, Άγιος Γεώργιος, Νεμέα, αλλά το αμπέλι παραμένει η πρώτη δραστηριότητα των κατοίκων της περιοχής. Από τότε οι οικονομικές συνθήκες άλλαξαν, η τεχνολογία παρασκευής των Νεμεάτικων κρασιών εξελίχθηκε, όμως ο γεωγραφικός χώρος έμεινε δια μέσου των αιώνων ο ίδιος.

Η ποικιλία του Αγιωργίτικου

Η ονομασία Αγιωργίτικο οφείλεται στο όνομα της Νεμέας κατά την διάρκεια της Ελληνικής επανάστασης που λεγόταν Άγιος Γεώργιος, όνομα που το οφείλει στο ομώνυμο εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου. Παρότι η ποικιλία Αγιωργίτικο παρουσιάζει μεγάλη παραλλακτικότητα στο σύνολο σχεδόν των οργάνων της, αυτή η γενετική παραλλακτικότητα κινείται πάντα στα στενά όρια της ποικιλίας, γεγονός που δεν παρέχει δυνατότητα να υποθέσουμε ότι μπορεί κάποιος τύπος παραλλακτικότητας να οδήγησε σε άλλη ποικιλία. Ως εκ τούτου, το Αγιωργίτικο, ανθεκτικό στο πέρασμα των αιώνων, δίκαια θεωρείται μία από τις μακροβιότερες ποικιλίες της οινοφόρου αμπέλου που διασώζονται σήμερα στον πλανήτη μας (Κουράκου-Δραγώνα, 2012).

Η ποικιλία του Αγιωργίτικου, η οποία καλλιεργείται αποκλειστικά και μόνο στην Ελλάδα, είναι ένα φυτό πολύ παραγωγικό, μέτριας ζωηρότητας και ευρωστίας.  Παρουσιάζει μέτρια ανθεκτικότητα στον περονόσπορο, την ξηρασία και την έλλειψη καλίου. Η βλαστική περίοδος ξεκινά από το τέλος του Μαρτίου και η ωρίμανση των σταφυλιών πραγματοποιείται μετά τις 20 του Σεπτέμβρη. Τα σταφύλια είναι μέτρια σε μέγεθος, κυλινδροκωνικά, πυκνόρρογα, με σφαιρικές ρόγες μετρίου μεγέθους, με παχύ φλοιό κυανόμαυρο, με άχρωμη σάρκα και με δύο έως τρία γίγαρτα.

Το Αγιωργίτικο είναι μία εκλεκτή πολυδύναμη ποικιλία και μπορεί να δώσει άριστα προϊόντα σε ευρεία γκάμα (ξηρό, γλυκό,  φρέσκο, παλαιωμένο, ροζέ ερυθρό κ.λ.π.). Οι μεγάλες υψομετρικές διαφορές που χαρακτηρίζουν τη ζώνη καλλιέργειας του Αγιωργίτικου στη Νεμέα, αλλά και οι διαφορές στο ανάγλυφο και στη σύσταση του εδάφους των αμπελώνων, διαμορφώνουν αρκετά διαφορετικά οικοσυστήματα-μικροπεριβάλλοντα, τα οποία διαφοροποιούν την πορεία ωρίμανσης των σταφυλιών καθώς και το δυναμικό αλκοολικό τίτλο τους, με αποτέλεσμα να παράγονται οίνοι με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Επίσης, σε συνδυασμό με τις ιδιαίτερες καλλιεργητικές φροντίδες του αμπελουργού, τον τρόπο κλαδέματος, λίπανσης, άρδευσης κ.α. παράγονται κρασιά με χαρακτήρες διαφόρων αποχρώσεων.

Η Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης Νεμέα

Το 1971, στο πλαίσιο της νομοθεσίας για την προστασία της ελληνικής οινοπαραγωγής, αναγνωρίστηκε με το Β.Δ. 539/1971 (ΦΕΚ 159/Α/14-03-1971) το τοπωνύμιο «Νεμέα» ως γεωγραφική επωνυμία καταγωγής ερυθρών οίνων από σταφύλια της ποικιλίας αμπέλου Αγιωργίτικο που καλλιεργείτο στους αμπελώνες δεκατεσσάρων κοινοτήτων του νομού Κορινθίας, στις οποίες προστέθηκαν αργότερα δύο του νομού Αργολίδος και άλλη μία του νομού Κορινθίας. Οι αμπελώνες αυτών των κοινοτήτων: Νεμέα, Αρχαία Νεμέα, Αρχαίες Κλεωνές, Γαλατάς, Αηδόνια, Πετρί, Λεόντιο, Ψάρι, Ασπρόκαμπος, Κούτσι, Δάφνη, Καστράκι, Μποζικά, Τιτάνη, Γυμνό, Μαλανδρένι και Κεφαλάρι, συνιστούν τη ζώνη παραγωγής οίνων «Ονομασίας Προελεύσεως Νεμέα Ανωτέρας Ποιότητος» (για συντομία, ΟΠΑΠ Νεμέα).

Με τις νομοθετικές ρυθμίσεις οριοθέτησης της ζώνης καθορίστηκε, εκτός των άλλων προδιαγραφών, ότι οι οίνοι θα πρέπει να παράγονται αποκλειστικά από σταφύλια της ποικιλίας Αγιωργίτικο, προσαρμοσμένης από αιώνων στις εδαφοκλιματικές συνθήκες της περιοχής, και να παράγονται σε οινοποιεία που βρίσκονται εντός των ορίων της ζώνης. Η αμπελουργική αυτή ζώνη είναι περιτριγυρισμένη από ορεινούς όγκους που καταλήγουν σε μικρούς λοφίσκους και ομαλές πλαγιές κατάφυτες με αμπέλια, τα οποία φθάνουν μέχρι ένα υψόμετρο περί τα 700-850 μ.

Η νομοθετική αυτή ρύθμιση αποτέλεσε σταθμό για την αμπελοοινική οικονομία της ευρύτερης περιοχής. Η Νεμέα σήμερα περιλαμβάνει τη μεγαλύτερη ζώνη παραγωγής ερυθρών οίνων Ονομασίας Προέλευσης Ανωτέρας Ποιότητας στην Ελλάδα (Κουράκου-Δραγώνα, 2012). Οι πραγματικές καλλιεργούμενες αμπελουργικές εκτάσεις παρά το γεγονός ότι δεν είναι επακριβώς καθορισμένες, με βάση επίσημα στοιχεία υπολογίζονται στα 25.000 στρέμματα περίπου.

Το 2011 με τη συμπλήρωση 40 ετών από τη γέννηση της ένδειξης «Ονομασία Προελεύσεως Νεμέα Ανωτέρας Ποιότητας», μια νέα ισοδύναμη ένδειξη έρχεται να την αντικαταστήσει, ως απόρροια ευθυγράμμισης της ελληνικής οινικής νομοθεσίας προς εκείνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η νέα ένδειξη «Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης» Νεμέα (ΠΟΠ Νεμέα), σύμφωνα με την Κουράκου-Δραγώνα 2012, επισημαίνει σαφέστατα τους λόγους που υπαγόρευσαν την αναγνώριση των τοπωνυμίων καταγωγής των προϊόντων ως Ονομασιών Προέλευσης, που δεν είναι άλλοι από την προστασία τόσο των παραγωγών οίνων περιοχών ονομαστών για την ποιότητα της οινοπαραγωγής τους, όπως η Νεμέα, όσο και των καταναλωτών από τις απομιμήσεις.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Ανεξερεύνητη Πελοπόννησος, 1998. Εκδόσεις Road, Αθήνα 1998.
  • Κουράκου-Δραγώνα Σταυρούλα, 2012. Νεμέα Ιστορικό Οινοπέδιο. Εκδόσεις Φοίνικα. Αθήνα 2012, 176 σελ.
  • Μηλιαράκης Αντώνιος, 1886. Γεωγραφία-Πολιτική, νέα και αρχαία του Νομού Αργολίδος και Κορινθίας. Εστία, Αθήνα 1886.
  • Miles Lambert-Gocs, 1993. Τα Ελληνικά Κρασιά – Οδοιπορικό στη χώρα του Διόνυσου. Τρίαινα Εκδοτική, Αθήνα 1993, 305 σελ.

(Φωτογραφία: www.nemeanwines.gr)