Απεργία πείνας: Τυπολογία, νομική υπόσταση και αντιμετώπισή της

10 Οκτωβρίου 2013

Αφού ο κ. Χρυσόστομου Χατζηλάμπρου μάς εισήγαγε στον ηθικό προβληματισμό της Απεργίας Πείνας, ως μορφής αγώνα-διεκδίκησης δικαιωμάτων, έδωσε τους απαραίτητους ορισμούς και μάς «ξενάγησε» στην εμφάνισή της ως ιστορικού γεγονότος (βλ.: https://www.pemptousia.gr/?p=55913), στο σημερινό δημοσίευμα προσφέρει την τυπολογία έκφρασής της καθώς και τις νομικές διαστάσεις της.

Τυπολογία της απεργίας πείνας

Οι απεργιακές κινήσεις πείνας γίνονται υπό διάφορες συνθήκες και αναδεικνύουν ποικίλα διλήμματα σε καταστάσεις όπου τα άτομα είναι είτε υπό κράτηση (φυλακές, σωφρονιστικά ιδρύματα και κέντρα συγκέντρωσης μεταναστών), είτε υπό έντονη συναισθηματική και ψυχολογική φόρτιση εκτός συνθηκών κράτησης. Συχνά αποτελούν μορφή διαμαρτυρίας από ανθρώπους που στερούνται άλλων μέσων για να κάνουν γνωστά τα αιτήματά τους. Αρνούμενοι τροφή για σημαντικό χρονικό διάστημα, ελπίζουν ότι θα επιτύχουν συγκεκριμένους στόχους, επιφέροντας αρνητική δημοσιότητα στις αρχές. Οι απεργοί πείνας, συνήθως, δεν επιθυμούν να πεθάνουν, αν και μερικοί ίσως να είναι προετοιμασμένοι να το κάνουν για να επιτύχουν τους στόχους τους. Οι βραχείας διάρκειας και οι προσποιητές αρνήσεις τροφής σπάνια εγείρουν ηθικά προβλήματα. Η παρατεταμένη και πραγματική αποχή, όμως, από τροφή διακινδυνεύει τον θάνατο ή τη μόνιμη βλάβη της υγείας των απεργών και προκαλεί άμεσα την κινητοποίηση της κοινής γνώμης.

aperpein

Απεργός πείνας στη Βενεζουέλα. Κατέληξε το 2010 μετά από 14μηνη απεργία πείνας σε ηλικία 49 ετών και με βάρος 35 κιλών, επειδή απαλλοτριώθηκε το κομμάτι γης που καλλιεργούσε. Η κυβέρνηση του Ούγκο Τσάβες τον θεώρησε ψυχικά διαταραγμένο. Πηγή: arcadiafoundation.org/

Στις μέρες μας, ολοένα, πληθαίνει η πρακτική της απεργίας πείνας σε παγκόσμιο επίπεδο. Επιλέγεται περισσότερο από κάθε άλλη εποχή, γιατί η γνωστοποίησή της είναι δυνατόν να γίνει με τον ταχύτερο τρόπο μέσα από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και ιδιαίτερα από το διαδίκτυο, αλλά και γιατί παρέχει τη δυνατότητα, χωρίς να προκαλεί την βίαια καταστολή της απεργιακής κίνησης να νοηματοδοτεί ειρηνικά τις διεκδικήσεις του απεργού. Ακτιβιστές, άτομα κάθε κοινωνικού, πολιτικού, οικονομικού και πολιτισμικού «status», εκφράζουν τη διαφοροποίησή τους από την κρατική και έννομη τάξη, κρατάνε αποστάσεις από τις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης και δημοσιοποιούν τις θέσεις τους μέσα από την πρακτική της απεργίας πείνας. Στην παγκόσμια ειδησιογραφία των τελευταίων χρόνων, διαπιστώνεται ότι τα αιτήματα των απεργών στην πλειοψηφία τους συνίστανται:

  • σε θέματα κράτησης, μεταχείρισης και νομιμοποίησης προσφύγων,
  • σε αντίδραση κατά της παράνομης φυλάκιση χωρίς άμεσης εκδίκαση της υπόθεσης,
  •  σε γνωστοποίηση των άσχημων συνθηκών κράτησης φυλακισμένων,
  • σε καταγγελία ωμής βίας και βασανιστηρίων από κρατικούς λειτουργούς σε ποινικούς κρατούμενους ή πολιτικούς αντιφρονούντες,
  • σε ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης επί εθνικών συρράξεων, γενοκτονιών και ρατσιστικών εκδηλώσεων,
  • σε ατομική ή συλλογική αντίδραση σε κάθε είδους απόφαση που κρίνεται άδικη ή αναιτιολόγητη και προέρχεται από το εκάστοτε ισχύον πολιτικό σύστημα.

Ο απεργός επιθυμεί να γνωστοποιήσει την διαμαρτυρία του σε όσο το δυνατόν ευρύτερα  μέρη του κοινωνικού συνόλου και να προκαλέσει την κοινή γνώμη. Ο στόχος του είναι κοινωνικός και σύμφωνα με την επιστήμη της κοινωνιολογίας η απεργία πείνας είναι δυνατόν να χαρακτηρίζεται ως κοινωνικό κίνημα. Τα σύγχρονα κοινωνικά κινήματα αποτελούν μορφές συλλογικής δικτυακής δράσης που διαμέσου της σύγκρουσης προσδοκούν στην αλλαγή μιας κυρίαρχης πραγματικότητας, μέσα από μια συλλογική ταυτότητα που τους δίνει τους πόρους να κινητοποιηθούν. Το κοινωνικό κίνημα διαφέρει από οποιαδήποτε άλλη μορφή συλλογικής δράσης στο επίπεδο της οργάνωσης των μέσων για την επίτευξη κάποιων σκοπών, των ατόμων και των δράσεών τους.

Σύμφωνα με τη θεωρία του Touraine περί των προϋποθέσεων ανάπτυξης των κοινωνικών κινημάτων[27], τις οποίες φαίνεται να πληροί η απεργία πείνας, η τελευταία εμφανίζει την εξής τυπολογία:

α) Οργάνωση του αγώνα. Ο απεργός οργανώνει τις κινήσεις του για να είναι δυνατή η επιτυχία του αγώνα του. Χωρίς αμφιβολία, η οργάνωση της απεργίας είτε γίνεται από κάποιο οργανωμένο κίνημα είτε ατομικά, σηματοδοτεί την ύπαρξής της.

β) Εντοπισμός του αντιπάλου. Το κίνημα οφείλει να εντοπίσει τον αντίπαλό του και να αγωνιστεί για να αλλάξει τη στάση του, να κατανοήσει και να ικανοποιήσει τις επιδιώξεις του.

Η απεργία πείνας θεωρείται κοινωνικό κίνημα, γιατί ικανοποιεί σύμφωνα με τον Touraine τις τέσσερις προϋποθέσεις ανάπτυξη των κοινωνικών κινημάτων. Ο απεργός αγωνίζεται στο όνομα ενός πληθυσμού. Αν και μπορεί να ξεκινήσει την απεργία του ως μια ατομική διαμαρτυρία, αισιοδοξεί σταδιακά να ευαισθητοποιήσει το σύνολο της κοινωνίας και κυρίως να παρακινήσει σε συλλογικές πράξεις διαμαρτυρίας. Ο απεργιακός αγώνας πείνας διεκδικεί αιτήματα όχι μόνο για τους δρώντες του κινήματος, αλλά και για το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο το οποίο αν παραμείνει αδρανές κινδυνεύει να αποτύχει η κίνηση διαμαρτυρίας.

Σύμφωνα, με τη θεωρία ανάπτυξης των λογικών διαμαρτυρίας[28] από την Della Porta και τον Diani, οι λογικές διαμαρτυρίας κατηγοριοποιούνται σε τρεις περιπτώσεις. Η πρώτη είναι η λογική των αριθμών. Αυτή προσκρούει στη φιλοσοφία της αντιπροσωπευτικής και πλειοψηφικής δημοκρατίας. Επιδιώκει την τοποθέτηση ενός αιτήματος στην κεντρική εξουσία με καλύτερους αριθμητικούς όρους, αφού στόχος είναι η κινητοποίηση περισσότερων ατόμων. Η δεύτερη είναι η λογική της ζημίας. Το κίνημα επιδιώκει με οποιοδήποτε μέσον την επίτευξη ζημιάς στον αντίπαλο. Κατά την τρίτη λογική διαμαρτυρίας, οι δρώντες ενός κινήματος προσπαθούν να πείσουν την κοινή γνώμη για το δίκιο του αγώνα τους, ρισκάροντας ένα πολυτιμότερο αγαθό απ’ αυτό που διεκδικούν. Η συλλογική ταυτότητα είναι αυτή που βοηθάει, να παραχθούν «πόροι» έτσι ώστε να συνεχίσουν την απεργία με την οποία επιδιώκουν την αλλαγή μιας κυρίαρχης κατάστασης.

Αναγνωρίζοντας ή όχι, την απεργία πείνας ως κίνημα, δεν αγνοείται ότι αυτή η κίνηση είναι δίχως αμφιβολία μια συλλογική δράση, που εμπεριέχει την αλληλεγγύη ανάμεσα στους δρώντες και ταυτόχρονα οδηγεί σε σύγκρουση. Επομένως, παρατηρείται ότι η απεργιακή κίνηση εκούσιας στέρησης τροφής όχι μόνο αποτελεί συλλογική δράση στα πλαίσια του ορισμού του Melucci[29], αλλά επεκτείνοντας τη θεωρία του, διαφαίνεται ότι μεταξύ των δρώντων υπάρχει αλληλεγγύη από ομοιότητα (ανάμεσα στους απεργούς) και αλληλεγγύη από διαφορά (ανάμεσα σε απεργούς και μη απεργούς) .

Νομική υπόσταση και αντιμετώπιση της απεργίας πείνας

Τον Ιούλιο του 1909  ο Marion Wallace-Dunlop [30] ξεκινά απεργία πείνας στις αγγλικές φυλακές με σκοπό να αναγνωριστεί ως πολιτική κρατούμενη. Αμήχανη η κρατική μηχανή, χωρίς κάποιο συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο, αποφασίζει την αποφυλάκισή της. Το γεγονός αυτό δίνει την αφορμή να ακολουθήσουν την ίδια τακτική όλες οι κρατούμενες «σουφραζέτες». Ο υπουργός Εσωτερικών Gklantsooun, ως αντίδραση και προστασία έναντι του καινούργιου τρόπου διαμαρτυρίας, προτείνει και επιβάλλεται η αναγκαστική σίτιση[31], εκείνων που επιλέγουν αυτό τον τρόπο διαμαρτυρίας.

Με την ίδια αμηχανία αντιμετωπίζει και η ελληνική κοινωνία την είδηση του Νοεμβρίου του 1930 για την απεργία πείνας γυναικών στις φυλακές Αβέρωφ. Η διεκδίκηση με τον τρόπο αυτό της αναγνώρισης του καθεστώτος του πολιτικού κρατούμενου σε γυναίκες, δεν αποτελεί μόνο ένα καινοφανές μέσο διαμαρτυρίας στη ελληνική κοινωνία, αλλά και πρόκληση, αφού οι γυναίκες δεν έχουν κατακτήσει, ακόμα, το στοιχειώδες δικαίωμα που απορρέει από την ιδιότητα του πολίτη, το δικαίωμα ψήφου. Η μεταφορά των απεργών πείνας σε ψυχιατρεία και η υποχρεωτική σίτιση που επιβάλλεται με την βία εκφράζει το πολιτικό πνεύμα: ότι η απεργία πείνας δεν μπορεί να αποτελεί «πειθαρχικό παράπτωμα», καθώς το στοιχείο που την διαφοροποιεί από πράξεις, που άπτονται του ποινικού δικαίου, είναι η μη πρόκληση βλάβης στο κοινωνικό σύνολο.

Αποτελεί ελεύθερη επιλογή και απόφαση, που απορρέει από την ίδια τη φύση του ανθρώπου ως έκφραση της ύπαρξής του. Ένα ηθικό δίλημμα εγείρεται στο κοινωνικό σύνολο, όταν απεργοί πείνας, οι οποίοι έχουν εμφανώς δώσει σαφείς οδηγίες να μην τους γίνει ανάνηψη, αφού φθάσουν σε στάδιο νοητικής ανεπάρκειας. Στην περίπτωση αυτή διερωτάται η κοινή γνώμη αν πρέπει να επέμβει ο κρατικός μηχανισμός για να παράσχει βοήθεια ή να σεβαστεί την επιθυμία των απεργών. Η αρχή της φιλανθρωπίας προτρέπει την ανάνηψή τους, αλλά ο σεβασμός της αυτονομίας του προσώπου συγκρατεί οποιαδήποτε παρέμβαση[32].

Σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο (άρθρο 5 παρ. 3 του Συντάγματος), η διατήρηση της έννομης τάξης αποτελεί απόρροια της φυσικής ελεύθερης κίνησης του ατόμου. Έτσι, η ελεύθερη διάθεση του σώματος και η φυσική υπόστασή του γίνονται στοιχεία συνυφασμένα με τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα την προστασία της ανθρώπινης ζωής και της σωματικής ακεραιότητας, την απαγόρευση των βασανιστηρίων και τη διασφάλιση των κοινωνικών δικαιωμάτων. Ο νόμος, όμως, αγνοεί το θάνατο ως βιολογικό συμβάν, η νομική αντίληψη για το θάνατο εντάσσεται στη ρύθμιση του βίου διαμέσου των εννοιών της ζωής του προσώπου και της αξιοπρέπειάς του. Η σχέση ανάμεσα στο δίκαιο και το σώμα παρουσιάζεται ως σχέση συστατική και εμμενής για κάθε έννομη τάξη.

Η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του κάθε προσώπου (άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος) θεμελιώνει το δικαίωμα του καθένα να εξουσιάζει το σώμα του και να το χρησιμοποιεί, όπως θέλει. Επομένως, η αυτοπροσβολή[33] αναγνωρίζεται ως εκδήλωση της προσωπικότητας του ατόμου και της ελευθερίας έκφρασής του. Η αυτοπροσβολή εκφεύγει του κανονιστικού εύρους της φυσικής ελευθερίας, καθώς αφορά τη δημόσια εικόνα και έκφραση του ατόμου και επηρεάζει άμεσα τη ζωή οικείων και τρίτων.

Επειδή η διάταξη του άρθρου 5 παρ. 2 του Συντάγματος κατοχυρώνει το δικαίωμα διατήρησης και όχι περατώσεως της ζωής, προβλέπει την απόλυτη προστασία της με οποιοδήποτε τρόπο. Επιτρέπει την αναγκαστική διατροφή των απεργών πείνας, όταν απειλείται άμεσα η ζωή τους και έτσι, εξηγείται η εναντίωση του δικαίου και η αμήχανη στάση του ποινικού νόμου στην απεργία πείνας, με την επιβεβλημένη σίτιση. Νομικά, η ζωή και η υγεία προστατεύονται από το Δίκαιο, το ίδιο το Δίκαιο, όμως, επιφυλάσσει για το κράτος το αποκλειστικό δικαίωμα κατάργησης της ιδιότητας του νομικού προσώπου και της αποβολής του από την κοινότητα των νομικών υποκειμένων, με την άμεση κατάργηση της ελεύθερης διάθεσης του σώματος του απεργού στην βιολογική φθορά και το θάνατο.

Πέρασε πολύς χρόνος για να βρεθεί τρόπος να αντιμετωπίσει η νεότερη ιστορία την πρόκληση της ειρηνικής διαμαρτυρίας μέσα από την άρνηση της σίτισης. Αν και δεν είναι σίγουρο ότι σε κάθε σημείο του πλανήτη αντιμετωπίζεται η άρνηση τροφής, ως έκφραση διαμαρτυρίας του απεργού, με τον ίδιο τρόπο. Στον ελλαδικό χώρο, με το άρθρο 34 του ν. 1851/89 «Κώδικας βασικών κανόνων για τη μεταχείριση των κρατουμένων», ο νομοθέτης για πρώτη φορά προβλέπει το δικαίωμα της απεργίας πείνας σε κρατούμενους. Το μόνο όριο που τίθεται είναι η απειλή της ζωής του απεργού. Το άρθρο 31 του σωφρονιστικού κώδικα στην παράγραφο 3 προβλέπει την μεταγωγή του απεργού πείνας σε θεραπευτικό κατάστημα και ειδική ιατρική παρακολούθησης, όταν ο απεργός περιέλθει σε κατάσταση άμεσου κινδύνου της ζωής  του ή σοβαρής και μόνιμης βλάβης της υγείας του με ανάλογη εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 29 παράγραφος 3 του ίδιου κώδικα.

Εδώ, όμως, προκύπτει ένα ερώτημα αναφορικά με την απειλή της ζωής και του δικαιώματος κάποιου τρίτου να επεμβαίνει στις αποφάσεις και επιλογές των άλλων. Η επίσημη θέση της πολιτείας βρίσκεται στην υποχρεωτική λήψη κατάλληλων μέτρων, όταν ο απεργός έχει χάσει τις αισθήσεις του και κινδυνεύει η υγεία και η ζωή του, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που διαμαρτύρονται σε αυτή την πρακτική, αφού έτσι καταργείται η ελεύθερη βούληση του προσώπου, αφού δεν του επιτρέπεται να εκφράσει τη διαμαρτυρία του μέχρι το τέλος της.

[27]Βλ. Μ. ΨΗΜΙΤΗ, Εισαγωγή στα σύγχρονα κοινωνικά κινήματα. Αθήνα 2006, σελ. 135.

[28]Βλ. στο ίδιο, σελ. 97.

[29]Βλ. στο ίδιο, σελ.145.

[30]Βλ. στο διαδικτυακό τόπο: https://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=919593 [28/5/2012].

[31]Βλ. σχετικά για το Ελληνικό Δίκαιο: Ν. 2776/1999 άρθρο 29 παράγραφος 3 και άρθρο. 31 παρ. 3 (ΦΕΚ 291/ τ.Α΄/29.12.1999).

[32]Βλ. Ν. Γ. KOΪΟΥ, Επ’ ελευθερία εκλήθητε Αυτονομία και Ετερονομία στην Ηθική. Αθήνα 2006, σσ. 106 – 107.

[33]Για περισσότερες πληροφορίες στο διαδικτυακό τόπο: www.jurisconsultus.gr/pubs/uploads/1474.pdf [28/5/2012].