Η Αρετή της Αγάπης στην Πατερική Θεολογία (2ο μέρος)

16 Νοεμβρίου 2013

Μιλώντας για την αρετή ο Μ. Βασίλειος δέχεται ότι είναι φυσικό το κριτήριο που επιλέγει ο άνθρωπος την αρετή και αποστρέφεται την κακία[20].  Σε αυτό το πλαίσιο συνιστάται η γνώση της θύραθεν παιδείας ως προπαρασκευαστική της αρετής, με την προϋπόθεση ότι έχει εκλεκτικό χαρακτήρα[21].  Η κάθαρση και η απελευθέρωση από τά πάθη ως αρνητική πλευρά της κατά Χριστόν ζωής του ανθρώπου, και η τήρηση των εντολών ως η θετική πλευρά της, αποτελούν τις δύο φάσεις της ίδιας πορείας  πού στην ορθόδοξη χριστιανική παράδοση λέγεται άσκηση[22].

paterai

     Ο Γρηγόριος Νύσσης στην ίδια ανθρωπολογική θεώρηση με τον Μ. Βασίλειο, αναφέρει πως τίποτα κακό δεν δημιουργήθηκε από τον Θεό[23] και ότι με τις αρετές[24] ο άνθρωπος ομοιάζει με τον Θεό[25]. Επίσης στη θέληση και στην προαίρεση εντοπίζει την αιτία του κακού[26].

   Ακόμη στον Ι. Χρυσόστομο η αρετή είναι η φυσική και υγιής κατάσταση της ψυχής: « Οράς ότι κατά φύσιν μεν η αρετή, παρά φύσιν δε η κακία, καθάπερ η νόσος και η υγεία; Τι δε το ψεύδεσθαι και επιορκείν, ποίαν αν έχοι ανάγκην; Ουδεμίαν, ούδ’ βίαν, άλλ’ εκόντες επί τούτο ερχόμεθα. Απιστούμεθα, φησίν. Απιστούμεθα, επειδή βουλόμεθα·[27]». Ακόμη η αρετή επιφέρει ευεργετικά αποτελέσματα στην ψυχή έχοντας πάντα εσχατολογική προοπτική[28].

    Από τα κείμενα των αγίων Πατέρων γίνεται φανερό ότι η αρχή της πορείας προς το Θεό εκφράζεται με την πρακτική φιλοσοφία και περιλαμβάνει τα δύο βασικά μέρη του πνευματικού αγώνα. Την πάλη για απελευθέρωση από τα πάθη που καταλήγει στην κάθαρση και την απόκτηση των αρετών που τελειώνει στην ακρότητα του ένθεου πάθους, τη θέωση[29]. Στον Μάξιμο ομολογητή ο Χριστός προβάλλεται ως «τύπος» και «πρόγραμμα[30]» και παράλληλα προβάλλεται κάθε αρετή που εκδιώκει το αντίστοιχο πάθος[31]. Η καλλιέργεια της αρετής δεν είναι μια αυτόνομη δραστηριότητα, αλλά συνέργεια με την χάρη του Θεού[32]

       Ο Άγιος Μάξιμος συνοψίζει την πάγια θέση της ορθοδόξου ανθρωπολογίας πως η κακία είναι ανυπόστατη αφού δεν ανήκει στην φύση του ανθρώπου, είναι δηλαδή «παρά φύσιν». Άλλωστε η παραπάνω αμφισβήτηση θα ισοδυναμούσε με αμφισβήτηση της αγαθότητας του Θεού-Δημιουργού[33] ο οποίος δημιούργησε τα πάντα «καλά λίαν». Μορφολογικά συναφής προς την αρχαία αρετολογία ομιλεί περί θεωρητικής και πρακτικής αρετής και αναφέρει ως δυνάμεις της ψυχής τον λόγο, τον θυμό και την επιθυμία[34].

    Ο Άγιος  Μάξιμος ο Ομολογητής, κορυφαία μορφή της χριστιανικής φιλοσοφίας της πρώιμης Βυζαντινής περιόδου, θεωρεί το αυτεξούσιο πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης. «Άνελλε γάρ ημών το αυτεξούσιον, και ούτε εικών Θεού είμεθα, ούτε ψυχή λογική και νοερά..[35]». Επίσης υιοθετεί μορφολογικά την Πλατωνική αρετολογία και δέχεται ότι «εικών του επουρανίου εισίν αί γενικαί αρεταί, οίον φρόνησις, ανδρεία, σωφροσύνη, δικαιοσύνη[36]».

    Όπως έχει ήδη αναφερθεί το σύνολο των Πατέρων θεωρεί την αμαρτία ως υστερογενές και παρά φύσιν προϊόν και ότι η οδός τα ης αρετής είναι η κατά φύσιν κατάσταση της ψυχής[37]. Ο Ι. Δαμασκηνός αναφέρεται στην απόκτηση της αρετής που γίνεται με φυσικό τρόπο καθώς, εν αντιθέσει με την κακία, είναι «εμφυτευμένη» μέσα στον άνθρωπο από τον δημιουργό[38] και παρουσιάζεται η άποψη πως χωρίς το θεμέλιο των τεσσάρων αρετών δεν μπορούν να υπάρξουν οι υπόλοιπες[39]. Ακόμη παραθέτει καταλόγους αρετών ψυχικών και σωματικών[40] και παθών[41] και αναπτύσσει διεξοδικά τον λόγο περί αρετών.

    Με τις  παραπάνω επισημάνσεις που αφορούν στις βασικές απόψεις των Πατέρων σε ζητήματα που άπτονται του «κορμού» της χριστιανικής ηθικής, θα περάσουμε στην παρουσίαση μέσα από τα κείμενά τους, της έννοιας της αρετής της αγάπης. Θα ήταν στο σημείο αυτό σκόπιμο να επισημάνουμε πως τα προαναφερθέντα  κείμενα, δεν εξαντλούν το σύνολο της αναφοράς τους στην αρετή της αγάπης. Απλά αποτελούν μια αντιπροσωπευτική παρουσίαση των απόψεών τους η οποία φυσικά είναι αποσπασματική και πρέπει να συνεξετασθεί με το υπόλοιπο έργο τους, προκειμένου να αποκτήσει ερμηνευτική πληρότητα.

[Συνεχίζεται]

[20] «Επειδή τι έχομεν παρ’ εαυτοίς κριτήριον φυσικόν, δι’ ου τα καλά των πονηρών διακρίνομεν, αναγκαίον ημίν εν τη εκλογή των πρακτέων ορθάς ποιείσθαι των πραγμάτων τας διακρίσεις∙ και, οίον τινά δικαστήν ίση και δικαιοτάτη γνώμη τοις εναντίοις βραβεύοντα, πείθεσθαι μεν τη αρετή, καταδικάζειν δε την κακίαν». MPG 31,405,31-37.

[21] «Α μεν ουν αν συντελή προς τούτον ημίν, αγαπάν τε και διώκειν παντί σθένει χρήναι φαμέν, τα δ’ ουκ εξικνούμενα προς εκείνον ως ουδενός άξια παροράν». «Προς τους νέους όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων», De legendis gentilium libris, ed. F. Boulenger, Saint Basile. Aux jeunes gens sur la manière de tirer profit des lettres Helléniques. Paris: Les Belles Lettres, 1935 (repr. 1965), 2,10-13.

[22] Α. Κεσελόπουλου, Πάθη και αρετές στη διδασκαλία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά,εκδ.Δόμος, Αθήνα 1986, σ.147.

[23] «Ηπάτησάς με και ηπατήθην, και όσα τούτοις εστίν ομοιότροπα, εφ’ ων η ακριβής διάνοια ου το παρά του θεού τι των ατόπων εγγένεσθαι τη ανθρωπίνη φύσει συνίστησιν, αλλά κατηγορεί της εξουσίας, ή αγαθόν μεν εστι και θεού δώρον δεδομένον τη φύσει, γέγονε δε διά της αβουλίας ημίν δύναμις της προς το εναντίον ροπής», « Εις τον Εκκλησιαστήν»,In Ecclesiasten (homiliae 8), ed. P. Alexander, Gregorii Nysseni opera, vol. 5. Leiden: Brill, 1962, 5,302,15-20.

[24] «Των φιλαρέτων ανθρώπων των ζην κατά λόγον προαιρουμένων νόμοις αγαθοίς ο βίος και προστάγμασι κεκανόνισται, εν οις καθοράται του νομοθέτου η γνώμη προς δύο γενικώς αποτεινομένη σκοπούς, ένα μεν των απειρημένων την απαγόρευσιν έχοντα, έτερον δε {των} προς την ενέργειαν των καλών κατεπείγοντα∙ ου γαρ έστιν άλλως ευπολίτευτον βίον κατορθωθήναι και σώφρονα, ει μη τις φεύγων ως έχει δυνάμεως την κακίαν διώξειεν ως υιός μητέρα την αρετήν», «Κατά τοκιζόντων», ed. E. Gebhardt, Gregorii Nysseni opera, vol. 9.1. Leiden: Brill, 1967,  9,195,2-10.

[25] «΄Ηλθεν  προϊών ο λόγος επ’ αυτό της αρετής το ακρότατον. Υπογράφει γαρ διά των της προσευχής ρημάτων οίον είναι βούλεται τον τω θεώ προσερχόμενον, τον ουκέτι σχεδόν εν τοις της ανθρωπίνης φύσεως όροις δεικνύμενον, αλλ’ αυτώ τω θεώ διά της αρετής ομοιούμενον», «Εις την προσευχήν», De oratione dominica orationes v, ed. F. Oehler, Gregor’s Bischof’s von Nyssa Abhandlung von der Erschaffung des Menschen und fünf Reden auf das Gebet. Leipzig: Engelmann, 1859, 290,19-23.

[26]« Ότι και η προς το  χείρον ροπή, μηδεμιάς έξωθεν βιαζομένης ανάγκης εγγίνεται, αλλ’ ομού το ελέσθαι το κακόν, υφίσταται, τότε εις γένεσιν παραγενόμενον, όταν ελώμεθα∙ αυτό δε εφ’ εαυτού κατ’ ιδίαν υπόστασιν έξω προαιρέσεως, ουδαμού το κακόν ευρίσκεται κείμενον», MPG 44,1256,15-20.

[27] MPG 62, 21,1-6.

[28] Βλ.Σπ. Τσιτσίγκου, Το Χρυσοστομικό ήθος, εκδ.Πουρναρά,Θεσ.2001,σ.44.

[29] Ά. Κεσελόπουλου, Πάθη και αρετές στη διδασκαλία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, εκδ.Δόμος, Αθήνα 1986,  σ. 117.

[30] Μαξίμου Ομολογητού, Περί αποριών, 42,PG 91,1333C

[31] «τις τε εκάστου των απαριθμημένων παθών αναιρέσεως ο τρόπος, και ποίοις έργοις ή λόγοις ή λογισμοίς η ψυχή τούτων ελευθερούται  και της συνειδήσεως τον μολυσμόν εκτινάσσεται, ποίω δε πάθει ποίαν αρετήν αντιθείσα νικήσει, τον πονηρόν φυγαδεύσασα δαίμονα, συναφανίσασα παντελώς αυτώ και αυτήν του πάθους την κίνησιν», «Ερωτήσεις προς Θαλάσσιον»,Quaestiones ad Thalassium, ed. C. Laga and C. Steel, Maximi confessoris quaestiones ad Thalassium, 2 vols. Corpus Christianorum. Series Graeca 7 & 22. Turnhout: Brepols, 1:1980; 2:1990,153-159.

[32] «…ειδώς ότι πάσαν εν ημίν ως οργάνοις ο θεός επιτελείν πράξιν και θεωρίαν, αρετήν τε και γνώσιν και νίκην και σοφίαν και αγαθότητα και αλήθειαν, μηδέν ημών συνεισφερόντων το σύνολον πλην της θελούσης τα καλά διαθέσεως», Quaestiones ad Thalassium, ed. C. Laga and C. Steel, Maximi confessoris quaestiones ad Thalassium, 2 vols. Corpus Christianorum. Series Graeca 7 & 22. Turnhout: Brepols, 1:1980; 2:1990,54,73-77.

[33] « Ουδέν γαρ των κατά φύσιν ακάθαρτον, ότι θεόν έχει της υπάρξεως αίτιον» ,«Ερωτήσεις προς Θαλάσσιον»,Quaestiones ad Thalassium, ed. C. Laga and C. Steel, Maximi confessoris quaestiones ad Thalassium, 2 vols. Corpus Christianorum. Series Graeca 7 & 22. Turnhout: Brepols, 1:1980; 2:1990, 27,24-26.

[34] Κ. Βουδούρη, Η ηθική φιλοσοφία των Ελλήνων, Αθήνα 1966, σ.26 και σ.33.

[35] Μαξίμου Ομολογητού, « Σχόλια εις τά του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου», PG 4, 308Α.

[36] Κ.Βουδούρη, Η ηθική φιλοσοφία των Ελλήνων, Αθήνα 1966, σ.21.

[37] Γ. Μαντζαρίδη, Η περί θεώσεως του ανθρώπου  διδασκαλία Γρηγορίου του Παλαμά, Διατριβή επι υφηγεσία, υποβληθείσα εις την Θεολογικήν Σχολήν του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, Θεσσαλονίκη 1963, σ.64.

[38]  «Η γαρ έξις της αρετής τη ψυχή ποιηθείσα, ως άτε φυσικήν συγγένειαν προς αυτήν έχουσα και τον Θεόν συνεργόν κακτημένη, δυσμετάβλητος γίνεται και λίαν ασφαλεστάτη, καθώς οράς ότι η ανδρεία και φρόνησις, σωφροσύνη τε και δικαιοσύνη δυσμετάβληταί εισιν, έξεις ούσαι της ψυχής και ποιότητες και ενέργειαι διά βάθους κεχωρηκυίαι. Ει γαρ τα πάθη της κακίας, ου φυσικά ημίν όντα, αλλ’ έξωθεν επεισελθόντα, ήνικα εν έξει γένωνται, δυσμετάβλητα εισι, πόσω μάλλον η αρετή, και φυσικώς ημίν εμφυτευθείσα υπό του Δημιουργού και αυτόν επίκουρον έχουσα», «Βίος Βαρλαάμ και Ιωάσαφ»,Vita Barlaam et Joasaph [Sp.], ed. G.R. Woodward and H. Mattingly, [St. John Damascene]. Barlaam and Joasaph. Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 1914 (repr. 1983),290,22-292,2.

[39] «Και ψυχικάς μέν αρετάς λέγομεν είναι προηγουμένως τάς γενικωτάτας τέσσαρας ταύτας, αίτινες εισίν: ανδρεία, φρόνησις, σωφροσύνη και δικαιοσύνη. Έκ τούτων αποτίκτονται αί ψυχικαί αρεταί πίστις, ελπίς, αγάπη, προσευχή, ταπείνωσις…» βλ., Ιωάννου Δαμασκηνού, Λόγος ψυχωφελής και θαυμάσιος, Φιλοκαλία  Β΄ , σελ. 232.

[40] «Περί αρετών και κακιών», De virtutibus et vitiis (fragmenta) [Sp.],  MPG 95,85,14-27.

[41]«Περί των οκτώ της πονηρίας πνευμάτων», De octo spiritibus nequitiae (fragmentum), MPG 95,84,19-27.