Οι Βυζαντινοί ιστοριογράφοι Προκόπιος & Άννα Κομνηνή [1ο Μέρος]

20 Δεκεμβρίου 2013

Η Ιστοριογραφία στο Βυζάντιο με βάση το έργο του Προκοπίου του Καισαρέα και της Άννας Κομνηνής

Η κλασσικίζουσα ιστοριογραφία στο Βυζάντιο υιοθετεί τις αρχές της αρχαίας ιστοριογραφίας. Οι ιστοριογράφοι προσπαθούν να είναι άξιοι συνεχιστές του Ξενοφώντα, του Θουκυδίδη και των άλλων σπουδαίων συγγραφέων της ιστορίας. Τα κείμενά τους, όσον αφορά στη γλώσσα –αττικίζουσα- και το ύφος ακολουθούν τις ιστοριογραφίες των αρχαίων και ελληνιστικών χρόνων. Tο ύφος, η γλώσσα, η ιστορική σκέψη ακολουθούν το πρότυπο των αρχαίων κλασικών ιστοριογράφων. Συχνά η επίδραση εξελίσσεται σε καταφανή μίμηση ενός συγκεκριμένου συγγραφέα.

Byzantini_Nomothesia_4a

Η θεματολογία τους περιλαμβάνει γεγονότα που εξελίσσονται κυρίως σε χρόνια σύγχρονα με το βίο του ιστορικού. Προσπάθειά τους είναι η αντικειμενική εξιστόρηση των πολιτικών ή στρατιωτικών γεγονότων που περιγράφουν. Το δύσκολο φυσικά είναι να αποποιηθούν τις εμπάθειες και τις αντιπάθειες που νιώθουν για κάποια πρόσωπα της εποχής τους και να γίνουν όσο το δυνατόν πιο ουδέτεροι μπορούν. Το τελευταίο, φυσικά, είναι αρκετά δύσκολο, αφού αρκετές φορές εμπλέκονται και οι ίδιοι με τα γεγονότα που περιγράφουν.

Η ιστορική αντικειμενικότητα της παράθεσης των γεγονότων εξασφαλίζεται  διασταυρώνοντας τις πηγές τους, ώστε να εξασφαλίζεται η αλήθεια των όσων γράφονται. Οι πηγές του βρίθουν από μαρτυρίες αυτήκοων και αυτοπτών μαρτύρων, ενώ πολλές φορές οι ιστορικοί προσφεύγουν ακόμα και στην αυτοψία. Στόχος του είναι το έργο τους να παραμείνει «κτήμα ες αεί», δηλαδή να το κληροδοτήσουν. Σπουδαία παραδείγματα ιστοριογράφων στα χρόνια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας υπάρχουν πολλά. Στη συγκεκριμένη εργασία θα ασχοληθούμε με τον Προκόπιο τον Καισαρέα και την Άννα την Κομνηνή.

Ο Προκόπιος, χαρακτηρίζεται από τον καθηγητή Ν. Τωμαδάκη, ως ισάξιος συνεχιστής του Θουκυδίδη, ενώ η Άννα Κομνηνή είχε ως πρότυπό της τη γλώσσα και το ύφος του Ξενοφώντα[1].

Ο Προκόπιος υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους ιστοριογράφους του Βυζαντίου, αν όχι ο σπουδαιότερος. Υπήρξε γραμματέας του στρατιωτικού του Ιουστινιανού Βελισαρίου και αυλικός. Αυτό τον κάνει αυτόπτη και αυτήκοο μάρτυρα πολλών από τα γεγονότα που εκθέτει[2]. Το έργο του είναι γραμμένο σε λόγια μορφή, ενώ είναι πλούσιο σε δημηγορίες όχι μόνο των Βυζαντινών αλλά και των πολέμιων αυτών. Ο Προκόπιος στο έργο του Ανέκδοτα ή Απόκρυφη ιστορία σημειώνει κατά τη συγγραφή του προλόγου του ότι σκοπός αυτού του έργου είναι να διεισδύσει στα βαθύτερα αίτια κάποιων γεγονότων που είχε αναφέρει σε προηγούμενο έργο του, πρωταγωνιστές των οποίων είναι ο Ιουστινιανός και η Θεοδώρα. Τα αίτια αυτά, αν και ήταν σημαντικά, γράφει, ότι αναγκαστικά τα απέκρυψε όσο ζούσαν οι πρωταγωνιστές τους από το φόβο της σκληρής τιμωρίας. Παρουσιάζει το έργο του ως συνέχεια του προηγούμενου ιστορικού πονήματός του «Υπέρ των πολέμων λόγοι».

Η Άννα Κομνηνή από την άλλη είναι η κόρη του αυτοκράτορα Αλεξίου Κομνηνού. Πολλά από τα γεγονότα που περιγράφει τα έχει δει ή τα έχει ακούσει η ίδια, όπως συνέβηκε και με τον Προκόπιο. Το έργο της αποτελεί όχι μόνο συνέχεια αλλά και συμπλήρωμα του έργου του Νικηφόρου Βρυεννίου « Ύλη Ιστορίας». Την ύλη του τελευταίου γνώριζε σε μεγάλο βαθμό, αφού υπήρξε σύζυγος του Νικηφόρου Βρυέννιου. Φυσικά στον πρόλογο του έργου εξυμνεί σε μεγάλο βαθμό τον Αλέξιο Α΄ Κομνηνό, δηλαδή τον πατέρα της, συγχρόνως τονίζει ότι το έργο της θα αποτελέσει πηγή για να μάθουν και οι σύγχρονοι αλλά και οι μεταγενέστεροι από αυτήν τι σπουδαίος άνθρωπος, βασιλιάς και στρατιωτικός υπήρξε ο Αλέξιος.

Και οι δύο παραπάνω ιστοριογράφοι είναι πεπεισμένοι ότι πρέπει να εκθέσουν τα γεγονότα με αντικειμενικότητα. Γνωρίζουν ότι τα έργα τους θα αποτελέσουν σημαντικές πηγές μελέτης της εποχής τους για τις επόμενες γενιές. Ο Προκόπιος εξηγεί ότι η αιτία των γεγονότων που θα περιγράψει ήταν απληστία τόσο του Ιουστινιανού όσο και της Θεοδώρας[3]. Αποτελούν αξιόλογες πηγές της ιστορίας της εποχής που περιγράφουν, αφού και οι δύο είναι σύγχρονοι στα γεγονότα που παρουσιάζει ο καθένας με τη σειρά του και έχουν ζήσει πάρα πολύ καιρό κοντά στους πρωταγωνιστές των έργων τους. Το τελευταίο δίνει μία μεγαλύτερη βαρύτητα σε όσα εξιστορούν. Αυτό το γνωρίζουν για το λόγο αυτό προσπαθούν να τονίσουν στους αναγνώστες τους ότι υποχρέωσή τους είναι να είναι αντικειμενικοί.

[Συνεχίζεται]

[1] Ν. Τωμαδάκη, «Οι Βυζαντινοί Ιστορικοί εν σχέσει προς την αρχαίαν ιστοριογραφικήν παράδοσην και η σημασία αυτών», ΕΕΦΣΠΑ 5 (1954-1955) 82.

[2] Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία, ΕΑΠ, Γ΄, Πάτρα 2001, σ. 102.

[3] Αυτόθι, σ. 103.