Η διαλεκτική της Αρετής μετά της Γνώσεως κατά τον Πλάτωνα (A’)

8 Ιουνίου 2014
platon-7388_in

Το άγαλμα του Πλάτωνος εμπρός από την Ακαδημία Αθηνών (Φωτ.: Νίκος Λουπάκης)

Ο καθηγητής Νιάρχος με λόγο διεισδυτικό κατορθώνει στην μελέτη αυτή την ανατομία της πλατωνικής διαλεκτικής στον δρόμο της αναζήτησης της αλήθειας. Η γλώσσα στην οποία είναι γραμμένο το κείμενο είναι η απλή καθαρεύουσα, η οποία είναι φυσικό να ξενίζει τους νεώτερους σε ηλικία αναγνώστες μας. Ωστόσο η σαφήνεια του τρόπου έκφρασης και έκθεσης των νοημάτων από τον γράφοντα υπερκαλύπτει αυτό το πρόβλημα και καθιστά την μελέτη πολύτιμο βοηθό για την εισαγωγή στην σκέψη του μεγίστου των φιλοσόφων.

Η αληθής γνώσις, κατά τον Πλάτωνα, δεν είναι τι το δοτόν, αλλά το αενάως ζητούμενον και δη και της διαλεκτικής το επιδιωκόμενον, και τελικώς, το επιτυγχανόμενον.1 Η διαλεκτική μεθοδολογία παραμερίζει την άγνοιαν και δημιουργεί την επιθυμίαν της γνώσεως, όχι υπό την έννοιαν της λεκτικής ενεργείας, αλλά της επιθυμητής γνωστικής διαδικασίας. Προς τούτο η διαλεκτική ενέχει ιδιάζουσαν μεθοδολογικήν τακτικήν και διερευνητικήν υφήν.2

Η ανάμνησις3 εξωθεί μακράν την λήθην και την προτέραν αυτής, θέσιν της γνώσεως, όπως σαφώς ετόνισεν ο Kant, ο οποίος ωμίλησεν περί της εκ των προτέρων εσωτερικής γνώσεως της αληθείας.4 Τούτου ένεκα, η γνώσις δεν είναι αποκλειστικώς σαι μόνον το απόκτημα της εμπειρίας,5 αλλάτο σαφές αποτέλεσμα της διεργασίας του ανθρωπίνου νοός, καθ’ όσον δια της διαλεκτικής διεγείρεται η ψυχή από του δογματικού της ύπνου εις τόν οποίον είχεν περιπέσει, άμα τη εισόδω της εις το σώμα. Πρόκειται περί του πεδίου της οντολογικής λήθης, όπως σαφώς τονίζεται εις την Πολιτείαν.6 Διάτης αναμνήσεως υπερνικάται η ανάγκη του χρόνου και ανυψούται η ψυχή εις ένα α-χρονον παρόν, εις το οποίον παρούσα είναι η ουσία των όντων. Ούτω πως συλλαμβάνεται η μόνη αλήθεια, η οποία, κατ’ ουσίαν, είναι υπερνίκησις της λήθης και τακτική φυγή εκ των δεσμών της χρονικής πραγματικότητος: «διο και πειράσθαι χρη ενθένδε εκείσε φεύγειν ότι τάχιστα, φυγή δε ομοίωσις θεώ κατά το δυνατόν».7

Είναιπροφανές ότι δια της αναμνήσεως επιτυγχάνεται η μέθεξις του ανθρωπίνου νου εις το θείον. Η μέθεξις εις την προϋφισταμένην αλήθειαν δεν βοηθείται υπό της εμπειρίας, διότι η εμπειρική παρατήρησις αναφέρεται μόνον εις γεγονότα, τα οποία γίνονται εις ωρισμένον τόπον και χρόνον, οπότε αι γνώσεις ασφαλείας και κύρους αποκτώνται μόνον δια της αναμνηστικής διαδικασίας, όπου κυριαρχεί ο διάλογος, η ασφαλιστική δικλείς της διαλεκτικής. Πλην του απορητικού χαρακτήρος της, η διαλεκτική έχει και αναιρετική μορφή, μάλιστα δε επιτυγχάνει μέσω της κριτικής και της συγκριτικής διαδικασίας ν’ανακαλύπτη το επιστημονικώς ορθόν, θεμελιουμένη επί των μαθηματικών, της ακριβεστάτης των επιστημών.8 Όντως, δια της διαλεκτικής η κριτική έρευνα της αληθείας ανάγεται προς την θέαν της ανυποθέτου πρώτης αρχής.9

ΒΑΘΜΙΔΑΙ ΤΗΣ ΓΝΩΣΕΩΣ

   Εις την Πολιτείαν, ο Πλάτων αναλύει τας τέσσαρας βαθμίδας της γνώσεως, από την κατωτέραν προς την ανωτέραν, «εικασίαν, πίστιν, διάνοιαν, νουν».10 Εξ αυτών η εικασία αναφέρεται εις τας σκιας, δηλονότι τας απλάς απεικονίσεις των ασθενών όντων. Υπεράνω της εικασίαςείναι η πίστις, αναφερομένη εις την ιδίαν την αισθητήν πραγματικότητα.11 Η μέσω της εμπειρίας γνώσις, δια μεν τον Kant και τους εμπειριστάς είναι η μόνη ασφαλής γνώσις, δια δε τον Πλάτωνα είναι απλώς πίστις, η οποία, ως γνώσις, αναφέρεται εις την δόξαν, δηλονότι την καθαρώς υποκειμενικήν αντίληψιν των πραγμάτων και των γεγονότων, όχι εις τα ασταθή φαινόμενα της γενέσεως και της φθοράς. Άνωθεν των δύο αυτών βαθμίδων ευρίσκεται η τρίτη, η της διανοίας, αναφερομένη εις τας κατ’ εξοχήν επιστήμας, την αριθμητικήν, την γεωμετρίαν και τα μαθηματικά γενικώτερον.12

Προκειμένου ν’ αναχθώμεν εις τας πρώτας αρχάς των όντων, χρησιμοποιούμε τας υποθετικάς μεθόδους, δια των οποίων επιδιώκεται η γνώσις της αληθείας.13 Δια των επιστημών δεν προσεγγίζομε τα όντα αυτά καθ’ εαυτά, αλλά τα πλησιάζομεν μέσω ενδιαμέσων εννοιών και προτάσεων.14 Τούτου ένεκα η όλη διαδικασία δεν είναι απ’ ευθείας νόησις, αλλά μέσω άλλου τινός παράγοντος, δια – νόησις. Είναι χαρακτηριστική, εν προκειμένω, η πλατωνική άποψις ότι ο «δια – νοούμενος» αδυνατεί να «θεαθή» τας ιδέας, εξ αιτίας των παρεμβαλομένων εμποδίων, των επιστημονικών διαδικασιών.15

Την λύσιν του προβλήματος προσφέρει η διαλεκτική, δια της οποίας επιτυγχάνεται η λεγομένη «αναίρεσις των υποθέσεων», όπως αυτό λίαν προσφυώς αναλύεται εις τον διάλογον Παρμενίδης: «Ούδ’ ονομάζεται άρα ουδέ λέγεται, ουδέ δοξάζεται, ουδέ γιγνώσκεται, ουδέ τι των όντων αυτού αισθάνεται».16  Όταν επιτευχθή η αποδέσμευσις από την διάνοιαν είναι δυνατή η αναγωγή του ανθρώπου εις την δια του νου ενόρασιν, την θέασιν των ειδών και των αρχών, της απολύτου αληθείας.17 Επί πλέον, τονίζει ο Πλάτων, ότι δια της διαλεκτικής επιχειρείται η σύλληψις της ολότητος του όντος, καθ’ όσον το απόλυτον, ως Εν, άφατον και άρρητον, δεν επιδέχεται επιστήμην. Ασφαλώς ο Νους δεν συλλαμβάνει το απόλυτον, δύναται όμως να προσεγγίση τας Ιδέας υπό την έννοιαν ότι το άρρητον, το αγαθόν, το υπέρτατον κάλλος, παραμένει παντελώς α-μορφον.17

Το πρόβλημα της γνώσεως, εν γένει, αντιμετωπίζεται συστηματικώς υπό του Πλάτωνος, κυρίως εις τους διαλόγους του Θεαίτητος και Σοφιστής. Η μέθοδος προσπελάσεως εις την γνώσιν είναι πρωτίστως η σωκρατική μαιευτική.18 Ο Πλάτων δεν γνωρίζει την απάντησιν εις την ερώτησιν και ο Σωκράτης καλείται ν’ αντιμετωπίση τας δυσκολίας  του προβλήματος της γνώσεως. Όταν ηρωτήθη ο Μένων περί της εννοίας της Αρετής, διέπραξε το ίδιον λάθος, όπως ο Θεαίτητος, προσφέροντας ένα κατάλογον αρετών, αντί να προβή εις τον ορισμόν του είδους, της μορφής, ο οποίος είναι κοινός εις όλους.19 

(συνεχίζεται)