Τέσσερις εικόνες για τους μετανάστες και το ρατσισμό
25 Ιανουαρίου 2016Τέσσερις εικόνες για τους μετανάστες και το ρατσισμό*
Το θέμα των μεταναστών είναι πιο σύνθετο από όσο φαίνεται και δεν είμαστε οι πιο κατάλληλοι να το λύσουμε. Εξάλλου έχει περισσέψει και στο ζήτημα αυτό η υποκρισία που συνοδεύεται από αρκετή αμφιθυμία. Από το ένα μέρος οι μετανάστες, στα πρώτα χρόνια τουλάχιστον, ήταν χρήσιμοι, αφού με φτηνά μεροκάματα αναλάμβαναν τις πιο δύσκολες δουλειές. Ενώ από την άλλη θεωρούνται απειλή για την τάξη, την οικονομία, την ασφάλεια, την υγεία και την πολιτιστική ταυτότητα του τόπου. Ακόμη, πολλοί πιστεύουν, ότι οι μετανάστες με την παρουσία τους αυξάνουν την ανεργία του εντόπιου πληθυσμού.
Το ζήτημα μας υπερβαίνει και αφορά όχι μόνο τη δική μας κοινωνία, αλλά και τις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες της ευμάρειας και του καταναλωτισμού. Όπως σε όλα τα σύγχρονα προβλήματα, έτσι και στο συγκεκριμένο υπάρχει το γενικό και το επιμέρους, το μείζον και το έλασσον, το παγκόσμιο και το εθνικό, το πανελλήνιο και το τοπικό. Κατ’ ανάγκη θα περιοριστούμε στο τοπικό μέσα από συμβολικές εικόνες. Αυτό δε σημαίνει, ότι δεν μπορούμε να αρθρώσουμε λόγο θεολογικό και σύγχρονο, λόγο φιλαδελφίας για την αποτροπή της ξενοφοβίας και ρατσισμού· λόγο κατά της εκμετάλλευσης που τείνει να προσλάβει μεγάλες διαστάσεις και στη χώρα μας. Για την ώρα, παραλείπουμε τις θεολογικές αφετηρίες και τις συντεταγμένες του θέματος [1].
Στο παρόν άτεχνο δημοσίευμα θα παρουσιάσουμε τέσσερις εικόνες – σκηνές, των οποίων υπήρξαμε αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες. Ο καλοπροαίρετος αναγνώστης ας κάνει τις αναγωγές του εμπλουτίζοντας τη σκέψη του με τις κοινωνικές προεκτάσεις του θέματος.
Εικόνα πρώτη. Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του ΄90. Επίσκοπος μικρής συνοριακής Μητρόπολης εμφανίζεται στις οθόνες της τηλεόρασης να μοιράζει πεντακοσάρικα δραχμών σε καμιά δεκαριά ταλαίπωρους μετανάστες που στέκονται υπομονετικά μπροστά του. Συνεπικουρείται από πολλούς ενθουσιώδεις νέους ανθρώπους, οι οποίοι οργανώνονται και δραστηριοποιούνται στη Θεσσαλονίκη. Κάποιοι τοπικοί παράγοντες τον βοηθούν και εκείνος αισθάνεται, ότι συμβάλλει στην επίλυση ενός προβλήματος που το συνδέει με εθνικούς στόχους. Για τη δραστηριότητά του αυτή καλείται και δίδει διαλέξεις σε πόλεις της Ελλάδος, δέχεται προσκλήσεις από διεθνείς οργανισμούς και τοπικές οργανώσεις, παρουσιάζεται σε διεθνή φόρα, μιλάει με ενθουσιασμό και έχει αναγάγει σε έργο ζωής τη «βοήθεια προς τους απέναντι», «αυτούς που είναι μέσα». Σε λίγο καιρό όμως οι μετανάστες πλήθυναν κι έγιναν αμέτρητοι. Τότε τελείωσαν και τα πεντακοσάρικα, όπως ήταν φυσικό. Μπορεί να έκανε ότι καλό μπορούσε ο καλοκάγαθος επίσκοπος, αλλά το πρόβλημα τον ξεπερνούσε. Τόση όμως ήταν η πεποίθηση ότι πράττει το άριστο, που με τις ενέργειές του απομείωνε και τορπίλιζε το όντως καθαρά εκκλησιαστικό έργο της τοπικής εκκλησίας, από όπου προέρχονταν οι μετανάστες.
Εικόνα δεύτερη. Την ίδια περίπου εποχή φιλότιμος εφημέριος κάποιας ενορίας στα δυτικά της Θεσσαλονίκης αναλαμβάνει να κατηχήσει και να βαπτίσει πέντε νέους ανθρώπους από γειτονική χώρα. Τρεις κοπέλες και δύο αγόρια. Παρότι έκανε με πολύ ζήλο το έργο του, συχνά του έρχονταν οι παρακάτω σκέψεις: Μήπως δεν ήταν και τόσο ειλικρινείς οι μετανάστες στο αίτημά τους να βαπτιστούν; Μήπως δηλαδή απλώς ήθελαν το βάπτισμα για να ενταχθούν ομαλά στην ελληνική κοινωνία, για να βρίσκουν πιο εύκολα εργασία; Μήπως έπρεπε να αναβάλει την είσοδό τους στην Εκκλησία; Είχε διαβάσει όμως, ότι και στην εποχή του Αγίου Κυρίλλου προσέρχονταν άνθρωποι και για άλλους λόγους να βαπτισθούν και η Εκκλησία δεν τους εμπόδιζε. Η αντίληψη αυτή τον καθησύχαζε.
Ύστερα από έξι μήνες κατήχηση και συζήτηση σε σπαστά ελληνικά για την πίστη στον Χριστό και τις σχετικές αμφιβολίες, τις χριστιανικές γιορτές και το νόημά τους, το Πάσχα και τα Χριστούγεννα, τα μυστήρια, την Παναγία και τους αγίους… με βουρκωμένα μάτια… οι μετανάστες δέχθηκαν το βάπτισμα. Στην αρχή ήταν τακτικοί. Ο ιερέας τους έβλεπε κάθε Κυριακή στη θεία Λειτουργία. Περνούσαν και κάποια απογεύματα από το ναό. Εκεί δεν φοβούνταν μήπως τους συλλάβει η αστυνομία, όπως γινόταν στην πλατεία, στις οικοδομές και στους δρόμους. Ο χώρος της Εκκλησίας τους φαίνονταν πιο ασφαλής, γι’ αυτό και η σχέση τους με τον εφημέριο ήταν στενή. Εκείνος κάποιες φορές τους πρόσφερε μικρές διευκολύνσεις και τους είχε εντάξει αρχικά και στο συσσίτιο της ενορίας. Αλλά και οι ενορίτες συμπαθούσαν τους «νεοφώτιστους». Εκείνοι αισθάνονταν την υποχρέωση να σέβονται τον ιερέα και την Εκκλησία.
Όμως, σιγά-σιγά άρχισαν να αραιώνουν τις επισκέψεις και κάποια στιγμή χάθηκαν. Είχαν καιρό να φανούν. Τυχαία ο ιερέας συνάντησε έναν από αυτούς, που μάλλον τον απέφευγε αλλά πρόλαβε να τον ρωτησει. -Πού χαθήκατε; Γιατί δεν έρχεστε τις Κυριακές στη λειτουργία; Κι εκείνος απάντησε με κάποια συστολή: – «Πάτερ, αφεντικό λέει, ότι δε χρειάζεται κάθε Κυριακή εκκλησία. Αν δε δουλέψουμε και το Σαββατοκύριακο, θα μας διώξει. Πάσχα και Χριστούγεννα φτάνει, μας λέει». Και βιάστηκε να φύγει. Θαρρείς και είχε ενοχές. Ας ληφθεί υπόψη μια λεπτομέρεια. Το αφεντικό ήταν και ο ανάδοχος στη βάπτισή τους και υποτίθεται, ότι είχε αναλάβει την χριστιανική μύηση στο μυστήριο της πίστεως! Στην περίπτωση αυτή το λαϊκό στοιχείο, ο εγγυητής της κατά Θεόν προκοπής τους έδιδε άλλη εικόνα για τη σχέση των μεταναστών με την Εκκλησία, από εκείνη που είχε δώσει ο ιερέας. Όπως ήταν φυσικό, επικράτησε στη συνείδησή τους η δεύτερη.
Εικόνα τρίτη. Τον Σεπτέμβριο του 2008 παρακολουθώ από κοντά ημερίδα για τους μετανάστες σε κεντρικό ξενοδοχείο της Θεσσαλονίκης. Συμμετέχουν πανεπιστημιακοί, πολιτικοί, κληρικοί, μια παιδαγωγός με δέκα στρατευμένους «αλληλέγγυους» των μεταναστών, εκπρόσωπος του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής και εκπρόσωποι των μεταναστών. Όλοι καταθέτουν έναν προβληματισμό από τη μεριά τους. Ο νομικός εστιάζει στην αυτονομία και τα ατομικά δικαιώματα, η παιδαγωγός ομιλεί για το καθήκον της αλληλεγγύης, ο κληρικός προβάλλει τη διδασκαλία του Ευαγγελίου για τον ξένο και τον ελάχιστο αδελφό. Ο εκπρόσωπος του Ι.ΜΕ.ΠΟ. παραθέτει τους αριθμούς και τα προβλήματα. Ο εκπρόσωπος των μεταναστών διεκδικεί την επίλυση των προβλημάτων τους, περιγράφει με τα μελανότερα χρώματα την κατάστασή τους και καταλήγει απευθυνόμενος προς τους συνομιλητές και το κοινό: «Η Ελλάδα σας είναι φυλακή».
Οι στρατευμένοι «αλληλέγγυοι» χειροκροτούν και ο πολιτικός-νομάρχης απαντά:
-Στη φυλακή δεν κάθεται κάποιος με τη βία, από την Ελλάδα κανείς δεν σας εμποδίζει να φύγετε, όποτε θέλετε.
Ο εκπρόσωπος των μεταναστών ανταπαντά: «Με σένα δε μιλάω, διότι δεν είσαι δημοκράτης», για να εισπράξει δεύτερο χειροκρότημα από τους «αλληλέγγυους».
Η ατμόσφαιρα γίνεται σχεδόν εκρηκτική. Ευτυχώς ο παρευρισκόμενος υπομονετικός και ψύχραιμος επίσκοπος παίρνει το λόγο και διασώζει την ειρηνική συνέχεια.
Εικόνα τέταρτη: Την Κυριακή 5.12.2010 γνωστή εφημερίδα -που τοποθετείται στον «προοδευτικό χώρο» και εξασφάλιζε στα πρώτα τουλάχιστον χρόνια μεγάλη κυκλοφορία με τη δημοσίευση προκηρύξεων επαναστατικών οργανώσεων και έκλεισε για μεγάλο χρονικό διάστημα-, αφού φιλοξενεί στο σαλόνι της πλήθος άρθρων αντιχριστιανικής και αθεϊστικής προπαγάνδας, στην προτελευταία σελίδα και στα ψιλά γράφει κάτω από τη φωτογραφία ενός ιερέα: «Είναι ένας νεαρός ιερέας στην Καλλονή της Μυτιλήνης, που όταν τα κύματα ξεβράζουν στη στεριά τους μισοπνιγμένους μετανάστες από απέναντι, ανεβάζει τα ράσα και τρέχει να τους ταΐσει, να τους ντύσει, να τους βρει δουλειά. Και κάθε σούρουπο κάθεται μόνος του στην ερημιά, χαζεύει τη θάλασσα και κλαίει με την ψυχή του. Πλέον ο παπα-Στρατής έφτιαξε τη δική του οργάνωση, την ονόμασε «Αγκαλιά» που δεν χρηματοδοτείται από την Πολιτεία, αλλά συντηρείται από τους κατοίκους της Μυτιλήνης. Η «Αγκαλιά» ετοιμάζει αποστολή για τον Έβρο. Εκεί πλάι στη Frontex, ο παπα-Στρατής με ρούχα και τρόφιμα θα δώσει μαθήματα μεταναστευτικής πολιτικής».
Οι συντάκτες της εφημερίδας και μεταφορείς της είδησης δεν μπαίνουν καν στο κόπο να αναφέρουν από πού εμπνέεται ο παπα-Στρατής; Από πού παίρνει δύναμη και υπομονή; Ποιος του δίδαξε να νοιάζεται για κάθε ταλαίπωρο και εμπερίστατο μετανάστη; Πού βρίσκει το κουράγιο να ασχολείται με το ζήτημα αυτό; Δεν πρόσεξαν καν ότι ο παπα-Στρατής εμπνέονταν από αυτό που κατηγορούσε η «έγκυρη» εφημερίδα στο σαλόνι της. Και μη μου πείτε, ότι δεν είναι λαϊκισμός η φράση, ότι ο «παπα-Στρατής δίνει μαθήματα μεταναστευτικής πολιτικής».
Ύστερα από όλα αυτά προκύπτει το ερώτημα: Τι σημαίνουν οι εικόνες αυτές; Ποια είναι η αλήθεια για τους μετανάστες, την ξενοφοβία και το ρατσισμό; Ο καθένας μπορεί να κάνει περαιτέρω σκέψεις και να συσχετίσει πράγματα και γεγονότα. Τελικά, μπορεί να είναι καλά τα λόγια, αλλά στην πράξη τα πράγματα δυσκολεύουν και θα δυσκολεύουν περισσότερο αν και στο θέμα αυτό έχει χαθεί η ισορροπία και το μέτρο. Σε κάθε περίπτωση η Εκκλησία στο σύνολό της και οι κατά τόπους ενορίες με τον ένα ή άλλο τρόπο και παρά τα όσα λέγονται και γράφονται κατά καιρούς, θα διασώζει στην πράξη την ευαγγελική διδασκαλία όχι μόνο για την αποτροπή του ρατσισμού αλλά επιπλέον θα εμπνέει τους πολίτες να σέβονται τον κάθε άνθρωπο όπως την εικόνα του Παντοκράτορος ή καλύτερα όπως το πρόσωπο του Σαρκωθέντος Υιού και Λόγου του Θεού.
*Το κείμενο γράφτηκε το Φεβρουάριο του 2012
[1] ΄Οποιος θέλει, μπορεί να διαβάσει τη μελέτη μας: Το αίτημα της κοινωνικής αλληλεγγύης προς τους μετανάστες, που δημοσιεύτηκε στην Επετηρίδα του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., τόμος 17, Θεσσαλονίκη 2007-2008, σ.105-115.